Πρόκειται για ποσό 228.989,29 ευρώ, το οποίο ενθυλάκωνε ο γιος του αποθανόντοςΓια διάστημα 14 ετών κατάφερνε να εισπράττει την σύνταξη του νεκρού πατέρα του.
Μάλιστα, όταν αποκαλύφθηκε η παρανομία του και οι αρμόδιες αρχές του ζήτησαν πίσω τα ποσά των συντάξεων – συνολικά 228.989,29 ευρώ – εκείνος αρνήθηκε να τα επιστρέψει! Ο λόγος για τον γιο ενός απόστρατου αξιωματικού, ο οποίος για το χρονικό διάστημα από τον Φεβρουάριο του 1999 μέχρι και τον Μάιο του 2013, ενθυλάκωνε τη σύνταξη του νεκρού πατέρα του, πηγαίνοντας κάθε μήνα με την χρεωστική του κάρτα σε μηχάνημα αυτόματης ανάληψης για να κάνει την ανάληψη της σύνταξης.
Όπως ήταν αναμενόμενο η υπόθεση οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη. Με απόφασή του το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας έκρινε ένοχο τον γιο του αποβιώσαντος στρατιωτικού για το αδίκημα της διακεκριμένης απάτης κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του Δημοσίου. Στη συνέχεια, το δικαστήριο του επέβαλλε κάθειρξη 12 ετών και στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του για 5 χρόνια.
Θεωρώντας άδικη την καταδίκη του, ο καταδικασθείς προσέφυγε στη συνέχεια στον Άρειο Πάγο ζητώντας την αναίρεσης της απόφασης του Εφετείου, η οποία ήταν καταπέλτης για τον ίδιο.
Αρχικά, το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου που εξέτασε την αίτηση αναίρεσης την απέρριψε κρίνοντας ότι η απόφαση του Εφετείου έχει την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.
Ο νέος Ποινικός Κώδικας
Στη συνέχεια, το ΣΤ΄ Τμήμα του Ανωτάτου Ποινικού Δικαστηρίου της χώρας, έκρινε ότι η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στο Εφετείο για νέα επιμέτρηση της ποινής, υπό τα νέα δεδομένα που δημιούργησε η εφαρμογή του Ποινικού Κώδικα το περασμένο καλοκαίρι.
Συγκεκριμένα, όπως έκριναν οι αρεοπαγίτες, μέλη του ΣΤ΄ Τμήματος του Αρείου Πάγου, σύμφωνα, με τις διατάξεις του άρθρου 386 παράγραφος 2 του παλαιού Ποινικού Κώδικα, «αν η απάτη στρέφεται άμεσα κατά του νομικού προσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ή των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και η ζημιά που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 120.000 ευρώ τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος, διώκεται αυτεπάγγελτα και παραγράφεται μετά 20 έτη». Ωστόσο, μετά την εφαρμογή του νέου Ποινικού Κώδικα (1-7-2019) «με τις διατάξεις του άρθρου 386 παράγραφοι 1-2, το έγκλημα της διακεκριμένης απάτης σε βάρος του Δημοσίου, με προκληθείσα ζημία υπερβαίνουσα τα 120.000 ευρώ, τιμωρείται με ποινή κάθειρξης τουλάχιστον 10 ετών και χρηματική ποινή έως 1.000 ημερήσιες μονάδες, δηλαδή το πλαίσιο ποινής είναι επιεικέστερο του προηγουμένου νόμου».
Έτσι, η υπόθεση αναπέμφθηκε στο Εφετείο όχι μόνο για να γίνει νέα επιμέτρηση της ποινής αλλά και για να διαγραφεί η επιβολή της παρεπόμενης ποινής της στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων για 5 έτη, η οποία με τον νέο Ποινικό Κώδικα που τέθηκε σε ισχύ το καλοκαίρι καταργήθηκε.
Αρνήθηκε να επιστρέψει τα χρήματα
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην απόφαση του Αρείου Πάγου, ο καταδικασθείς είχε χάσει τον πατέρα του – συνταξιούχο απόστρατο αξιωματικό – τον Ιανουάριο του 1999. Μοναδικοί κληρονόμοι του θανόντος ήταν η σύζυγος του, η οποία απεβίωσε στην συνέχεια τον Ιανουάριο του 2002 και ο γιος του. Όπως όμως αναφέρεται στη δικαστική απόφαση ο τελευταίος «παρά το γεγονός ότι είχε υποχρέωση από τον νόμο να αναγγείλει στην αρμόδια υπηρεσία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους τη μεταβολή που επήλθε στη συνταξιοδοτική κατάσταση του πατέρα του, δηλαδή το γεγονός του θανάτου του, δεν το έπραξε».
Σκοπός του, ήταν κατά την απόφαση, «να αποκομίσει ο ίδιος παράνομο περιουσιακό όφελος» και «εν γνώσει του αθέμιτα παρασιώπησε το γεγονός αυτό από την αρμόδια υπηρεσία, με αποτέλεσμα να παραπλανήσει τους αρμόδιους υπαλλήλους που στελέχωναν την υπηρεσία συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, οι οποίοι αγνοώντας το θάνατο του πατέρα του, εξακολούθησαν να πιστώνουν κάθε μήνα σε λογαριασμό που τηρείτο στην Τράπεζα, στον οποίο ο κατηγορούμενος ήταν συνδικαιούχος, τη σύνταξη του θανόντος για ολόκληρο το χρονικό διάστημα από το Φεβρουάριο του 1999 μέχρι και το Μάιο του 2013, δηλαδή επί μακρό χρονικό διάστημα, το δε συνολικό ποσό που πιστώθηκε στον λογαριασμό αυτό ανέρχεται σε 228.989,29 ευρώ».
Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη αξία είναι το γεγονός ότι ο καταδικασθείς, όταν του ζητήθηκε να επιστρέψει τα χρήματα που παράνομα είχε οικοποιηθεί αρνήθηκε να το πράξει. Στην απόφαση του Αρείου Πάγου αναφέρεται χαρακτηριστικά: «..Διαπιστώθηκε ότι στον λογαριασμό υπήρχε υπόλοιπο 8,66 ευρώ, αφού ο κατηγορούμενος ως συνδικαιούχος, είχε αναλάβει το ποσό των 228.980,63 ευρώ, με χρήση κάρτας αναλήψεως από ATM, την οποία είχε προμηθευτεί ως συνδικαιούχος του λογαριασμού, ποσό που βεβαιώθηκε στη Δ.Ο.Υ. και το οποίο ο κατηγορούμενος αρνήθηκε να επιστρέψει».
Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί πως σύμφωνα με την απόφαση, η σύζυγος του αποβιώσαντος στρατιωτικού «μέχρι το θάνατο της ποτέ δεν ζήτησε την απονομή σ’ εκείνη ισόβιας σύνταξης από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, ως χήρα του αποβιώσαντος συζύγου της συνταξιούχου του Δημοσίου»….