Νένας Μαλλιάρα
Κατακόρυφη πτώση στις ανακτήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων από τις εταιρείες διαχείρισης, έχει φέρει η κρίση του κορονοϊού. Το γεγονός δημιουργεί μεγάλη πίεση στα έσοδα των εταιρειών διαχείρισης και οδηγεί σε επαναπροσδιορισμό των επιχειρησιακών πλάνων και σε αναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων διαχείρισης πακέτων NPLs με τα funds που έχουν αγοράσει τα κόκκινα δάνεια.
Αυτή τη στιγμή, στα χέρια των εταιρειών διαχείρισης βρίσκονται κόκκινα δάνεια 75 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα μισά έχουν αγοραστεί από funds.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Capital.gr, στα χαρτοφυλάκια με δάνεια σε βαθιά καθυστέρηση, τα οποία είναι και αυτά που έχουν αγοραστεί κατά κύριο λόγο από τα funds, οι εισπράξεις έχουν μειωθεί κατά 60% – 70%.
Ο μέσος όρος της μείωσης των ανακτήσεων διαμορφώνεται στο 50%, καθώς “συγκρατείται” από το χαμηλότερο ποσοστό ανακτήσεων (μείωση 30% – 40%) από δάνεια που μέχρι πρότινος ήταν ενήμερα στις ρυθμίσεις τους και πλέον παρουσιάζουν δυσκολία εξυπηρέτησης.
Το πλήγμα στις εταιρείες διαχείρισης (και συνακόλουθα στις αποδόσεις για funds και τράπεζες) διαφοροποιείται ανά servicer και ακολουθούμενο μοντέλο διαχείρισης. Η αρνητική επίπτωση της κρίσης είναι μεγαλύτερη για τους διαχειριστές που διαχειρίζονται κυρίως δάνεια σε βαθιά καθυστέρηση για λογαριασμό funds, ενώ μετριάζεται για τις εταιρείες που έχουν μεγαλύτερη διασπορά κινδύνου στα υπό διαχείριση χαρτοφυλάκια.
Ανάλογη με το πλήγμα στις εισπράξεις είναι και η αρνητική επίπτωση στις αμοιβές των εταιρειών διαχείρισης. Στο πλαίσιο αυτό, εταιρείες που έχουν συμφωνήσει μια ενιαία αμοιβή που προκύπτει αθροιστικά από ρυθμίσεις, ιάσεις, ρευστοποιήσεις και πλειστηριασμούς δανείων, διασφαλίζουν ότι ασχέτως της κάμψης μίας πηγής εσόδων, η αμοιβή τους δεν επηρεάζεται.
Οι συντριπτικά περισσότερες, ωστόσο, εταιρείες διαχείρισης βρίσκονται σε αναδιαπραγμάτευση με τα funds, τόσο αναφορικά με τους στόχους ανακτήσεων, όσο και αναφορικά με τις αμοιβές τους. Οι αμοιβές των εταιρειών διαχείρισης αποτελούνται από ένα σταθερό κομμάτι προμήθειας διαχείρισης (management fee) με βάση τα υπόλοιπα δανείων υπό διαχείριση και από ένα μεταβλητό κομμάτι, το οποίο είναι ποσοστά επί των ανακτήσεων.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, τα funds πιέζουν για συνολική μείωση των αμοιβών στις εταιρείες διαχείρισης και οι τελευταίες διαπραγματεύονται διαμόρφωση της αμοιβής τους με αύξηση του ποσοστού συμμετοχής του σταθερού εσόδου που προέρχεται από τα management fees και μείωση του μεταβλητού εσόδου από τις ανακτήσεις.
Συζητήσεις με τις τράπεζες για τη διαχείριση των επιδοτήσεων σε ΜμΕ
Πέραν των συζητήσεων με τα funds, οι εταιρείες διαχείρισης ξεκίνησαν ήδη συζητήσεις με τις τράπεζες για το πώς θα συνεργαστούν προκειμένου να κάνουν τη διαχείριση της επιδότησης των τόκων δανείων μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Την προηγούμενη Παρασκευή 10 Απριλίου, υπεγράφη η υπουργική απόφαση για την κάλυψη των τόκων υφιστάμενων ενήμερων δανείων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που πλήττονται από την κρίση του κορονοϊού για τους μήνες Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο, με πρόβλεψη για δυνατότητα παράτασης του χρονικού διαστήματος για επιπλέον δύο μήνες, εφόσον αυτό κριθεί απαραίτητο.
Ο συνολικός προϋπολογισμός του μέτρου στήριξης των δανειακών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων θα ανέλθει σε 1,2 δισ. ευρώ, με αρχικό ποσό ύψους 750 εκατ. ευρώ, και αφορά τόκους δανείων τακτής λήξης, ομολογιακών δανείων και συμβάσεων πίστωσης (ανοικτών αλληλόχρεων λογαριασμών), περιλαμβανομένων τιτλοποιημένων δανείων και πιστώσεων (άρθρο 10 του ν. 3156/2003) με διαχειριστή χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που μετέχει στη Δράση και τα οποία ήταν ενήμερα στις 31/12/2019.
Η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων προς τις τράπεζες αναμένεται εντός των προσεχών ημερών. Σημειώνεται ότι η δράση αφορά στην κάλυψη τόκων υφιστάμενων ενήμερων δανείων στις 31/12/2019 για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που διαθέτουν ενεργό ΚΑΔ από όσους έχει ανακοινώσει το Υπουργείο Οικονομικών και υπό την προϋπόθεση διατήρησης τουλάχιστον του ίδιου αριθμού εργαζομένων τους στις 19/3/2020 και στις 31/12/2020.