Με την υπ’ αριθμ. 1/2020 απόφασή της η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα απέρριψε καταγγελία λόγω αναρμοδιότητας, επισημαίνοντας πως όταν προσωπικά δεδοµένα έχουν προσκοµισθεί σε δικαστική αρχή και ευρίσκονται στον φάκελο της δικογραφίας, η Αρχή δεν έχει αρµοδιότητα γιατί ο φάκελος της δικογραφίας εκκρεµούς δίκης δεν αποτελεί αρχείο, το οποίο υπάγεται στις αρµοδιότητες και τον έλεγχό της.
Η υπόθεση έφτασε ενώπιον της Αρχής έπειτα από καταγγελία του Α σχετικά με την παράνοµη επεξεργασία και διαβίβαση των ανακληθεισών ιδιόγραφων διαθηκών του, από τους καταγγελλόµενους Β, Γ, ∆, Ε, ΣΤ, Ζ, Η και τη ∆ικηγορική Εταιρεία µε την επωνυµία «∆-Εταιρεία ∆ικηγόρων», µε απόκρυψη της ανάκλησης, παράλλαξη και νόθευση της φύσεως των εγγράφων τα οποία κατ’ εξακολούθηση χαρακτηρίστηκαν από τους καταγγελλόµενους ως «επιστολές» και οι οποίες περιέχουν ευαίσθητα προσωπικά του δεδοµένα.
Διαβάστε επίσης: Προσωπικά δεδομένα και κορωνοϊός: Οδηγίες από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα
Όπως ειδικότερα καταγγέλλει, µε επεξεργασία των διαθηκών συνετάγη κείµενο τιτλοφορούµενο «γνωµοδότηση» από τον 2ο των καταγγελλοµένων Γ, ο οποίος αφού παράλλαξε τη φύση των διαθηκών, τιτλοφορώντας αυτές «επιστολές», παρέλαβε τις διαθήκες, τις αντέγραψε, τις σχολίασε και παρέθεσε πλήρη ονοµατεπώνυµα τόσο του ιδίου όσο και τρίτων προσώπων.
Μεταξύ άλλων, καταγγέλει επίσης ότι µε πρωτοβουλία του 1ου και του 3ου εκ των καταγγελλοµένων και γνώση του 4ου εκ των καταγγελλοµένων επιδόθηκε σε 18 φυσικά πρόσωπα (συγγενείς, συνάδελφοι και φίλοι) καθώς και σε 5 εισαγγελικούς λειτουργούς έγγραφο προδικασίας, το οποίο περιλάµβανε σε αντίγραφο και αναπαραγωγή κειµένου τις διαθήκες του, µε εξευτελιστικό σχολιασµό, καθώς και άλλα προσωπικά του δεδοµένα.
Στο πλαίσιο διερεύνησης της καταγγελίας η Αρχή απέστειλε έγγραφο προς παροχή διευκρινίσεων στους καταγγελλόµενους.
Οι περισσότεροι εκ των καταγγελλοµένων ανέφεραν στην απάντησή τους στην Αρχή ότι η δηµοσιοποίηση του περιεχοµένου των δύο διαθηκών έλαβε χώρα στο πλαίσιο άσκησης του δικαιώµατος δικαστικής προστασίας αφενός για το συµφέρον των δύο ανήλικων τέκνων της Β αφετέρου για την απόκρουση του διωγµού που έχει εξαπολύσει ο καταγγέλλων εναντίον όλων των καταγγελλόµενων µε δεκάδες εξωδίκων και δικογράφων ποινικών και αστικών.
Η Αρχή απέρριψε λόγω αναρµοδιότητας την καταγγελία του Α επισημαίνοντας πως:
1. Όταν προσωπικά δεδοµένα έχουν προσκοµισθεί σε δικαστική αρχή και ευρίσκονται στον φάκελο της δικογραφίας, η Αρχή δεν έχει αρµοδιότητα γιατί ο φάκελος της δικογραφίας εκκρεµούς δίκης δεν αποτελεί αρχείο, το οποίο υπάγεται στις αρµοδιότητες και τον έλεγχο της Αρχής, όπως έχει ήδη κρίνει η Αρχή σε προηγούµενες αποφάσεις της (βλ. ενδ. σχ. απόφαση 147/01).
Όσον αφορά τη νοµιµότητα της συλλογής προσωπικών δεδοµένων και τη χρήση τους όταν εκκρεµεί δίκη ή διενεργείται προανάκριση ή ανάκριση, ο δικαστικός ή εισαγγελικός λειτουργός είναι αρµόδιος να κρίνει, στο πλαίσιο της αξιολόγησης των αποδεικτικών 6 µέσων ή του ανακριτικού υλικού, αν η συλλογή των δεδοµένων είναι σύµφωνη µε τις διατάξεις του νόµου, δεδοµένου µάλιστα ότι το δικαίωµα προστασίας προσωπικών δεδοµένων του ατόµου κατοχυρώνεται πλέον και συνταγµατικά στο άρθρο 9 Α του Συντάγµατος.
2. Από τα στοιχεία του φακέλου και την ακροαµατική διαδικασία προέκυψε ότι οι καταγγελλόµενες πράξεις επεξεργασίας αποτελούν νοµική βάση και περιλαµβάνονται στην ασκηθείσα αγωγή αποζηµιώσεως από τον καταγγέλλοντα κατά των καταγγελλοµένων. Κατά συνέπεια, σύµφωνα µε τα προαναφερόµενα, η Αρχή είναι αναρµόδια να επιληφθεί της υποθέσεως, εφόσον τα ζητήµατα της νοµιµότητας επεξεργασίας των προσωπικών δεδοµένων του καταγγέλλοντος θα κριθούν και επιλυθούν δεόντως και οπωσδήποτε οριστικά από το αρµόδιο δικαστήριο, που έχει επιληφθεί της επίδικης αγωγής.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο dpa.gr