ΑΠΟΦΑΣΗ
Vovk και Bogdanov κατά Ρωσίας της 11.02.2020 (αρ. 15613/10)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Τραυματισμός παιδιών από χειροβομβίδα σε κατοικημένη περιοχή. Παράλειψη των αρχών να διεξάγουν αποτελεσματική έρευνα και άρνησή τους να αποζημιώσουν τα θύματα.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι οι αρχές είχαν διαπιστώσει ότι η χειροβομβίδα είχε κάποια στιγμή ενεργοποιηθεί, αλλά δεν εξερράγη. Αργότερα μεταφέρθηκε σε σωρό άμμου σε κατοικημένη περιοχή, όπου τελικά τα παιδιά τραυματίστηκαν μετά από εκπυρσοκρότηση. Παρόλο που υπήρχε υποψία για αμέλεια του στρατιωτικού προσωπικού, ούτε οι πολιτικοί ούτε οι στρατιωτικοί εισαγγελείς δεν είχαν εξετάσει τη δυνατότητα να παρέπεσε η χειροβομβίδα και να χάθηκε μετά από στρατιωτική άσκηση. Επίσης, δεν διερεύνησαν που είχε αποθηκευτεί ή ποιος ήταν υπεύθυνος για την φύλαξη της χειροβομβίδας. Η αστική αξίωση των προσφευγόντων για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης είχε απορριφθεί, καθώς τα δικαστήρια είχαν στηριχθεί ανεπιφύλακτα στα αποτελέσματα της έρευνας, δηλώνοντας ότι δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία ότι η χειροβομβίδα ανήκε στο κράτος ή ότι δεν είχε φυλαχτεί σωστά.
Παραβίαση του διαδικαστικού σκέλους του άρθρου 2 (δικαίωμα στη ζωή), δεδομένου ότι τα ποινικά και τα αστικά ένδικα μέσα στην περίπτωση των προσφευγόντων, δεν ήταν αποτελεσματικά.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 2
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγοντες Sergey Vovk και Artem Bogdanov, είναι Ρώσοι υπήκοοι οι οποίοι γεννήθηκαν το 1995 και 2000 αντίστοιχα και ζουν στη Chita της Ρωσίας.
Οι προσφεύγοντες, 13 και 17 ετών τότε, τραυματίστηκαν σοβαρά όταν μια χειροβομβίδα έπεσε στο έδαφος και εξερράγη ενώ την κρατούσαν στα χέρια. Ο πρώτος προσφεύγων υπέστη τραυματισμούς στα πόδια, ενώ ο δεύτερος τραυματίστηκε στο στομάχι και στο στήθος. Η αστυνομία διαπίστωσε ότι η χειροβομβίδα, την οποία ο δεύτερος προσφεύγων είχε βρει κοντά σε κάποιο γκαράζ μετά το σχολείο, ήταν ένα βλήμα 30 εκατοστών VOG-17 από ένας εκτοξευτής βομβίδων AGS-17.
Ποινική έρευνα για την έκρηξη ξεκίνησε αρχικά βάσει του άρθρου 222 § 1 του Ποινικού Κώδικα (παράνομη απόκτηση, μεταφορά και αποθήκευση εκρηκτικών μηχανισμών). Οι πράξεις του άγνωστου δράστη χαρακτηρίστηκαν αργότερα ως εγκλήματα κατά της δημόσιας ασφάλειας και της στρατιωτικής θητείας, σύμφωνα με το άρθρο 225 § 1 (ελλιπής προστασία των εκρηκτικών μηχανισμών) και το άρθρο 348 (απώλεια στρατιωτικής ιδιοκτησίας) του Ποινικού Κώδικα. Διαπιστώθηκε ότι άγνωστος δράστης είχε αποτύχει να ασκήσει τα καθήκοντά του σχετικά με τη φύλαξη πυροβόλων όπλων, πυρομαχικών και εκρηκτικών συσκευών.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η χειροβομβίδα, η οποία είχε προηγουμένως εκτοξευτεί από έναν εκτοξευτή χειροβομβίδων να μην εκραγεί και να μεταφερθεί μέσα σε άμμο στην περιοχή όπου την βρήκαν τα παιδιά.
Ένας διανομέας μιας κατασκευαστικής εταιρείας κατέθεσε νωρίτερα στους ανακριτές ότι η άμμος είχε ληφθεί από ένα εργοτάξιο το οποίο ήταν κοντά σε μια στρατιωτική βάση. Η περιφερειακή αστυνομία της Chita, διαβίβασε την υπόθεση στις στρατιωτικές αρχές. Μετά από έρευνα η οποία διήρκεσε 9 μέρες το τμήμα στρατιωτικών ερευνών της πολιτοφυλακής της Chita μεταβίβασε την υπόθεση πίσω στην αστυνομία, κρίνοντας ότι δεν υπήρχε καμία συμμετοχή του στρατιωτικού προσωπικού στην εκπυρσοκρότηση της χειροβομβίδας.
Η ποινική έρευνα αναστάλθηκε και κινήθηκε εκ νέου αρκετές φορές από τις αστυνομικές αρχές μεταξύ Νοεμβρίου 2008 και Ιουνίου 2011, καθώς δεν είχε εντοπιστεί κανένας δράστης. Η έρευνα έκλεισε οριστικά το Δεκέμβρη του 2013 με το σκεπτικό ότι η δίωξη του αδικήματος σχετικά με τη φύλαξη των πυροβόλων όπλων και των εκρηκτικών, είχε παραγραφεί.
Το 2009, οι μητέρες των προσφευγόντων απώλεσαν το δικαίωμα αγωγής αποζημίωσης κατά του Υπουργείου Οικονομικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας και της αστυνομίας της Chita, ισχυριζόμενες ότι το κράτος δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την ασφάλεια του εκρηκτικού μηχανισμού και δεν κατάφερε να εντοπίσει και να διώξει ποινικά τους υπεύθυνους.
Στην απόφασή του το Περιφερειακό Δικαστήριο της Chita επικαλέστηκε τις αποφάσεις των αρχών που διερεύνησαν την ποινική διαδικασία, σημειώνοντας ότι ο δράστης δεν είχε ταυτοποιηθεί. Το Περιφερειακό Δικαστήριο του Zabaykalskiy έκρινε ότι δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία που να πιστοποιούν ότι η χειροβομβίδα ανήκε στην κρατική περιουσία ή ότι δεν είχε αποθηκευτεί σωστά.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 2
Το Δικαστήριο αποφάσισε να εξετάσει τις καταγγελίες των προσφευγόντων σύμφωνα με το άρθρο 2 της ΕΣΔΑ για το δικαίωμα στη ζωή, το οποίο απαιτεί από το κράτος όχι μόνο να απέχει από τη «σκόπιμη» αφαίρεση της ζωής, αλλά και να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για τη διαφύλαξη της ζωής των ατόμων που υπάγονται στη δικαιοδοσία του. Περιλαμβάνει επίσης τη θετική διαδικαστική υποχρέωση να διαθέτει αποτελεσματικό ανεξάρτητο δικαστικό σύστημα ικανό να διερευνήσει τα γεγονότα χωρίς καθυστέρηση, να καταδικάσει τους υπαιτίους και να παράσχει την κατάλληλη αποκατάσταση και αποζημίωση στα θύματα.
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι η έρευνα είχε διαπιστώσει ότι η χειροβομβίδα είχε χαθεί από ένα άγνωστο πρόσωπο που είχε αναλάβει τη φύλαξη πυροβόλων όπλων, πυρομαχικών και εκρηκτικών μηχανισμών και η οποία στη συνέχεια είχε μεταφερθεί σε ένα εργοτάξιο σε κατοικημένη περιοχή, όπου βρέθηκε από τα παιδιά. Τότε εξερράγη εξαιτίας του απρόσεκτου χειρισμού από τους προσφεύγοντες, τραυματίζοντάς τους.
Δεδομένου ότι τέτοιες χειροβομβίδες μπορούσαν νόμιμα να χρησιμοποιηθούν από οργανώσεις κρατικής ασφάλειας η έρευνα θα έπρεπε να έχει εντοπίσει τις οργανώσεις αυτές και το προσωπικό τους και να εξετάζει εάν είχαν ακολουθήσει τη διαδικασία όταν χάθηκε ή καταστράφηκε τέτοιος εξοπλισμός.
Η έρευνα είχε θεωρήσει ότι ήταν δυνατή αμέλεια του στρατιωτικού προσωπικού και έτσι έπρεπε να έχει εξεταστεί κατά πόσο η χειροβομβίδα, η οποία είχε εκτοξευτεί μέσω ενός εκτοξευτή αλλά δεν είχε εκραγεί, είχε εγκαταλειφθεί μετά από στρατιωτική άσκηση.
Εντούτοις, δεν υπήρχαν ενδείξεις σε ποιες ενέργειες είχαν προβεί οι στρατιωτικές υπηρεσίες και ποια ήταν τα αποτελέσματα αυτών για να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι δεν εμπλέκονταν στρατιωτικό προσωπικό. Ούτε υπήρξαν τέτοιες ενδείξεις στις αποφάσεις της έρευνας, παρά το γεγονός ότι Εισαγγελείς επέμεναν ότι έπρεπε να πραγματοποιηθούν έρευνες για να διαπιστωθεί πού είχε αποθηκευτεί η χειροβομβίδα και ποιος ήταν υπεύθυνος για την απώλειά της.
Παρά την ύπαρξη γεγονότων που έδειχναν ενδεχόμενη αμέλεια από το στρατιωτικό προσωπικό, δεν υπήρχε τίποτα στο φάκελο που να υποδεικνύει ότι οι Εισαγγελείς και τα όργανα της έρευνας είχαν καταβάλει κάθε εύλογη προσπάθεια, σύμφωνα με τη διαδικαστική υποχρέωση που προκύπτει από το άρθρο 2, να συλλέξουν σχετικά αποδεικτικά στοιχεία για να διερευνήσουν την οποιαδήποτε ευθύνη και να ικανοποιήσουν τις αρχές ως προς το αν υπήρχαν λόγοι συνέχισης της ποινικής έρευνας.
Επιπλέον, οι διενεργούντες την έρευνα δεν κατάφεραν να αποσαφηνίσουν τον βαθμό αμέλειας εκ μέρους του στρατιωτικού προσωπικού. Δεν εξετάστηκε εάν θα έπρεπε να λάβει τα μέτρα που ήταν απαραίτητα για την αποφυγή των κινδύνων που ενυπάρχουν σε μια επικίνδυνη δραστηριότητα, για την οποία ως εξαιρετική περίσταση είχαν υποχρέωση από την Σύμβαση να διεξάγουν αποτελεσματική ποινική έρευνα.
Το Δικαστήριο αμφέβαλε επίσης ότι τα ένδικα μέσα που πρότεινε η κυβέρνηση (έφεση κατά των αποφάσεων των ανακριτών να θέσουν στο αρχείο την υπόθεση ή αίτηση δίκαιης ικανοποίησης σχετικά με τη διάρκεια των διαδικασιών) ήταν αποτελεσματικά, απορρίπτοντας τις αιτιάσεις τους για τους λόγους αυτούς.
Επιπλέον, η αστική αξίωση των προσφευγόντων ήταν ανεπιτυχής, ενώ τα δικαστήρια αναφέρονται χωρίς καμία επιφύλαξη στα αποτελέσματα της έρευνας και ισχυριζόμενα ότι δεν υπήρχε καμία απόδειξη ότι η χειροβομβίδα ανήκε στο κράτος ή ότι δεν είχε φυλαχτεί σωστά.
Έτσι, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι τα ποινικά και αστικά ένδικα μέσα δεν αποτελούσαν αποτελεσματικό ένδικο μέσο. Δεν είχαν ταυτοποιήσει τα γεγονότα χωρίς καθυστέρηση, δεν απέδωσαν ευθύνη στους υπευθύνους, δεν παρείχαν κατάλληλη αποζημίωση στους προσφεύγοντες, η οποία ήταν απαραίτητη για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης του κοινού και τη διασφάλιση της τήρησης του κράτους δικαίου και την αποφυγή οιασδήποτε εμφάνισης ανοχής ή συμπαιγνίας των αρχών στις παράνομες πράξεις.
Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε παραβίαση του διαδικαστικού σκέλους του δικαιώματος στη ζωή (άρθρο 2).
Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ρωσία πρέπει να καταβάλει σε κάθε προσφεύγοντα 40.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.400 ευρώ για έξοδα.
Ξεχωριστές απόψεις
Οι δικαστές Pinto de Albuquerque και Elósegui εκδήλωσαν σύμφωνη άποψη. Οι απόψεις είναι συνημμένες στην απόφαση.