Η βρετανική κυβέρνηση αποκαλύπτει σήμερα το νέο σύστημα μετανάστευσης με μοριοδότηση που θα ισχύσει στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit και ευνοεί τους “λαμπρούς” εγκεφάλους σε βάρος των “εργαζομένων με χαμηλό επίπεδο ειδίκευσης”.
Για να εξασφαλίσει κανείς μια βίζα εργασίας θα πρέπει να παρουσιάσει συγκεκριμένες δεξιότητες, να μιλάει αγγλικά και να έχει ήδη μια πρόταση απασχόλησης με κατώτερο ετήσιο μισθό 25.600 στερλινών (30.820 ευρώ).
Το επίπεδο του διπλώματος που απαιτείται υποβαθμίσθηκε από ένα δίπλωμα τριετούς πανεπιστημιακής φοίτησης στο απολυτήριο Λυκείου ώστε να επιτραπεί “μεγαλύτερη ευελιξία”.
“Θα ανταποκριθούμε στις προτεραιότητες των πολιτών εισάγοντας ένα νέο σύστημα μοριοδότησης που θα οδηγήσει σε μείωση του αριθμού των μεταναστών”, σημειώνει σε ανακοίνωση που εξέδωσε χθες, Τρίτη, το βράδυ η υπουργός Εσωτερικών Πρίτι Πάτελ, χαιρετίζοντας μια “ιστορική στιγμή”, η οποία “βάζει τέλος στην ελεύθερη μετακίνηση”.
Οι απαιτήσεις αυτές του νέου συστήματος προκάλεσαν ανησυχίες στους κόλπους ορισμένων βρετανικών δημόσιων υπηρεσιών, όπως αυτές της υγείας (Εθνικό Σύστημα Υγείας, NHS), οι οποίες λειτουργούν χάρη σε ξένους εργαζόμενους, ενίοτε χαμηλά αμειβόμενους.
Το σύστημα αυτό δίνει μόρια ανάλογα με τις ικανότητες, τα προσόντα και τα επίπεδα των μισθών και αντιμετωπίζει “με τον ίδιο τρόπο” τους Ευρωπαίους και τους μη Ευρωπαίους πολίτες.
Αυτό θα τεθεί σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου του 2021, όταν ολοκληρωθεί η περίοδος μετάβασης, η οποία άρχισε μετά την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ στις 31 Ιανουαρίου.
“Βίζες θα χορηγούνται πλέον μόνον σε αυτούς που θα έχουν εξασφαλίσει αρκετά μόρια”, διευκρινίζεται στην ανακοίνωση του υπουργείου Εσωτερικών, ώστε να “δοθεί προτεραιότητα στα καλύτερα ταλέντα”, όπως οι “επιστήμονες, μηχανικοί και πανεπιστημιακοί”.
Το υπουργείο κρίνει ότι με αυτό το σύστημα υπακούει στο “σαφές μήνυμα” που έστειλε ο βρετανικός λαός στο δημοψήφισμα του 2016 για το Brexit και στις βουλευτικές εκλογές του Δεκεμβρίου. Ο έλεγχος της μετανάστευσης ήταν ένα από τα βασικά θέματα των προεκλογικών εκστρατειών που είχαν γίνει και στις δύο εκλογικές διαδικασίες.
Το υπουργείο Εσωτερικών υπολογίζει ότι το 70% του σημερινού ευρωπαϊκού εργατικού δυναμικού, χαμηλής ειδίκευσης, δεν ανταποκρίνεται στις νέες απαιτήσεις και αυτό θα “συμβάλει στην μείωση του αριθμού (των μεταναστών) στο μέλλον”.
Η πρόταση της κυβέρνησης απαιτεί κάθε ξένος εργαζόμενος να συγκεντρώνει 70 μόρια για να μπορεί να είναι υποψήφιος, όπως και να προσθέσει έναν αριθμό μορίων για κάθε ειδίκευση ή ικανότητα.
Το σύστημα αυτό δίδει ως 20 μόρια στους υποψηφίους για μετανάστευση που θα αμείβονται με τουλάχιστον 25.600 στερλίνες (30.820 ευρώ) και κανένα μόριο σε αυτούς που θα λαμβάνουν την κατώτερη απαιτούμενη αμοιβή των 20.480 στερλινών.
Επιπλέον 20 μόρια θα μπορούν να πάρουν αυτοί που επιδεικνύουν “κατάλληλες ικανότητες” και επιπλέον 20 μόρια αυτοί που μιλούν αγγλικά σε ένα “απαιτούμενο επίπεδο”.
Τα μέτρα αυτά δεν αφορούν τους περίπου 3,2 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ που ζήτησαν άδεια να παραμείνουν στο Ηνωμένο Βασίλειο πριν από την πραγματοποίηση του Brexit.
Τώρα όσον αφορά τις φοιτητικές βίζες, αυτές θα στηρίζονται επίσης σε ένα σύστημα μοριοδότησης και θα είναι ανοιχτές “για τα ταλέντα από όλον τον κόσμο”, υπό τον όρο ότι οι ενδιαφερόμενοι θα έχουν πρόταση από ένα βρετανικό εκπαιδευτικό ίδρυμα, ότι θα μιλούν αγγλικά και ότι θα μπορούν να συντηρούν τον εαυτό τους.
Οι πολίτες της ΕΕ και άλλων χωρών που έχουν συμφωνίες με τη Βρετανία δεν θα χρειάζονται βίζα για την διαμονή τους στη χώρα για μια περίοδο έως και έξι μηνών.
Το Εργατικό Κόμμα, το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, ανακοίνωσε ότι ορισμένοι εργασιακοί τομείς εξαρτώνται από το ξένο εργατικό δυναμικό, γεγονός που θα αναγκάσει την κυβέρνηση να κάνει έναν αριθμό εξαιρέσεων.
“Είναι ένα σύστημα που επιβάλλει ένα κατώτατο όριο μισθού, το οποίο θα χρειαστεί έναν αριθμό εξαιρέσεων (…) και το οποίο θα το κάνει ανούσιο”, σημείωσε η εκπρόσωπος του Εργατικού Κόμματος Ντάιαν Άμποτ.