Με απόφασή του το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι το δίκαιο της ΕΕ δεν απαγορεύει την επιβολή, στους αλλοδαπούς παρόχους διαφημιστικών υπηρεσιών, υποχρέωσης υποβολής δήλωσης σε σχέση με τον φόρο διαφημίσεων.
Ωστόσο, το Δικαστήριο τόνισε ότι το σύστημα κυρώσεων που συνδέεται με τον ουγγρικό φόρο διαφημίσεων δεν είναι συμβατό με το δίκαιο της Ένωσης.
Όπως επισημαίνει το Δικαστήριο, το σύστημα κυρώσεων που προβλέπονται στον νόμο περί φόρου διαφημίσεων επιτρέπει την επιβολή προστίμων σημαντικά υψηλότερων σε σχέση με εκείνα τα οποία προβλέπονται σε περίπτωση που ένας εγκατεστημένος στην Ουγγαρία πάροχος διαφημιστικών υπηρεσιών παραβεί την υποχρέωση εγγραφής την οποία υπέχει.
Η διαφορετική αυτή μεταχείριση, η οποία κρίνεται δυσανάλογη και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, συνιστά περιορισμό στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, ο οποίος απαγορεύεται από το άρθρο 56 ΣΛΕΕ.
Ιστορικό της υπόθεσης
Με την απόφασή του της 3ης Μαρτίου 2020, Google Ireland (C-482/18), το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου έκρινε ότι δεν αντιβαίνει στην αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 56 ΣΛΕΕ, η ουγγρική εθνική νομοθεσία δυνάμει της οποίας επιβάλλεται στους παρόχους διαφημιστικών υπηρεσιών που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος υποχρέωση υποβολής δήλωσης, ενόψει της υπαγωγής τους στον ουγγρικό φόρο διαφημίσεων. Τούτο ισχύει παρά το γεγονός ότι οι πάροχοι τέτοιων υπηρεσιών που είναι εγκατεστημένοι στην Ουγγαρία απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή, επειδή υπέχουν υποχρεώσεις υποβολής δήλωσης και εγγραφής σε μητρώο λόγω της υπαγωγής τους σε κάθε άλλο ισχύοντα στην Ουγγαρία φόρο.
Αντιθέτως, το Δικαστήριο επισήμανε ότι η προαναφερθείσα αρχή αντιτίθεται στην ουγγρική κανονιστική ρύθμιση δυνάμει της οποίας, σε διάστημα μερικών ημερών, επιβάλλονται στους εν λόγω παρόχους υπηρεσιών, λόγω μη συμμόρφωσης προς στην υποχρέωση υποβολής δήλωσης, πρόστιμα που μπορούν να ανέλθουν σε πολλά εκατομμύρια ευρώ, χωρίς η αρμόδια αρχή να τους παρέχει, πριν την έκδοση της απόφασής της περί οριστικού καθορισμού του συνολικού ποσού των προστίμων, τον απαιτούμενο χρόνο προκειμένου να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους και τη δυνατότητα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους και χωρίς η εν λόγω αρχή να εξετάζει η ίδια τη σοβαρότητα της παράβασης. Συναφώς, το Δικαστήριο τονίζει ότι το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται σε πάροχο υπηρεσιών εγκατεστημένο στην Ουγγαρία ο οποίος δεν έχει εκπληρώσει ανάλογη υποχρέωση υποβολής δήλωσης ή εγγραφής σε μητρώο, κατά παράβαση των γενικών διατάξεων της εθνικής φορολογικής νομοθεσίας, είναι κατά πολύ χαμηλότερο και δεν αυξάνεται, σε περίπτωση συνεχιζόμενης μη εκπλήρωσης μιας τέτοιας υποχρέωσης, ούτε στον ίδιο βαθμό ούτε κατ’ ανάγκην εντός τόσο σύντομου χρονικού διαστήματος.
Εν προκειμένω, η ιρλανδική εταιρία Google Ireland, η οποία ασκούσε δραστηριότητα υποκείμενη στον ουγγρικό φόρο διαφημίσεων, δεν τήρησε την υποχρέωση υποβολής δήλωσης σε σχέση με τον φόρο αυτόν. Κατ’ εφαρμογήν του συστήματος κυρώσεων που σχετίζεται με τον φόρο διαφημίσεων, στη Google Ireland επιβλήθηκε αρχικώς πρόστιμο ύψους δέκα εκατομμυρίων ουγγρικών φιορινιών (HUF) (περίπου 31 000 ευρώ) και, στη συνέχεια, σε διάστημα μερικών ημερών, επιπλέον πρόστιμα συνολικού ύψους ενός δισεκατομμυρίου HUF (περίπου 3,1 εκατομμυρίων ευρώ). Το ποσό αυτό αντιστοιχούσε στο ανώτατο όριο που προβλέπει η ουγγρική νομοθεσία για τα πρόστιμα που επιβάλλονται λόγω παρατυπιών σχετικών με τον επίμαχο φόρο. Η Google Ireland αμφισβητεί, ενώπιον του Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (δικαστηρίου διοικητικών και εργατικών διαφορών Βουδαπέστης, Ουγγαρία), τη συμβατότητα με το δίκαιο της Ένωσης, αφενός, της επιβολής στους αλλοδαπούς παρόχους διαφημιστικών υπηρεσιών της υποχρέωσης υποβολής δήλωσης και, αφετέρου, του συστήματος κυρώσεων που συνδέεται με τον φόρο διαφημίσεων. Το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί των ερωτημάτων αυτών.
Η απόφαση του Δικαστηρίου
Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι η αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών απαγορεύει κάθε εθνική κανονιστική ρύθμιση που έχει ως αποτέλεσμα να καθίσταται η παροχή υπηρεσιών μεταξύ των κρατών μελών δυσχερέστερη απ’ ό,τι η παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται αποκλειστικά στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους. Συγκεκριμένα, η αρχή αυτή απαιτεί την κατάργηση κάθε περιορισμού της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ο οποίος επιβάλλεται λόγω του ότι ο πάροχος είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο εντός του οποίου παρέχεται η υπηρεσία. Το Δικαστήριο διευκρίνισε, ωστόσο, ότι η απαγόρευση αυτή δεν καλύπτει τα μέτρα των οποίων το μόνο αποτέλεσμα είναι να καθιστούν οικονομικά επαχθέστερη τη συγκεκριμένη παροχή υπηρεσιών και τα οποία πλήττουν εξίσου την παροχή υπηρεσιών μεταξύ κρατών μελών και την παροχή υπηρεσιών στο εσωτερικό ενός μόνον κράτους μέλους.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η υποχρέωση υποβολής δήλωσης δεν αποτελεί εν προκειμένω προϋπόθεση για την άσκηση της διαφημιστικής δραστηριότητας στην ουγγρική επικράτεια και ότι στην υποχρέωση αυτή υπόκεινται όλοι οι πάροχοι διαφημιστικών υπηρεσιών ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασής τους. Η συγκεκριμένη διοικητική διατύπωση δεν συνιστά, αυτή καθεαυτήν, εμπόδιο στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών.
Συγκεκριμένα, δεν διαπιστώθηκε εν προκειμένω διαφορετική μεταχείριση ικανή να αποτελεί περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, δεδομένου ότι από την υποχρέωση υποβολής δήλωσης εξαιρούνται όλοι οι πάροχοι υπηρεσιών που έχουν ήδη υποβάλει δήλωση ή έχουν εγγραφεί σε μητρώο για τους σκοπούς άλλου καταβαλλόμενου στην Ουγγαρία άμεσου ή έμμεσου φόρου. Η εξαίρεση αυτή δεν λειτουργεί αποθαρρυντικά, αλλά απαλλάσσει τους ήδη εγγεγραμμένους παρόχους από τη διεκπεραίωση μιας περιττής διοικητικής διατύπωσης.
Όσον αφορά τις κυρώσεις στον φορολογικό τομέα, το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι, μολονότι τα συστήματα κυρώσεων στον φορολογικό τομέα υπάγονται, ελλείψει εναρμόνισης σε επίπεδο Ένωσης, στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, τα συστήματα αυτά δεν είναι δυνατόν να έχουν ως συνέπεια τη διακύβευση των ελευθεριών που προβλέπονται στη Συνθήκη ΛΕΕ.
Στο πλαίσιο αυτό το Δικαστήριο εξέτασε εάν οι κυρώσεις τις οποίες επισύρει η μη υποβολή της δήλωσης που προβλέπει η επίμαχη εν προκειμένω εθνική νομοθεσία είναι αντίθετες προς την κατ’ άρθρο 56 ΣΛΕΕ ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Το Δικαστήριο διαπιστώνει επ’ αυτού ότι, από τυπική άποψη, το επίμαχο σύστημα κυρώσεων εφαρμόζεται αδιακρίτως σε όλους τους υποκειμένους στον φόρο οι οποίοι δεν συμμορφώνονται με την υποχρέωση δήλωσης που υπέχουν, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένοι. Ωστόσο, μόνον τα πρόσωπα που δεν είναι φορολογικοί κάτοικοι Ουγγαρίας διατρέχουν πράγματι τον κίνδυνο να τους επιβληθούν τέτοιες κυρώσεις.
Βεβαίως, είναι δυνατόν να επιβληθούν κυρώσεις στους εγκατεστημένους στην Ουγγαρία παρόχους διαφημιστικών υπηρεσιών λόγω μη εκπλήρωσης των αντίστοιχων υποχρεώσεων υποβολής δήλωσης και εγγραφής που υπέχουν βάσει των γενικών διατάξεων της εθνικής φορολογικής νομοθεσίας.
Ωστόσο, το σύστημα κυρώσεων που προβλέπονται στον νόμο περί φόρου διαφημίσεων επιτρέπει την επιβολή προστίμων σημαντικά υψηλότερων σε σχέση με εκείνα τα οποία προβλέπονται σε περίπτωση που ένας εγκατεστημένος στην Ουγγαρία πάροχος διαφημιστικών υπηρεσιών παραβεί την υποχρέωση εγγραφής την οποία υπέχει. Εξάλλου, στη δεύτερη αυτή περίπτωση, το σύστημα κυρώσεων δεν είναι τόσο αυστηρό, όσον αφορά το ύψος των προστίμων και τις σχετικές προθεσμίες, όσο το σύστημα κυρώσεων που προβλέπει ο νόμος περί φόρου διαφημίσεων.
Το Δικαστήριο καταλήγει ότι η διαφορετική αυτή μεταχείριση, η οποία κρίνεται δυσανάλογη και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, συνιστά περιορισμό στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, ο οποίος απαγορεύεται από το άρθρο 56 ΣΛΕΕ.
Το πλήρες κείμενο της αποφάσεως είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA από την ημερομηνία δημοσιεύσεώς της