Σύμφωνα με την Απόφαση που εξέδωσε χθες το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου (Τακτική διαδικασία), η τράπεζα θα πληρώσει το ποσό των 14.000 ευρώ σε ζευγάρι, διότι δεν τήρησε τους όρους της σύμβασης δανείου που είχαν υπογράψει.
Η υπόθεση αφορά δάνειο σε ελβετικό φράγκο που πήρε ένα ζευγάρι από την εν λόγω τράπεζα και το οποίο παρά το γεγονός ότι ήταν ενήμερο και αποπληρώνονταν κανονικά, η τράπεζα μη αναγνωρίζοντας τους όρους που υπήρχαν μέσα στο συμβόλαιο της, τους δήλωσε ως ληξιπρόθεσμους με αποτέλεσμα να «μπουν» ακόμη και στον Τειρεσία.
Οι ενάγοντες προσέφυγαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου και με την υπ. αρ. 143/2020 απόφαση όχι μόνο δικαιώθηκαν αλλά θα λάβουν και χρηματική αποζημίωση από την τράπεζα.
Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται μεταξύ άλλων στην αγωγή, τον Δεκέμβριο του 2007 το ζευγάρι υπέγραψε Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου με την τράπεζα και έλαβε το ποσό των 300.000 ευρώ. Η πρώτη δόση κατεβλήθη τον Φεβρουάριο του 2008 και ανερχόταν στο ποσό των 1.922 ευρώ.
Επειδή το δάνειο είχε ληφθεί σε ελβετικό φράγκο, το ύψος της μηνιαίας δόσης δεν ήταν σταθερό, αλλά το ζευγάρι την εξοφλούσε κανονικά. Σύμφωνα με τη σύμβαση που είχε υπογραφεί μεταξύ της τράπεζας και του ζευγαριού, υπήρχε ένας όρος (ευχέρειες- ευελιξίες), βάσει του οποίου «μετά την παρέλευση 12 μηνών από την έναρξη αποπληρωμής του δανείου δια τοκοχρεωλυτικών δόσεων, ο οφειλέτης δύναται να μεταβάλλει την μηνιαία τοκοχρεωλυτική δόση του δανείου (τρέχουσα δόση), σε δόση το ύψος της οποίας υπολογίζεται με βάση το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο». Μπορεί δηλαδή να μειώσει την μηνιαία δόση του έως 50% ή να την αυξήσει έως και 100%.
Για να ισχύσουν οι παραπάνω ευνοϊκοί όροι ο οφειλέτης θα πρέπει σύμφωνα με την σύμβαση, να καταθέσει εγγράφως το σχετικό αίτημα στην τράπεζα και ισχύει από τον αμέσως επόμενο μήνα από αυτόν που στάλθηκε το έγγραφο. Η δε ευνοϊκή διάταξη μπορεί να ισχύσει μόνο μία φορά κάθε ημερολογιακό έτος και εφόσον ο ενδιαφερόμενος δεν έχει ληξιπρόθεσμη οφειλή προς την τράπεζα.
Με βάσει τον όρο αυτό, το ζευγάρι στις 19 Οκτωβρίου 2016 υπέβαλλε προς την τράπεζα, αίτηση εφαρμογής των όρων εξόφλησης του δανείου, δηλαδή ζήτησαν να κάνουν χρήση του όρου (ευχέρειες- ευελιξίες) που υπήρχε στο συμβόλαιο τους.
Βάσει αυτού, αιτούνταν να μην καταβάλλουν δόση δανείου τον επόμενο μήνα (δηλαδή τον Νοέμβριο 2016) και να καταβάλλουν μόνο το 50% της δόσης του Δεκεμβρίου 2016. Επίσης ζητούσαν το επόμενο ημερολογιακό έτος δηλαδή το 2017 να μην καταβάλλουν δόση τον πρώτο μήνα (δηλαδή τον Ιανουάριο 2017) αλλά και να καταβάλλουν το 50% των δόσεων του δανείου κατά τους μήνες από Φεβρουάριο έως και Ιούλιο 2017.
Όπως αναφέρουν μεταξύ άλλων στην αγωγή τους το ζευγάρι, στις 10 Νοεμβρίου 2016 ενημερώθηκαν με μήνυμα που έλαβαν στο κινητό τηλέφωνο του συζύγου ότι «το αίτημα τους έχει αξιολογηθεί και για την ενεργοποίηση του θα έπρεπε να απευθυνθούν στο υποκατάστημα της τράπεζας που υπέβαλλαν την αίτηση τους. Πράγματι το ζευγάρι την επόμενη ημέρα (11 Νοεμβρίου 2016) μετέβη στο υποκατάστημα της τράπεζας όπου υπάλληλος τους εμφάνισε για να υπογράψουν συμφωνητικό σύμφωνα με το οποίο η τράπεζα θα μείωνε για 18 μήνες την δόση του δανείου τους «σε ορισμένο ήμισυ ποσό».
Σε αυτό δε το συμφωνητικό η δόση του Νοεμβρίου 2016 του ζευγαριού, χαρακτηρίζονταν ως «ληξιπρόθεσμη». Το ζευγάρι ζήτησε από υπάλληλο να τους εξηγήσει τα όσα περιλαμβάνει το συμφωνητικό, καθώς οι όροι ήταν δυσνόητοι και διαφορετικοί από αυτούς που είχαν υπογράψει, ενώ όταν δήλωσαν ότι το συμφωνητικό θα έπρεπε να το αξιολογήσουν μαζί με το δικηγόρο τους, υπάλληλος της τράπεζας τους το απέσπασε και τους είπε πως δεν μπορεί να φύγει το έγγραφο από το κατάστημα.
Το ζευγάρι χωρίς να υπογράψει κάτι αποχώρησε και στις 14 Νοεμβρίου 2016 κοινοποίησαν στην τράπεζα με δικαστικό επιμελητή εξώδικη δήλωση με την οποία ζητούσαν εντός δύο ημερών να εφαρμόσει τους ευνοϊκούς όρους της σύμβασης και για εκείνους.
Η τράπεζα ωστόσο δεν το δεχόταν την εφαρμογή του συγκεκριμένου όρου της σύμβασης ισχυριζόμενη ότι υπήρχε ληξιπρόθεσμη οφειλή του μήνα Νοεμβρίου, μήνα κατά τον οποίο βάσει του παραπάνω όρου, το ζευγάρι δεν κατέβαλλαν δόση (το αίτημα είχε κατατεθεί τον Οκτώβριο).
Το επόμενο διάστημα έως και τον Ιούλιο 2017 το ζευγάρι κατέβαλλε στην τράπεζα τις δόσεις του δανείου μειωμένες, όπως αυτές διαμορφώνονταν με τον ευνοϊκό όρο του συμβολαίου και η τράπεζα έπαιρνε κανονικά τα χρήματα από το λογαριασμό τους, ενώ από τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς κατέβαλλαν και πάλι ολόκληρο το ποσό της δόσης, χωρίς τη μείωση.
Μάλιστα, το παραπάνω χρονικό διάστημα το ζευγάρι και πάλι είχε καταθέσει ασφαλιστικά μέτρα στο αρμόδιο δικαστήριο, το οποίο και με απόφαση του υποχρέωνε την τράπεζα να δεχτεί τις δόσεις μειωμένες, όπως ορίζει ο όρος της σύμβασης που είχε υπογραφεί.
Ωστόσο, η τράπεζα εξακολουθούσε να μην αναγνωρίζει τον παραπάνω όρο και να θεωρεί ότι το ζευγάρι όφειλε από τις δόσεις τους χρήματα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συμπεριληφθεί στις λίστες του Τειρεσία με ότι αυτό συνεπάγεται για την οικογένεια του, ενώ παράλληλα η τράπεζα τους ακύρωσε και τις δύο πιστωτικές κάρτες που είχαν στην κατοχή τους, τις οποίες και αναγκάστηκαν για να εξοφλήσουν να καταβάλλουν ποσό 6.500 ευρώ.
Η απόφαση
Μετά την προσφυγή στη δικαιοσύνη, προχθές το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου (Τακτική Διαδικασία) με την απόφαση του:
Έκανε δεκτή την αγωγή,
Αναγνώρισε ότι δεν έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την τράπεζα,
Υποχρεώνει την τράπεζα να διαγράψει από όλα τα έγγραφα και τα αρχεία τις ληξιπρόθεσμες οφειλές των.
Τους αναγνωρίζει το δικαίωμα να κάνουν χρήση του συγκεκριμένου όρου της σύμβασης του δανείου
Υποχρεώνει την τράπεζα να ενημερώσει την «Τειρεσία» ότι δεν έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές και να διαγραφούν από τη σχετική λίστα
Καταδικάζει την τράπεζα σε χρηματική ποινή 150 ευρώ για κάθε ημέρα που θα συνεχίσει να θεωρεί ληξιπρόθεσμες τις οφειλές του ζευγαριού και τέλος
Υποχρεώνει την τράπεζα να καταβάλλει το χρηματικό ποσό των 7000 ευρώ στον κάθε έναν (στο σύζυγο και στη σύζυγο) με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση της.