Τη δημιουργία μηχανισμού που θα εντοπίζει σε πραγματικό χρόνο τα ανασφάλιστα αυτοκίνητα και θα αλλάζει το καθεστώς επιβολής προστίμων για όσους δεν έχουν ασφαλίσει το όχημα τους εξετάζει το υπουργείο Οικονομικών.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις των ασφαλιστικών εταιρειών, τα ανασφάλιστα οχήματα ανέρχονται περίπου 700.000 ανασφάλιστα οχήματα και αποτελούν πραγματική απειλή για την κοινωνία αφού σύμφωνα με εκπροσώπους του κλάδου, είναι η βασικότερη αιτία εγκατάλειψης θύματος από τροχαίο με προφανείς τραγικές συνέπειες.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα “Καθημερινή”, πολλοί οδηγοί ασφαλίζουν το όχημα τους για έναν, δύο τρεις μήνες κάθε φορά που επισείεται η σχετική απειλή και μετά κυκλοφορούν και πάλι ανασφάλιστοι. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην τελευταία διασταύρωση στοιχείων (Απρίλιος 2018 ) μεταξύ των στοιχείων του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών και αυτών των ασφαλιστικών εταιρειών εντοπίστηκαν 800.000 ανασφάλιστα οχήματα χωρίς όμως να επιβληθεί κανένα πρόστιμο.
Ο νόμος που ψηφίστηκε το 2012 προβλέπει τη διασταύρωση -δύο φορές τον χρόνο -των οχημάτων που υπάρχουν στη βάση δεδομένων του υπουργείου Μεταφορών για τα κυκλοφορούντα οχήματα με τη βάση δεδομένων που έχουν αναπτύξει οι ασφαλιστικές εταιρείες για τα ασφαλισμένα, προκειμένου να διαπιστωθεί ποια δεν διαθέτουν κάλυψη για αστική ευθύνη.
Τα πρόστιμα
Υπενθυμίζεται ότι τα πρόστιμα ξεκινούν από 100 ευρώ για δίκυκλα οχήματα και φθάνουν τα 250 για αυτοκίνητα από 1.001 κ.εκ. και άνω. Αν το πρόστιμο δεν πληρωθεί εντός οκτώ ημερών προβλέπονται μεγαλύτερες κυρώσεις, δηλαδή αφαίρεση της άδειας οδήγησης , άδειας οδήγησης, άδειας κυκλοφορίας και των πινακίδων του οχήματος για 6 μήνες και επιπλέον πρόστιμο 250 ευρώ για τα δίκυκλα , 500 ευρώ για τα ΙΧ. και 1.000 ευρώ για τα λεωφορεία και τα ΦΔΧ.
Αν και μετά το το διάστημα των οκτώ ημερών δεν έχει πληρωθεί το πρόστιμο και το ανασφάλιστο όχημα εμπλακεί σε ατύχημα , αυξάνεται το διάστημα αφαίρεσης πινακίδων και άδειας κυκλοφορίας στα 2 χρόνια (σε περίπτωση υποτροπής για 3 χρόνια) και επιβάλλεται χρηματική ποινή ( έως 3.000 ευρώ ) και ποινή φυλάκισης από δύο μήνες έως και 1 χρόνο.