Οι περισσότεροι μισθωτές υπογράφουν συνήθως τα έντυπα δίφυλλα μισθωτήρια τα οποία κυκλοφορούν στο εμπόριο χωρίς να τα διαβάζουν, ή τα διαβάζουν, αλλά δεν δίνουν σημασία σε όρους που περιλαμβάνονται σε αυτά, θεωρώντας ότι δεν θα γίνει χρήση τους.
Ένας όρος από αυτούς είναι ότι απαγορεύεται η σιωπηρή αναμίσθωση, ή η σιωπηρή παράταση της συγκεκριμένης μίσθωσης και ότι σε περίπτωση που δεν αποδώσει αμέσως με τη λήξη της μίσθωσης ο μισθωτής το μίσθιο, υποχρεούται σε καταβολή ποσού ίσου προς το 1/5 του μηνιαίου μισθώματος για κάθε ημέρα καθυστέρησης, σαν ποινική ρήτρα. Υπογράφοντας αυτό το μισθωτήριο οι ενοικιαστές βρίσκονται στη δύσκολη θέση να αποδώσουν το μίσθιο ακριβώς την ημερομηνία της λήξης, πράγμα που στην πράξη δεν συμβαίνει σχεδόν ποτέ, αφού και μετά τη λήξη του συμβατικού χρόνου παραμένει συνήθως ο μισθωτής, χωρίς μισθωτήριο πολλές φορές, μήνες ή και χρόνια, με μίσθωση αορίστου χρόνου. Έρχεται λοιπόν μετά από μήνες ο ιδιοκτήτης και απαιτεί αυτή την ποινική ρήτρα, με σκοπό να κερδοσκοπήσει σε βάρος του μισθωτή.
Πολλές αγωγές έχουν εκδικαστεί με αυτό το περιεχόμενο από τους νομικούς συμβούλους του Συλλόγου μας και το σκεπτικό μιας εξ αυτών του Εφετείου Αθηνών, (η οποία απέρριψε την αγωγή του εκμισθωτή) παραθέτουμε:
«…Σύμφωνα με τον υπ’ αριθ. 15 όρο του παραπάνω μισθωτηρίου απαγορεύτηκε η σιωπηρή αναμίσθωση ή σιωπηρή παράταση του χρόνου της μίσθωσης και το ποσό που θα εισπραχθεί τυχόν από τον εκμισθωτή κατά το χρόνο παραμονής του μισθωτή στο μίσθιο θεωρείται αποζημίωση για τη μη εμπρόθεσμη παράδοση του μισθίου, ενώ με τον υπ’ αριθ. 10 όρο ορίστηκε ότι κατά τη λήξη της μίσθωσης ο μισθωτής υποχρεούται χωρίς όχληση να παραδώσει το μίσθιο στον εκμισθωτή, διαφορετικά υποχρεούται στην καταβολή ποσού ίσου με το 1/5 του μηνιαίου μισθώματος για κάθε μέρα καθυστέρησης, σαν ποινική ρήτρα. Στη συνέχεια και μετά τη λήξη του ανωτέρω χρόνου της μίσθωσης, ο εκκαλών-εναγόμενος εξακολούθησε να κάνει χρήση του μισθίου, χωρίς εναντίωση της ενάγουσας εφεσίβλητου, η οποία εισέπραττε τα μισθώματα και χορηγούσε αποδείξεις στον εναγόμενο χωρίς επιφύλαξη…
Περαιτέρω η ένδικη μίσθωση, που κατά τα ανωτέρω κατέστη αορίστου χρόνου, μπορεί να λυθεί με καταγγελία σύμφωνα με τη διάταξη 608 παρ. 2 ΑΚ με δήλωση βουλήσεως στον εκμισθωτή ότι θέλει τη λήξη της μίσθωσης, η οποία δεν απαιτείται να είναι πανηγυρική.
Συνέπεια των ανωτέρω που αποδείχτηκαν είναι η μη ενεργοποίηση του σχετικού υπ’ αριθ. 10 όρου του συμφωνητικού για τη συμφωνημένη ποινική ρήτρα για κάθε ημέρα καθυστέρησης της απόδοσης του μισθίου, αφού τέτοια καθυστέρηση δεν υπήρξε σύμφωνα με τα ανωτέρω υποδειχθέντα. Κατόπιν τούτου δέχεται την έφεση τυπικά και κατ’ ουσία, εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση κλπ.».