Σπύρου Δημητρέλη
Στην ακύρωση των αποτελεσμάτων εκατοντάδων φορολογικών ελέγχων και επιστροφής ποσών που καταβλήθηκαν από μεγάλες επιχειρήσεις για τις χρήσεις 2011-2013 στις οποίες είχε εκδοθεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης με τις φορολογικές τους υποχρεώσεις και είχε παρέλθει 18μηνο από την γνωστοποίησή του στη φορολογική διοίκηση, οδηγεί πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Πρόκειται για την απόφαση 320 του 2020 που αφορά επιχείρηση η οποία προσέφυγε στο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο επειδή για τη χρήση 2012 είχε λάβει φορολογικό πιστοποιητικό από πιστοποιημένο ιδιώτη ελεγκτή, όπως προβλέπει η νομοθεσία, είχε παρέλθει 18μηνο από την έκδοσή του και η φορολογική διοίκηση προχώρησε σε έλεγχο και επιβολή κυρώσεων μετά την πάροδο του 18μήνου. Για να αποκτήσει αυτό το δικαίωμα το δημόσιο είχε “πατήσει” πάνω σε τροποποίηση υπουργικής απόφασης που έγινε το 2015 και επέκτεινε αναδρομικά την 18μηνη περίοδο σε 5ετία, δηλαδή στο γενικό όριο παραγραφής των φορολογικών υποθέσεων. Αυτή η πρόβλεψη κρίθηκε αντισυνταγματική και έτσι ανοίγει ο δρόμος προκειμένου να ακυρωθούν οι έλεγχοι που αφορούσαν τις χρήσεις 2011-2013 και να επιστραφούν από το δημόσιο ποσά τα οποία τυχόν είχαν καταβάλλει ως αποτέλεσμα των φορολογικών ελέγχων που κρίθηκαν άκυροι λόγω παραγραφής.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία, υποχρεωμένες να λάβουν πιστοποιητικό φορολογικής συμμόρφωσης είναι οι Ανώνυμες Εταιρείες και οι Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης των οποίων οι οικονομικές καταστάσεις ελέγχονται υποχρεωτικά από νόμιμους Ελεγκτές και Ελεγκτικά Γραφεία. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν οι ΑΕ και ΕΠΕ που πληρούν για δυο συνεχόμενες χρήσεις τουλάχιστον δύο από τα παρακάτω κριτήρια:
-σύνολο ενεργητικού άνω των 2,5 εκατ. ευρώ
-καθαρό κύκλο εργασιών άνω των 5 εκατ. ευρώ
-μέσος όρος προσωπικού άνω των 50 εργαζομένων
Για την έκδοση του φορολογικού πιστοποιητικού ο ορκωτός ελεγκτής προχωρά σε έλεγχο της εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων της επιχείρησης. Εφόσον το φορολογικό πιστοποιητικό εκδοθεί χωρίς επιφυλάξεις, γνωστοποιηθεί ηλεκτρονικά στη φορολογική διοίκηση μέσω της σχετικής ηλεκτρονικής εφαρμογής στο taxis, από τη γνωστοποίηση παρέλθει χρονικό διάστημα 18 μηνών χωρίς τη διενέργεια ελέγχου από τη φορολογική διοίκηση και η επιχείρηση δεν εντοπισθεί για σοβαρές φορολογικές παραβάσεις, όπως είναι η έκδοση και λήψη πλαστών και εικονικών φορολογικών στοιχείων, τότε η συγκεκριμένη χρήση θεωρείται περαιωμένη.
Με υπουργική απόφαση του 2015 το όριο του 18μήνου αυξήθηκε στο όριο παραγραφής των φορολογικών υποθέσεων αυξανόμενο ουσιαστικά τουλάχιστον την 5ετία. Οι ελεγκτικές υπηρεσίες έκαναν χρήση της συγκεκριμένης πρόβλεψης προχωρώντας σε φορολογικούς ελέγχους και σε επιχειρήσεις για τις οποίες είχε εκδοθεί φορολογικό πιστοποιητικό για τις χρήσεις 2011-2013 και είχε παρέλθει το 18μηνο από την υποβολή του. Με την απόφαση του ΣτΕ ουσιαστικά αυτοί οι έλεγχοι ακυρώνονται και εφόσον έχουν επιβληθεί πρόσθετοι φόροι και πρόστιμα πρέπει να διαγραφούν. Αν έχουν καταβληθεί και ποσά τότε ουσιαστικά αυτά θα πρέπει να επιστραφούν. Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι για τις χρήσεις από το 2014 και μετά ο χρόνος περαίωσης των φορολογικών υποθέσεων για τις οποίες εκδόθηκε φορολογικό πιστοποιητικό έχει ανέβει τουλάχιστον στο γενικό όριο παραγραφής, δηλαδή στην 5ετία από την έκδοση και γνωστοποίηση στη φορολογική διοίκηση του φορολογικού πιστοποιητικού.