Πώς στήθηκε και πώς λειτουργούσε η εγκληματική οργάνωση που διακινούσε αποσυναρμολογημένο οπλισμό από ΗΠΑ και Γερμανία – Αναιρέθηκε η απόφαση του Εφετείου από τον Αρειο Πάγο για να επιβληθούν μεγαλύτερες ποινές.
Εγκληματική οργάνωση εισήγε στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ και τη Γερμανία μέσω των ΕΛ.ΤΑ. και εταιρειών ταχυμεταφορών (courier) μεγάλες ποσότητες αποσυναρμολογημένων όπλων (Μ16, πιστόλια, υποπολυβόλα κ.λπ.). Δηλαδή τα έστελναν με δέματα κομμάτι-κομμάτι (κλείστρα, κάννες, κοντάκια, γεμιστήρες κ.λπ.) έτσι ώστε να περνούν απαρατήρητα. Αφού παραλάμβαναν τα δέματα συγγενικά και φιλικά τους πρόσωπα, τα οποία όμως δεν είχαν καμία σχέση με την εγκληματική οργάνωση, απλώς τους χρησιμοποιούσαν, στη συνέχεια ακολουθούσε το στάδιο της συναρμολόγησης και πώλησής τους.
Η οργάνωση όμως δεν μπόρεσε να λειτουργήσει για μεγάλο διάστημα, καθώς το έμπειρο μάτι ενός τελωνειακού στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» αναχαίτισε τα σχέδια και τη δράση τους.
Τα μέλη της οργάνωσης από νεαρή ηλικία είχαν σημαντική παραβατική συμπεριφορά, καθώς ήταν χρήστες απαγορευμένων ουσιών, όπως ινδική κάνναβη, κοκαΐνη, χάπια κ.λπ. Μάλιστα μερικά από αυτά γνωρίζονταν από τα εφηβικά – μαθητικά χρόνια τους καθότι ήταν συμμαθητές.
Πρωταγωνιστικό ρόλο στην οργάνωση είχε μια 38χρονη, η οποία από την εφηβική της ηλικία συνδέθηκε με μακροχρόνιο αισθηματικό δεσμό με τον δεύτερο πρωταγωνιστή της οργάνωσης, τον Α.Μ. Η 38χρονη ήταν πολύ συναισθηματικά δεμένη με τον άνδρα, παρότι αυτός στο μεσοδιάστημα (2007) είχε τελέσει πολιτικό γάμο στις Φιλιππίνες με υπήκοο Φιλιππίνων και είχε αποκτήσει έναν γιο που γεννήθηκε στην Αθήνα.
Η 38χρονη στην πάροδο των χρόνων ολοκλήρωσε τις σπουδές της και εργάστηκε σε διάφορες εταιρείες, μεταξύ των οποίων η ελληνική βιομηχανία όπλων ΠΥΡΚΑΛ, όπου εκεί απέκτησε διασυνδέσεις και επαφές με εταιρείες όπλων του εξωτερικού, αντιπροσώπους οπλικών συστημάτων, εμπόρους όπλων, αλλά και πελάτες.
Το 2009 εκείνος επέστρεψε στην Ελλάδα και όχι μόνο συνέχισε τον αισθηματικό δεσμό του με την 38χρονη, αλλά ανακοίνωσαν τη σχέση τους στη μητέρα και τη θεία της. Μάλιστα, υποσχέθηκε ότι «θα έχουμε κοινή πορεία ζωής ως ζευγάρι» και ότι «θα διασπάσει τον έγγαμο βίο του με τη Φιλιππινέζα σύζυγό του».
Ο Α.Μ. τον Σεπτέμβριο του 2009 άνοιξε με τον αδελφό του εταιρεία με αντικείμενο εργασιών την εμπορία χαλιών, ξύλινων επίπλων κ.λπ., αλλά την επιχειρηματική του δράση τη διέκοψε πολύ γρήγορα και έκλεισε την εταιρεία.
Ωστόσο, είχε αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς με χρέος της τάξης των 130.000 ευρώ, το οποίο δεν προερχόταν από την εταιρεία που είχε συστήσει, αλλά από τη διακίνηση ναρκωτικών και τοκογλυφία. Αποτέλεσμα της οικονομικής εκκρεμότητας ήταν να αρχίσουν οι εκβιασμοί και οι προειδοποιήσεις προς τη μητέρα και τη θεία της 38χρονης με απειλητικά τηλεφωνήματα κατά της ζωής τους από άγνωστο άνδρα, ενώ, εντελώς τυχαία, ο σκύλος τους βρέθηκε νεκρός.
Κάτω από αυτό το εκφοβιστικό και ψυχαναγκαστικό κλίμα ο Α.Μ. έπεισε την 38χρονη να ασχοληθούν με το εμπόριο όπλων, με μοναδικό κίνητρο να ξεμπλέξει από την ιστορία των ναρκωτικών και της τοκογλυφίας και «να ζήσουμε μαζί φυσιολογικά». Ετσι, χρησιμοποιώντας την εμπειρία της κοπέλας από τη βιομηχανία όπλων, ξεκίνησε η επιχείρηση της διακίνησης πολεμικού υλικού.
Τον Ιούνιο του 2011, ο Α.Μ. συνοδευόμενος από τη 38χρονη πήγαν στις Φιλιππίνες προκειμένου «να τακτοποιήσει τα θέματα λύσης του γάμου του με τη Φιλιππινέζα σύζυγό του». Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει επιστρέψει στην Ελλάδα, αφού τον Νοέμβριο του ίδιου έτους εξαρθρώθηκε η οργάνωση και παραμένει φυγόδικος, καθώς έχει εκδοθεί ένταλμα σύλληψής του.
Αξίζει να αναφερθεί ότι οι αμερικανικές και γερμανικές αρχές δεν ανταποκρίθηκαν στο αίτημα συνδρομής των ελληνικών εισαγγελικών αρχών για παροχή στοιχείων των εμπλεκόμενων υπηκόων τους.
Μέσω των ΕΛ.ΤΑ. και των εταιρειών κούριερ διακινούσαν πολεμικά τουφέκια Μ16, πιστόλια Glock, υποπολυβόλα MP34 (Steyr/Solothurn), τα οποία προηγουμένως είχαν αποσυναρμολογήσει. Για κάθε δέμα δήλωναν αξία κάτω των 22 δολαρίων ώστε να μην υπόκειται σε δασμούς και να μην είναι υποχρεωτικός ο τελωνειακός έλεγχός τους.
Ετσι, τα δέματα στην εξωτερική πλευρά ανέγραφαν την ένδειξη «Tools» (εργαλεία), ενώ μέσα περιείχαν κάννες πιστολιού Beretta Px4 Storm 9 Para και τύπου Glock 26 Austria 9×19, κλείστρα πιστολιού τύπου Glock 9 mm και Glock 19 Austria 10 mm Auto, μηχανισμούς όπλισης Μ16, γεμιστήρες πιστολιών και υποπολυβόλων, κάννες και κοντάκια όπλων, λαβές πιστολιών, σκανδάλες κ.λπ.
Από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών το ζευγάρι των πρωταγωνιστών καταδικάστηκε για κατ’ εξακολούθηση κατοχή, διακίνηση και μεταφορά διακεκριμένης περίπτωσης πολεμικού υλικού με σκοπό τη διάθεση σε τρίτους προς διάπραξη κακουργημάτων.
Ωστόσο, το ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου αναίρεσε την καταδικαστική απόφαση του Εφετείου προκειμένου να επιβληθούν μεγαλύτερες ποινές.
Οι αρεοπαγίτες αναίρεσαν την εφετειακή απόφαση αφενός γιατί στερούνταν της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αφετέρου γιατί δεν προκύπτει αναμφίβολα ότι έλαβε υπόψη της το σύνολο των ενόρκων στο ακροατήριο καταθέσεων ή στηρίχθηκε μόνο στις καταθέσεις των συγκατηγορουμένων τους, κάτι που είναι αντίθετο στο άρθρο 211Α του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.