ΑΠΟΦΑΣΗ
Convertito κ.α. κατά Ρουμανίας της 03.03.2020 (αριθμ. 30547/14)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ακύρωση κρατικών πτυχίων οδοντιατρικής των προσφευγόντων στη Ρουμανία λόγω διοικητικών αδυναμιών του Πανεπιστημίου. Παραβίαση του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή των φοιτητών.
Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι υπήρχε ασυμφωνία μεταξύ των απόψεων της διοίκησης του πανεπιστημίου και του Υπουργείου Παιδείας σχετικά με την καθυστερημένη έκδοση των επιστολών αποδοχής.
Η προκύπτουσα αβεβαιότητα και ασυνέπεια της διοίκησης του Πανεπιστημίου δεν θα μπορούσαν ασφαλώς να γίνουν σε βάρος των προσφευγόντων και να ακυρωθούν τα κρατικά πτυχία.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε ομόφωνα ότι υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής των προσφευγόντων (άρθρο 8).
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγοντες Armando Convertito, Giovanni Muscia, Franco Manfredi, Pasquale De Stasio και Luigi Felice Francesco Di Mariano, είναι Ιταλοί υπήκοοι που γεννήθηκαν το 1975, 1983, 1974, 1973 και 1961 αντίστοιχα και ζουν στο San Marco Evangelista, Caltagirone, San Cono, Νάπολη και Aci Bonaccorsi.
Τον Οκτώβριο του 2003, ο Κοσμήτορας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Oradea έκανε δεκτές τις αιτήσεις των τεσσάρων πρώτων προσφευγόντων να εγγραφούν ως φοιτητές πρώτου έτους στην οδοντιατρική. Τον Οκτώβριο του 2004 έκανε δεχτή την αίτηση του πέμπτου προσφεύγοντος. Οι προσφεύγοντες αφού έγιναν δεκτοί ξεκίνησαν τις σπουδές τους. Το Σεπτέμβριο του 2005 το Υπουργείο Παιδείας εξέδωσε επιστολές αποδοχής για τους τέσσερις τελευταίους προσφεύγοντες, οι οποίες ίσχυαν για το ακαδημαϊκό έτος 2005/2006. Τον Νοέμβριο του 2009 απέστειλε επιστολή στον πρώτο προσφεύγοντα. Στις αρχές του 2009 υλοποιήθηκε πρόγραμμα ανταλλαγής μεταξύ του Πρύτανη του Πανεπιστημίου και των εκπροσώπων του Υπουργείου Παιδείας σχετικά με τις επιστολές αποδοχής 39 αλλοδαπών φοιτητών, συμπεριλαμβανομένων των πέντε προσφευγόντων. Ο πρώτος προσφεύγων δεν είχε ακόμη λάβει την επιστολή αποδοχής του και οι επιστολές που εκδόθηκαν για τους άλλους δεν αφορούσαν το έτος εγγραφής τους στο πανεπιστήμιο, αλλά το επόμενο έτος.
Ο Πρύτανης ζήτησε τη συμβουλή του Υπουργείου Παιδείας για τη δυνατότητα όλων αυτών των φοιτητών να συμμετάσχουν στις τελικές εξετάσεις. Τον Σεπτέμβριο του 2009, στη συνέχεια τον Ιανουάριο και το Σεπτέμβριο του 2010, η Σύγκλητος αποφάσισε να επιτρέψει στους πέντε προσφεύγοντες να συμμετάσχουν στις τελικές εξετάσεις.
Οι πρώτοι τέσσερις προσφεύγοντες πέρασαν τα μαθήματα στην εξεταστική του Φεβρουαρίου 2010 και τους απονεμήθηκαν τα κρατικά πτυχία στην οδοντιατρική το Μάρτιο του 2010. Ο πέμπτος προσφεύγων, ο οποίος εξετάστηκε τον Σεπτέμβριο του 2010, έλαβε το πτυχίο του τον Νοέμβριο του 2010. Οι προσφεύγοντες εν συνεχεία κίνησαν τις διαδικασίες για την αναγνώριση των πτυχίων αυτών από τις ιταλικές αρχές προκειμένου να ασκήσουν το επάγγελμα του οδοντιάτρου στην Ιταλία.
Το 2011, στο πλαίσιο ενός ελέγχου που διεξήχθη από το Υπουργείο Παιδείας, κατόπιν αιτήματος των ιταλικών αρχών, για να επαληθεύσουν την αυθεντικότητα των πτυχίων, κατέληξαν σε μια έκθεση ότι υπήρχαν παρατυπίες σχετικά με την καθυστερημένη έκδοση επιστολών αποδοχής σε αριθμό φοιτητών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έλαβαν οι πέντε προσφεύγοντες. Τον Σεπτέμβριο του 2011 το Υπουργείο Παιδείας ζήτησε τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Oradea να ακυρώσει τα πτυχία λόγω της καθυστερημένης έκδοσης αυτών των επιστολών.
Τον ίδιο μήνα, η σύγκλητος και ο πρύτανης του πανεπιστημίου ακύρωσαν τα πτυχία με βάση το πόρισμα ελέγχου. Οι προσφεύγοντες υπέβαλαν καταγγελία.
Στις 25 Απριλίου 2013, το Επαρχιακό Δικαστήριο του Bihor διέψευσε τις διοικητικές αποφάσεις για την ακύρωση των πτυχίων και εξέδωσε την απόφασή του επί της ουσίας, διαπιστώνοντας ότι δεν υπήρξε καμιά απάτη εκ μέρους των προσφευγόντων. Οι διάδικοι άσκησαν έφεση κατά της απόφασης αυτής. Στις 16 Οκτωβρίου 2013 το Εφετείο του Oradea απέρριψε την έφεση των προσφευγόντων και έκανε δεκτή την έφεση του πανεπιστημίου. Διαπίστωσε ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν συμμορφωθεί με τους κανονισμούς για την εγγραφή στο πανεπιστήμιο, με το σκεπτικό ότι οι επιστολές αποδοχής (εκτός από εκείνες του πέμπτου προσφεύγοντος) επέτρεπαν την εγγραφή μόνο για ένα ακαδημαϊκό έτος. Η μη παροχή πιστοποιητικών γλωσσικής επάρκειας κατά τη στιγμή της εγγραφής τους και η απουσία υπογραφής του προέδρου του πανεπιστημίου στις αποφάσεις εγγραφής επιβεβαίωσαν, κατά την άποψη του Εφετείου ότι τα πτυχία είχαν αποκτηθεί με δόλο.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 8
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι ο μόνος λόγος για την έκδοση των αποφάσεων περί ακυρώσεως των πτυχίων των προσφευγόντων ήταν η καθυστερημένη έκδοση των επιστολών αποδοχής τους. Οι αποφάσεις ελήφθησαν σύμφωνα με το δίκαιο, με βάση την αποτυχία των προσφευγόντων να συμμορφωθούν με δύο εντολές του Υπουργείου Παιδείας που καθορίζει τους όρους εγγραφής αλλοδαπών φοιτητών στα ρουμανικά πανεπιστήμια. Το μέτρο είχε επομένως έννομη βάση.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι ήταν ευθύνη των πανεπιστημιακών πρυτάνεων να ζητούν επιστολές αποδοχής από το Υπουργείο. Σκοπός αυτών των επιστολών ήταν να πιστοποιήσουν την αναγνώριση και την ισοδυναμία των ακαδημαϊκών μονάδων/πιστοποιήσεων που απέκτησαν στο εξωτερικό οι αλλοδαποί υποψήφιοι κατά την εγγραφή τους στο πανεπιστήμιο. Οι προσφεύγοντες πληρούσαν τις προϋποθέσεις που ορίζει η νομοθεσία για την αναγνώριση των προηγούμενων ακαδημαϊκών τους μονάδων/ προσόντων τους και δεν υπήρχαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι ήταν υπεύθυνοι για την καθυστέρηση στην έκδοση των εν λόγω εγγράφων.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι αποφάσεις εγγραφής των φοιτητών είχαν εκδοθεί και υπογραφεί από τον εκπρόσωπο του πανεπιστημίου, δηλαδή του Κοσμήτορα της Ιατρικής και Φαρμακευτικής, πριν ληφθούν οι επιστολές αποδοχής και τα πιστοποιητικά γλωσσικής επάρκειας. Επί τη βάσει των αποφάσεων οι προσφεύγοντες είχαν εξουσιοδοτηθεί να ολοκληρώσουν πλήρη εξάμηνο κύκλο σπουδών στην οδοντιατρική.
Οι αρχές στη συνέχεια τους είχαν δώσει τη δυνατότητα να συμμετάσχουν στις τελικές εξετάσεις. Η πανεπιστημιακή σύγκλητος επιβεβαίωσε επίσης τη νομιμότητα της διοικητικής καταστάσεως των προσφευγόντων και είχε επικυρώσει τη συμμετοχή τους στις εξετάσεις αυτές.
Έτσι, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι υπήρχε κάποια ασυμφωνία μεταξύ των απόψεων της διοίκησης του πανεπιστημίου και του Υπουργείου Παιδείας σχετικά με την καθυστερημένη έκδοση των επιστολών αποδοχής.
Η προκύπτουσα αβεβαιότητα και ασυνέπεια δεν θα μπορούσαν ασφαλώς να γίνουν σε βάρος των προσφευγόντων. Με την ακύρωση των πανεπιστημιακών πτυχίων των προσφευγόντων, οι αρχές διέκοψαν απότομα το επαγγελματικό τους μέλλον, ενώ δεν υπήρξε καμία απόδειξη που να υποδηλώνει ότι δεν ήταν κατάλληλα πιστοποιημένοι για την άσκηση του επαγγέλματος.
Έτσι, το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 8 της Σύμβασης.
Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ρουμανία έπρεπε να καταβάλει σε κάθε προσφεύγοντα 10.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 3.000 ευρώ για έξοδα και δαπάνες.