Εναν από τους σημαντικούς κινδύνους για μια πιθανή δημοσιονομική εκτροπή χαρακτηρίζει τις δικαστικές διεκδικήσεις σε αναδρομικά ποσά συντάξεων η Κομισιόν, στην 5η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας που παρουσίασε χθες, ενώ με σκεπτικισμό φαίνεται πως αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την προωθούμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Καθοριστικό ρόλο αναμένεται να διαδραματίσει βέβαια, όπως εκτενώς επισημαίνεται στην έκθεση, η πιλοτική δίκη που βρίσκεται σε εξέλιξη ύστερα από προσφυγή του Δημοσίου, προκειμένου να «διασφαλίσει μια εναρμονισμένη προσέγγιση και να αποτρέψει τις αντιφατικές δικαστικές αποφάσεις». Η έκθεση αναφέρεται και στην προωθούμενη μεταρρύθμιση, που στόχο έχει τη συμμόρφωση του Δημοσίου στις αποφάσεις του ΣτΕ του 2019, που αφορούσαν συγκεκριμένες διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου.
Σύμφωνα με την Ε.Ε., προκειμένου να συμμορφωθούν με την απόφαση του ΣτΕ, αναμένεται να εισαχθούν αναδρομικά νέα (αυξημένα) ποσοστά αναπλήρωσης για όσους έχουν ασφάλιση άνω των 30 ετών από την 1η Οκτωβρίου 2019. Η προσαρμογή αυτή, σύμφωνα με τους εκπροσώπους των δανειστών, θα εξασφαλίσει για τις συγκεκριμένες ομάδες ασφαλισμένων ποσοστά αναπλήρωσης ελαφρώς υψηλότερα από το 50%. Σύμφωνα με τις αναλογιστικές προβλέψεις των Αρχών, οι δαπάνες θα καλυφθούν από το 0,5% του ΑΕΠ που θα προκύψει χωρίς επιπλέον επιβάρυνση, λόγω της κατάργησης της 13ης πληρωμής των συνταξιούχων, που θεσμοθετήθηκε το 2019. Βέβαια, η Κομισιόν επισημαίνει ότι το μέτρο θα οδηγήσει σε πολύ υψηλά ποσοστά μέσης αναπλήρωσης, σε σχέση με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, ιδιαίτερα για όσους έχουν άνω των 30 ετών ασφάλιση και εισόδημα συνταξιοδότησης ίσο ή κάτω από τον μέσο μισθό. Ελλειμμα της τάξης του 1,1 δισ. ευρώ μέσα σε μία 5ετία εκτιμά η Κομισιόν ότι θα προκαλέσει η επαναφορά των επικουρικών συντάξεων στα επίπεδα του 2016. Μάλιστα, επισημαίνει ότι το έλλειμμα αυτό θα καλυφθεί από την περιουσία του ΕΤΕΑΕΠ και όχι από το 0,5% του ΑΕΠ. Η Κομισιόν χαρακτηρίζει φιλόδοξο το σχέδιο δράσης για την ψηφιοποίηση του ΕΦΚΑ, υπογραμμίζει ότι έχει χαθεί ο στόχος για την πληρωμή των εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης που είχε τεθεί για το τέλος του 2019 και τηρεί στάση αναμονής ως προς το νέο σχέδιο για εκκαθάριση της πλειονότητας των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων των Ταμείων έως το καλοκαίρι του 2021.
Στο κεφάλαιο για την κοινωνική πρόνοια, η Ε.Ε. ζητεί από την ελληνική κυβέρνηση πως ένα μέρος από το 0,5% του ΑΕΠ που περισσεύει θα πρέπει να διοχετευθεί στην αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου επιδόματος αλλά και στη στήριξη οικογενειών με σπίτια σε υποθήκη.
Οσον αφορά, τέλος, τη διαδικασία αύξησης του κατώτατου μισθού, ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην έκθεση αξιολόγησης της περυσινής αύξησης. Αυτή θα ολοκληρωθεί τον Μάρτιο και εν πολλοίς θεωρείται ότι θα καθορίσει και την κυβερνητική απόφαση για τη φετινή αναπροσαρμογή.