Γεν. εισαγγελέας ΔΕΕ: Μία εταιρία όπως η Volskwagen μπορεί να εναχθεί από τους αγοραστές των οχημάτων που χειραγώγησε στα δικαστήρια του κράτους μέλους όπου έλαβε χώρα η αγορά
Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με τις δημοσιευθείσες την Πέμπτη, 2-04-2020, προτάσεις του ο γενικός εισαγγελέας ΔΕΕ Manuel Campos Sánchez-Bordona προτείνει στο Δικαστήριο να αποφανθεί ότι μία εταιρία μπορεί να εναχθεί από τους αγοραστές των οχημάτων που χειραγώγησε ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους όπου έλαβε χώρα η αγορά των εν λόγω οχημάτων.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον γενικό εισαγγελέα, εκείνοι που αγόρασαν τα αυτοκίνητα, είτε από εμπορικό διανομέα οχημάτων είτε από ιδιώτη πωλητή, είναι άμεσα ζημιωθέντες, κατά την έννοια του άρθρου 7, σημείο 2, του κανονισμού Βρυξέλλες Ια, δεδομένου ότι η απώλεια που προβάλλουν δεν απορρέει από προηγούμενη ζημία την οποία, πριν από αυτούς, είχαν υποστεί άλλα πρόσωπα.
Αυτό οφείλεται στο ότι, μέχρι να γίνει γνωστή η παραποίηση των κινητήρων, η απώλεια της αξίας των οχημάτων δεν είχε αποτυπωθεί.
Επιπλέον, ο γενικός εισαγγελέας διευκρινίζει ότι ο τόπος επελεύσεως της ζημίας είναι εκείνος όπου ολοκληρώθηκε η οικεία συναλλαγή, δυνάμει της οποίας το αγαθό πέρασε στην περιουσία του θιγομένου και προκάλεσε την απώλεια.
Ιστορικό της υπόθεσης
Η Volkswagen AG, εταιρία γερμανικού δικαίου με έδρα στη Γερμανία, όπου κατασκευάζει μηχανοκίνητα οχήματα, εγκατέστησε στα οχήματα που κατασκευάζει ένα σύστημα αναστολής (λογισμικού χειραγωγήσεως εκπομπών ρύπων) το οποίο απέκρυπτε, σε συνθήκες εργαστηρίου, τις πραγματικές τιμές εκπομπής ρύπων, κατά παράβαση των κανόνων του δικαίου της Ένωσης και συγκεκριμένα κατά παράβαση του κανονισμού (ΕΕ) 715/2007 [κανονισμός που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων όσον αφορά εκπομπές από ελαφρά επιβατηγά και εμπορικά οχήματα (Euro 5 και Euro 6) και σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες επισκευής και συντήρησης οχημάτων]. Στις 18 Σεπτεμβρίου 2015 έγινε γνωστή η χειραγώγηση των εκπομπών ρύπων από την ίδια τη Volkswagen.
Η Verein für Konsumenteninformation (VKI) είναι οργάνωση προστασίας των καταναλωτών με έδρα στην Αυστρία. Στα καταστατικά καθήκοντά της περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, η δικαστική επιδίωξη των αξιώσεων των καταναλωτών, που οι τελευταίοι της εκχωρούν προς τον σκοπό αυτόν.
Στις 6 Σεπτεμβρίου 2018, η VKI ενήγαγε ενώπιον του Landesgericht Klagenfurt (πρωτοδικείο Klagenfurt, Αυστρία) την Volkswagen.
Με την αγωγή της, η VKI επιδιώκει την ικανοποίηση των αξιώσεων προς αποζημίωση που της έχουν εκχωρήσει 574 αγοραστές οχημάτων. Ζητεί, επιπλέον, την αναγνώριση της ευθύνης της Volkswagen για μη δυνάμενες να υπολογιστούν ακόμη μελλοντικές ζημίες. Αμφότερες οι αξιώσεις συνδέονται με την εγκατάσταση του λογισμικού χειραγωγήσεως εκπομπών ρύπων.
Η VKI υποστηρίζει ότι το σύνολο των καταναλωτών που της έχουν εκχωρήσει τις απαιτήσεις τους είχαν αγοράσει στην Αυστρία, είτε από εμπορικό διανομέα οχημάτων είτε από ιδιώτη πωλητή, οχήματα εξοπλισμένα με κινητήρα κατασκευασμένο από την Volkswagen. Οι αγορές αυτές είχαν πραγματοποιηθεί πριν από τις 18 Σεπτεμβρίου 2015, ήτοι την ημερομηνία κατά την οποία έγινε γνωστή η χειραγώγηση των εκπομπών ρύπων από τον κατασκευαστή.
Κατά την άποψη της VKI, η ζημία που υπέστησαν οι ιδιοκτήτες των οχημάτων συνίσταται στο ότι πιθανώς δεν θα είχαν αγοράσει τα οχήματα ή θα τα είχαν αγοράσει σε χαμηλότερη τιμή εάν γνώριζαν την προβαλλόμενη χειραγώγηση. Η διαφορά μεταξύ της τιμής ενός οχήματος με εγκατεστημένο λογισμικό χειραγωγήσεως εκπομπών ρύπων και του τιμήματος που πραγματικά καταβλήθηκε για την αγορά του συνίσταται στη δυνάμενη να αποκατασταθεί ζημία που προκύπτει από την απώλεια εμπιστοσύνης. Επικουρικώς, η VKI στηρίζει την απαίτησή της στο γεγονός ότι η αξία ενός τέτοιου οχήματος τόσο στην αγορά καινούργιων όσο και στην αγορά μεταχειρισμένων αυτοκινήτων είναι πολύ μικρότερη σε σύγκριση με αυτήν των οχημάτων στα οποία δεν έχει εγκατασταθεί τέτοιο λογισμικό.
Η VKI υποστηρίζει επίσης ότι η ζημία των αγοραστών έχει αυξηθεί περαιτέρω λόγω της υψηλότερης καταναλώσεως καυσίμων, της χαμηλότερης αποδόσεως των οχημάτων αυτών ή του κινητήρα τους ή της ταχύτερης φθοράς. Εξάλλου, είναι πιθανή και η περαιτέρω μείωση της αγοραίας αξίας των οικείων οχημάτων, τα οποία διατρέχουν τον κίνδυνο να περιέλθουν σε δυσμενέστερη θέση λόγω, για παράδειγμα, απαγόρευσης της κυκλοφορίας τους ή ανάκλησης της άδειας κυκλοφορίας τους. Κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, ορισμένες από τις ζημίες αυτές δεν μπορούσαν ακόμη να υπολογιστούν ή δεν είχαν επέλθει, λόγος για τον οποίον το αίτημα της αγωγής της VKI είναι, ως προς το σημείο αυτό, απλώς αναγνωριστικό.
Όσον αφορά τη διεθνή δικαιοδοσία του επιληφθέντος της αγωγής δικαστηρίου, η VKI επικαλείται το άρθρο 7, σημείο 2, του κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 [κανονισμός για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, γνωστός ως «κανονισμός Βρυξέλλες Ια»].
Η Volkswagen ζητεί την απόρριψη της αγωγής της VKI και αμφισβητεί τη διεθνή δικαιοδοσία του αιτούντος δικαστηρίου.
Στο πλαίσιο αυτό, το Landesgericht Klagenfurt (πρωτοδικείο Klagenfurt, Αυστρία) υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα: Έχει το άρθρο 7, σημείο 2, του κανονισμού Βρυξέλλες Ια την έννοια ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης, ως «τόπος όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός» μπορεί να θεωρηθεί ο τόπος που βρίσκεται σε ορισμένο κράτος μέλος και στον οποίο επήλθε η ζημία, όταν η ζημία αυτή συνίσταται αποκλειστικά σε οικονομική απώλεια η οποία αποτελεί άμεση συνέπεια αδικοπραξίας που έλαβε χώρα σε άλλο κράτος μέλος;
Προτάσεις γεν. εισαγγελέα ΔΕΕ
Με τις δημοσιευθείσες προτάσεις του, ο γενικός εισαγγελέας Manuel Campos Sánchez-Bordona επισημαίνει, καταρχάς, ότι σύμφωνα με τη γενική δωσιδικία που καθιερώνει ο κανονισμός Βρυξέλλες Ια, οι ενάγοντες ασκούν αγωγή ενώπιον του δικαστηρίου του κράτους μέλους στο οποίο έχει την κατοικία του ο εναγόμενος («δικαστήριο του κράτους της κατοικίας του εναγομένου»). Εντούτοις, υπάρχουν εναλλακτικές δωσιδικίες. Έτσι, σε ενοχές εξ αδικοπραξίας ή οιονεί αδικοπραξίας, ο κανονισμός παρέχει τη δυνατότητα στους ενάγοντες να ασκήσουν αγωγή ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου συνέβη ή ενδέχεται να συμβεί το ζημιογόνο γεγονός.
Παρά την πολλαπλότητα και την ετερογένεια των καταστάσεων στις οποίες μπορεί να στηριχθεί μια αγωγή λόγω «ενοχής εξ αδικοπραξίας ή οιονεί αδικοπραξίας», η επιλογή του δικαστηρίου πρέπει να είναι σύμφωνη με την αρχή της προβλεψιμότητας των κανόνων για τους διαδίκους και την αρχή της εγγύτητας μεταξύ του αρμοδίου δικαστηρίου και της διαφοράς: αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ένας ιδιαιτέρως στενός σύνδεσμος μεταξύ του δικαστηρίου και της διαφοράς, προκειμένου να διαφυλαχθεί η ασφάλεια δικαίου και να αποτραπεί το ενδεχόμενο ο εναγόμενος να εναχθεί ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους το οποίο δεν μπορούσε ευλόγως να προβλέψει.
Όταν η παράνομη συμπεριφορά και οι συνέπειές της τοποθετούνται σε διαφορετικά κράτη μέλη, ο ενάγων δύναται, κατά την άσκηση της αγωγής του, να επιλέξει μεταξύ δύο δικαστηρίων, ήτοι αφενός το δικαστήριο του τόπου όπου επήλθε η ζημία («τόπος επελεύσεως της ζημίας»), είτε το δικαστήριο του τόπου όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός («τόπος του ζημιογόνου γεγονότος»), καθώς τεκμαίρεται ότι και οι δύο τόποι έχουν σημαντικό σύνδεσμο με τη διαφορά.
Ο γενικός εισαγγελέας Campos Sánchez Bordona υποστηρίζει ότι, στην υπόθεση εν προκειμένω, το γενεσιουργό της ζημίας γεγονός συνίστατο στην εγκατάσταση, κατά τη διαδικασία κατασκευής του οχήματος, του λογισμικού που αλλοιώνει τα δεδομένα σχετικά με τους εκπεμπόμενους ρύπους. Το γενεσιουργό των ζημιών γεγονός (αιτιώδες γεγονός) συνέβη εκεί όπου κατασκευάστηκαν τα οχήματα με το παράνομο λογισμικό, ήτοι, στη Γερμανία. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τον γενικό κανόνα, ο κατασκευαστής των οχημάτων, ως πρόσωπο με έδρα στη Γερμανία, θα υπόκειται, κατ’ αρχήν, στη δικαιοδοσία των δικαστηρίων του κράτους μέλους αυτού. Όμως, καθόσον η αξίωση ανάγεται σε αδικοπραξία ή οιονεί αδικοπραξία, το πρόσωπο αυτό μπορεί επίσης να εναχθεί σε άλλο κράτος μέλος, και συγκεκριμένα ενώπιον των δικαστηρίων του τόπου επελεύσεως της ζημίας.
Προκειμένου να καθοριστεί ο «τόπος επελεύσεως της ζημίας», σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, σημασία έχει μόνον η αρχική ζημία και όχι η επακόλουθη, ήτοι μόνον αυτή την οποία υπέστη ο άμεσα ζημιωθείς, και όχι αυτή που υφίσταται άλλος «εξ αντανακλάσεως».
Κατά τη γνώμη του γενικού εισαγγελέα, στην παρούσα υπόθεση, η διαφορά μεταξύ του καταβληθέντος τιμήματος και της αξίας του ληφθέντος σε αντάλλαγμα υλικού αντικειμένου προκαλεί περιουσιακή βλάβη ταυτόχρονη με την αγορά του οχήματος (η οποία ανακαλύπτεται, ωστόσο, πολύ αργότερα). Ο γενικός εισαγγελέας υπογραμμίζει ότι η περιουσιακή αυτή απώλεια είναι αρχική και όχι επακόλουθη, καθώς απορρέει ευθέως από το γενεσιουργό της ζημίας γεγονός (την παραποίηση του κινητήρα) και όχι από προηγούμενη ζημία που είχε προκληθεί στον ενάγοντα από το ίδιο γεγονός.
Δεύτερον, ο γενικός εισαγγελέας εκτιμά ότι εκείνοι που αγόρασαν τα αυτοκίνητα (και εκχώρησαν τις αξιώσεις τους στην VKI για τη δικαστική επιδίωξή τους) είναι άμεσα ζημιωθέντες, κατά την έννοια του άρθρου 7, σημείο 2, του κανονισμού Βρυξέλλες Ια, δεδομένου ότι η απώλεια που προβάλλουν δεν απορρέει από προηγούμενη ζημία την οποία, πριν από αυτούς, είχαν υποστεί άλλα υποκείμενα. Αυτό οφείλεται στο ότι, μέχρι να γίνει γνωστή η παραποίηση των κινητήρων, η απώλεια της αξίας των οχημάτων δεν είχε αποτυπωθεί. Οι ενάγοντες ενδέχεται, σε ορισμένες περιπτώσεις, να είναι οι τελικοί χρήστες που έχουν αποκτήσει το όχημα από προηγούμενο αγοραστή: ο τελευταίος όμως δεν υπέστη κανενός είδους ζημία, καθόσον η ζημία, λανθάνουσα κατά τον χρόνο εκείνον, διαπιστώθηκε πολύ αργότερα, θίγοντας τον νυν ιδιοκτήτη.
Δεδομένου ότι η θέση του οχήματος δεν είναι κάτι που μπορεί να προβλεφθεί, ο γενικός εισαγγελέας θεωρεί ότι ο τόπος επελεύσεως της ζημίας είναι εκείνος όπου ολοκληρώθηκε η οικεία συναλλαγή, δυνάμει της οποίας το αγαθό πέρασε στην περιουσία του θιγομένου και προκάλεσε την απώλεια.
Τα δικαστήρια του εν λόγω τόπου θα έχουν διεθνή δικαιοδοσία και κατά τόπον αρμοδιότητα, εφόσον οι λοιπές συγκεκριμένες περιστάσεις της υποθέσεως συνηγορούν ομοίως υπέρ της απονομής αυτής της διεθνούς δικαιοδοσίας, λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις της εγγύτητας και της προβλεψιμότητας.
Ο γενικός εισαγγελέας Campos Sánchez Bordona επισημαίνει ότι, στις περιπτώσεις αμιγώς οικονομικής ζημίας, οι λοιπές συγκεκριμένες περιστάσεις ποικίλλουν ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της κάθε διαφοράς. Στην υπόθεση εν προκειμένω, ο γενικός εισαγγελέας εκτιμά ότι ένας κατασκευαστής οχημάτων όπως η Volkswagen βρίσκεται σε θέση να προβλέψει, με ευκολία, ότι τα οχήματά της θα διατεθούν προς εμπορία στην Αυστρία, ούτως ώστε να μπορεί, ευλόγως, να προβλέψει το ενδεχόμενο να ασκηθεί κατ’ αυτής αγωγή για αστική ευθύνη λόγω των πράξεών της από τους μελλοντικούς αγοραστές που αποκτούν το προϊόν στο εν λόγω κράτος.
Τέλος, ο γενικός εισαγγελέας τονίζει ότι η εξέταση του συνόλου των εν λόγω περιστάσεων πρέπει να έχει ως μοναδικό σκοπό την κατάφαση (ή την άρνηση) της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου του τόπου της ζημίας. Αντιθέτως, η εξέταση αυτή δεν πρέπει να χρησιμοποιείται με σκοπό την επιλογή του δικαστηρίου (εν προκειμένω, των αυστριακών ή των γερμανικών δικαστηρίων) που θα όφειλε, λόγω της μεγαλύτερης εγγύτητας και προβλεψιμότητάς του, να αποφανθεί επί της ουσίας της υποθέσεως. Κατά συνέπεια, δεν δύναται το δικαστήριο του τόπου επελεύσεως της ζημίας να θεμελιώσει ή να αρνηθεί τη δικαιοδοσία του κατόπιν σταθμίσεως των λοιπών περιστάσεων της υποθέσεως.
Υπενθυμίζεται ότι οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο. Έργο του γενικού εισαγγελέα είναι να προτείνει στο Δικαστήριο, με πλήρη ανεξαρτησία, νομική λύση για την υπόθεση που του έχει ανατεθεί. Η υπόθεση τελεί υπό διάσκεψη στο Δικαστήριο, ενώ η απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.
Το πλήρες κείμενο των προτάσεων δημοσιεύεται στον ιστότοπο CURIA