Η Ολομέλεια κρίνει το ζήτημα του τρόπου ενημέρωσης των οφειλετών για τη διαβίβαση των δεδομένων τους σε εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών
Στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου παραπέμφθηκε το ζήτημα της νομιμότητας της ενημέρωσης (κατά το άρθρο 11 του Ν. 2472/1997) των οφειλετών για τη διάθεση των δεδομένων του από τις τράπεζες στις εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών.
Συγκεκριμένα, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου καλείται να κρίνει εάν η τράπεζα, ως υπεύθυνη επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων στο πλαίσιο μιας σύμβασης, οφείλει να ενημερώνει ειδικώς τον οφειλέτη για τη διάθεση των δεδομένων του στην εκάστοτε συγκεκριμένη εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών, ή αρκεί το γεγονός ότι η τράπεζα κατά τον χρόνο της συλλογής των δεδομένων, με βάση όρους που υπήρχαν στη σχετική σύμβαση, είχε ενημερώσει τον οφειλέτη ότι τα προσωπικά του δεδομένα, θα αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας από την ίδια (Τράπεζα) ή και από εκείνους που εκτελούν την επεξεργασία κατ’ εντολή και για λογαριασμό της, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι εταιρίες εισπράξεως απαιτήσεων.
Η υπόθεση τέθηκε ενώπιον του Α2 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, έπειτα από αίτηση αναίρεσης κατά απόφασης, με την οποία κρίθηκε ότι η ενημέρωση εκ μέρους της τράπεζας δεν ήταν νόμιμη, συνεπώς θα έπρεπε να καταβληθεί αποζημίωση 5.869,40 ευρώ στον οφειλέτη.
Σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, ο οφειλέτης έπρεπε να ενημερωθεί για τη συγκεκριμένη ανάθεση έργου που συνεπάγεται μετάδοση δεδομένων του από την Τράπεζα σε εταιρείας είσπραξης απαιτήσεων
Ο Άρειος Πάγος συμφώνησε με την κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου με μόλις μία ψήφο, συνεπώς το ζήτημα παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια, σύμφωνα με το άρθρο 563 παρ.2 εδάφιο β του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Σύμφωνα με το άρθρο 563 παρ.2 εδάφιο β του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, “το τμήμα που δικάζει είναι υποχρεωμένο να παραπέμψει την εκδίκαση της υπόθεσης στην ολομέλεια αν η απόφασή του για την αίτηση αναίρεσης, αναιρετική ή απορριπτική, λαμβάνεται με πλειοψηφία μιας ψήφου ή αν αρνείται να εφαρμόσει νόμο ως αντισυνταγματικό”.
Σύμφωνα με τη μειοψηφούσα γνώμη, την οποία υποστήριξε και ο νυν Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωσήφ Τσαλαγανίδης, από τη διατύπωση της σχετικής διάταξης του Ν. 2472/1997, προκύπτει ότι οι αποδέκτες των δεδομένων είναι δυνατό να καθορισθούν όχι μόνο ατομικά αλλά και κατά κατηγορίες.
Παράλληλα, το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται ήδη από τη συλλογή τους για το ποιοι είναι δυνατό να καταστούν αποδέκτες, ώστε να μη χρειάζεται νέα ενημέρωσή του κάθε φορά που γίνεται διαβίβαση των δεδομένων στους αποδέκτες.
Υπό την αντίθετη εκδοχή, σύμφωνα πάντα με τη μειοψηφία, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα όφειλε να γνωστοποιεί στο υποκείμενο όχι μόνο την εταιρεία είσπραξης των απαιτήσεων, στην οποία ανέθεσε την είσπραξη της οφειλής του, αλλά και τον πληρεξούσιο δικηγόρο, στον οποίο ανέθεσε τη δικαστική επιδίωξη της απαιτήσεώς του, και το δικαστικό επιμελητή, στον οποίο χορήγησε την εντολή για την αναγκαστική εκτέλεση του σχετικού εκτελεστού τίτλου.
Απόσπασμα της απόφασης
Συνεπώς, κατά την κρατήσασα στο Δικαστήριο γνώμη, το δικαστήριο της ουσίας ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προδιαληφθείσες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις και οι ανωτέρω λόγοι από το άρθρο 560 αριθμ. 1 ΚΠολΔ είναι αβάσιμοι, εντεύθεν και η κρινομένη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη. Κατά τη γνώμη όμως δύο μελών του Δικαστηρίου τούτου και συγκεκριμένα του Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου και Αβροκόμης Θούα, Αρεοπαγιτου, πρέπει να λεχθούν τα ακόλουθα:
Από τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. ια) και 11 παρ.1 περ.γ’ ν.2472/1997, όπως αυτές εκτέθηκαν παραπάνω στη μείζονα σκέψη, προκύπτει ότι η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, που γίνεται στο πλαίσιο μιας σύμβασης, προϋποθέτει ενημέρωση του υποκειμένου των προσωπικών δεδομένων, η οποία μπορεί να γίνει είτε με το έντυπο της αιτήσεως που υποβάλλει το υποκείμενο των δεδομένων, είτε με την ίδια τη σύμβαση. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τους αποδέκτες των δεδομένων του, οι οποίοι μπορεί να καθορίζοτναι και κατά κατηγορίες. Από τη διατύπωση της ως άνω διατάξεως προκύπτει ότι οι αποδέκτες των δεδομένων είναι δυνατό να καθορισθο’ν όχι μόνο ατομικά αλλά και κατά κατηγορίες, ενώ το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται ήδη από τη συλλογή τους για το ποιοι είναι δυνατό να καταστούν αποδέκτες αυτών, ώστε να μη χρειάζεται νέα ενημέρωσή του κάθε φορά που γίνεται διαβίβαση των δεδομένων στους αποδέκτες.
Η ρύθμιση αυτή και δικαιολογημένη είναι και δεν υφίσταται από το γράμμα και το πνεύμα του νόμου, αφού αρκεί να ενημερωθεί το υποκείμενο, ποιες κατηγορίες είναι δυνατό να γίνουν αποδέκτες των δεδομένων του. Διαφορετικά, υπό την αντίθετη εκδοχή, θα όφειλε ο υπεύθυνος επεξεργασίας να γνωστοποιεί στο υποκείμενο όχι μόνο την εταιρεία είσπραξης των απαιτήσεων, στην οποία ανέθεσε την είσπραξη της οφειλής του, αλλά και τον πληρεξούσιο δικηγόρο, στον οποίο ανέθεσε τη δικαστική επιδίωξη της απαιτήσεώς του, και το δικαστικό επιμελητή, στον οποίο χορήγησε την εντολή για την αναγκαστική εκτέλεση του σχετικού εκτελεστού τίτλου. Στη προκειμένη περίπτωση, υπό τις ανωτέρω παραδοχές, το δικαστήριο της ουσίας, που δέχθηκε ότι η εναγομένη Τράπεζα, ως υπεύθυνη επεξεργασίας όφειλε να ενημερώσει τον ενάγοντα για τη χρήση των προσωπικών του δεδομένων από την ενεργούσα για λογαριασμό αυτής (Τράπεζας) προαναφερομένη εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών, εσφαλμένα υπήγαγε τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ως αποδειχθέντα στον ουσιαστικό κανόνα του άρθρου 11 παρ.1 γ’ ν. 2472/1997.
Τούτο δε διότι, η διαβίβαση των στοιχείων επικοινωνίας του αναιρεσίβλητου οφειλέτη της Τράπεζας, καθώς και των στοιχείων για τις οφειλόμενες- ληξιπρόθεσμες δόσεις του δανείου του, δεν προϋπέθετε την προηγούμενη ενημέρωσή του, αφού η ως άνω αναφερομένη εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών εκτελούσε επεξεργασία για λογαριασμό της Τράπεζας, ως αποδέκτης των δεδομένων του οφειλέτη και αυτός είχε ενημερωθεί, ήδη από τη σύναψη της σύμβασης χορήγησης πίστωσης, ότι μια τέτοια εταιρεία θα καθίστατο αποδέκτης των παραπάνω δεδομένων του, σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής των δόσεων του δανείου.
Κατόπιν τούτων, κατά τη μειοψηφούσα γνώμη, ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως, ως προς όλα τα μέρη του, με τον οποίο η αναιρεσείουσα προσάπτει στο δικαστήριο της ουσίας την από το άρθρο 560 αρ. 1 ΚΠολΔ πλημμέλεια, τυγχάνει βάσιμος και θα έπρεπε να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Μετά ταύτα, εφόσον η παρούσα απόφαση ελήφθη με διαφορά μιας ψήφου, πρέπει να παραπεμφθεί ο μοναδικός λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως ως προς όλα τα μέρη του στην Τακτική Ολομέλεια του παρόντος Δικαστηρίου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 563 παρ.2 εδ.β’ του ΚπολΔ, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Παραπέμπει στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου το αναφερόμενο στο σκεπτικό και στο μοναδικό λόγο τής αιτήσεως αναιρέσεως ζήτημα ως προς όλα τα μέρη αυτού, και δη εάν η δανείστρια Τράπεζα, ως υπεύθυνη επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων, γενομένης στο πλαίσιο μιας συμβάσεως, οφείλει να ενημερώνει ειδικώς τον οφειλέτη για τη διάθεση αυτών των δεδομένων του στην εκάστοτε συγκεκριμένη εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών, ή αρκεί, κατά νόμο, το γεγονός ότι η Τράπεζα κατά τον χρόνο της συλλογής των δεδομένων, βάσει περιληφθέντων όρων στη σχετική σύμβαση, είχε ενημερώσει τον οφειλέτη ότι τα προσωπικά του δεδομένα, θα αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας από την ίδια (Τράπεζα) ή και από εκείνους που εκτελούν την επεξεργασία κατ’ εντολή και για λογαριασμό της, ως αποδέκτες των δεδομένων, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι εταιρίες εισπράξεως απαιτήσεων.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο areiospagos.gr