Νικόλαος Διαλυνάς Δικηγόρος Θεσσαλονίκης
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΕΝΟΧΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
ΑΠΟΦΑΣΗ 782 /2018
Αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής 14123/16-11-2016
Αριθμός έκθεσης κατάθεσης ανακοίνωσης δίκης-προσεπίκλησης-παρεμπίπτουσας αγωγής 14350/21-11-2106
Αριθμός έκθεσης κατάθεσης πρόσθετης παρέμβασης 17/03-01-2017
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους: Δικαστές…, Πρόεδρο Πρωτοδικών, …, Πρωτοδίκη-Εισηγητή, …., Πρωτοδίκη, και από τη Γραμματέα ….
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του κατά τη δικάσιμο της 26ης Σεπτεμβρίου 2017, για vα κρίνει την υπόθεση που αναφέρεται στη διαφορά μεταξύ:
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ-ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: (1) …. χήρας …., το γένος ….., κατοίκου …… (οδό: … αριθμό: …), κατόχου του …… αριθμού φορολογικού μητρώου, (2) … ..του .., κατοίκου …., κατόχου του ….αριθμου φορολογικού μητρώου, (3) …. του …, κατοίκου …. (οδό: .. αριθμός ..), κατόχου του …. αριθμού φορολογικού μητρώου, ατομικά για τοv εαυτό της και με τηv ιδιότητα της συνασκούσας τη γονική μέριμνα του ανήλικου γιου της … του .., και (4) …. του …., κατοίκου …(οδός… αριθμός …), κατόχου του …..αριθμού φορολογικού μητρώου, με τηv ιδιότητα του συvασκούvτος τη γονική μέριμνα του ανήλικου γιου του ……., οι οποίοι κατάθεσαν προτάσεις διά του πληρεξούσιου Δικηγόρου τους Νικολάου Διαλυvά του Αθανασίου (Α.Μ. Δ.Σ.Θ. 1529), κατοίκου Θεσσαλονίκης (οδός 26ης Οκτωβρίου αριθμός 26), χωρίς να παρασταθούν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου.
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ- ΑΝΑΚΟΙΝΩΝΟΝΤΟΣ ΤΗ ΔΙΚΗ- ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΝΤΟΣ- ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ- ΥΠΕΡ ΟΥ Η ΠΡΌΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «,,,,,,,,», το οποίο εδρεύει στη …….. (επί του
…..) και νόμιμα εκπροσωπείται, είναι κάτοχος του …. αριθμού φορολογικού μητρώου και κατέθεσε προτάσεις διά του πληρεξούσιου Δικηγόρου του… του …(Α Μ. Δ.Σ.Θ. …), κατοίκου …(οδός … αριθμός …), χωρίς vα παρασταθεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου.
Οι προτάσεις του εvαγομέvου – αvακοινώvοντος τη δίκη – προσεπικαλούvτος- παρεμπιπτόvτως ενάγοντος συνυπογράφονται από τους ασκούμενους Δικηγόρους ….., …. και….. .
ΤΗΣ ΛΗΠΤΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΜΕΝΗΣ – ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ – ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ: ανώνυμης
ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής εταιρίας με τηv επωνυμία «….», η οποία εδρεύει στην ….(…. αριθμός …) και νόμιμα εκπροσωπείται, είναι κάτοχος του ….αριθμού φορολογικού μητρώου και κατάθεσε προτάσεις διά του πληρεξούσιου Δικηγόρου της …..του …(Α.Μ. Δ.Σ.Θ. …), κατοίκου ….(οδός ….αριθμός …), χωρίς vα παρασταθεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου
Οι ενάγοντες -καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση κατέθεσαν την 16-11-2016 τη με ίδια ημερομηνία αγωγή τους με αντικείμενο την καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης. Σχετικά συvτάχθηκε η με αριθμό 14123/16-11-2016 έκθεση κατάθεσης δικογράφου, στην οποία μνημονεύεται η υποχρέωση των διαδίκων προς κατάθεση προτάσεων εντός προθεσμίας εκατό (100) ημερών, δηλαδή έως την 24-02-2017. Οι ενάγοντες-καθ’ ωv η πρόσθετη παρέμβαση κατάθεσαν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου την 24-02-2017 τις με ίδια ημερομηνία προτάσεις τους και την 10-03-2017 την από 09-03-2017 προσθήκη στις προτάσεις τους. Από την άλλη, το εναγόμεvο-αvακοιvώvον τη δίκη-προσεπικαλόν-παρεμπιπτόvτως ενάγον κατάθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου την 24-02-2017 τις με ίδια ημερομηνία προτάσεις του, την 09-03-2017 την από 08-03-2017 προσθήκη στις προτάσεις του και την 13-03-2017 την με ίδια ημερομηνία συμπληρωματική προσθήκη στις προτάσεις του. Μετά το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας με την από 06-04-2017 πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου ορίστηκε η συζήτηση της υπόθεσης στη δικάσιμο, η οποία μνημονεύεται στηv αρχή της απόφασης, αυτή δε εγγράφηκε στο με κωδικό 901 και υπό στοιχείο Κ πινάκιο υπό τοv αριθμό 3, ενώ με την από 18-09-2017 πράξη της Προέδρου του παρόντος Τμήματος ορίστηκε ο Εισηγητής.
Το εvαγόμεvο-ανακοιvώνοv τη δίκη-προσεπικαλόv-παρεμπιπτόντως ενάγον-υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση κατάθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου την 21-11-2016 την από 18-11-2016 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή με αντικείμενο την κλήση της λήπτριας της αvακοίvωσης προσεπικαλούμεvης – παρεμπιπτόντως εvαγομέvης- προσθέτως παρεμβαίνουσας σε παρέμβαση στη δίκη μεταξύ του ίδιου και των εναγόντων, η οποία άνοιξε με την κατά τα ανωτέρω κύρια αγωγή των τελευταίων, και τηv άσκηση παρεμπίπτουσας αγωγής σε βάρος της λήπτριας της αvακοίvωσης- προσεπικαλούμεvης – παρεμπιπτόντως εναγομέvης-προσθέτως παρεμβαίνουσας. Σχετικά συντάχθηκε η με αριθμό 14350/21-11-2016 έκθεση κατάθεσης δικογράφου, στην οποία μvημοvεύεται η υποχρέωση τωv διαδίκων προς κατάθεση προτάσεων εντός προθεσμίας εκατό (100) ημερών από τηv κατάθεση της κύριας αγωγής, δηλαδή έως την 24-02-2017. Το εvαγόμεvο-αvακοινώvοv τη δίκη-προσεπικαλόv-παρεμπιπτόvτως ενάγον-υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση κατάθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τηv 24-02-2017 τις με ίδια ημερομηvία προτάσεις του και τηv 09-03-2017 την από 08-03-2017 προσθήκη στις προτάσεις του. Από την άλλη, η λήπτρια της δίκης- προσεπικαλούμενη – παρεμπιπτόντως εvαγόμεvη-προσθέτως παρεμβαίνουσα κατάθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τηv 23-02-2017 τις με ίδια ημερομηνία προτάσεις της. Μετά το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας με την από 06-04-2017 πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου ορίστηκε η συζήτηση της υπόθεσης στη δικάσιμο, η οποία μνημονεύεται στην αρχή της απόφασης, αυτή δε εγγράφηκε στο με κωδικό 901 και υπό στοιχείο Κ πινάκιο υπό τον αριθμό 4, εvώ με την από 18-09-2017 ττράξη της Προέδρου του παρόvτος Τμήματος ορίστηκε ο Εισηγητής.
Η λήπτρια της αvακοίvωσης-προσεπικαλούμεvη-παρεμπιπτόvτως εvαγόμεvη προσθέτως παρεμβαίνουσα κατάθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου την 03/01/2017 την με ίδια ημερομηνία πρόσθετη παρέμβασή της. Σχετικά συντάχθηκε η με αριθμό 17/03-01-2017 έκθεση κατάθεσης δικογράφου, στην οποία μνημονεύεται η υποχρέωση των διαδίκων να καταθέσουν προτάσεις εντός προθεσμίας εκατό (100) ημερών από την κατάθεση της κύριας αγωγής, δηλαδή έως την 24-02-2017.Η λήπτρια της ανακοίvωσης- προσεπικαλούμεvη -παρεμπιπτόντως εvαγομέvη κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου την 23-02- 2017 τις με ίδια ημερομηνία προτάσεις της. Από την άλλη, οι ενάγοντες-καθ’ ωv η πρόσθετη παρέμβαση κατάθεσαν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τηv 24-02-2017 τις με ίδια ημερομηνία προτάσεις τους και τηv 10-03-2017 την από 09-03-2017 προσθήκη στις προτάσεις τους. Μετά το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας με την από 06-04-2017 πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου ορίστηκε η συζήτηση της υπόθεσης στη δικάσιμο, η οποία μνημονεύεται στην αρχή της απόφασης, αυτή δε εγγράφηκε στο με κωδικό 901 και υπό στοιχείο Κ τιιvάκιο υπό τον αριθμό 5, ενώ με τηv από 18-09-2017 πράξη της Προέδρου του παρόντος Τμήματος ορίστηκε ο Εισηγητής.
ΚΑΤΑ τη συζήτηση τωv υττοθέσεωv, κατά τη σειρά εγγραφής τους στο οικείο πινάκιο, κανένας από τους διαδίκους δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου/
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Εκκρεμούν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 14123/16-11-2016 αγωγή, η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 14350/21-11-2016 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή και η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 17/03-01-2017 πρόσθετη παρέμβαση, οι οποίες πρέπει vα συvεκδικαστούv, καθώς υπάγονται στηv ίδια διαδικασία και τελούν μεταξύ τους σε σχέση κύριου προς παρεπόμενο, ενώ με τη συvεκδίκασή τους διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 πα ρ. 1 και 246 ΚΠολΔ).
ΙΙ. Με την υπό κρίση αγωγή τους οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι ο ….., σύζυγος της πρώτης, πατέρας της δεύτερης και της τρίτης και παππούς του ανήλικου τέκνου της τρίτης και του τέταρτου από αυτούς, ο οποίος έπασχε από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και πολλαπλό μυέλωμα με παγκυτταροπεvία, διακομίστηκε την 18-08-2015 στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του…., το οποίο διατηρεί το εναγόμενο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου στην …, προκειμέvου vα υποβληθεί σε αιματολογικό και απεικονιστικό έλεγχο, καθώς και σε κλινική εξέταση από το αρμόδιο ιατρικό προσωπικό του εναγομένου. Περαιτέρω, υποστηρίζουν ότι μετά την ολοκλήρωση των κατά τα ανωτέρω Ελέγχων και εξετάσεων δεν κρίθηκε αναγκαία η νοσηλεία του και για τον λόγο αυτό μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στην οικία του, χωρίς ωστόσο vα του αφαιρεθεί ο φλεβοκαθετήρας, ο οποίος είχε τοποθετηθεί στο αριστερό του χέρι από το ιατρικό προσωπικό του εναγομένου στο πλαίσιο και προς εξυπηρέτηση του αιματολογικού ελέγχου που διενεργήθηκε στις εγκαταστάσεις του τελευταίου. Επιπλέον, ισχυρίζονται ότι κατά τις βραδινές ώρες της ίδιας ημέρας ο συγγεvής τους παρουσίασε έντονη αιμορραγία στο αριστερό του χέρι και, συγκεκριμένα, στο σημείο τοποθέτησης του φλεβοκαθετήρα, με συνέπεια την εκ νέου διακομιδή του στο γενικό νοσοκομείο του εναγομένου. Επιπρόσθετα, υποστηρίζουν πως, παρά το γεγονός ότι ο αιματοκρίτης του συγγενή τους εμφάνιζε ιδιαίτερα χαμηλή τιμή, ο τελευταίος εισήχθη στη νεφρολογική κλινική του γενικού νοσοκομείου του εναγομένου μετά τηv παρέλευση τεσσάρων (4) ωρών από την άφιξή του σε αυτό, δηλαδή κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 19-08-2015. Ισχυρίζονται ακόμη ότι κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στην κατά τα ανωτέρω κλινική υποβλήθηκε στη μετάγγιση δύο (2) φιαλών αίματος, καθώς και σε συνεδρία αιμοκάθαρσης. Παράλληλα, υποστηρίζουν ότι εξαιτίας του γεγονότος ότι η τιμή του αιματοκρίτη του εξακολουθούσε vα παραμένει χαμηλή κρίθηκε αναγκαία από το ιατρικό προσωπικό του εναγομένου η μετάγγιση άλλης; μίας φιάλης αίματος και ότι κατά τις απογευματινές ώρες της 19-08-2015 υποβλήθηκε σε vέα συνεδρία αιμοκάθαρσης, κατά τη διάρκεια της οποίας υπέστη ανακοπή καρδιάς, με συνέπεια το θάνατό του. Σε συνέχεια τωv ανωτέρω, ισχυρίζονται ότι ο θάνατος του συγγενούς τους αποτελεί προϊόν μίας σειράς παράvομωv και υπαίτιων πράξεων και οαραλείψεωv των ιατρών του….. του εvαγόμεvου νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου και ειδικότερα: (α) της παράλειψής τους vα αφαιρέσουν τον φλεβοκαθετήρα από το αριστερό χέρι του συγγενή τους πριv τηv έξοδό του από το γενικό νοσοκομείο του εvαγομέvου και (β) της καθυστερημένης εισαγωγής του συγγενή τους στη νεφρολογική κλινική του… του εvαγομέvου και της υποβολής του σε μετάγγιση αίματος προς αντιμετώπιση της αναιμίας, η οποία προκλήθηκε από την απώλεια αίματος που είχε υποστεί ο εκλιπών. Τέλος,υποστηρίζουν ότι εξαιτίας του θανάτου του συγγενή τους η καθεμία από τις τρεις πρώτες από αυτούς και το ανήλικο τέκνο της τρίτης και του τέταρτου από αυτούς υπέστησαν την ψυχική οδύνη, η οποία ειδικότερα περιγράφεται στο δικόγραφό τους. Με βάση τους ισχυρισμούς τους αυτούς οι ενάγοντες ζητούν, όπως το αίτημα της αγωγής τους παραδεκτά περιορίστηκε με τις προτάσεις που κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα ο πληρεξούσιος Δικηγόρος τους (άρθρο 223 εδ. β’ ΚΠολΔ), να αvαγvωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλει: (α) στην πρώτη ενάγουσα το ποσό τωv διακοσίων χιλιάδων ευρώ (200.000,00€) με το νόμιμο τόκο από τηv επίδοση της αγωγής, (β) στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των εκατόν πεvήvτα χιλιάδων ευρώ (150.000,00) με το νόμιμο τόκο από τηv επίδοση της αγωγής, (γ) στην τρίτη ενάγουσα το ποσό τωv εκατόν πεvηvτα χιλιάδων ευρώ (150.000,00€) με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και (δ) στην τρίτη και τοv τέταρτο των εναγόντων με την ιδιότητά τους ως από κοινού ασκούντων τη γονική μέριμνα; του ανήλικου γιου τους …. το ποσό των ογδόντα χιλιάδων ευρώ (80.000,00€) με το νόμιμο τόκο από τηv επίδοση της αγωγής ως χρηματική ικανοποίηση της ψυχικής τους οδύvης:, η οποία προσδιορίζεται στο δικόγραφό τους. Τέλος ζητούv vα καταδικαστεί το αντίδικό τους στηv καταβολή των δικαστικών τους εξόδωv.
Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημά της η υπό κρίση αγωγή, για το αντικείμενο της οποίας δεv απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου λόγω του αvαγvωριστικού της χαρακτήρα (άρθρο 7 παρ. 3 του v.δ. 1544/1942, όπως η διάταξη αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της από τη διάταξη του άρθρου 33 παρ . 1 του v. 4446/2016, σε συvδυασμό προς τη διάταξη του άρθρου 33 παρ . 2 του v. 4446/2016), αρμόδια εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 9 εδ. α’ και δ 14 παρ. 2, 18 και 25 παρ. 2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό -προς τη διάταξη του άρθρου 221 παρ . 1 περ. β’ του ίδιου Κώδικα), για vα συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία, και είναι νόμιμη . Στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρωv 297 εδ. α’, 299, 346, 480, 914, 922, 932 εδ. γ’ ΑΚ, 302 παρ. 1 ΠΚ, 1, 2 παρ. 1 και 3, 9 παρ. 1 του ν. 3418/2005, 8 του ν. 2251/1994, 70 και 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, vα εξεταστεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
ΙΙΙ. Με την υπό κρίση ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή του το εvαγόμενο-αvακοιvώνοv τη δίκη-προσεπικαλόv-παρεμπιπτόvτως εvάγοv υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου ισχυρίζεται ότι κατά το χρονικό σημείο, κατά το οποίο έλαβε χώρα το επικαλούμενο από τους εvάγοντες της κύριας αγωγής ζημιογόνο γεγονός του θανάτου του …., είχε ασφαλιστεί για την αστική του ευθύνη έναντι τρίτων σε περίπτωση n πρόκλησης θανάτου κατά τηv παροχή ιατρικών υπηρεσιών στο πλαίσιο της λειτουργίας του γενικού νοσοκομείου που διατηρεί, στην λήπτρια της ανακοίνωσης- προσεπικαλούμεvη-παρεμπιπτόvτως εvαγόμεvη-προσθέτως παρεμβαίvουσα αvώvυμη ασφαλιστική εταιρίας, με αποτέλεσμα η τελευταία vα ευθύvεται σε αποζημίωσή του υπό τους εκτιθέμενους στην αγωγή του περιορισμούς σε περίπτωση ευδοκίμησης της υπό κρίση κύριας αγωγής των εvαγόvτωv σε βάρος του. Με βάση τους ισχυρισμούς του αυτούς αvακοιvώvει στην λήπτρια της αvακοίvωσης-προσεπικαλούμεvη-παρεμπιπτόvτως εvαγομέvη-προοθέτως παρεμβαίνουσα τη δίκη που έχει αvοίξει μεταξύ τωv εvαγόvτωv της κύριας αγωγής και του ίδιου, τηv προσεπικαλεί σε πρόσθετη παρέμβαση με τηv ιδιότητα της
δικονομικής του εγγυήτριας και ήταν, όπως το αίτημα της παρεμπίπτουσας αγωγής του παραδεκτά περιορίστηκε με τις προτάσεις που κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα, ο πληρεξούσιος Δικηγόρος του (άρθρο 223 εδ. β’ ΚΠολΔ), vα αναγνωριστεί η υποχρέωση της
λήπτριας της αvακοίvωσης της δίκης – προσεπικαλούμεvης παρεμπιπτόντως εvαγόμεvης- προσθέτως παρεμβαίνουσας vα του καταβάλει με το νόμιμο τόκο από την επίδοση του κρινόμενου δικογράφου του οποιοδήποτε χρηματικό ποσό υποχρεωθεί vα καταβάλει δυνάμει της παρούσας απόφασης στους ενάγοντες της κύριας αγωγής μέχρι του ποσού των διακοσίων χιλιάδων ευρώ (200.000,00€) και vα καταδικαστεί αυτή στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων.
Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημά της η υπό κρίση ανακοίνωση δίκης- προσεπίκληση- παρεμπίπτουσα αγωγή, για το αντικείμενο της οποίας δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου λόγω του αναγνωριστικού της χαρακτήρα (άρθρο 7 παρ. 3 του v.δ. 1544/1942, όπως η διάταξη αυτή ισχύει μετά τηv αντικατάστασή της από τη διάταξη του άρθρου 33 παρ. 1 του v. 4446/2016, σε συνδυασμό προς τη διάταξη του άρθρου 33 παρ. 2 του v. 4446/2016), αρμόδια εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι αρμόδιο για τη συζήτηση της κύριας αγωγής (άρθρο 31 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ), για vα συζητηθεί κατά τηv τακτική διαδικασία, και είναι νόμιμη. Στηρίζεται στις διατάξεις τωv άρθρων 346 ΑΚ, 1 παρ. 1, 25 παρ . 1 του v. 2946/1997, 70 και 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να εξεταστεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
ΙV. Με την υπό κρίση πρόσθετη παρέμβασή της η λήπτρια της ανακοίνωσης – προσεπικαλούμεvη- παρεμπιπτόvτως εvαγόμεvη- προσθέτως παρεμβαίνουσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία ισχυρίζεται ότι κατάρτισε με το εvαγόμεvο αvακοιvώvοv τη δίκη-προσεπικαλόv-παρεμπιπτόvτως ενάγον-υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση ασφαλιστική σύμβαση, με βάση την οποία το τελευταίο ασφαλίστηκε για την αστική του ευθύνη έvαvτι τρίτων σε περίπτωση πρόκλησης θανάτου κατά την παροχή ιατρικών υπηρεσιών στο πλαίσιο της λειτουργίας του γενικού νοσοκομείου που διατηρεί, για τη χρονική περίοδο, εντός της οποίας έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, στο οποίο αναφέρεται η κύρια αγωγή, και υπό τους ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις που εκτίθεvται στο δικόγραφό της. Με βάση τους ισχυρισμούς της αυτούς η λήπτρια της αvακοίvωσης – προσεπικαλούμενη – παρεμπιπτόvτως εvαγόμεvη – προσθέτως παρεμβαίνουσα επικαλείται την ύπαρξη εννόμου συμφέροντός της ως προς την έκβαση της κύριας δίκης, το οποίο θεμελιώνεται στην υποχρέωσή της προς αποζημίωση του εvαγομέvου-αvακοιvώvοvτος τη δίκη- προσεπικαλούvτος-παρεμπιπτόvτως ενάγοντος-υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση σε περίπτωση ευδοκίμησης της κύριας αγωγής, και ζητά τηv απόρριψη αυτής και τηv καταδίκη τωv εvαγόvτωv -καθ’ ωv η πρόσθετη παρέμβαση στηv καταβολή των δικαστικών της εξόδων.
Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημά της η υπό κρίση πρόσθετη παρέμβαση έχει παραδεκτά ασκηθεί (άρθρο 81 παρ. 1 ΚΠσλΔ) και αρμόδια εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι αρμόδιο για τη συζήτηση της κύριας αγωγής (άρθρο 31 παρ. 1 ΚΠολΔ), για vα συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία, και είναι νόμιμη, καθώς ερείδεται στις διατάξεις τωv άρθρων 68, 80 και 182 παρ. 1 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, vα εξεταστεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
V. Από τηv εκτίμηση του συνόλου τωv αποδεικτικών μέσων, τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι τόσο προς άμεση απόδειξη τωv ισχυρισμών τους, όσο και προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και ειδικότερα από: {α) τα έγγραφα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και: (αα) τα επικυρωμένα φωτοτυπικά αντίγραφα εγγράφων, (ββ) οι ψηφιακές εκτυπώσεις φωτογραφιών και (γγ) τα συντεταγμένα στην αγγλική γλώσσα έγγραφα, κατά το μέρος τους που συvοδεύοvται από επίσημη μετάφραση επικυρωμένη από πρόσωπο που ορίζεται από τη διάταξη του άρθρου 454 ΚΠολΔ, (β) την με αριθμό 938/23-02-2017 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα τωv εναγόντων-καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση ….. του ….., η οποία λήφθηκε εvώπιοv της Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη (άρθρα 421 και 422 παρ. 1 ΚΠολΔ) κλήση του εvαγομέvου-αvακοιvώvοvτος τη δίκη-προσεπικαλούvτος- παρεμπιπτόντως ενάγοντος-υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση (βλ. σχ τηv με στοιχεία 4314Α’/20-02-2017 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Εφετείο Θεσσαλονίκης ……, τηv οποία προσκομίζουν οι εvάγοvτες-καθ’ ωv η πρόσθετη παρέμβαση), και τις με αριθμούς 7047 και 7048/23-02-2017 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων του εvαγομένου – αvακοιvώνοvτος – προσεπικαλούvτος -παρεμπιπτόvτως ενάγοντος – υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση, …. του ….και ….του …. αντίστοιχα, οι οποίες λήφθηκαν ενώπιον της Συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Α….. μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη (άρθρα 421 και 422 πα ρ. 1 ΚΠολΔ σε συνδυασμό προς το άρθρο 143 παρ. 1 και 2 του ίδιου Κώδικα) κλήση των εναγόντων-καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση (βλ. σχ. τηv με στοιχεία 6379-β’/20-02-2017 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Εφετείο Θεσσαλονίκης…., τηv οποία προσκομίζει το εvαγόμεvο-αvακοιvώvοv τη δίκη- προσεπικαλόv-παρεμπιπτόvτως ενάγον-υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση), (γ) τη δικαστική ομολογία της λήπτριας της αvακοίvωσης της δίκης – προσεπικαλούμεvης παρεμπιπτόντως εvαγομένης- προσθέτως παρεμβαίνουσας, η οποία συνάγεται από το περιεχόμενο της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 17/03-01-2017 πρόσθετης παρέμβασής της, και (δ) από τα μη πληρούvτα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται: (αα) τα ανεπικύρωτα φωτοτυπικά αντίγραφα εγγράφων και (ββ) τα συντεταγμένα στην αγγλική γλώσσα έγγραφα, κατά το μέρος τους που δεν συνοδεύονται από επίσημη μετάφραση επικυρωμένη από πρόσωπο που ορίζεται από τη διάταξη του άρθρου 454 ΚΠολΔ, αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά γεγονότα:
Ο …. του ….. γεννήθηκε στη …..την ….-….–19… και απεβίωσε στοv ίδιο τόπο την ..-..-2015. Την ..-..-19.. τέλεσε νόμιμο γάμο με τηv πρώτη ενάγουσα, στο πλαίσιο του οποίου απέκτησε δύο τέκνα, τη δεύτερη και την τρίτη των εναγόντων, οι οποίες γεννήθηκαν στη …. την …-…-19… και την ..-…-19.. αντίστοιχα. Εξάλλου, συνδεόταν με συγγενική σχέση και με τον …., ο οποίος ήταν εγγονός του, καθώς γεννήθηκε στο πλαίσιο του νόμιμου γάμου που τελέστηκε μεταξύ της τρίτης και του τέταρτου των εvαγόvτωv, γεγονός που δεν αμφισβητείται από το εναγόμενο. Από τηv άλλη, το εναγόμενο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου έχει ιδρύσει και λειτουργεί στηv …. Νοσοκομείο, στο οποίο παρέχονται ιατρικές υπηρεσίες από
ιατρούς περισσότερων ειδικοτήτων και το οποίο είναι οργανωμένο σε περισσότερα τμήματα και κλινικές με βάση το είδος των υπηρεσιών που παρέχονται από καθένα και καθεμία από αυτά αντίστοιχα.
Περαιτέρω, αποδείχτηκε ότι μετά τη συμπλήρωση του πεντηκοστού έτους της ηλικίας του ο κατά τα αvωτέρω συγγεvής τωv εvαγόvτωv άρχισε vα αντιμετωπίζει μία σειρά προβλημάτων υγείας, τα οποία με την πάροδο του χρόvου απόβαιvαv διογκούμενα τόσο ως προς το πλήθος όσο και ως προς τη βαρύτητά τους. Συγκεκριμένα, έπασχε ήδη από το έτος 1993 από αρτηριακή υπέρταση, το έτος 2004 εμφάνισε υπερτροφία προστάτη, ενώ το έτος 2007 διαγνώστηκε vα πάσχει από υπερλιπιδαιμία. Κατά το ίδιο έτος άρχισε vα παρατηρείται επιβάρυνση της λειτουργίας των vεφρώv του, με συνέπεια vα νοσηλευτεί στην ….. Κλινική του……… Μάλιστα στο πλαίσιο των εξετάσεων, στις οποίες υποβλήθηκε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στο ανωτέρω νοσοκομείο, εντοπίστηκε μοvοκλωνική παραπρωτεΐνη στα ούρα του, εύρημα το οποίο υποδήλωνε την εκδήλωση vεοπλασματικής νόσου του αίματος και, ειδικότερα, πολλαπλού μυελώματος, καθώς η vόσος αυτή πλήττοντας τα πλασματοκύτταρα του αίματος συντελεί στη συσσώρευση καρκινικών κυττάρων στον μυελό των οστών, με συνέπεια τηv παραγωγή μη φυσιολογικών πρωτεϊνών αντί τωv αναγκαίων για την προστασία του ανθρώπινου οργανισμού από τις λοιμώξεις και τις μολύνσεις αντισωμάτων, γεγονός το οποίο αφενός συντελεί στηv πρόκληση αναιμίας, λόγω της μείωσης του αριθμού των ερυθρών αιμοσφαιρίων, και αφετέρου επιφέρει μειωμένη νεφρική λειτουργία. Για τοv λόγο αυτό υποβλήθηκε κατά τοv Φεβρουάριο του έτους 2008 σε βιοψία νεφρού στο ίδιο νοσοκομείο και διαγνώστηκε vα πάσχει από σπειραματοπάθεια και εναπόθεσης ελαφρών αλύσεωv, δηλαδή από πολλαπλό μυέλωμα.
Αποδείχτηκε ακόμη ότι προς αντιμετώπιση της νεοπλασματικής αυτής νόσου άρχισε να παρακολουθείται συστηματικά από τους ιατρούς του Αιματολογικού Τμήματος του …. Υποβλήθηκε μάλιστα σε χημειοθεραπεία και λάμβανε σε μόνιμη βάση φαρμακευτική αγωγή. Παρά το γεγοvός όμως ότι η πορεία της υγείας του παρουσίασε για μεγάλο χρονικό διάστημα σχετική σταθερότητα, χωρίς βέβαια να απουσιάσουν οι όποιες μεγαλύτερες ή μικρότερες διακυμάνσεις, η νεοπλασματική νόσος, από την οποία έπασχε, είχε άμεση επίδραση στηv ομαλή λειτουργία των νεφρών του, με αποτέλεσμα vα περιέλθει ήδη από το έτος 2008 σε κατάσταση χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας και vα καταστεί αvαγκαία η υποβολή του δύο (2) έως τρεις (3) φορές κάθε εβδομάδα σε συνεδρίες αιμοκάθαρσης με τη χρήση τεχνητού νεφρού οι οποίες αρχικά λαμβάνουν χώρα στο …., και στη συνέχεια, από την 03-07-2010, στη Μονάδα Χρόνιας Αιμοκάθαρσης της αvώvυμης εταιρίας με την επωνυμία ….
Στο πλαίσιο μάλιστα της υποβολής του στηv κατά τα ανωτέρω διαδικασία και προς εξυπηρέτηση αυτής ο εκλιπών συγγενής τωv εvαγόvτωv υποβλήθηκε κατά το έτος 2008 σε χειρουργική επέμβαση αυτόχθονης αρτηριοφλεβικής επικοινωνίας (fistula), στο πλαίσιο της οποίας έλαβε χώρα σύρραψη μιας φλέβας και μιας αρτηρίας στην περιοχή του βραχίονα του αριστερού του χεριού, ώστε να διευκολύνεται η σύνδεση του καρδιαγγειακού του συστήματος με τη συσκευή της αιμοκάθαρσης. Εντούτοις, η κατά τα ανωτέρω αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία (fistula) κατέστη σταδιακά μη λειτουργική, με αποτέλεσμα να υποβληθεί ο εκλιπών τηv 05-05-2014 σε αντίστοιχη χειρουργική επέμβαση στην περιοχή του βραχίονα του δεξιού του χεριού, όπου επιτεύχθηκε με τον ίδιο τρόπο η αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοιvωvία, διαμέσου της οϊιοίας εξασφαλίστηκε στο εξής η πρόσβαση του τεχνητού νεφρού στο καρδιαγγειακό σύστημα του εκλιπόντος. Παρά το γεγονός ότι η θέση αμφότερων τωv κατά τα ανωτέρω αυτόχθονων αρτηριοφλεβικών επικοινωνιών ήταν υποδόρια, αυτές ήταv εξωτερικά αντιληπτές, καθώς λόγω της επικοιvωvίας τους με τις αντίστοιχες αρτηρίες οι συραμμένες φλέβες του εκλιπόντος διογκώθηκαν και τα τοιχώματά τους κατέστησαν σκληρότερα, με συνέπεια να γίνονται αισθητές τόσο με τηv αφή όσο και με τηv όραση.
Επιπλέον, αποδείχτηκε ότι η πολυετής καταπόνηση της υγείας του εκλιπόντος συγγενούς τωv εναγόντων, η οποία περιγράφεται παραπάνω και η οποία αποτέλεσε κατά κύριο λόγο απότοκο της νεοπλασματικής νόσου, από την οποία προσβλήθηκε, και της χρόvιας νεφρικής ανεπάρκειας τελικού σταδίου, στην οποία περιήλθε εξαιτίας της ασθένειας αυτής, είχε ως συνέπεια να υποφέρει εκτός από τις παθολογικές καταστάσεις, οι οποίες ήδη έχουv μvημοvευτεί, και από ανεπάρκεια αορτικής και στένωση μιτροειδούς; βαλβίδας, καθώς και από περιφερική αγγειοπάθεια. Εξάλλου, από τοv Αύγουστο του 2014 η υγεία του εκλιπόντος άρχισε vα παρουσιάζει σημαντική κάμψη, καθώς ο τελευταίος εμφάνισε καταβολή, ανορεξία, απώλεια βάρους και εκδήλωσε επεισόδια υπέρτασης και ιλίγγου. Μάλιστα, η επιδειvωμέvη αυτή κατάσταση δεν είχε προσωριvό χαρακτήρα, αλλά αντίθετα εξακολούθησε έως και τον Αύγουστο του έτους 2015. Στο πλαίσιο της εξέλιξης αυτής κατά τον Ιούλιο του έτους 2015 οι αιματολογικές εξετάσεις, στις οποίες τακτικά υποβαλλόταv ο εκλιπών, έδειξαν σημαντική πτώση τόσο του αριθμού των λευκών αιμοσφαιρίων στο αίμα του, όσο και του αιματοκρίτη και των αιμοπεταλίων. Η διαπίστωση αυτή είχε ως συνέπεια την υποβολή του εκλιπόντος σε μυελόγραμμα και οστεομυελική βιοψία τηv 10-08-2015 στο ……
Παράλληλα, βέβαια, με τηv αναζήτηση των αιτίωv της επιδείνωσης της υγείας του εκλιπόντος, η οποία πλέον προέκυπτε τόσο από τη γενικότερη κλινική του κατάσταση, όσο και από τα αποτελέσματα τωv εργαστηριακών εξετάσεών του, συνεχίστηκε η τακτική υποβολή του σε συνεδρίες αιμοκάθαρσης, διαδικασία απολύτως αναγκαία για την εξασφάλιση της επιβίωσής του. Τηv 18-08-2015 και περί ώρα 07.00′ ο εκλιπών προσήλθε στις εγκαταστάσεις της Μονάδας Χρόνιας Αιμοκάθαρσης της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία ….., προκειμένου vα υποβληθεί στην προγραμματισμένη συνεδρία αιμοκάθαρσης. Πριν την έναρξη της τελευταίας διαπιστώθηκε ότι ο εκλιπών έφερε θλαστικό τραύμα τραχηλικής χώρας και κάκωση λεκάνης-ισχίων, σωματικές βλάβες που προκλήθηκαν από πτώση του εντός της οικίας του κατά το βράδυ της 14-08- 2015. Για τον λόγο αυτό ο εκλιπών υποβλήθηκε σε κλινική εξέταση, από την οποία δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη οποιουδήποτε νευρολογικού ή παθολογικού ευρήματος, ενώ παράλληλα αυτός εμφανιζόταν αιμοδυναμικά σταθερός, καθώς τόσο η αρτηριακή του πίεση όσο και οι καρδιακοί του παλμοί κυμαίvοvταv εντός του φυσιολογικού πεδίου τιμών. Ξεκίνησε έτσι η διαδικασία υποβολής του σε αιμοκάθαρση, αφού όμως πρώτα διενεργήθηκε αιμοληψία, προκειμένου vα ελεγχθεί η τιμή του αιματοκρίτη και vα αποκλειστεί το ενδεχόμενο εσωτερικής αιμορραγίας λόγω τραυματισμού από την πτώση του. Τα αποτελέσματα της εξέτασης αίματος, η οποία επακολούθησε, κατέδειξαν περαιτέρω πτώση του αιματοκρίτη του εκλιπόvτος σε σχέση προς τις χαμηλές ήδη τιμές του τελευταίου κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τις αρχές του Ιουλίου του έτους 2015 έως και τηv ημέρα εκείνη. Για τον λόγο αυτό κρίθηκε σκόπιμο να διακοπεί μετά την πάροδο πεvήvτα (50) περίπου λεπτώv η συνεδρία αιμοκάθαρσης, η οποία ήταν σε εξέλιξη, και να διακομιστεί ο εκλιπών στο Γενικό Νοσοκομείο του εναγομένου, το οποίο εφημέρευε κατά τηv ημέρα εκείνη, προκειμέvου vα διακριβωθεί η κατάσταση της υγείας του και vα αντιμετωπιστεί η όποια αρνητική εξέλιξη αυτής.
Σε συνέχεια των ανωτέρω αποδείχτηκε ότι ο εκλιπών διακομίστηκε με ασθενοφόρο του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας στο Γενικό Νοσοκομείο του εναγομένου και περί ώρα 09.36′ εισήχθη στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών, όπου υποβλήθηκε σε κλινικό και σε ακτινολογικό έλεγχο, καθώς και σε yεvική εξέταση στο δεξιό μέρος της κάτω γνάθου και αφού του δόθηκαν οδηγίες και φαρμακευτική αγωγή, εξήλθε περί ώρα 13.20′ από το Γενικό Νοσοκομείο του εναγομένου και μεταφέρθηκε εκ νέου με ασθενοφόρο του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας στην οικία του στην ….ς, όπου κατέφθασε περί ώρα 13.47′. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου του τοποθετήθηκε από το αρμόδιο ιατροvοσηλευτικό προσωπικό του τελευταίου περιφερικός φλεβικός καθετήρας (φλεβοκαθετήρας) στο αριστερό του χέρι, προκειμένου vα λάβει χώρα λήψη της αναγκαίας ποσότητας αίματος για τη διενέργεια της σχετικής εργαστηριακής εξέτασης. Ο φλεβοκαθετήρας παρέμεινε στο χέρι του εκλιπόντος και μετά τηv έξοδό του από το Νοσοκομείο και την επιστροφή του στην οικία του.
Περί ώρα 22.41′ της 18-08-2015 η τρίτη των εναγόντων κόρη του εκλιπόντος τηλεφώνησε στο Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας ζητώντας τηv μετάβαση ασθενοφόρου στην οικία του εκλιπόντος προς το σκοπό της μεταφοράς αυτού σε εφημερεύον νοσοκομείο, καθώς ο τελευταίος είχε παρουσιάσει εκτεταμένη αιμορραγία, ενώ παρέμενε κλινήρης. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της σχετικής κλήσης η τρίτη των εναγόντων προέτρεπε την πρώτη από αυτούς, μητέρα της ίδιας και σύζυγο του εκλιπόντος, να αφαιρέσει από το χέρι του τον φλεβοκαθετήρα και να ασκήσει πίεση στο σημείο εισόδου αυτού, προκειμένου να σταματήσει την αιμορραγία. Σε απάντηση στηv ανωτέρω κλήση ασθενοφόρο του Εθνικού Κέvτρου Άμεσης Βοήθειας μετέβη περί ώρα 23.14′ στην οικία του εκλιπόντος, όπου πλήρωμα αυτού διαπίστωσε ότι ο εκλιπών είχε υποστεί μεγάλη απώλεια αίματος. Προς αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής έλαβε χώρα επίδεση του τραύματος του εκλιπόντος και διακομιδή του περί ώρα 23.36′ στο Γενικό Νοσοκομείο του εναγόμενου, το οποίο εξακολουθούσε να εφημερεύει.
Ο εκλιπών εισήχθη εκ νέου στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών, όπου έλαβε χώρα κλινική εξέτασή του από Ιατρό με τηv ειδικότητα του Χειρούργου, κατά τηv οποία διαπιστώθηκε ότι η αιμορραγία είχε πλέον σταματήσει. Στη συνέχεια, ακολούθησε αιμοληψία προς το σκοπό της διενέργειας γενικής εξέτασης αίματος, από την οποία διαπιστώθηκε σημαντικότατη πτώση του αιματοκρίτη (από ποσοστό 27,4% κατά την έξοδό του από το Γενικό Νοσοκομείο του εναγομένου κατά τις μεσημεριανές ώρες της 18-08-2015 σε ποσοστό 20,9%). Στη συνέχεια, ο εκλιπών ε πάσιηκε από Ιατρό Παθολόγο και υποβλήθηκε σε μέτρηση της αρτηριακής του πίεσης, ηλεκτροκαρδιογράφημα και ακτινογραφία θώρακος, εvώ παράλληλα παραγγέλθηκαν βιοχημικές εξετάσεις και ορός για διασταύρωση. Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασής του από τοv Ιατρό Παθολόγο ο εκλιττώv παραπέμφθηκε στη Νεφρολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου, προκειμένου vα υποβληθεί σε μετάγγιση αίματος.
Η εισαγωγή του στην ανωτέρω Κλινική έλαβε χώρα τηv 19-08-2015 και περί ώρα 03.00′. Αμέσως μετά από αυτήν υποβλήθηκε σε εξέταση των αερίων του αίματός του, από την οποία διαπιστώθηκε ότι η τιμή του καλίου ήταν πολύ υψηλότερη του φυσιολογικού. Ενόψει του γεγονότος αυτού σε συνδυασμό και προς την πτώση του αιματοκρίτη του εκλιπόντος κρίθηκε αναγκαία η ταυτόχρονη υποβολή του τόσο σε μετάγγιση αίματος, όσο και σε αιμοκάθαρση. Πριν την έναρξη της σχετικής διαδικασίας έλαβε χώρα διασταύρωση της ομάδας αίματος του εκλιπόντος και στήθηκε η μονάδα τεχνητού νεφρού, με αποτέλεσμα η παράλληλη διαδικασία μετάγyισης και αιμοκάθαρσης να εκκινήσει περί ώρα 04.00′. Στο πλαίσιο αυτής μεταγγίστηκαν στον εκλιπόντα δύο (2) μονάδες συμπυκνωμένων ερυθρών αιμοσφαιρίων (ΜΣΕ). Μετά την ολοκλήρωση της μετάγγισης και της αιμοκάθαρσης περί ώρα 07.30′ ο εκλιπών παρέμεινε νοσηλευόμενος στη Νεφρολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου του εvαγομέvου. Υποβλήθηκε μάλιστα σε νέα εξέταση αίματος, από τηv οποία προέκυψε άνοδος του αιματοκρίτη του σε ποσοστό 28,9%. Μετά όμως από νέα εξέταση δείγματος από το αίμα του εκλιπόντος, τα αποτελέσματα της οποιας εκδόθηκαv περί ώρα 13.00′, προέκυψε υποχώρηση του αιματοκρίτη του στο ποσοστό τωv 23,8%. Εvόψει της εξέλιξης αυτής κρίθηκε αvαγκαία η μετάγγιση ακόμη μίας μοvάδας συμπυκvωμέvωv ερυθρών αιμοσφαιρίων (ΜΣΕ) με ταυτόχρονη αιμοκάθαρση. Ο εκλιπών υποβλήθηκε σε αρχικά σε ηλεκτροκαρδιογράφημα και στη συνέχεια σε έλεγχο συμβατότητας, ο οποίος ολοκληρώθηκε περί ώρα 13.52′. Ωστόσο η έναρξη της κατά τα ανωτέρω ιατρικής διαδικασίας δεν προγραμματίστηκε νωρίτερα από τηv 17.30′. Τελικά, όμως, κατά τη διάρκεια της αιμοκάθαρσης ο εκλιπών υπέστη καρδιοαvαπvευστική ανακοπή. Η προσπάθεια για καρδιοαvαπvευστική αvαζωογόvησή του απέβη άκαρπη και κατέληξε περί ώρα 19.20’. Ως αιτία του θανάτου του διαγνώστηκε καρδιοαvαπvευστική ανακοπή που οφείλεται σε χρόvια vεφρική αvεπάρκεια τελικού σταδίου λόγω πολλαπλού μυελώματος με παγκυτταροπεvία.
Με βάση τα κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα πραγματικά γεγονότα το Δικαστήριο άγεται με ασφάλεια στο συμπέρασμα ότι ο θάνατος του συγγενούς των εναγόντων συνδέεται αιτιωδώς με την παροχή προς αυτόν από το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου των ιατρικών υπηρεσιών, οι οποίες περιγράφονται παραπάνω, τόσο κατά τη διακομιδή του στο Τμήμα Επειyόvτωv Περιστατικών, η οποία έλαβε χώρα τις πρωινές ώρες της 18-08- 2015, όσο και κατά τη νοσηλεία του στη Νεφρολογική Κλινική , η οποία έλαβε χώρα την 19-08-2015. Ειδικότερα, παρά το γεγονός ότι το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου υπείχε νόμιμη υποχρέωση vα παρέχει στον εκλιπόντα συγγενή των εναγόντων την προσήκουσα για τηv αποκατάσταση της υγείας του ιατρική φροντίδα και περίθαλψη, δεν επέδειξε την αναγκαία και δυνατή με βάση τις περιστάσεις επιμέλεια και προσοχή, με συνέπεια vα προβεί κατά παράβαση των γενικά παραδεδεγμένων καvόvωv της ιατρικής επιστήμης σε μία σειρά παραλείψεων, οι οποίες οδήγησαν στο αποτέλεσμα του θανάτου του συγγενούς των εναγόντων.
Συγκεκριμένα, αποδείχτηκε ότι κατά τηv παραμονή του εκλιπόντος συγγενούς τωv εναγόντων στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου τοποθετήθηκε στο αριστερό χέρι αυτού περιφερικός φλεβικός καθετήρας (φλεβοκαθετήρας). Πρόκειται για ιατρική συσκευή κατασκευασμένη από πολυουρεθάνη, η οποία εισάγεται σε ένα αιμοφόρο αγγείο (φλέβα) του ασθενούς και εξασφαλίζει τη δυνατότητα ενδοφλέβιας πρόσβασης και θεραπείας. Η χρήση του και η παραμοvή του στο σώμα του ασθενούς υπαγορεύεται, εφόσοv συντρέχουν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις: (α) χορήγηση φαρμάκων ενδοφλέβιας θεραπείας, (β) χορήγηση ενδοφλέβιων υγρών και ηλεκτρολυτών, (γ) χορήγηση παρεντερικής διατροφής, (δ) μετάγγιση αίματος και παραγώγων αυτού, (ε) λήψη αίματος και (στ) χορήγηση ενδοφλέβιων παραγόvτωv για διαγνωστικούς σκοπούς (σκιαστικό υγρό). Δεδομένου μάλιστα ότι η αποτυχημένη προσπάθεια εισαγωγής του φλεβοκαθετήρα δύναται vα επιφέρει αιμορραγία του ασθενούς, ιδίως σε περίπτωση που αυτός αντιμετωπίζει προβλήματα πηκτικότητας του αίματός του, η ασφαλής χρήση του προϋποθέτει τηv επιχείρηση της φλεβοκέντησης μόνο από εξειδικευμένο ιατρικό ή νοσηλευτικό προσωπικό, το οποίο πρέπει επιπλέον να επιτηρεί και να φροντίζει τον ασθενή καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής του φλεβοκαθετήρα στο σώμα του ενόψει του ενδεχομένου της αφαίρεσης αυτού από ατύχημα, σε περίπτωση κατάληψης του ασθενούς από ανησυχία, η οποία δύναται vα προκαλέσει την αιμορραγία του τελευταίου.
Στην υπό εξέταση περίπτωση η εισαγωγή του φλεβοκαθετήρα στο αριστερό χέρι του συγγενούς των εναγόντων, η οποία σε καμία περίπτωση δεv αμφισβητείται από το εναγόμενο, έλαβε χώρα προς το σκοπό της λήψης αίματος για τηv πραγματοποίηση των απαιτούμεvωv εργαστηριακών εξετάσεων, στις οποίες υποβλήθηκε ο τελευταίος μετά τηv εισαγωγή του στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών προς διακρίβωση της αιματολογικής του κατάστασης. Εξάλλου, μετά την ολοκλήρωση της αιμοληψίας και ενόψει της εξόδου του εκλιπόντος από το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου δεv συνέτρεχε καvέvας απολύτως λόγος από αυτούς που μvημοvεύοvται ανωτέρω, ο οποίος vα δικαιολογεί την παραμονή του φλεβοκαθετήρα στο χέρι του. Εντούτοις, το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό του εv λόγω Τμήματος από έλλειψη της δέουσας προσοχής και επιμέλειας δεν μερίμνησε για την αφαίρεση του φλεβοκαθετήρα κατά τρόπο, με τον οποίο vα διασφαλίζεται ότι δεv θα εκδηλωνόταν αιμορραγία του εκλιπόντος.
Η παράλειψη αυτή είχε ως συνέπεια να αποχωρήσει ο εκλιπών φέροντας τοv φλεβοκαθετήρα στο αριστερό του χέρι. ‘Ετσι, παρά το γεγονός ότι η αιματολογική κατάσταση του τελευταίου εμφανιζόταν ιδιαίτερα βεβαρυμμενη λόγω της νεοπλασματικής νόσου, από τηv οποία έπασχε, όσο και λόγω της χρόvιας νεφρικής ανεπάρκειας, η οποία είχε εκδηλωθεί ως συνέπεια της νόσου αυτής, επιβαρύνθηκε με την παρουσία ενός παράγοντα πιθανής πρόκλησης αιμορραγίας, χωρίς να υφίσταται οποιοσδήποτε λόγος, ο οποίος vα δύναται να δικαιολογήσει τη διακινδύνευση αυτή. Κατά διάρκεια μάλιστα της παραμονής του στην οικία του, όπου δεν υπήρχε η δυνατότητα επιτήρησής του από εξειδικευμένο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, ούτε βέβαια ήταν δυνατή η άμεση επέμβαση του τελευταίου, η ανεξήγητη παρουσία του φλεβοκαθετήρα προκάλεσε την απευκταία για τον εκλιπόντα αιμορραγία. Ειδικότερα, ο τελευταίος μετά την επιστροφή του από το νοσοκομείο και ενόψει της επιβαρυμένης υγείας του και της ταλαιπωρίας, την οποία είχε υποστεί κατά το πρωινό της 18-08-2015, κατακλίσθηκε στο υπνοδωμάτιό του. Υπό συνθήκες, οι οποίες δεν είναι δυνατό να διευκρινιστούν επακριβώς από το Δικαστήριο με βάση τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία έχουν τεθεί στη διάθεσή του, αλλά συνηγορούν υπέρ της περιέλευσης του εκλιπόντος σε κατάσταση ανησυχίας, ο φλεβοκαθετήρας μετακινήθηκε βίαια από τη θέση του, με αποτέλεσμα να προκληθεί ρήξη του αγγείου, στο οποίο είχε εισαχθεί, και vα ακολουθήσει έvτοvη αιμορραγία του εκλιπόντος. Αποτέλεσμα της αιμορραγίας αυτής ήταν vα απωλέσει ο εκλιπών σημαντική ποσότητα αίματος, γεγονός το οποίο διαπιστώθηκε από το πλήρωμα του ασθενοφόρου του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας, το οποίο προσήλθε για να του παράσχει τις πρώτες βοήθειες, αντικατοπτρίστηκε δε και στα αποτελέσματα των εξετάσεων, στις οποίες υποβλήθηκε ο εκλιπών μετά τη διακομιδή του στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου του εvαγόμεvου και από τις οποίες προέκυψε σημαντικότατη πτώση του αιματοκρίτη του.
Περαιτέρω, αποδείχτηκε ότι μετά την εισαγωγή του εκλιπόντος στη Νεφρολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 19-08-2015 και τηv μετάγγιση σε αυτόν δύο μοvάδωv συμπυκvωμέvωv ερυθρών αιμοσφαιρίων ο αιματοκρίτης του επανήλθε στα επίπεδα, κατά τα οποία βρισκόταν τις πρωινές ώρες της προηγούμενης ημέρας, χωρίς ωστόσο η εξέλιξη αυτή vα υποδηλώνει αναγκαία τη σταθεροποίηση της κατάστασής του. Έτσι, η δεύτερη αιματολογική εξέταση, στην οποία υποβλήθηκε ο εκλιπών, κατέδειξε τηv εκ νέου πτώση του αιματοκρίτη του. Παρά το γεγονός όμως ότι τα αποτέλεσμα της εξέτασης αυτής περιήλθαν σε γvώση του ιατρικού προσωπικού της Νεφρολογικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου του εvαγομέvου ήδη από τηv 13.00′ και εvώ η προετοιμασία του εκλιπόντος για την υποβολή του σε νέα μετάγγιση αίματος με ταυτόχρονη αιμοκάθαρση ολοκληρώθηκε περί ώρα 13.52′ η σχετική διαδικασία δεν ξεκίνησε νωρίτερα από τηv 17.30′, δηλαδή μετά τηv πάροδο χρόνου ευρύτερου των τριών (3) ωρώv και τριάντα (30) λεπτών, χωρίς vα συντρέχει οποιοσδήποτε ιατρικός λόγος, ο οποίος vα δύναται vα εξηγήσει τηv πολύωρη αυτή καθυστέρηση. Αντίθετα, η γενική κατάσταση της υγείας του εκλιπόντος, η οποία αναλυτικά περιγράφεται παραπάνω, σε συνδυασμό προς την ταλαιπωρία, την οποία υπέστη εξαιτίας της κατά τα ανωτέρω εκτεταμένης αιμορραγίας, αλλά και των γεγοvότωv που προηγήθηκαν αυτής, καθιστούσε αναγκαία την άμεση αντιμετώπιση της πτώσης του αιματοκρίτη του, προκειμένου vα σταθεροποιηθεί η αιματολογική του κατάσταση και vα εξασφαλιστεί η επιβίωσή του. Εντούτοις, τα μέλη του ιατρικού προσωπικού της Νεφρολογικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου από έλλειψη της απαιτούμενης προσοχής και επιμέλειας δεv μερίμνησαν για τηv έγκαιρη υποβολή του εκλιπόντος στην κατάλληλη θεραπεία, δηλαδή στηv μετάγγιση αίματος, με συνέπεια την περαιτέρω επιδείνωση της ήδη επιβαρυμένης κατάστασης της υγείας του και το συνεπακόλουθο θάνατό του.
Εξάλλου, η κατά τα ανωτέρω κρίση του Δικαστηρίου σχετικά με την απόδοση του γεγονότος του θανάτου του συγγενούς των εvαγόvτωv στην παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού του Γεvικού Νοσοκομείου του εναγομένου, η οποία προσδιορίζεται παραπάvω, δεν δύναται να ανατραπεί από τους ισχυρισμούς του τελευταίου: (α) ότι η αιμορραγία, την οποία υπέστη ο εκλιπών μετά την επιστροφή του από το Γενικό Νοσοκομείο του εvαγομέvου στηv οικία του την 18-08-2015 δεv προήλθε από τοv φλεβοκαθετήρα, ο οποίος είχε τοποθετηθεί στο αριστερό του χέρι, αλλά από την αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία που έφερε στο δεξί του χέρι, (β) ότι η πρώτη και η τρίτη των εvαγόvτωv συvτέλεσαv στην έκταση της αιμορραγίας, καθώς αφενός καθυστέρησαv να τηv αvτιληφθούv και αφετέρου παρέλειψαν vα παρέχουν εγκαίρως στον εκλιπόντα τις απαιτούμενες πρώτες βοήθειες και να καλέσουν το Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας αvαλισκόμεvες στην λήψη φωτογραφιών του αιμόφυρτου συγγενούς τους και (γ) ότι σε κάθε περίπτωση ο θάνατος του συγγενούς των εναγόντων δεν οφείλεται στην αιμορραγία που υπέστη ο τελευταίος και στην επακόλουθη νοσηλεία του, αλλά αποτελεί απόρροια της γενικότερης κατάστασης της υγείας του, όπως αυτή έχει ήδη εκτεθεί αvωτέρω. Οι ισχυρισμοί αυτοί του εναγομένου κρίνονται με βάση τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία έχουν τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου, ως στερούμενοι ουσιαστικής βασιμότητας.
Ειδικότερα, ο ισχυρισμός του εναγομένου που αφενός κατατείνει στην αμφισβητηση της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της αιμορραγίας του εκλιπόντος και της παρουσίας στο αριστερό του χέρι του φλεβοκαθετήρα, ο οποίος του τοποθετήθηκε στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου του, και αφετέρου εντοπίζει την πηγή αυτής στην αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία στο δεξί χέρι του εκλιπόντος, εδράζεται στην ύπαρξη αίματος και στο δεξί χέρι του εκλιπόντος, όπως αυτή προκύπτει από τις φωτογραφίες που προσκομίζονται από τους ενάγοντες, στην μνεία του πληρώματος του ασθενοφόρου του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας, το οποίο παρέλαβε τοv εκλιπόντα από την οικία του, ότι η αιμορραγία του εκλιπόντος προήλθε από την πεταλούδα της αιμοκάθαρσης και στο επιχείρημα ότι η ποσότητα του αίματος, την οποία απώλεσε ο εκλιπών δεν δικαιολογείται από την πρόκληση φλεβικής, αλλά μόvο αρτηριακής αιμορραγίας. Εντούτοις, και τα τρία κατά τα αvωτέρω θεμέλια του υπό Εξέταση ισχυρισμού εμφαvίζοvται σαθρά και δεv μπορούν vα οδηγήσουν στην επαλήθευση της βασιμότητάς του. Συγκεκριμένα, στην πρώτη κατά σειρά από τις τρεις (3) εκτυπώσεις ψηφιακών φωτογραφιών, τις οποίες νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι ενάγοντες, απεικονίζεται ο εκλιπών συγγενής τους vα βρίσκεται επί της κλίνης του με εμφανέστατα ίχνη αίματος τόσο στο στρώμα και στο προσκέφαλό του όσο και σε μεγάλο μέρος του σώματός του και ειδικότερα σε αμφότερα τα άκρα του και στην περιοχή του θώρακα και του προσώπου του. Από την επισκόπηση τόσο της εν λόγω εκτύπωσης, όσο και των δύο (2) άλλων που την συνοδεύουν ενισχύεται η εκτίμηση του Δικαστηρίου ότι ο εκλιπών κατά τη διάρκεια της αvάπαυσής του περιήλθε σε κατάσταση ανησυχίας, με αποτέλεσμα vα προβεί σε έvτοvες και σπασμωδικές κινήσεις τωv άvω άκρων του, οι οποίες είχαν ωc; αποτέλεσμα τη βίαιη απόσπαση του φλεβοκαθετήρα από το αιμοφόρο αγγείο, στο οποίο είχε εισαχθεί, και την εκδήλωση αιμορραγίας. Μάλιστα, η κατάσταση αυτή ανησυχίας, στηv οποία κατά την κρίση του Δικαστηρίου περιήλθε ο εκλιπών, συνεχίστηκε και μετά τηv εκδήλωση της αιμορραγίας, με αποτέλεσμα το αίμα που έρρεε από το σημείο εισόδου του φλεβοκαθετήρα να επεκταθεί και σε άλλα σημεία του σώματος του εκλιπόντος, τα οποία ήλθαν σε άμεση ή έμμεση επαφή με το ως άvω σημείο, αλλά και στην κλίνη, επί της οποίας βρισκόταν. Εξάλλου, η παρουσία αίματος και στο δεξί άvω άκρο του εκλιπόντος δεv δύναται σε καμία περίπτωση vα συνηγορήσει σχετικά με την εκδήλωση αιμορραγίας από την αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία (fistula) που υπήρχε σε αυτό, καθώς η τελευταία ήταv υποδόρια και δεv έφερε οποιασδήποτε μορφής συσκευή, η οποία να παρέχει άμεση πρόσβαση σε αυτή, εvώ σε καμία περίπτωση δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη οποιασδήποτε ρήξης του δέρματος του εκλιπόντος πάνω από αυτήν, από την οποία θα μπορούσε να εκδηλωθεί η αιμορραγία που αποτελεί το αντικείμενο του σχετικού ισχυρισμού του εναγομένου. Η προσπάθεια μάλιστα του τελευταίου vα ενισχύσει την αξιοπιστία του ισχυρισμού αυτού αφενός επικαλούμενο τη διαπίστωση του πληρώματος του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας ότι η αιμορραγία του εκλιπόντος προήλθε από την πεταλούδα της αιμοκάθαρσης και αφετέρου ότι η ποσότητα του αίματος, η οποία απεικονίζεται στις κατά τα ανωτέρω εκτυπώσεις και για τηv οποία έγινε μνεία από το ως άvω πλήρωμα, δεν δικαιολογείται από την εκδήλωση φλεβικής αιμορραγίας, παραβλέπει το γεγονός ότι ο εκλιπών έφερε και στο αριστερό του χέρι αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία (fistula), η οποία ήταν εξωτερικά αντιληπτή λόγω της διόγκωσης της φλέβας, η οποία είχε χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία της. Η ιδιαιτερότητα αυτή του εκλιπόντος, δηλαδή η ύπαρξη αυτόχθοvωv αρτηριοφλεβικώv επικοιvωvιώv σε αμφότερα τα άνω ακρα του, δικαιολογεί αφενός την μνεία του πληρώματος του ασθενοφόρου του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας περί αιμορραγίας από την πεταλούδα τηc; αιμοκάθαρσης, λόγω της συνύπαρξης στο αριστερό άvω άκρο του εκλιπόντος τόσο του ένδικου φλεβοκαθετήρα, όσο και της αυτόχθονης αρτηριοφλεβικής επικοιvωvίας, η οττοία μνημονεύεται ανωτέρω, και αφετέρου τηv απώλεια μεγάλης ποσότητας αίματος, χωρίς vα διαψεύδει τοv αyωγικό ισχυρισμό των εναγόντων σχετικά με το αίτιο της αιμορραγίας. Αντίθετα, ενισχύει τηv κρίση του Δικαστηρίου σχετικά με την πρόκληση της αιμορραγίας εξαιτίας της παραμονής του φλεβοκαθετήρα στο αριστερό άκρο του εκλιπόντος, καθώς ανάλογη συσκευή δεv υπήρχε στο δεξιό άvω άκρο του τελευταίου, ώστε να είναι δυνατή η υπόθεση ότι η αναφορά του πληρώματος του ασθενοφόρου του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας αφορούσε σε αυτό, ενώ η τοποθέτηση του ένδικου φλεβοκαθετήρα με διάτρηση της φλέβας, η οποία συμμετείχε στην αυτόχθοvη αρτηριοφλεβική επικοιvωvία στο αριστερό του άvω άκρο, δικαιολογεί και την έκταση της αιμορραyίας, την οποία υττέστη αυτός. Εξάλλου, η πρόκληση της αιμορραγίας από τηv παρουσία του φλεβοκαθετήρα στο αριστερό άνω άκρο του εκλιπόντος διαπιστώθηκε και από τον αρμόδιο Ιατρό με την ειδικότητα Χειρούργου, ο οποίος εξέτασε τον εκλιπόντα κατά τη δεύτερη είσοδό του στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείο του εvαγόμενου και ο οποίος καταχώρησε και εγγράφως τη σχετική του διαπίστωση στο ειδικό έντυπο που διαθέτει το εναγόμενο προς καταχώρηση της εκτίμησης της κατάστασης των ασθενών που διακομίζονται. Ενδεικτικό μάλιστα του βαθμού της αμέλειας που οδήγησε στην μη αφαίρεση του φλεβοκαθετήρα είναι το γεγονός ότι ο ως άvω Ιατρός δεv περιορίστηκε στην καταχώρηση του εν λόγω γεγονότος, αλλά έκλεισε τη σχετική καταγραφή προσθέτοντας τρία (3) θαυμαστικά.
Περαιτέρω, ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι η έκταση της αιμορραγίας αυτής οφείλεται στη συμπεριφορά της πρώτης και της τρίτης των εναγόντων και συγκεκριμένα στην από μέρους τους καθυστερημένη διαπίστωση και αντιμετώπισή της, ακόμη και αν υποτεθεί αληθής, δεv μπορεί vα διακόψει το σύνδεσμο μεταξύ της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού του, η οποία περιγράφεται παραπάνω, και της πρόκλησης αιμορραγίας στον εκλιπόντα συγγενή τωv εvαγόvτων. Συγκεκριμένα, η αμελής συμπεριφορά τωv προστηθέντωv του εvαγομέvου, η οποία αναλυτικά προσδιορίζεται ανωτέρω, είχε ως συνέπεια να τεθεί ο αιτιακός παράγοντας, ο οποίος οδήγησε στην αιμορραγία του εκλιπόντος, ενώ η πρώτη και η τρίτη των εναyουσώv δεv διέθεταν ούτε τις αναγκαίες εξειδικευμέvες γvώσεις ούτε την απαιτούμενη εμπειρία και ψυχραιμίας ώστε vα προβούν στις ιατρικά ενδεδειγμένες εvέργειες προς ανακοπή της πορείας αυτής. Η κατάσταση πανικού, στην οποία περιήλθαν οι δύο ανωτέρω ενάγουσες και οι απεγνωσμένες προσπάθειές τους για την παροχή συνδρομής στο σύζυγο και πατέρα τους προκύπτουν εξάλλου με ενάργεια από το περιεχόμενο της απομαγvητοφώvησης της τηλεφωνικής συνομιλίας της δεύτερης από αυτές με τον αρμόδιο υπάλληλο του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας, την οποία νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει το ίδιο το εναγόμενο. Στο σημείο αυτό πρέπει επιπλέον να επισημανθεί ότι από κανένα από τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία έχουν νόμιμα τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου δεν αποδεικνύεται ότι έλαβε χώρα οποιαδήποτε ενημέρωση των οικείων του εκλιπόντος σχετικά με την ανάγκη επιτήρησής του κατά τη διάρκεια της παραμονής του φλεβοκαθετήρα στο άνω άκρο του, ούτε παρασχέθηκαν σε αυτούς οδηγίες για τον τρόπο αντιμετώπισης πιθανής αιμορραγίας από την μετακίνηση ή την απόσταση αυτού. Εξάλλου, ο προτεινόμενος υπαινιγμός του εναγομένου σχετικά με τις προτεραιότητες της πρώτης και της τρίτης των εναγόντων μετά τη διαπίστωση της αιμορραγίας του συγγενούς τους (λήψη φωτογραφιών αντί για την άμεση αντιμετώπιση της αιμορραγίας), δεν βρίσκει οποιοδήποτε έρεισμα στο αποδεικτικό υλικό, το οποίο έχει τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου, καθώς από το περιεχόμενο των εκτυπώσεων των εv λόγω ψηφιακών φωτογραφιών προκύπτει. ότι αυτές ελήφθησαν, αφού πρώτα αφαιρέθηκαν από τον εκλιπόντα τα ενδύματά του προς διαπίστωση της πηγής της αιμορραγίας του και αφού απομακρύνθηκαν τα κλιvοσκεπάσματά του και παρασχέθηκε σε αυτόν φροντίδα με την μορφή της τοποθέτησης επιθέματος στην πληγή του. Σε κάθε δε περίπτωση η απώλεια χρόνου όχι περισσότερου από μερικά δευτερόλεπτα για τηv λήψη τωv κατά τα ανωτέρω τριών (3) φωτογραφιών δεν ήταν σε θέση vα ασκήσει οποιαδήποτε επίδραση στην εξέλιξη της πορείας της υγείας του εκλιπόντος.
Πέραν τωv ανωτέρω, ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι ο θάνατος του συγγενούς τωv εvαγόvτωv αποτελεί απόρροια αποκλειστικά και μόνο του βεβαρυμμέvου ιατρικού ιστορικού του και ότι στην πρόκληση αυτού δεν είχε οποιαδήποτε συμμετοχή η αιμορραγία, την οποία υπέστη, αλλά και η ιατρική αντιμετώπιση της αναιμίας που προκλήθηκε εξαιτίας της, δεν δύναται παρά να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του. Από το με αριθμό πρωτοκόλλου 6/25-08- 2015 έγγραφο της Μονάδας Χρόνιας Αιμοκάθαρσης της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία ……. προκύπτει ότι η αιματολογική κατάσταση του εκλιπόντος ήταν σε τέτοιο βαθμό επιβαρυμμένη, ώστε vα καθίσταται αναγκαία η άμεση αντιμετώπιση και του ενδεχόμενου έστω αιμορραγίας του. Για τοv λόγο αυτό οι θεράποντες Ιατροί του στην εv λόγω Μονάδα δεv δίστασαν να διακοψουv άμεσα τη συvεδρια αιμοκαθαρσης, στηv οποια υποβαλλόταv, με υποψία και μόνο ύπαρξης εσωτερικής αιμορραγίας λόγω της πτώσης του από την κλίνη του κατά το βράδυ της 17-08-2015.Παρά το γεγονός όμως ότι ο εκλιπών βαρυνόταν με ένα τόσο δυσμενές ιατρικό ιστορικό ως προς την αιματολογική του κατάσταση το ιατρικό προσωπικό του εναγομένου επέδειξε την αμελή συμπεριφορά,η οποία περιγράφεται ανωτέρω και η οποία είχε ως αποτέλεσμα την έκθεση του εκλιπόvτος σε έvαv επιπλέον κίvδυvo πρόκλησης αιμορραγίας, ο οποίος και πραγματώθηκε τελικά . Από την άλλη, ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι η φυσιολογική για τα δεδομένα του εκλιπόντος αιματολογική του κατάσταση αποκαταστάθηκε πλήρως μετά την ολοκλήρωση της πρώτης μετάγγισης αίματος προς αυτόν παραβλέπει το γεγονός ότι μετά από λίγες μόνο ώρες ακολούθησε και νέα πτώση του αιματοκρίτη του, η οποία ενόψει του γεγονότος ότι ο εκλιπών εμφάνιζε την αιματολογική εικόνα που μνημονεύεται ανωτέρω και είχε ήδη υποβληθεί σε πολύωρη ταλαιπωρία καθ’ όλη τη διάρκεια της προηγούμενης ημέρας, έχρηζε άμεσης αντιμετώπισης, ώστε vα σταθεροποιηθεί η κατάσταση της υγείας του. Αντί όμως της κατά τα ανωτέρω ενδεδειγμένης αντίδρασης οι αρμόδιοι Ιατροί του Νεφρολογικού Τμήματος του Γενικού Νοσοκομείου εξαιτίας της πλημμελούς εκτίμησης των ιατρικών δεδομένων, τα οποία είχαν στη διάθεσή τους, κωλυσιέργησαν ως προς την υποβολή του εκλιπόντος σε vέα μετάγγιση αίματος, με συνέπεια να εξελιχθεί περαιτέρω η παθολογική κατάσταση, στην οποία είχε περιέλθει, και να επιφέρει τελικά το θάνατό του. Κατά συνέπεια, η κακή κατάσταση της υγείας του εκλιπόντος αποτέλεσε το υπόβαθρο των αιτιακώv παραγόντων, οι οποίοι οδήγησαν στο θάνατο του συγγενούς των εκκαλούvτωv και οι οποίοι εκδηλώθηκαν λόγω της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς του ιατροvοσηλεuτικού προσωπικού του εvαγομέvου, δεν δύναται όμως να διακόψει των αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς αυτής και του γεγονότος του θανάτου του συγγενούς των εναγόντων, αφού δεν θα ήταv σε θέση να προκαλέσει αυτό αυτοδύναμα κατά το χρονικό σημείο κατά το οποίο επήλθε αυτό.
Επιπλέον, αποδείχτηκε ότι κατά το χροvικό σημείο του θαvάτου του …..στηv οικογένεια του τελευταίου περιλαμβάνοvταv εκτός από τηv πρώτη ενάγουσα σύζυγό του η δεύτερη και η τρίτη τωv εvαγουσώv κόρες του και ο αvήλικος εγγονός του, γιος της τρίτης και του τέταρτου τwv εvαγόvτωv (βλ σχ. ΑΠ 652/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 222/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 382/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μεταξύ του εκλιπόντος και των κατά τα ανωτέρω προσώπων πέραν της ύπαρξης στεvώv συγγενικών δεσμών είχαν αναπτυχθεί αμοιβαία συναισθήματα αγάπης, στοργής και εκτίμησης και είχαν σφυρηλατηθεί σταθερές διαπροσωπικές σχέσεις, οι οποίες εκδηλώvοvταv και εμπράκτως τόσο από τηv πλευρά του εκλιπόντος όσο και από την πλευρά τωv μελών της οικογένειάς του με πράξεις υλικής και ηθικής συμπαράστασης του μεν προς τους δε και αντίστροφα. Ο απροσδόκητος θάνατός του σε συνδυασμό προς τους ψυχικούς δεσμούς που είχαν αναπτύξει μαζί του, είχε ως συνέπεια vα βιώσουν όλοι οι εvάγοvτες έντονα συναισθήματα θλίψης και στενοχώριας λόγω της απώλειας του οικείου τους προσώπου. Υπέστησαν, επομένως, ψυχική οδύνη εξαιτίας της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς των προστηθέvτωv του εvαγομέvου, η οποία οδήγησε στο θάνατο του συγγενή τους, για τηv ανακούφιση της οποίας πρέπει vα τους επιδικαστεί χρηματική ικανοποίηση. Ειδικά, σε ό,τι αφορά τον ανήλικο εγγονό του εκλιπόντος ….. του …, ο οποίος έχει γεννηθεί τηv ….-…20…., γεγονός που δεv αμφισβητείται εξάλλου από το εναγόμενο, το Δικαστήριο κρίvει ότι αυτός κατά το χρόvο της απώλειας του παππού του είχε αvαπτύξει τηv αναγκαία συναισθηματική ωριμότητα, ώστε vα αντιληφθεί τις συνέπειες από τηv απώλεια του παππού του και να βιώσει ψυχικό πόνο εξαιτίας της.
Εξάλλου, ενόψει της ηλικίας του αποβιώσαντος, της εv γένει κατάστασης της υγείας του εξαιτίας της οποίας το προσδόκιμο επιβίωσής του εμφανιζόταv περιορισμένο, τωv συνθηκών τέλεσης της παράvομης συμπεριφοράς των προστηθέvτωv του εναγομένου και του είδους και του βαθμού της υπαιτιότητάς τους, της ηλικίας, του φύλου και του βαθμού συγγένειας καθενός από τα ανωτέρω πρόσωπα με τον εκλιπόντα, τωv συνεπειών του θανάτου του τελευταίου στην οικογενειακή ζωή και την ψυχική υγεία τους και της κοινωνικής, επαγγελματικής και οικοvομικής κατάστασης τωv μερώv (βλ. σχ. ΑΠ 975/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΤΝΠ ΝΟΜΟΣ}, πρέπει να καθοριστεί το ύψος της οφειλόμενης από το εvαγ0μέyό σε καθέvαv από αυτούς χρηματικής ικανοποίησης ως εξής: (α) στο ποσό των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00€) για τηv πρώτη ενάγουσα, (β) στο ποσό τωv δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000,00€) για τη δεύτερη ενάγουσα, (γ) στο ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000,00€) για τηv τρίτη ενάγουσα και (δ) στο ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000,00€) για τον ανήλικο γιο της τρίτης και του τέταρτου των εναγόντων.
Τέλος, αποδείχτηκε ότι το εvαγόμεvο-αvακοινώvον τη δίκη-προσεπικαλόv- παρεμπιπτόντως ενάγον-υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση κατάρτισε με την λήπτρια της ανακοίνωσης της δίκης- προσεπικαλούμεvη – παρεμπιπτόντως εvαγομέvη – προσθετως παρεμβαίvουσα αvώvυμη ασφαλιστική εταιρία την με αριθμο συμβολαίου 2224034225/08-04-2015 σύμβαση ασφάλισης. Με βάση τη σύμβαση αυτή, όπως το περιεχόμενό της συμπληρώθηκε με την αριθμό 2223021500/09-04-2015 πρόσθετη πράξη, η λήπτρια της ανακοίνωσης της δίκης-προσεπικαλούμεvη παρεμπιπτόvτως εvαγόμεvη-προσθέτως παρεμβαίνουσα αvώvυμη ασφαλστική εταιρία ανέλαβε τηv υποχρέωση να καλύψει την αστική ευθύνη του εvαγομέvου- ανακοιvώvοvτος τη δίκη – προσεπικαλούvτος – παρεμπιπτόvτως ενάγοντος – υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση μεταξύ άλλων και για την περίπτωση πρόκλησης θανάτου ασθενούς από την παροχή ιατρικών υπηρεσιών από μέλη του ιατρικού προσωπικού του Γενικού Νοσοκομείου του τελευταίου κατά το χρονικό διάστημα από 28-02-2015 έως 28-02-2016. Ειδικότερα, με βάση τους σχετικούς όρους της σύμβασης η ασφαλιστική ευθύνη της λήπτριας της ανακοίνωσης της δίκης- προσεπικαλούμεvης παρεμπιπτόντως εναγομένης- προσθέτως παρεμβαίνουσας αvερχόταv μέχρι του ποσού των εκατό χιλιάδων ευρώ (100.000,00€) και μέχρι του ποσού των διακοσίων χιλιάδων ευρώ (200.000,00€) σε περίπτωση συμμετοχής περισσότερων ιατρών και κάλυπτε τόσο τα χρηματικά ποσά, τα οποία θα καταβάλλονταν ως χρηματική ικανοποίηση στους οικείους του αποβιώσαντος πλέον των νόμιμων τόκων, όσο και τα δικαστικά έξοδα, στα οποία θα καταδικαζόταν το αντισυμβαλλόμενό της Εξάλλου, η λήπτρια της ανακοίνωσης της δίκης-προσεπικαλούμεvη- παρεμπιπτόντως εvαyόμεvη-προσθέτως παρεμβαίνουσα συνομολογεί τόσο την κατάρτιση της κατά τα ανωτέρω σύμβασης ασφάλισης, όσο και τηv απορρέουσα από αυτήv ευθύvη της έvαvτι του εvαγομέvου – αvακοιvώvοvτος τη δίκη προσεπικαλούvτος – παρεμπιπτόvτως ενάγοντος- υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση.
VI. Με βάση τα πραγματικά γεγονότα που αποδείχτηκαν, πρέπει να γίνει μερικά δεκτή ως βάσιμη και στην ουσία της η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 14123/16-11-2016 αγωγή, απορριτττομέvης αντιστοίχως της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 17/03-01-2017 πρόσθετης τταρέμβασης κατά τωv εvαγόvτωv, και vα αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00€), στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000,00€), στην τρίτη ενάγουσα ατομικά για τοv εαυτό της το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000,00€) και στην τρίτη και τον τέταρτο των εvαγόvτωv για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου τους …. του …το ττοσό τωv πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000,00€) με το νόμιμο τόκο για το σύνολο τωv ανωτέρω ποσών από την επίδοση της αγωγής. Περαιτέρω, πρέπει να κατανεμηθούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των εναγόντων και του εvαγομέvου αvάλογα με την έκταση της νίκης και αντίστοιχα της ήπας καθεμίας από τις δύο πλευρές (άρθρο 178 παρ. 1 ΚΠολΔ), σύμφωνα προς όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της απόφασης. Παράλληλα, πρέπει να καταvεμηθούv τα δικαστικά έξοδα που προκλήθηκαν από την πρόσθετη παρέμβαση μεταξύ των εναγόντων-καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση και της προσθέτως παρεμβαίνουσας ανάλογα με την έκτασης της νίκης και αντίστοιχα της ήπας καθεμίας από τις δύο πλευρές τωv διαδίκων της κύριας δίκης (άρθρα 178 παρ. 1 και 182 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωvα προς όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Επιπλέον, πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και στην ουσία της η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 14350/21-11-2016 παρεμπίτττουσα αγωγή και να αvαyvωριστεί η υποχρέωση της παρεμπιπτόντως εvαγομέvης να καταβάλει στο παρεμπιπτόντως ενάγον το ποσό των σαράντα πέντε χιλιάδων ευρώ (45.000,00€) με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της κύριας αγωγής πλέον των δικαστικών εξόδων της κύριας αγωγής, τα οποία θα κατανεμηθούν σε βάρος του παρεμπιπτόντως ενάγοντος. Τέλος, πρέπει vα καταδικαστεί η παρεμπιπτόντως εvαγόμενη λόγω της ήττας της στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του παρεμπιπτόντως ενάγοντος (άρθρο 176 ΚΠολΔ), σύμφωvα προς όσα ειδικότερα εκτίθενται στο διατακτικό της απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τηv με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 14123/16-11-2016 αγωγή, την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 14350/21-11-2016 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση παρεμπίπτουσα αγωγή και την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 17/03-01-2017 πρόσθετη παρέμβαση.
ΔΕΧΕΤΑΙ μερικά τηv με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 14123/16-11-2016 αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση του εvαγομέvου vα καταβάλει στηv πρώτη εvάγουσα το ποσό των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00€), στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των δέκα χιλιάδωv ευρώ (10.000,00€), στην τρίτη ενάγουσα ατομικά για τον εαυτό της το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000,00€) και στην τρίτη και τον τέταρτο των εναγόντων για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου τους …. του … το ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000,00€) με το νόμιμο τόκο για το σύνολο των ανωτέρω ποσών από τηv επίδοση της αγωγής.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το εναγόμενο στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων τωv εναγόvτωv, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων ευρώ (1.500,00€).
ΔΕΧΕΤΑΙ μερικά τηv με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 17/03-01-2017 πρόσθετη παρέμβαση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την προσθέτως παρεμβαίνουσα στην καταβολή μέρους τωv δικαστικών εξόδων των καθ’ ωv η πρόσθετη παρέμβαση, το οποίο ορίζει στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200,00€).
ΔΕΧΕΤΑΙ τηv με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 14350/21-11-2016 παρεμπίπτουσα αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ τηv υποχρέωση της παρεμπιπτόντως εναγομέvης vα καταβάλει στο παρεμπιπτόντως ενάγον: (α) το ποσό των σαράντα πέντε χιλιάδων ευρώ (45.000,00€) με το νόμιμο τόκο από τηv επίδοση της κύριας αγωγής και (β) το ποσό τωv χιλίων πεντακοσίων ευρώ (1 500,00€)
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την παρεμπιπτόντως εvαγόμεvη στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων του παρεμπιπτόvτως εvάγοντος, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων ευρώ (1.500,00€).
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στη Θεσσαλονίκη την 22α Μαΐου 2018 και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου χωρίς τηv παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων Δικηγόρων τους τηv 23η Μαΐου 2018.
Αριθμός απόφασης 946/2020
TO ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ Α’
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές …., Πρόεδρο Εφετών, …., Εφέτη, ……, Εισηγήτρια-Εφέτη και τη Γραμματέα ……..
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις .. 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Α. ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ- ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ- ΑΝΑΚΟΙΝΩΝΟΝΤΟΣ ΤΗ ΔΙΚΗ- ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΝΤΟΣ- ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ- ΥΠΕΡ ΟΥ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη … (….) και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παραστάθηκε ΔΙΑ του πληρεξουσίου δικηγόρου …., με Α.Μ. ….του Δ.Σ. …, αφού προηγουμένως, ο εν λόγω πληρεξούσιος δικηγόρος ανακάλεσε τη δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ που είχε προκαταθέσει στις 8-10-2019.
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ- ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ- ΚΑΘ’ΩΝ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: 1) …. χήρας …, το γένος …, κατοίκου …, οδός …. αρ. …, 2) …. του …., κατοίκου …., 3) … του …, κατοίκου …, οδός … αρ. .., 4) …. του …., κατοίκου …, οδός …. αρ. …και ….. του …, κατοίκου …, οδός …αρ. ., ως ασκούντων από κοινού τη γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου τους … του …, κατοίκου …, οδός …. αρ. …, που εκπροσωπήθηκαν βάσει δηλώσεως του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Νικόλαο Διαλυνά, με Α.Μ. 1529 του Δ.Σ. Θεσσαλονίκης.
Β. ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΛΗΠΤΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟYΜΕΝΟΣ- ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ – ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ: Της ανώνυμης ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στην …. (……) και εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε βάσει δηλώσεως του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, από τον πληρεξούσιο δικηγόρο ……, με Α.Μ. ….του Δ.Σ. …..
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:
Α) ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ- ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: 1) … χήρας …., το γένος …., κατοίκου …, οδός … αρ. …, 2) …. του …, κατοίκου ….., 3) …. του …, κατοίκου …., οδός … αρ. …, 4) …. του …, κατοίκου …, οδός …. αρ. …και ….του …, κατοίκου …., οδός ….αρ…. ως ασκούντων από κοινού τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου τους….του …, κατοίκου ….., οδός … αρ. …., που εκπροσωπήθηκαν βάσει δηλώσεως του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Νικόλαο Διαλυνά, με Α.Μ. 1529 του Δ.Σ. Θεσσαλονίκης.
Β) ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ – ΑΝΑΚΟΙΝΩΝΟΝΤΟΣ ΤΗ ΔΙΚΗ- ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ – ΥΠΕΡ ΟΥ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ:
5) του Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «….», που εδρεύει στη ….(….) και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παραστάθηκε ΔΙΑ του πληρεξουσίου δικηγόρου του …., με Α.Μ. …του Δ.Σ. …., αφού προηγουμένως, ο εν λόγω πληρεξούσιος δικηγόρος ανακάλεσε τη δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ που είχε προκαταθέσει στις 8-10-2019.
Οι ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητοι άσκησαν την με αριθμ. κατάθεσης 14123/16-11-2016 αγωγή τους ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης κατά του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος της υπό στοιχείο Α’ έφεσης και ζήτησαν τα αναφερόμενα σ’ αυτήν. Ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, το εναγόμενο της ως άνω αγωγής άσκησε την με αριθμ. κατάθεσης 14350/21-11-2016 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση και παρεμπίπτουσα αγωγή κατά της ασφαλιστικής του εταιρίας, η δε ασφαλιστική εταιρία του εναγομένου άσκησε την με αριθμ. κατάθεσης 17/3-1-2017 πρόσθετη παρέμβαση υπέρ αυτού και κατά των εναγόντων και ζήτησαν τα αναφερόμενα σε αυτές. Το παραπάνω Δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε την ως άνω αγωγή, την προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή και την πρόσθετη παρέμβαση, με την υπ’ αριθμ. 7872/2018 οριστική του απόφαση δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και την πρόσθετη παρέμβαση και δέχθηκε στο σύνολό της την παρεμπίπτουσα αγωγή. Την παραπάνω απόφαση προσέβαλαν τόσο το εναγόμενο της κύριας αγωγής, όσο και η παρεμπιπτόντως εναγομένη και προσθέτως παρεμβαίνουσα, με τις κρινόμενος με αριθμό κατάθεσης 18219/8-8-2018 και 18260/3146/9-8-2018 εφέσεις τους προς το Δικαστήριο αυτό και ζήτησαν τα αναφερόμενα σε αυτές, για τις οποίες ορίσθηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και την εκφώνησή της από το οικείο πινάκιο παραστάθηκαν οι διάδικοι, όπως παραπάνω αναφέρεται.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη υπ’ αριθμ. καταθέσεως 18219/3141/8-8-2018 έφεση του εναγομένου της κύριας αγωγής-παρεμπιπτόντως ενάγοντος και η κρινόμενη υπ’ αριθμ. κατάθεσης 18260/3146/9-8-2018 έφεση της προσεπικαλουμένης – παρεμπιπτόντως εναγομένης, κατά της υπ’ αριθμ. 7872/2018 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν λόγω πρόδηλης συνάφειάς τους, αλλά και διότι με αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων αυτής (άρθρα 246 και 524 παρ. 1 ΚΠολΔ). Οι εφέσεις έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513 παρ. 1,516 παρ. 1, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ), καθόσον από τα έγγραφα που προσκομίζονται δεν προκύπτει η παρέλευση της προθεσμίας άσκησής τους ή άλλος λόγος απαραδέκτου. Επίσης, για το παραδεκτό των εφέσεων κατατέθηκε από τους εκκαλούντες κάθε εφέσεως το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ παράβολο, ποσού 150 ευρώ (βλ. επισημείωση του γραμματέα στα δικόγραφα των εφέσεων περί καταθέσεως του υπ’ αριθμ. 22851904795810080094/2018 ηλεκτρονικού παραβόλου που αφορά την πρώτη έφεση και 22810122195810020084/2018 ηλεκτρονικού παραβόλου που αφορά τη δεύτερη έφεση). Συνεπώς, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να εξετασθούν περαιτέρω κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου που εξέδωσε την εκκαλουμένη απόφαση ήχθησαν προς εκδίκαση Α) η υπ’ αριθμ. κατάθεσης 14123/16-11-2016 αγωγή, Β) η υπ’ αριθμ. κατάθεσης 14350/21-11-2016 ανακοίνωση δίκης με προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση και η ενωμένη παρεμπίπτουσα αγωγή και Γ) η υπ’ αριθμ. κατάθεσης 17/3-1-2017 πρόσθετη παρέμβαση. Α) Με την υπ’ αριθμ. κατάθεσης 14123/16-11-2016 αγωγή τους ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου οι ενάγοντες εξέθεταν ότι ο …., σύζυγος της πρώτης, πατέρας της δεύτερης και της τρίτης και παππούς του ανήλικου τέκνου της τρίτης και του τετάρτου από αυτούς, ο οποίος έπασχε από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και πολλαπλό μυέλωμα με παγκυτταροπενία, διακομίστηκε την 18-8-2015 στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του …., το οποίο διατηρεί το εναγόμενο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου στην …, προκειμένου να υποβληθεί σε αιματολογικό και απεικονιστικό έλεγχο, καθώς και σε κλινική εξέταση από το αρμόδιο ιατρικό προσωπικό του εναγομένου. Περαιτέρω, εξέθεταν ότι, μετά την ολοκλήρωση των κατά τα ανωτέρω ελέγχων και εξετάσεων, δεν κρίθηκε αναγκαία η νοσηλεία του και για τον λόγο αυτό μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στην οικία του, χωρίς ωστόσο να του αφαιρεθεί ο φλεβοκαθετήρας, ο οποίος είχε τοποθετηθεί στο αριστερό του χέρι από το ιατρικό προσωπικό του εναγομένου στο πλαίσιο και προς εξυπηρέτηση του αιματολογικού ελέγχου που διενεργήθηκε στις εγκαταστάσεις του τελευταίου. Επιπλέον, εξέθεταν ότι κατά τις βραδινές ώρες της ίδιας ημέρας ο συγγενής τους παρουσίασε έντονη αιμορραγία στο αριστερό του χέρι και, συγκεκριμένα, στο σημείο τοποθέτησης του φλεβοκαθετήρα, με συνέπεια την εκ νέου διακομιδή του στο γενικό νοσοκομείο του εναγομένου. Επίσης, εξέθεταν ότι, παρά το γεγονός ότι ο αιματοκρίτης του ανωτέρω συγγενούς τους εμφάνιζε ιδιαίτερα χαμηλή τιμή, ο τελευταίος εισήχθη στη νεφρολογική κλινική του γενικού νοσοκομείο του εναγομένου μετά την παρέλευση τεσσάρων (4) ωρών από την άφιξή του σε αυτό, δηλαδή κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 19-8-2015. Ότι κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στην κατά τα ανωτέρω κλινική υποβλήθηκε σε μετάγγιση δύο (2) φιαλών αίματος, καθώς και σε συνεδρία αιμοκάθαρσης. Παράλληλα, εξέθεταν ότι εξαιτίας του γεγονότος ότι η τιμή του αιματοκρίτη του εξακολουθούσε να παραμένει χαμηλή, κρίθηκε αναγκαία, από το ιατρικό προσωπικό του εναγομένου, η μετάγγιση άλλης μίας φιάλης αίματος και ότι κατά τις απογευματινές ώρες της 19-8-2015 υποβλήθηκε σε νέα συνεδρία αιμοκάθαρσης, κατά τη διάρκεια της οποίας υπέστη ανακοπή καρδιάς, με συνέπεια το θάνατό του. Ότι ο θάνατος του συγγενούς τους αποτελεί προϊόν μιας σειράς παράνομων και υπαίτιων πράξεων και παραλείψεων των ιατρών του γενικού νοσοκομείου του εναγομένου νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου και ειδικότερα: α) της παράλειψής τους να αφαιρέσουν τον φλεβοκαθετήρα από το αριστερό χέρι του συγγενούς τους πριν από την έξοδό του από το γενικό νοσοκομείο του εναγομένου και β) της καθυστερημένης εισαγωγής του συγγενούς τους στη νεφρολογική κλινική του γενικού νοσοκομείου του εναγομένου και της υποβολής του σε μετάγγιση αίματος προς αντιμετώπιση της αναιμίας, η οποία προκλήθηκε από την απώλεια αίματος που είχε υποστεί ο εκλιπών. Τέλος, εξέθεταν ότι εξαιτίας του θανάτου του συγγενούς τους η καθεμία από τις τρεις πρώτες από αυτούς και το ανήλικο τέκνο της τρίτης και του τετάρτου από αυτούς υπέστησαν την ψυχική οδύνη, η οποία ειδικότερα περιγράφεται στο δικόγραφο της αγωγής τους. Με βάση το ιστορικό αυτό, οι ενάγοντες ζήτησαν, όπως το αίτημα της αγωγής τους παραδεκτά περιορίστηκε με τις προτάσεις που κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους (άρθρο 223 εδ. β’ ΚΠολΔ), να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλει: α) στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 200.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, β) στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 150.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, γ) στην τρίτη ενάγουσα το ποσό των 150.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και δ) στην τρίτη και τον τέταρτο των εναγόντων, με την ιδιότητά τους ως από κοινού ασκούντων τη γονική μέριμνα του ανήλικου γιου τους ….., το ποσό των 80.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, ως χρηματική ικανοποίηση της ψυχικής τους οδύνης, η οποία προσδιορίζεται στο δικόγραφό τους. Τέλος, ζήτησαν να καταδικασθεί το αντίδικό τους στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων Β) Με την υπ’ αριθμ. κατάθεσης 14350/21-11-2016 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση παρεμπίπτουσα αγωγή του το εναγόμενο-ανακοινώνον τη δίκη προσεπικαλόν-παρεμπιπτόντων ενάγον-υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου ισχυρίσθηκε ότι κατά τον χρόνο που έλαβε χώρα το επικαλούμενο από τους ενάγοντες της κύριας αγωγής ζημιογόνο γεγονός του θανάτου του ……, είχε ασφαλιστεί για την αστική του ευθύνη έναντι τρίτων σε περίπτωση πρόκλησης θανάτου κατά την παροχή ιατρικών υπηρεσιών στο πλαίσιο της λειτουργίας του γενικού νοσοκομείου που διατηρεί, στη λήπτρια της ανακοίνωσης -προσεπικαλούμενη -παρεμπιπτόντως εναγομένη-προσθέτως παρεμβαίνουσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία, με αποτέλεσμα η τελευταία να ευθύνεται σε αποζημίωσή του υπό τους εκτιθέμενους στην αγωγή του περιορισμούς σε περίπτωση ευδοκίμησης της υπό κρίση κύριας αγωγής των εναγόντων σε βάρος του. Με βάση τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά ανακοίνωσε στη λήπτρια της ανακοίνωσης προσεπικαλούμενη -παρεμπιπτόντως εναγομένη – προσθέτως παρεμβαίνουσα τη δίκη που έχει ανοίξει μεταξύ των εναγόντων της κύριας αγωγής και του ιδίου, την προσεπικάλεσε σε πρόσθετη παρέμβαση με την ιδιότητα της δικονομικής του εγγυήτριας και ζήτησε, όπως το αίτημα της παρεμπίπτουσας αγωγής του παραδεκτά περιορίσθηκε με τις προτάσεις που κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα ο πληρεξούσιος δικηγόρος του (άρθρο 223 παρ. β’ ΚΠολΔ), να αναγνωριστεί η υποχρέωση της λήπτριας της ανακοίνωσης της δίκης- προσεπικαλούμενης- παρεμπιπτόντως εναγομένης- προσθέτως παρεμβαίνουσας να του καταβάλει με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση του κρινομένου δικογράφου του οποιοδήποτε χρηματικό ποσό υποχρεωθεί να καταβάλει δυνάμει της αποφάσεως που θα εκδοθεί στους ενάγοντες της κύριας αγωγής μέχρι του ποσού των 200.000 ευρώ και να καταδικαστεί αυτή στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Γ) Με την υπ’ αριθμ. κατάθεσης 17/3-1-2017 πρόσθετη παρέμβασή της η λήπτρια της ανακοίνωσης- προσεπικαλούμενη παρεμπιπτόντως εναγομένη -προσθέτως παρεμβαίνουσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία, ισχυρίσθηκε ότι κατάρτισε με το εναγόμενο ανακοινώνον τη δίκη-προσεπικαλόν-παρεμπιπτόντως ενάγον- υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση ασφαλιστική σύμβαση, με βάση την οποία το τελευταίο ασφαλίστηκε για την αστική του ευθύνη έναντι τρίτων σε περίπτωση πρόκλησης θανάτου κατά την παροχή ιατρικών υπηρεσιών στο πλαίσιο της λειτουργίας του γενικού νοσοκομείου που διατηρεί, για τη χρονική περίοδο εντός της οποίας έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, στο οποίο αναφέρεται η κύρια αγωγή και υπό τους ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις που εκτίθενται στο δικόγραφό της. Με βάση τα παραπάνω η λήπτρια της ανακοίνωσης-προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγομένη-προσθέτως παρεμβαίνουσα, επικαλούμενη την ύπαρξη εννόμου συμφέροντός της ως προς την έκβαση της κύριας δίκης, το οποίο θεμελιώνεται στην υποχρέωσή της προς αποζημίωση του εναγομένου ανακοινώνοντος τη δίκη – προσεπικαλούντος – παρεμπιπτόντως ενάγοντος υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση σε περίπτωση ευδοκίμησης της κύριας αγωγής, ζήτησε την απόρριψη αυτής και την καταδίκη των εναγόντων-καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που συνεκδίκασε την κύρια αγωγή, την προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή και την πρόσθετη παρέμβαση, με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε εν μέρει την κύρια αγωγή και την πρόσθετη παρέμβαση, ενώ περαιτέρω δέχθηκε στο σύνολό της την παρεμπίπτουσα αγωγή. Κατά της αποφάσεως αυτής το εναγόμενο της κύριας αγωγής και η παρεμπιπτόντως εναγομένη και προσθέτως παρεμβαίνουσα άσκησαν τις υπό κρίση συνεκδικαζόμενες εφέσεις τους, με τις οποίες και με τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτές λόγους αναγόμενους σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν Α) το εναγόμενο της κύριας αγωγής, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ως προς τα κεφάλαιά της, που αναφέρονται στους λόγους έφεσής του, με σκοπό να απορριφθεί η αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη στο σύνολό της, Β) η παρεμπιπτόντως εναγομένη, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, με σκοπό να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμες τόσο η κύρια αγωγή όσο και η παρεμπίπτουσα αγωγή.
Από τις διατάξεις των άρθρων 1 και 14 του Ν. …/… «Κύρωση σύμβασης μεταξύ Δημοσίου Ιδρύματος …….>>, όπως το άρθρο 1 αντικαταστάθηκε με το πρώτο άρθρο του Ν. 2618/1998, συνάγονται τα εξής: Το ……….., που εδρεύει στ.. ….., αποτελεί αμιγές νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, το οποίο απολαμβάνει οικονομικής και διοικητικής αυτοτέλειας και λειτουργεί με βάση τις αρχές της ιδιωτικής οικονομίας, πλην των προβλεπομένων στον ίδιο ως άνω νόμο (1964/1991) εξαιρέσεων, στο απασχολούμενο δε από αυτό ιατρικό προσωπικό μπορεί να ενταχθούν Πανεπιστημιακές Κλινικές, εργαστήρια και μονάδες, σύμφωνα με τις ισχύουσες για τα Νοσοκομεία διατάξεις, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Νοσοκομείου, καθώς και Τμήματα και Μονάδες Νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ., που στελεχώνονται με ιατρικό προσωπικό και λοιπό προσωπικό Νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ., με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, οι οποίοι (ιατροί και λοιπό προσωπικό), ναι μεν εξακολουθούν να κατέχουν τις θέσεις τους στα νοσοκομεία (ΝΠΔΔ), στα οποία υπάγονται οργανικά, αφού δύνανται να επανέλθουν σ’ αυτά μετά πάροδο πενταετίας, πλην όμως από την ένταξή τους στο ιατρικό προσωπικό του …… τελούν πλέον σε οργανική σχέση μ’ αυτό, υπαγόμενοι στη δικαιοδοσία και στον επιστημονικό και ιεραρχικό έλεγχο των αρμοδίων οργάνων του. Κατά την παροχή, συνεπώς, των ιατρικών υπηρεσιών τους στο τελευταίο, το οποίο έχει εξαιρεθεί από το Ε.Σ.Υ. (άρθρο 13 παρ. 11 του Ν. 2889/2001), δεν εκπληρώνουν δημόσια υπηρεσία ή υπηρεσία ν.π.δ.δ., ώστε να ανακύπτει ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου έναντι του παθόντος, κατά τις διατάξεις του άρθρου 38 του ήδη ισχύοντος Υπαλληλικού Κώδικα (Ν. 3528/2007) και 105, 106 ΕισΝΑΚ, αλλά υπηρεσία του ν.π.ι.δ., το οποίο, εφόσον προκύπτει ότι παρέχει στον ιατρό γενικές οδηγίες ως προς τον τρόπο και χρόνο της παροχής των υπηρεσιών του, θεωρείται ότι «προέστησε» αυτόν στην υπηρεσία του κατά την έννοια του άρθρου 922 του ΑΚ και ευθύνεται έναντι του παθόντος για την αδικοπρακτική συμπεριφορά του ιατρού κατά την παροχή των υπηρεσιών του στο νοσοκομείο. Το γεγονός ότι ο ιατρός εξακολουθεί να κατέχει την οργανική θέση του στο δημόσιο νοσοκομείο από το οποίο προέρχεται και να λαμβάνει από αυτό τις τακτικές αποδοχές του , δεν αποτελεί στοιχείο που καθορίζει την συνδέουσα αυτόν με το νοσοκομείο … σχέση και δεν αποκλείει την μεταξύ τους σχέση πρόστησης, αφού αυτή μπορεί να υφίσταται όταν, στο πλαίσιο υφιστάμενης μεταξύ δύο προσώπων (φυσικών ή νομικών) δικαιοπρακτικής ή οποιασδήποτε άλλης βιοτικής σχέσης, διαρκούς ή ευκαιριακής, το ένα από τα πρόσωπα αυτά (προστήσας) αναθέτει στο άλλο (προστηθέντα), με ή χωρίς αμοιβή, την εκτέλεση ορισμένης υπηρεσίας, υλικής ή νομικής φύσης, η οποία αποβλέπει στη διεκπεραίωση υποθέσεων και γενικότερα στην εξυπηρέτηση όχι μόνο των επαγγελματικών και οικονομικών συμφερόντων του πρώτου, αλλά και των κοινωνικών ή άλλων συμφερόντων του, κατά την οποία ο δεύτερος υπόκειται στον έλεγχο ή έστω στις γενικές οδηγίες και εντολές ή μόνο στην επίβλεψη του πρώτου (ΑΠ 1988/2013, ΑΠ 1429/2012 δημ. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 298, 299, 330 εδ. βΊ 914 και 932 του ΑΚ συνάγεται ότι η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση και προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση περιουσιακής ζημίας και ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, αντίστοιχα, και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της, περιουσιακού ή μη χαρακτήρα, ζημίας. Παράνομη είναι η συμπεριφορά που αντίκειται σε · απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον. Για την κατάφαση της παρανομίας δεν απαιτείται παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξης. Έτσι, παρανομία συνιστά και η παράβαση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας στο πλαίσιο της συναλλακτικής και γενικότερα της κοινωνικής δραστηριότητας των ατόμων, δηλαδή η παράβαση της κοινωνικώς επιβεβλημένης και εκ της θεμελιώδους δικαιϊκής αρχής της συνεπούς συμπεριφοράς απορρέουσας, υποχρέωσης λήψης ορισμένων μέτρων επιμέλειας για την αποφυγή πρόκλησης ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων προσώπων. Αμέλεια, ως μορφή υπαιτιότητας, υπάρχει όταν ο δράστης, εξαιτίας της παράλειψής του να καταβάλει την επιμέλεια που, με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς εκπροσώπου του κύκλου δραστηριότητάς του, θα καθιστούσε δυνατή την αποτροπή του ζημιογόνου αποτελέσματος, είτε δεν προέβλεψε την επέλευση αυτού, είτε προέβλεψε μεν το ενδεχόμενο επέλευσής του, ήλπιζε όμως ότι θα το αποφύγει. Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει, όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του δράστη ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η συνδρομή των ανωτέρω προϋποθέσεων θεμελιώνει και την αδικοπρακτική ευθύνη του ιατρού για ζημία που προκαλείται από αυτόν κατά την παροχή των (ιατρικών) υπηρεσιών του. Την ευθύνη αυτή, ως προς ορισμένα (ειδικά) θέματα, καλύπτει η ρυθμιστική εμβέλεια του άρθρου 8 του Ν. 2251/1994 για την «προστασία των καταναλωτών», το οποίο ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι «ο παρέχων υπηρεσίες ευθύνεται για κάθε ζημία που προκάλεσε υπαιτίως κατά την παροχή των υπηρεσιών (παρ. 1), ότι «ως παρέχων υπηρεσίες θεωρείται όποιος παρέχει κατά τρόπο ανεξάρτητο υπηρεσία στο πλαίσιο της άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας» (παρ. 2 εδ. β’), ότι «ο ζημιωθείς υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παροχής της υπηρεσίας και της ζημίας» (παρ. 3), ότι «ο παρέχων τις υπηρεσίες φέρει το βάρος της απόδειξης της έλλειψης υπαιτιότητας» (παρ. 4 εδ. α’). ότι «για την εκτίμηση της έλλειψης υπαιτιότητας λαμβάνονται υπόψη η ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια και το σύνολο των ειδικών συνθηκών και ιδιαίτερα: α) η φύση και το αντικείμενο της υπηρεσίας, ιδίως σε σχέση με τον βαθμό επικινδυνότητάς της, β) η εξωτερική μορφή της υπηρεσίας, γ) ο χρόνος παροχής της υπηρεσίας, δ) η ελευθερία δράσης που αφήνεται στον ζημιωθέντα στον πλαίσιο της υπηρεσίας, ε) το αν ο ζημιωθείς ανήκει σε κατηγορία μειονεκτούντων ή ευπρόσβλητων προσώπων και στ) το αν η παρεχόμενη υπηρεσία αποτελεί εθελοντική προσφορά του παρέχοντος» (παρ. 4 εδ. β’) και ότι «μόνη η ύπαρξη ή δυνατότητα τελειότερης υπηρεσίας κατά τον χρόνο παροχής της υπηρεσίας ή μεταγενέστερα δεν συνιστά υπαιτιότητα» (παρ. 5). Από τις διατάξεις αυτού του άρθρου συνάγεται ότι στο πεδίο εφαρμογής του εμπίπτουν και οι ιατρικές υπηρεσίες, διότι ο παρέχων αυτές ιατρός ενεργεί κατά τρόπο ανεξάρτητο, δεν υπόκειται δηλαδή σε συγκεκριμένες υποδείξεις ή οδηγίες του αποδέκτη των υπηρεσιών (ασθενούς), αλλά έχει την πρωτοβουλία και την ευχέρεια να προσδιορίζει τον τρόπο παροχής των υπηρεσιών του. Για τη θεμελίωση της (αδικοπρακτικής) ιατρικής ευθύνης απαιτείται παράνομη και υπαίτια πρόκληση ζημίας. Αμφότερες οι προϋποθέσεις αυτές (παρανομία και υπαιτιότητα) συντρέχουν ταυτοχρόνως, με βάση τη θεώρηση της αμέλειας ως μορφής πταίσματος και ως μορφής παρανομίας («διπλή λειτουργία της αμέλειας») . Έτσι, αν, στο πλαίσιο μιας ιατρικής πράξης, παραβιασθούν οι κανόνες και αρχές της ιατρικής επιστήμης και εμπειρίας ή οι εκ του γενικού καθήκοντος πρόνοιας και ασφάλειας απορρέουσες υποχρεώσεις επιμέλειας του μέσου συνετού ιατρού της ειδικότητας του ζημιώσαντος, τότε η συμπεριφορά αυτή είναι παράνομη και, συγχρόνως, υπαίτια. Ενόψει δε της καθιερούμενης νόθου αντικειμενικής ευθύνης, με την έννοια της αντιστροφής του βάρους απόδειξης τόσο ως προς την υπαιτιότητα όσο και ως προς την παρανομία, ο ζημιωθείς φέρει το βάρος να αποδείξει την παροχή των υπηρεσιών, τη ζημία του και τον αιτιώδη σύνδεσμο της ζημίας με την εν γένει παροχή των υπηρεσιών, όχι όμως και τη συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη που επέφερε το ζημιογόνο αποτέλεσμα, ενώ ο παρέχων τις υπηρεσίες ιατρός, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη, πρέπει να αποδείξει είτε την ανυπαρξία παράνομης και υπαίτιας πράξης του, είτε την έλλειψη αιτιώδους συνδέσμου της ζημίας με την παράνομη και υπαίτια πράξη του, είτε τη συνδρομή κάποιου λόγου επαγόμενου την άρση ή τη μείωση της ευθύνης του (βλ. ΑΠ 1009/2013, 687/2013, 424/2012, 181/2011. , 1227/2007 δημ. ΝΟΜΟΣ). Ακόμη, από τη διάταξη του άρθρου 24 του α.ν. 1565/1939 «περί Κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος», που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ βάσει του άρθρου 47 ΕισΝΑΚ, κατά την οποία ο ιατρός οφείλει να παρέχει με ζήλο, ευσυνειδησία και αφοσίωση την ιατρική του συνδρομή, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης και της κτηθείσας πείρας του, τηρώντας τις ισχύουσες διατάξεις για τη διαφύλαξη των ασθενών και προστασία των υγιών, σε συνδυασμό με τα άρθρα 652, 330 και 914 ΑΚ, συνάγεται ότι, ο ιατρός ευθύνεται σε αποζημίωση για τη ζημία που έπαθε ο ασθενής πελάτης του από κάθε αμέλειά του, ακόμη και ελαφρά, εάν κατά την εκτέλεση των ιατρικών του καθηκόντων παρέβη την υποχρέωση επιμελείας του να ενεργήσει σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης. Αντίθετα, δεν φέρει καμία ευθύνη αν ενήργησε κατά τους πιο πάνω κανόνες και ειδικότερα, όπως θα ενεργούσε υπό τις ίδιες συνθήκες και περιστάσεις και έχοντας στη διάθεσή του τα ίδια μέσα ένας συνετός και επιμελής ιατρός (ΑΠ 1270/1989, ΕφΑθ 197/1988 δημ. ΝΟΜΟΣ, βλ. και Καυκά, Ενοχ. Δίκ. Έκδ. 1993, άρθρο 914, παρ. 6, σελ. 729 επ., Κότσιανο, Η ιατρική ευθύνη (1977), σελ. 61-62, Δωρή , Θεμελιώδη ζητήματα αστικής ευθύνης των ιατρών στο ελληνικό δίκαιο, ΕΕΝ1992, 35-39, Φουντεδάκη, Το πρόβλημα του αιτιώδους συνδέσμου στην ιατρική ευθύνη, Ελλ. Δικ. 1994, ιδίως σελ. 1226-1227). Ιδιαίτερα λαμβάνεται υπόψη η συνδρομή ειδικότητας στο πρόσωπο του ιατρού, η οποία αποτελεί και τον λόγο βαρύτερης ευθύνης του ειδικού (specialiste), αφού η προσφυγή στις υπηρεσίες του, με βαρύτερη οικονομική επιβάρυνση συνήθως του ασθενούς, γίνεται ακριβώς λόγω της ειδικότητάς του αυτής (ΑΠ 220/2003, 967/2001 δημ. ΝΟΜΟΣ). Η ιατρική αμέλεια μπορεί να εμφανίζεται, μεταξύ άλλων, και υπό τη μορφή: α) της εσφαλμένης, ήτοι πλημμελούς, θεραπευτικής αγωγής (φαρμακευτικής, διαιτητικής, εγχειρητικής κλπ.), της διαδικασίας δηλαδή που αποσκοπεί στην ίαση του ασθενούς, κατά τρόπο παρακάμπτοντα τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, β) της μη παραπομπής του ασθενούς σε ειδικό θάλαμο και της ανάληψης της διεξαγωγής ενός διαγνωστικού ή θεραπευτικού εγχειρήματος χωρίς να υπάρχουν οι απαραίτητες ειδικές γνώσεις και ικανότητες ή τα κατάλληλα διαγνωστικά μέσα, ή, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, οι κατάλληλες επιβαλλόμενες από τους κοινώς παραδεκτούς κανόνες της ιατρικής επιστήμης συνθήκες (χώρου, χρόνου κλπ.) για τη διεξαγωγή του ως άνω εγχειρήματος, γ) της μη εκπλήρωσης καθήκοντος ιατρικής μέριμνας και επιμέλειας (βλ. και ΑΠ 687/2013, 1009/2013, 181/2011 δημ. ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, από τις ίδιες παραπάνω διατάξεις, συνδυαζόμενες με τη διάταξη του άρθρου 922 ΑΚ, προκύπτει ότι η ευθύνη του προστήσαντος προς αποκατάσταση της ζημίας και της ηθικής βλάβης του παθόντος ή ψυχικής οδύνης των συγγενών του, προϋποθέτει: α) σχέση πρόστησης, β) παράνομη και υπαίτια (άρα και αμελή) συμπεριφορά του προστηθέντος, τελούσα σε πρόσφορο αιτιώδη σύνδεσμο με την επέλευση της σωματικής βλάβης και γ) εσωτερική αιτιώδη σχέση μεταξύ της εν λόγω συμπεριφοράς και της εκτέλεσης της ανατεθειμένης στον προστηθέντα υπηρεσίας. Σχέση πρόστησης υπάρχει όταν, στο πλαίσιο υφιστάμενης μεταξύ δύο προσώπων (φυσικών ή νομικών) δικαιοπρακτικής ή οποιασδήποτε άλλης βιοτικής σχέσης, διαρκούς ή ευκαιριακής, το ένα από τα πρόσωπα αυτά (προστήσας) αναθέτει στο άλλο (προστηθέντα), με ή χωρίς αμοιβή, την εκτέλεση ορισμένης υπηρεσίας, υλικής ή νομικής φύσης, η οποία αποβλέπει στη διεκπεραίωση υποθέσεων και γενικότερα στην εξυπηρέτηση των επαγγελματικών, οικονομικών, κοινωνικών ή άλλων συμφερόντων του πρώτου και κατά την οποία ο δεύτερος υπόκειται στον έλεγχο ή έστω στις γενικές οδηγίες και εντολές ή μόνο στην επίβλεψη του πρώτου. Πάντως, όταν η εκτέλεση μιας υπηρεσίας έχει ανατεθεί σε πρόσωπα με εξειδικευμένες επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις, ο άνω έλεγχος δεν είναι απαραίτητο να εκτείνεται στον τρόπο εργασίας των εν λόγω προσώπων, ως προς τον οποίο άλλωστε ο κύριος της υπόθεσης, ελλείψει των σχετικών γνώσεων, δεν είναι σε θέση να τα ελέγξει, αλλά μπορεί και αρκεί (ο έλεγχος) να αφορά στην παροχή οδηγιών έστω και γενικού περιεχομένου, ως προς τον τόπο, τον χρόνο και τους λοιπούς όρους εργασίας των ειδικευμένων προσώπων. Ειδικότερα, στην περίπτωση νοσηλείας ασθενούς από ιατρό σε νοσηλευτικό ίδρυμα, αρκεί, για τον χαρακτηρισμό του τελευταίου ως προστήσαντος, η εκ μέρους του παροχή γενικών μόνο οδηγιών στον ιατρό, ως προς τον τόπο, τον χρόνο και τους όρους εργασίας του τελευταίου. Και τούτο, γιατί η παροχή ειδικών οδηγιών στον ιατρό για τον τρόπο διενέργειας των ιατρικών πράξεων (διαγνωστικών ή θεραπευτικών) δεν είναι δυνατή, αφού, όπως προκύπτει από το άρθρο 24 του α.ν. 1565/1939 «περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος», ο ιατρός είναι υποχρεωμένος, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, να ενεργεί όχι σύμφωνα με τις τυχόν ειδικές αυτές οδηγίες, αλλά σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης, ήτοι τα διδάγματα της εν λόγω επιστήμης και την αποκτηθείσα συναφώς ειδική πείρα (ΑΠ 181/2011, ΑΠ 1362/2007, ΑΠ 1226/2007 δημ. ΝΟΜΟΣ). Η έννοια της πρόστησης είναι νομική και υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου η κρίση για το αν τα περιστατικά, που έγιναν ανελέγκτως δεκτά, συνιστούν την έννοια της πρόστησης (ΑΠ 639/1996 δημ. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 932ΑΚ, σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που υπέστη προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου, η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης . Το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι’ αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ως κριτήρια το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υποχρέου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών (ΟλΑΠ 9/2015, ΑΠ 47/201Ο, ΕφΘεσ 202/2011 δημ. ΝΟΜΟΣ). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, η αγωγή, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται για κάθε δικόγραφο (άρθρα 117, 118 ΚΠολΔ), πρέπει επιπλέον να περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν σύμφωνα με τον νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, για το ορισμένο και, κατά συνέπεια, το παραδεκτό της αγωγής αρκεί να εκτίθενται στο δικόγραφό της τα πραγματικά περιστατικά που αποτελούν προϋποθέσεις εφαρμογής ορισμένης νομικής διάταξης, στην οποία και θεμελιώνεται το ασκούμενο με την αγωγή δικαίωμα (ΑΠ 1570/2006 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 926/2004 Δ/νη 45, 1659). Έτσι, για το ορισμένο της αγωγής, με την οποία ζητείται η επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, την οποία υπέστη ο αδικηθείς από τον αδικοπραγήσαντα, αρκεί να αναφέρεται σ’ αυτή το είδος της προσβολής, η παράνομη πράξη που την προκάλεσε, ο αιτιώδης σύνδεσμός της με- αυτή, καθώς και το ότι ο προσβαλών τελούσε σε υπαιτιότητα. Ειδικότεροι όμως προσδιορισμοί, όπως είναι η έκταση της βλάβης που υπέστη ο παθών, η βαρύτητα του πταίσματος του υπαιτίου, καθώς οι συμπαρομαρτούσες συνθήκες, δηλαδή η περιουσιακή κατάσταση των διαδίκων, η κοινωνική τους θέση, οι προσωπικές σχέσεις μεταξύ των διαδίκων, ο ποινικός χαρακτήρας της πράξεως του υπαιτίου κλπ., αποτελούν είτε ιδιότητες των στοιχείων που συνθέτουν την ιστορική βάση της αγωγής, είτε περιστατικά που λαμβάνονται υπόψη για να καθοριστεί το εύλογο χρηματικό ποσό για την ικανοποίηση του παθόντος και η παράθεσή τους δεν είναι απαραίτητη για την πληρότητα της αγωγής (ΑΠ 1220/2010, ΑΠ 1445/2003 δημ. ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, οι εκκαλούντες των υπό κρίση εφέσεων με τον πρώτο λόγο των εφέσεών τους ισχυρίζονται ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό τους περί αοριστίας της κρινόμενης κύριας αγωγής για τον λόγο ότι οι ενάγοντες αυτής με αντιφατικό τρόπο παρέθεσαν τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, ενώ με πλήρη ασάφεια έκαναν αναφορά σε θεμελιωτικά της βλάβης περιστατικά και ιδίως στο στοιχείο της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ των αποδιδόμενων στους ιατρούς του νοσοκομείου παραλείψεων και του επελθόντος αποτελέσματος, ενώ περαιτέρω δεν εξέθεσαν στο αγωγικό δικόγραφο την οικονομική και κοινωνική τους κατάσταση. Ωστόσο, έχοντας το προαναφερομενο περιεχομενο η αγωγη, ειναι επαρκως ορισμενη σύμφωνα με τους όρους που η διάταξη του άρθρου 216 ΚΠολΔ θέτει, αφού υπάρχει σ’ αυτή η αναφορά όλων των πραγματικών και νομικών όρων γέννησης της ένδικης αξίωσης. Ειδικότερα, οι ενάγοντες, οι οποίοι στηρίζουν την αγωγική τους αξίωση στη διαπραχθείσα σε βάρος τους αδικοπραξία εκ μέρους του προστηθέντος από το εναγόμενο ιατρικού προσωπικού, εξαιτίας της οποίας (αδικοπραξίας) υπέστησαν μη περιουσιακή ζημία και δη, ψυχική οδύνη, διαλαμβάνουν με πληρότητα στο δικόγραφο της αγωγής τους, α) όλα τα, κατά νόμο, αναγκαία πραγματικά περιστατικά, που συνιστούν την αδικοπρακτική συμπεριφορά των προστηθέντων από το εναγόμενο ιατρών, β) την μη περιουσιακή ζημία που υπέστησαν και γ) τον αιτιώδη σύνδεσμο, με την έννοια της επαρκούς και πρόσφορης αιτίας μεταξύ της συμπεριφοράς των προστηθέντων από το εναγόμενο ιατρών και της ζημίας που επήλθε σ’ αυτούς. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ορισμένη την αγωγή, απορρίπτοντας τον προβληθέντα ισχυρισμό τόσο του εναγομένου όσο και της παρεμπιπτόντως εναγομένης περί αοριστίας της αγωγής, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ο πρώτος λόγος των κρινομένων εφέσεων πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.
Από την υπ’ αριθμ. 938/23-2-2017 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρος των εναγόντων-καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση ….. του …., η οποία λήφθηκε ενώπιον της Ειρηνοδίκου …..μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήση του εναγομένου παρεμπιπτόντως ενάγοντος (βλ. την υπ’ αριθμ. 4314ΑΊ20-2-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Θεσσαλονίκης …….) και τις υπ’ αριθμ. 7047 και 7048/23-2-2017 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων του εναγομένου-παρεμπιπτόντως ενάγοντος υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση …… του …και της….. του …αντίστοιχα, οι οποίες λήφθηκαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης …… μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήση των εναγόντων-καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση (βλ. την υπ’ αριθμ. 6379Β’/20-2-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Θεσσαλονίκης ..….), από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα τα οποία οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, εκτιμώμενα είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 395, 591 ΚΠολΔ), στα οποία συμπεριλαμβάνονται και οι ψηφιακές εκτυπώσεις φωτογραφιών καθώς και τα συντεταγμένα στην αγγλική γλώσσα έγγραφα, μερικά από τα οποία συνοδεύονται από επίσημη μετάφραση (άρθρο 454 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ….. του … γεννήθηκε στη ….στις ..-..-19.. και απεβίωσε στον ίδιο τόπο στις …-…-20… Στις ..-..-19.. τέλεσε νόμιμο γάμο με την πρώτη ενάγουσα, στο πλαίσιο του οποίου απέκτησε δύο τέκνα, τη δεύτερη και την τρίτων των εναγόντων, οι οποίες γεννήθηκαν στη ….. στις ..-..-19.. και στις …-..-19… αντίστοιχα. Επίσης, συνδεόταν με συγγενική σχέση και με τον ……, ο οποίος ήταν εγγονός του, καθώς γεννήθηκε στο πλαίσιο του νόμιμου γάμου που τελέστηκε μεταξύ της τρίτης και του τετάρτου των εναγόντων. Το εναγόμενο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου έχει ιδρύσει και λειτουργεί στην ….. Νοσοκομείο, στο οποίο παρέχονται ιατρικές υπηρεσίες από ιατρούς περισσότερων ειδικοτήτων και το οποίο είναι οργανωμένο σε περισσότερα τμήματα και κλινικές με βάση το είδος των υπηρεσιών που παρέχονται από κάθε τμήμα και κάθε κλινική αντίστοιχα. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, μετά τη συμπλήρωση του πεντηκοστού έτους της ηλικίας του ο κατά τα ανωτέρω συγγενής των εναγόντων, άρχισε να αντιμετωπίζει μια σειρά προβλημάτων υγείας, τα οποία με την πάροδο του χρόνου απέβαιναν διογκούμενα τόσο ως προς το πλήθος όσο και ως προς τη βαρύτητά τους. Συγκεκριμένα, έπασχε ήδη από το έτος 19… από αρτηριακή υπέρταση, το έτος 20.. εμφάνισε υπερτροφία προστάτη, ενώ το έτος 20… διαγνώστηκε να πάσχει από υπεριλιπιδαιμία. Κατά το ίδιο έτος άρχισε να παρατηρείται επιβάρυνση της λειτουργίας των νεφρών του, με συνέπεια να νοσηλευτεί στην ….. Κλινική του …… Μάλιστα, στο πλαίσιο των εξετάσεων στις οποίες υποβλήθηκε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στο ανωτέρω νοσοκομείο, εντοπίστηκε μονοκλωνική παραπρωτείνη στα ούρα του, εύρημα το οποίο υποδήλωνε την εκδήλωση νεοπλασματικής νόσου του αίματος και ειδικότερα πολλαπλού μυελώματος, καθώς η νόσος αυτή πλήττοντας τα πλασματοκύτταρα του αίματος συντελεί στη συσσώρευση καρκινικών κυττάρων στον μυελό των οστών, με συνέπεια την παραγωγή μη φυσιολογικών πρωτεϊνών αντί των αναγκαίων για την προστασία του ανθρώπινου οργανισμού από τις λοιμώξεις και τις μολύνσεις αντισωμάτων, γεγονός το οποίο αφενός συντελεί στην πρόκληση αναιμίας, λόγω της μείωσης του αριθμού των ερυθρών αιμοσφαιρίων, και αφετέρου επιφέρει μειωμένη νεφρική λειτουργία. Για τον λόγο αυτό υποβλήθηκε, κατά τον Φεβρουάριο του έτους 20.., σε βιοψία νεφρού στο ίδιο νοσοκομείο και διαγνώστηκε να πάσχει από σπειραματοπάθεια και εναποθέσεις ελαφρών αλύσεων, δηλαδή από πολλαπλό μυέλωμα. Αποδείχτηκε ακόμη ότι, προς αντιμετώπιση της νεοπλασματικής αυτής νόσου, άρχισε να παρακολουθείται συστηματικά από τους ιατρούς του Αιματολογικού Τμήματος του Γενικού Νοσοκομείου ….. Υποβλήθηκε μάλιστα σε χημειοθεραπεία και λάμβανε σε μόνιμη βάση φαρμακευτική αγωγή. Παρά το γεγονός, όμως, ότι η πορεία της υγείας του παρουσίασε για μεγάλο χρονικό διάστημα σχετική σταθερότητα, χωρίς βέβαια να απουσιάσουν οι όποιες μεγαλύτερες ή μικρότερες διακυμάνσεις, η νεοπλασματική νόσος, από την οποία έπασχε, είχε άμεση επίδραση στην ομαλή λειτουργία των νεφρών του, με αποτέλεσμα να περιέλθει ήδη από το έτος 2008 σε κατάσταση χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας και να καταστεί αναγκαία η υποβολή του δύο (2) έως τρεις (3) φορές κάθε εβδομάδα σε συνεδρίες αιμοκάθαρσης με τη χρήση τεχνητού νεφρού, οι οποίες αρχικά λάμβαναν χώρα στο ….. και στη συνέχεια, από τις 3-7-2010, στη Μονάδα Χρόνιας Αιμοκάθαρσης της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «……». Στο πλαίσιο, μάλιστα, της υποβολής του, στην κατά τα ανωτέρω διαδικασία και προς εξυπηρέτηση αυτής, ο εκλιπών συγγενής των εναγόντων υποβλήθηκε κατά το έτος 2008 σε χειρουργική επέμβαση αυτόχθονης αρτηριοφλεβικής επικοινωνίας (fistula), στο πλαίσιο της οποίας έλαβε χώρα σύρραψη μίας φλέβας και μίας αρτηρίας στην περιοχή του βραχίονα του αριστερού του χεριού, ώστε να διευκολύνεται η σύνδεση του καρδιαγγειακού του συστήματος με τη συσκευή της αιμοκάθαρσης. Εντούτοις, η κατά τα ανωτέρω αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία (fistula) κατέστη σταδιακά μη λειτουργική, με αποτέλεσμα να υποβληθεί ο εκλιπών στις 5-5- 2014 σε αντίστοιχη χειρουργική επέμβαση στην περιοχή του βραχίονα του δεξιού του χεριού, όπου επιτεύχθηκε με τον ίδιο τρόπο η αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία, διαμέσου της οποίας εξασφαλίστηκε στο εξής η πρόσβαση του τεχνητού νεφρού στο καρδιαγγειακό σύστημα του εκλιπόντος. Παρά το γεγονός ότι η θέση αμφότερων των κατά τα ανωτέρω αυτόχθονων αρτηριοφλεβικών επικοινωνιών ήταν υποδόρια, αυτές ήταν εξωτερικά αντιληπτές, καθώς λόγω της επικοινωνίας τους με τις αντίστοιχες αρτηρίες οι συρραμμένες φλέβες του εκλιπόντος διογκώθηκαν και τα τοιχώματά τους κατέστησαν σκληρότερα, με συνέπεια να γίνονται αισθητές τόσο με την αφή όσο και με την όραση. Επιπλέον, αποδείχτηκε ότι η πολυετής καταπόνηση της υγείας του εκλιπόντος συγγενούς των εναγόντων, η οποία περιγράφεται παραπάνω και η οποία αποτέλεσε κατά κύριο λόγο απότοκο της νεοπλασματικής νόσου, από την οποία προσβλήθηκε, και της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας τελικού σταδίου, στην οποία περιήλθε εξαιτίας της ασθένειας αυτής, είχε ως συνέπεια να υποφέρει εκτός από τις παθολογικές καταστάσεις, οι οποίες ήδη έχουν μνημονευτεί, και από ανεπάρκεια αορτικής και στένωση μιτροειδούς βαλβίδας, καθώς και από περιφερική αγγειοπάθεια. Εξάλλου, από τον Αύγουστο του 2014 η υγεία του εκλιπόντος άρχισε να παρουσιάζει σημαντική κάμψη, καθώς ο τελευταίος εμφάνισε καταβολή, ανορεξία, απώλεια βάρους και εκδήλωσε επεισόδια υπέρτασης και ιλίγγου. Μάλιστα, η επιδεινωμένη αυτή κατάσταση δεν είχε προσωρινό χαρακτήρα, αλλά, αντίθετα, εξακολούθησε έως και τον Αύγουστο του έτους 2015. Στο πλαίσιο της εξέλιξης αυτής κατά τον Ιούλιο του έτους 2015, οι αιματολογικές εξετάσεις, στις οποίες τακτικά υποβαλλόταν ο εκλιπών, έδειξαν σημαντική πτώση τόσο του αριθμού των λευκών αιμοσφαιρίων στο αίμα του, όσο και του αιματοκρίτη και των αιμοπεταλίων. Η διαπίστωση αυτή είχε ως συνέπεια την υποβολή του εκλιπόντος σε μυελόγραμμα και οστεομυελική βιοψία στις 10-8-2015 στο ……. Παράλληλα, βέβαια, με την αναζήτηση των αιτίων της επιδείνωσης της υγείας του εκλιπόντος, η οποία πλέον προέκυπτε τόσο από τη γενικότερη κλινική του κατάσταση, όσο και από τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεών του, συνεχίστηκε η τακτική υποβολή του σε συνεδρίες αιμοκάθαρσης, διαδικασία απολύτως αναγκαία για την εξασφάλιση της επιβίωσής του. Στις 18-8-2015 και περί ώρα 07.00′ ο εκλιπών προσήλθε στις εγκαταστάσεις της Μονάδας Χρόνιας Αιμοκάθαρσης της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…….», προκειμένου να υποβληθεί στην προγραμματισμένη συνεδρία αιμοκάθαρσης. Πριν από την έναρξη της τελευταίας διαπιστώθηκε ότι ο εκλιπών έφερε θλαστικό τραύμα τραχηλικής χώρας και κάκωση λεκάνης-ισχίων, σωματικές βλάβες που προκλήθηκαν από πτώση του εντός της οικίας του κατά το βράδυ στις 14-8-2015. Για τον λόγο αυτόν ο εκλιπών υποβλήθηκε σε κλινική εξέταση, από την οποία δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη οποιουδήποτε νευρολογικού ή παθολογικού ευρήματος, ενώ παράλληλα αυτός εμφανιζόταν αιμοδυναμικά σταθερός, καθώς τόσο η αρτηριακή του πίεση όσο και οι καρδιακοί του παλμοί κυμαίνονταν εντός του φυσιολογικού πεδίου τιμών. Ξεκίνησε, έτσι, η διαδικασία υποβολής του σε αιμοκάθαρση, αφού όμως πρώτα διενεργήθηκε αιμοληψία, προκειμένου να ελεγχθεί η τιμή του αιματοκρίτη και να αποκλειστεί το ενδεχόμενο εσωτερικής αιμορραγίας λόγω τραυματισμού από την πτώση του. Τα αποτελέσματα της εξέτασης αίματος, η οποία επακολούθησε, κατέδειξαν περαιτέρω πτώση του αιματοκρίτη του εκλιπόντος σε σχέση προς τις χαμηλές ήδη τιμές του τελευταίου κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τις αρχές του Ιουλίου του έτους 2015 έως και την ημέρα εκείνη. Για τον λόγο αυτό κρίθηκε σκόπιμο να διακοπεί, μετά την πάροδο πενήντα (50) περίπου λεπτών, η συνεδρία αιμοκάθαρσης η οποία ήταν σε εξέλιξη, και να διακομιστεί ο εκλιπών στο ……του εναγομένου, το οποίο εφημέρευε κατά την ημέρα εκείνη, προκειμένου να διακριβωθεί η κατάσταση της υγείας του και να αντιμετωπιστεί η όποια αρνητική εξέλιξη αυτής. Σε συνέχεια των ανωτέρω αποδείχτηκε ότι ο εκλιπών διακομίστηκε με ασθενοφόρο του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας στο … του εναγομένου και περί ώρα 09.36′ εισήχθη στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών, όπου υποβλήθηκε σε κλινικό και σε ακτινολογικό έλεγχο, καθώς και σε γενική εξέταση αίματος, αλλά και σε καρδιογράφημα, χωρίς να εντοπιστεί οποιοδήποτε ανησυχητικό εύρημα. Έτσι, αφού έλαβε χώρα συρραφή του τραύματος που έφερε στο δεξιό μέρος της κάτω γνάθου και αφού του δόθηκαν οδηγίες και φαρμακευτική αγωγή, εξήλθε περί ώρα 13.20′ από το …… του εναγομένου και μεταφέρθηκε εκ νέου με ασθενοφόρο του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας στην οικία του στην …. όπου κατέφθασε περί ώρα 13.47′. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου, του τοποθετήθηκε από το αρμόδιο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό του τελευταίου περιφερικός φλεβικός καθετήρας (φλεβοκαθετήρας) στο αριστερό του χέρι, προκειμένου να λάβει χώρα λήψη της αναγκαίας ποσότητας αίματος για τη διενέργεια της σχετικής εργαστηριακής εξέτασης. Ο φλεβοκαθετήρας παρέμεινε στο χέρι του εκλιπόντος και μετά την έξοδό του από το Νοσοκομείο και την επιστροφή του στην οικία του. Περί ώρα 22.41′ στις 18-8-2015 η τρίτη των εναγόντων, κόρη του εκλιπόντος, τηλεφώνησε στο Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας ζητώντας τη μετάβαση ασθενοφόρου στην οικία του εκλιπόντος προς τον σκοπό της μεταφοράς αυτού σε εφημερεύον νοσοκομείο, καθώς ο τελευταίος είχε παρουσιάσει εκτεταμένη αιμορραγία, ενώ παρέμενε κλινήρης. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της σχετικής κλήσης η τρίτη των εναγόντων προέτρεπε την πρώτη από αυτούς, μητέρα της ίδιας και σύζυγο του εκλιπόντος, να αφαιρέσει από το χέρι του τον φλεβοκαθετήρα και να ασκήσει πίεση στο σημείο εισόδου αυτού, προκειμένου να σταματήσει η αιμορραγία. Σε απάντηση στην ανωτέρω κλήση ασθενοφόρο του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας μετέβη περί ώρα 23.14, στην οικία του εκλιπόντος, όπου το πλήρωμα αυτού διαπίστωσε ότι ο εκλιπών είχε υποστεί μεγάλη απώλεια αίματος. Προς αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής έλαβε χώρα επίδεση του τραύματος του εκλιπόντος και διακομιδή του περί ώρα 23.36′ στο Γενικό Νοσοκομείο του εναγομένου, το οποίο εξακολουθούσε να εφημερεύει. Ο εκλιπών εισήχθη εκ νέου στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών, όπου έλαβε χώρα κλινική εξέτασή του από Ιατρό με την ειδικότητα του Χειρουργού, κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι η αιμορραγία είχε πλέον σταματήσει. Στη συνέχεια, ακολούθησε αιμοληψία προς το σκοπό της διενέργειας γενικής εξέτασης αίματος, από την οποία διαπιστώθηκε σημαντικότατη πτώση του αιματοκρίτη (από ποσοστό 27,4% κατά την έξοδό του από το Γενικό Νοσοκομείο του εναγομένου κατά τις μεσημεριανές ώρες στις 18-8-2015 σε ποσοστό 20,9%). Στη συνέχεια, ο εκλιπών εξετάστηκε από Ιατρό Παθολόγο και υποβλήθηκε σε μέτρηση της αρτηριακής του πίεσης, ηλεκτροκαρδιογράφημα και ακτινογραφία θώρακος, ενώ παράλληλα παραγγέλθηκαν βιοχημικές εξετάσεις και ορός για διασταύρωση. Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασής του από τον Ιατρό Παθολόγο, ο εκλιπών παραπέμφθηκε στη Νεφρολογική Κλινική του….. του εναγομένου, προκειμένου να υποβληθεί σε μετάγγιση αίματος. Η εισαγωγή του στην ανωτέρω Κλινική έλαβε χώρα στις 19-8-2015 και περί ώρα 03.00. Αμέσως μετά από αυτήν υποβλήθηκε σε εξέταση των αερίων του αίματός του, από την οποία διαπιστώθηκε ότι η τιμή του καλίου ήταν πολύ υψηλότερη του φυσιολογικού. Ενόψει του γεγονότος αυτού σε συνδυασμό και προς την πτώση του αιματοκρίτη του εκλιπόντος, κρίθηκε αναγκαία η ταυτόχρονη υποβολή του τόσο σε μετάγγιση αίματος όσο και σε αιμοκάθαρση. Πριν την έναρξη της σχετικής διαδικασίας, έλαβε χώρα διασταύρωση της ομάδας αίματος του εκλιπόντος και στήθηκε η μονάδα τεχνητού νεφρού, με αποτέλεσμα η παράλληλη διαδικασία μετάγγισης και αιμοκάθαρσης να εκκινήσει περί ώρα 04.00′. Στο πλαίσιο αυτής μεταγγίστηκαν στον εκλιπόντα δύο (2) μονάδες συμπυκνωμένων ερυθρών αιμοσφαιρίων (ΜΣΕ). Μετά την ολοκλήρωση της μετάγγισης και της αιμοκάθαρσης περί ώρα 07.30 ‘ ο εκλιπών παρέμεινε νοσηλευόμενος στη Νεφρολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου. Υποβλήθηκε μάλιστα σε νέα εξέταση αίματος, από την οποία προέκυψε άνοδος του αιματοκρίτη σε ποσοστό 28,9%. Μετά, όμως, από νέα εξέταση δείγματος από το αίμα του εκλιπόντος, τα αποτελέσματα της οποίας εκδόθηκαν περί ώρα 13.00′, προέκυψε υποχώρηση του αιματοκρίτη του σε ποσοστό 23,8%. Ενόψει της εξέλιξης αυτής κρίθηκε αναγκαία η μετάγγιση ακόμη μίας μονάδας συμπυκνωμένων ερυθρών αιμοσφαιρίων (ΜΣΕ) με ταυτόχρονη αιμοκάθαρση. Ο εκλιπών υποβλήθηκε αρχικά σε ηλεκτροκαρδιογράφημα και στη συνέχεια σε έλεγχο συμβατότητας, ο οποίος ολοκληρώθηκε περί ώρα 13.52′. Ωστόσο, η έναρξη της κατά τα ανωτέρω ιατρικής διαδικασίας δεν προγραμματίστηκε νωρίτερα από τις 17.30′. Τελικά, όμως, κατά τη διάρκεια της αιμοκάθαρσης ο εκλιπών υπέστη καρδιοαναπνευστική ανακοπή. Η προσπάθεια για καρδιοαναπνευστική αναζωογόνησή του απέβη άκαρπη και κατέληξε περί ώρα 19.20′. Ως αιτία του θανάτου του διαγνώστη καρδιοαναπνευστική ανακοπή που οφείλεται σε χρόνια νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου λόγω πολλαπλού μυελώματος με παγκυτταροπενία. Με βάση τα κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα πραγματικά γεγονότα, το Δικαστήριο άγεται με ασφάλεια στο συμπέρασμα ότι ο θάνατος του συγγενούς των εναγόντων συνδέεται αιτιωδώς με την παροχή προς αυτόν από το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου των ιατρικών υπηρεσιών, οι οποίες περιγράφονται παραπάνω, τόσο κατά τη διακομιδή του στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών, η οποία έλαβε χώρα τις πρωινές ώρες στις 18- 8-2015, όσο και κατά τη νοσηλεία του στη Νεφρολογική Κλινική, η οποία έλαβε χώρα στις 19-8-2015. Ειδικότερα, παρά το γεγονός ότι το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου υπείχε νόμιμη υποχρέωση να παρέχει στον εκλιπόντα συγγενή των εναγόντων την προσήκουσα για την αποκατάσταση της υγείας του ιατρική φροντίδα και περίθαλψη, δεν επέδειξε την αναγκαία και δυνατή, με βάση τις περιστάσεις, επιμέλεια και προσοχή, με συνέπεια να προβεί, κατά παράβαση των γενικά παραδεδεγμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης, σε μία σειρά παραλείψεων, οι οποίες οδήγησαν στο αποτέλεσμα του θανάτου του συγγενούς των εναγόντων. Συγκεκριμένα, αποδείχθηκε ότι, κατά την παραμονή του εκλιπόντος συγγενούς των εναγόντων στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου του εναγομένου τοποθετήθηκε στο αριστερό χέρι αυτού περιφερικός φλεβικός καθετήρας (φλεβοκαθετήρας). Πρόκειται για ιατρική συσκευή κατασκευασμένη από πολυουρεθάνη, η οποία εισάγεται σε ένα αιμοφόρο αγγείο (φλέβα) του ασθενούς και εξασφαλίζει τη δυνατότητα ενδοφλέβιας πρόσβασης και θεραπείας. Η χρήση του και η παραμονή του στο σώμα του ασθενούς υπαγορεύεται, εφόσον συντρέχουν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις: α) χορήγηση φαρμάκων ενδοφλέβιας θεραπείας, β) χορήγηση ενδοφλέβιων υγρών και ηλεκτρολυτών, γ) χορήγηση παρεντερικής διατροφής, δ) μετάγγιση αίματος και παραγώγων αυτού, ε) λήψη αίματος και στ) χορήγηση ενδοφλέβιων παραγόντων για διαγνωστικούς σκοπούς (σκιαστικό υγρό). Δεδομένου μάλιστα ότι η αποτυχημένη προσπάθεια εισαγωγής του φλεβοκαθετήρα δύναται να επιφέρει αιμορραγία του ασθενούς, ιδίως σε περίπτωση που αυτός αντιμετωπίζει προβλήματα πηκτικότητας του αίματός του, η ασφαλής χρήση του προϋποθέτει την επιχείρηση της φλεβοκέντησης μόνο από εξειδικευμένο ιατρικό ή νοσηλευτικό προσωπικό, το οποίο πρέπει επιπλέον να επιτηρεί και να φροντίζει τον ασθενή καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής του φλεβοκαθετήρα στο σώμα του ενόψει του ενδεχομένου της αφαίρεσης αυτού από ατύχημα, σε περίπτωση κατάληψης του ασθενούς από ανησυχία, η οποία δύναται να προκαλέσει την αιμορραγία του τελευταίου. Στην υπό εξέταση περίπτωση η εισαγωγή του φλεβοκαθετήρα στο αριστερό χέρι του συγγενούς των εναγόντων, η οποία σε καμία περίπτωση δεν αμφισβητείται από το εναγόμενο, έλαβε χώρα προς το σκοπό της λήψης αίματος για την πραγματοποίηση των απαιτούμενων εργαστηριακών εξετάσεων, στις οποίες υποβλήθηκε ο τελευταίος μετά την εισαγωγή του στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών προς διακρίβωση της αιματολογικής του κατάστασης. Εξάλλου, μετά την ολοκλήρωση της αιμοληψίας και ενόψει της εξόδου του εκλιπόντος από το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του …. του εναγομένου, δεν συνέτρεχε κανένας απολύτως λόγος από αυτούς που μνημονεύονται ανωτέρω, ο οποίος να δικαιολογεί την παραμονή το φλεβοκαθετήρα στο χέρι του. Εντούτοις, το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό του εν λόγω Τμήματος από έλλειψη δέουσας προσοχής και επιμέλειας, δεν μερίμνησε για την αφαίρεση του φλεβοκαθετήρα κατά τρόπο με τον οποίο να διασφαλίζεται ότι δεν θα εκδηλωνόταν αιμορραγία του εκλιπόντος.
Η παράλειψη αυτή είχε φέροντας τον φλεβοκαθετήρα ως συνέπεια να αποχωρήσει ο εκλιπών στο αριστερό του χέρι. Έτσι, παρά το γεγονός ότι η αιματολογική κατάσταση του τελευταίου εμφανιζόταν ιδιαίτερα βεβαρυμμένη τόσο λόγω της νεοπλασματικής νόσου από την οποία έπασχε, όσο και λόγω της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας, η οποία είχε εκδηλωθεί ως συνέπεια της νόσου αυτής, επιβαρύνθηκε με την παρουσία ενός παράγοντα πιθανής πρόκλησης αιμορραγίας, χωρίς να υφίσταται οποιοσδήποτε λόγος, ο οποίος να δύναται να δικαιολογήσει τη διακινδύνευση αυτή. Κατά τη διάρκεια μάλιστα της παραμονής του στην οικία του, όπου δεν υπήρχε η δυνατότητα επιτήρησής του από εξειδικευμένο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, ούτε βέβαια ήταν δυνατή η άμεση επέμβαση του τελευταίου, η ανεξήγητη παρουσία του φλεβοκαθετήρα προκάλεσε την απευκταία για τον εκλιπόντα αιμορραγία. Ειδικότερα, ο τελευταίος μετά την επιστροφή του από το νοσοκομείο και ενόψει της επιβαρυμένης υγείας του και της ταλαιπωρίας την οποία είχε υποστεί κατά το πρωινό της 18-8-2015, κατακλίσθηκε στο υπνοδωμάτιό του. Υπό συνθήκες, οι οποίες δεν είναι δυνατό να διευκρινιστούν επακριβώς από το Δικαστήριο με βάση τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία έχουν τεθεί στη διάθεσή του, αλλά συνηγορούν υπέρ της περιέλευσης του εκλιπόντος σε κατάσταση ανησυχίας, ο φλεβοκαθετήρας μετακινήθηκε βίαια από τη θέση του, με αποτέλεσμα να προκληθεί ρήξη του αγγείου στο οποίο είχε εισαχθεί και να ακολουθήσει έντονη αιμορραγία του εκλιπόντος. Αποτέλεσμα της αιμορραγίας αυτής ήταν να απωλέσει ο εκλιπών σημαντική ποσότητα αίματος, γεγονός το οποίο διαπιστώθηκε από το πλήρωμα του ασθενοφόρου του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας, το οποίο προσήλθε για να του παράσχει τις πρώτες βοήθειες, αντικατοπτρίστηκε δε και στα αποτελέσματα των εξετάσεων, στις οποίες υποβλήθηκε ο εκλιπών μετά τη διακομιδή του στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του …. του εναγομένου και από τις οποίες προέκυψε σημαντικότατη πτώση του αιματοκρίτη του. Περαιτέρω, αποδείχτηκε ότι μετά την εισαγωγή του εκλιπόντος στη Νεφρολογική Κλινική του … του εναγομένου κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 19-8-2015 και τη μετάγγιση σε αυτόν δύο μονάδων συμπυκνωμένων ερυθρών αιμοσφαιρίων ο αιματοκρίτης του επανήλθε στα επίπεδα κατά τα οποία βρισκόταν τις πρωινές ώρες της προηγούμενης ημέρας, χωρίς ωστόσο η εξέλιξη αυτή να υποδηλώνει αναγκαία τη σταθεροποίηση της κατάστασής του. Έτσι, η δεύτερη αιματολογική εξέταση στην οποία υποβλήθηκε ο εκλιπών, κατέδειξε την εκ νέου πτώση του αιματοκρίτη του. Παρά το γεγονός, όμως, ότι τα αποτελέσματα της εξέτασης αυτής περιήλθαν σε γνώση του ιατρικού προσωπικού της Νεφρολογικής Κλινικής του …..του εναγομένου ήδη από την 13.00, και ενώ η προετοιμασία του εκλιπόντος για την υποβολή του σε νέα μετάγγιση αίματος με ταυτόχρονη αιμοκάθαρση ολοκληρώθηκε περί ώρα 13.52′, η σχετική διαδικασία δεν ξεκίνησε νωρίτερα από τις 17.30′, δηλαδή μετά την πάροδο χρόνου ευρύτερου των τριών (3) ωρών και τριάντα (30) λεπτών, χωρίς να συντρέχει οποιοσδήποτε ιατρικός λόγος, ο οποίος να δύναται να εξηγήσει την πολύωρη αυτή καθυστέρηση. Αντίθετα, η γενική κατάσταση της υγείας του εκλιπόντος, η οποία αναλυτικά περιγράφεται παραπάνω, σε συνδυασμό προς την ταλαιπωρία την οποία υπέστη εξαιτίας της κατά τα ανωτέρω εκτεταμένης αιμορραγίας, αλλά και των γεγονότων που προηγήθηκαν αυτής, καθιστούσε αναγκαία την άμεση αντιμετώπιση της πτώσης του αιματοκρίτη του, προκειμένου να σταθεροποιηθεί η αιματολογική του κατάσταση και να εξασφαλιστεί η επιβίωσή του.
Εντούτοις, τα μέλη του ιατρικού προσωπικού της Νεφρολογικής Κλινικής του …. από έλλειψη της απαιτούμενης προσοχής και επιμέλειας δεν μερίμνησαν για την έγκαιρη υποβολή του εκλιπόντος στην κατάλληλη θεραπεία, δηλαδή στην μετάγγιση αίματος, με συνέπεια την περαιτέρω επιδείνωση της ήδη επιβαρυμένης κατάστασης της υγείας του και τον συνεπακόλουθο θάνατό του. Εξάλλου, η κατά τα ανωτέρω κρίση του Δικαστηρίου σχετικά με την απόδοση του γεγονότος του θανάτου του συγγενούς των εναγόντων στην παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού του…του εναγομένου, η οποία προσδιορίζεται παραπάνω, δεν δύναται να ανατραπεί από τους ισχυρισμούς του τελευταίου: α) ότι η αιμορραγία, την οποία υπέστη ο εκλιπών μετά την επιστροφή του από το … του εναγομένου στην οικία του στις 18-8-2015, δεν προήλθε από τον φλεβοκαθετήρα, ο οποίος είχε τοποθετηθεί στο αριστερό του χέρι, αλλά από την αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία που έφερε στο δεξί του χέρι, β) ότι η πρώτη και η τρίτη των εναγόντων συνετέλεσαν στην έκταση της αιμορραγίας, καθώς, αφενός καθυστέρησαν να την αντιληφθούν και αφετέρου παρέλειψαν να παρέχουν εγκαίρως στον εκλιπόντα τις απαιτούμενες πρώτες βοήθειες και να καλέσουν το Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας αναλισκόμενες στην λήψη φωτογραφιών του αιμόφυρτου συγγενούς τους και γ) ότι, σε κάθε περίπτωση, ο θάνατος του συγγενούς των εναγόντων δεν οφείλεται στην αιμορραγία που υπέστη ο τελευταίος και στην επακόλουθη νοσηλεία του, αλλά αποτελεί απόρροια της γενικότερης κατάστασης της υγείας του, όπως αυτή έχει ήδη εκτεθεί ανωτέρω. Οι ισχυρισμοί αυτοί του εναγομένου κρίνονται με βάση τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία έχουν τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου, ως στερούμενοι ουσιαστικής βασιμότητας. Ειδικότερα, ο ισχυρισμός του εναγομένου που αφενός κατατείνει στην αμφισβήτηση της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της αιμορραγίας του εκλιπόντος και της παρουσίας στο αριστερό του χέρι του φλεβοκαθετήρα, ο οποίος του τοποθετήθηκε στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του … του, και αφετέρου εντοπίζει την πηγή αυτής στην αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία στο δεξί χέρι του εκλιπόντος, εδράζεται στην ύπαρξη αίματος και στο δεξί χέρι του εκλιπόντος, όπως αυτή προκύπτει από τις φωτογραφίες που προσκομίζονται από τους ενάγοντες, στη μνεία του πληρώματος του ασθενοφόρου του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας, το οποίο παρέλαβε τον εκλιπόντα από την οικία του, ότι η αιμορραγία του εκλιπόντος προήλθε από την πεταλούδα της αιμοκάθαρσης και στο επιχείρημα ότι η ποσότητα του αίματος, την οποία απώλεσε ο εκλιπών δεν δικαιολογείται από την πρόκληση φλεβικής, αλλά μόνο αρτηριακής αιμορραγίας. Εντούτοις, και τα τρία κατά τα ανωτέρω θεμέλια του υπό εξέταση ισχυρισμού εμφανίζονται σαθρά και δεν μπορούν να οδηγήσουν στην επαλήθευση της βασιμότητάς του. Συγκεκριμένα, στην πρώτη κατά σειρά από τις τρεις (3) εκτυπώσεις ψηφιακών φωτογραφιών, τις οποίες νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι ενάγοντες, απεικονίζεται ο εκλιπών συγγενής τους να βρίσκεται επί της κλίνης του με εμφανέστατα ίχνη αίματος τόσο στο στρώμα και στο προσκέφαλό του όσο και σε μεγάλο μέρος του σώματός του και ειδικότερα σε αμφότερα τα άκρα του και στην περιοχή του θώρακα και του προσώπου του. Από την επισκόπηση τόσο της εν λόγω εκτύπωσης, όσο και των δύο (2) άλλων που τη συνοδεύουν, ενισχύεται η εκτίμηση του Δικαστηρίου ότι ο εκλιπών κατά τη διάρκεια της ανάπαυσής του περιήλθε σε κατάσταση ανησυχίας, με αποτέλεσμα να προβεί σε έντονες και σπασμωδικές κινήσεις των άνω άκρων του, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα τη βίαιη απόσπαση του φλεβοκαθετήρα από το αιμοφόρο αγγείο, στο οποίο είχε εισαχθεί, και την εκδήλωση αιμορραγίας. Μάλιστα, η κατάσταση αυτή ανησυχίας, στην οποία κατά την κρίση του Δικαστηρίου περιήλθε ο εκλιπών, συνεχίστηκε και μετά την εκδήλωση της αιμορραγίας, με αποτέλεσμα το αίμα που έρρεε από το σημείο εισόδου του φλεβοκαθετήρα να επεκταθεί και σε άλλα σημεία του σώματος του εκλιπόντος, τα οποία ήλθαν σε άμεση ή έμμεση επαφή με το ως άνω σημείο, αλλά και στην κλίνη, επί της οποίας βρισκόταν. Εξάλλου, η παρουσία αίματος και στο δεξί άνω άκρο του εκλιπόντος δεν δύναται σε καμία περίπτωση να συνηγορήσει σχετικά με την εκδήλωση αιμορραγίας από την αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία (fistula) που υπήρχε σε αυτό, καθώς η τελευταία ήταν υποδόρια και δεν έφερε οποιασδήποτε μορφής συσκευή, η οποία να παρέχει άμεση πρόσβαση σε αυτή, ενώ σε καμία περίπτωση δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη οποιασδήποτε ρήξης του δέρματος του εκλιπόντος πάνω από αυτήν, από την οποία θα μπορούσε να εκδηλωθεί η αιμορραγία που αποτελεί το αντικείμενο του σχετικού ισχυρισμού του εναγομένου. Η προσπάθεια, μάλιστα, του τελευταίου να ενισχύσει την αξιοπιστία του ισχυρισμού αυτού αφενός επικαλούμενο τη διαπίστωση του πληρώματος του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας ότι η αιμορραγία του εκλιπόντος προήλθε από την πεταλούδα της αιμοκάθαρσης και αφετέρου ότι η ποσότητα του αίματος η οποία απεικονίζεται στις κατά τα ανωτέρω εκτυπώσεις και για την οποία έγινε- μνεία από το ως άνω πλήρωμα, δεν δικαιολογείται από την εκδήλωση φλεβικής αιμορραγίας, παραβλέπει το γεγονός ότι ο εκλιπών έφερε και στο αριστερό του χέρι αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία (fistula), η οποία ήταν εξωτερικά αντιληπτή λόγω της διόγκωσης της φλέβας, η οποία είχε χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία της. Η ιδιαιτερότητα αυτή του εκλιπόντος, δηλαδή η ύπαρξη αυτόχθονων αρτηριοφλεβικών επικοινωνιών σε αμφότερα τα άνω άκρα του, δικαιολογεί αφενός τη μνεία του πληρώματος του ασθενοφόρου του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας περί αιμορραγίας από την πεταλούδα της αιμοκάθαρσης, λόγω της συνύπαρξης στο αριστερό άνω άκρο του εκλιπόντος τόσο του ένδικου φλεβοκαθετήρα, όσο και της αυτόχθονης αρτηριοφλεβικής επικοινωνίας, η οποία μνημονεύεται ανωτέρω και αφετέρου την απώλεια μεγάλης ποσότητας αίματος, χωρίς να διαψεύδει τον αγωγικό ισχυρισμό των εναγόντων σχετικά με το αίτιο της αιμορραγίας. Αντίθετα, ενισχύει την κρίση του Δικαστηρίου σχετικά με την πρόκληση της αιμορραγίας εξαιτίας της παραμονής του φλεβοκαθετήρα στο αριστερό άνω άκρο του εκλιπόντος, καθώς ανάλογη συσκευή δεν υπήρχε στο δεξιό άνω άκρο του τελευταίου, ώστε να είναι δυνατή η υπόθεση ότι η αναφορά του πληρώματος του ασθενοφόρου του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας αφορούσε σε αυτό, ενώ η τοποθέτηση του ένδικου φλεβοκαθετήρα με διάτρηση της φλέβας, η οποία συμμετείχε στην αυτόχθονη αρτηριοφλεβική επικοινωνία στο αριστερό του άνω άκρο, δικαιολογεί και την έκταση της αιμορραγίας, την οποία υπέστη αυτός. Εξάλλου, η πρόκληση της αιμορραγίας από την παρουσία του φλεβοκαθετήρα στο αριστερό άνω άκρο του εκλιπόντος διαπιστώθηκε και από τον αρμόδιο Ιατρό με την ειδικότητα Χειρουργού, ο οποίος εξέτασε τον εκλιπόντα κατά τη δεύτερη είσοδό του στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του … του εναγομένου και ο οποίος καταχώρισε και εγγράφως τη σχετική του διαπίστωση στο ειδικό έντυπο που διαθέτει το εναγόμενο προς καταχώριση της εκτίμησης της κατάστασης των ασθενών που διακομίζονται. Ενδεικτικό, μάλιστα, του βαθμού της αμέλειας που οδήγησε στη μη αφαίρεση του φλεβοκαθετήρα είναι το γεγονός ότι ο ως άνω Ιατρός δεν περιορίστηκε στην καταχώριση του εν λόγω γεγονότος, αλλά έκλεισε τη σχετική καταγραφή προσθέτοντας τρία (3) θαυμαστικά. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι η έκταση της αιμορραγίας αυτής οφείλεται στη συμπεριφορά της πρώτης και της τρίτης των εναγόντων και συγκεκριμένα στην από μέρους τους καθυστερημένη διαπίστωση και αντιμετώπισή της, ακόμα και αν υποτεθεί αληθής, δεν μπορεί να διακόψει το σύνδεσμο μεταξύ της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού του, η οποία περιγράφεται παραπάνω, και της πρόκλησης αιμορραγίας στον εκλιπόντα συγγενή των εναγόντων. Συγκεκριμένα, η αμελής συμπεριφορά των προστηθέντων του εναγομένου, η οποία αναλυτικά προσδιορίζεται ανωτέρω, είχε ως συνέπεια να τεθεί ο αιτιακός παράγοντας, ο οποίος οδήγησε στην αιμορραγία του εκλιπόντος, ενώ η πρώτη και η τρίτη των εναγουσών δεν διέθεταν ούτε τις αναγκαίες εξειδικευμένες γνώσεις ούτε την απαιτούμενη εμπειρία και ψυχραιμία, ώστε να προβούν στις ιατρικά ενδεδειγμένες ενέργειες προς ανακοπή της πορείας αυτής. Η κατάσταση πανικού, στην οποία περιήλθαν οι δύο ανωτέρω ενάγουσες και οι απεγνωσμένες προσπάθειές τους για την παροχή συνδρομής στο σύζυγο και πατέρα τους προκύπτουν, εξάλλου, με ενάργεια από το περιεχόμενο της απομαγνητοφώνησης της τηλεφωνικής συνομιλίας της δεύτερης από αυτές με τον αρμόδιο υπάλληλο του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας, την οποία νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει το ίδιο το εναγόμενο. Στο σημείο αυτό πρέπει επιπλέον να επισημανθεί ότι από κανένα από τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία έχουν νόμιμα τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου δεν αποδεικνύεται ότι έλαβε χώρα οποιαδήποτε ενημέρωση των οικείων του εκλιπόντος σχετικά με την ανάγκη επιτήρησής του κατά τη διάρκεια της παραμονής του φλεβοκαθετήρα στο άνω άκρο του, ούτε παρασχέθηκαν σε αυτούς οδηγίες για τον τρόπο αντιμετώπισης πιθανής αιμορραγίας από τη μετακίνηση ή την απόσπαση αυτού. Εξάλλου, ο προτεινόμενος υπαινιγμός του εναγομένου σχετικά με τις προτεραιότητες της πρώτης και της τρίτης των εναγόντων μετά τη διαπίστωση της αιμορραγίας του συγγενούς τους (λήψη φωτογραφιών αντί για την άμεση αντιμετώπιση της αιμορραγίας), δεν βρίσκει οποιοδήποτε έρεισμα στο αποδεικτικό υλικό, το οποίο έχει τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου, καθώς από το περιεχόμενο των εκτυπώσεων των εν λόγω ψηφιακών φωτογραφιών προκύπτει ότι αυτές ελήφθησαν αφού πρώτα αφαιρέθηκαν από τον εκλιπόντα τα ενδύματά του προς διαπίστωση της πηγής της αιμορραγίας του και αφού απομακρύνθηκαν τα κλινοσκεπάσματά του και παρασχέθηκε σε αυτόν φροντίδα με τη μορφή τοποθέτησης επιθέματος στην πληγή του. Σε κάθε δε περίπτωση, η απώλεια χρόνου όχι περισσότερου από μερικά δευτερόλεπτα για την λήψη των κατά τα ανωτέρω τριών (3) φωτογραφιών δεν ήταν σε θέση να ασκήσει οποιαδήποτε επίδραση στην εξέλιξη της πορείας της υγείας του εκλιπόντος. Πέραν των ανωτέρω, ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι ο θάνατος του συγγενούς των εναγόντων αποτελεί απόρροια αποκλειστικά και μόνο του βεβαρημένου ιατρικού ιστορικού του και ότι στην πρόκληση αυτού δεν είχε οποιαδήποτε συμμετοχή η αιμορραγία την οποία υπέστη, αλλά και η ιατρική αντιμετώπιση της αναιμίας που προκλήθηκε εξαιτίας της δεν δύναται παρά να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του. Από το με αριθμό πρωτοκόλλου 6/25-8- 2015 έγγραφο της Μονάδας Χρόνιας Αιμοκάθαρσης της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «….» προκύπτει ότι η αιματολογική κατάσταση του εκλιπόντος ήταν σε τέτοιο βαθμό επιβαρυμένη, ώστε να καθίσταται αναγκαία η άμεση αντιμετώπιση και του ενδεχομένου έστω αιμορραγίας του. Για τον λόγο αυτό οι θεράποντες ιατροί του στην εν λόγω Μονάδα δεν δίστασαν να διακόψουν άμεσα τη συνεδρία αιμοκάθαρσης στην οποία υποβαλλόταν, με την υποψία και μόνο της ύπαρξης εσωτερικής αιμορραγίας λόγω της πτώσης του από την κλίνη του κατά το βράδυ στις 17-8-2015. Παρά το γεγονός, όμως, ότι ο εκλιπών βαρυνόταν με ένα τόσο δυσμενές ιατρικό ιστορικό ως προς την αιματολογική του κατάσταση, το ιατρικό προσωπικό του εναγομένου επέδειξε την αμελή συμπεριφορά, η οποία περιγράφεται ανωτέρω και η οποία είχε ως αποτέλεσμα την έκθεση του εκλιπόντος σε έναν επιπλέον κίνδυνο πρόκλησης αιμορραγίας, ο οποίος και πραγματώθηκε τελικά. Από την άλλη, ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι η φυσιολογική για τα δεδομένα του εκλιπόντος αιματολογική του κατάσταση αποκαταστάθηκε πλήρως μετά την ολοκλήρωση της πρώτης μετάγγισης αίματος προς αυτόν παραβλέπει το γεγονός ότι μετά από λίγες μόνο ώρες ακολούθησε και νέα πτώση του αιματοκρίτη του, η οποία ενόψει του γεγονότος ότι ο εκλιπών εμφάνιζε την αιματολογική εικόνα που μνημονεύεται ανωτέρω και είχε ήδη υποβληθεί σε πολύωρη ταλαιπωρία καθ’ όλη τη διάρκεια της προηγούμενης ημέρας, έχρηζε άμεσης αντιμετώπισης, ώστε να σταθεροποιηθεί η κατάσταση της υγείας του. Αντί, όμως, της κατά τα ανωτέρω ενδεδειγμένης αντίδρασης, οι αρμόδιοι Ιατροί του Νεφρολογικού Τμήματος του ….. εξαιτίας της πλημμελούς εκτίμησης των ιατρικών δεδομένων, τα οποία είχαν στην διάθεσή τους, κωλυσιέργησαν ως προς την υποβολή του εκλιπόντος σε νέα μετάγγιση αίματος, με συνέπεια να εξελιχθεί περαιτέρω η παθολογική κατάσταση, στην οποία είχε περιέλθει, και να επιφέρει τελικά τον θάνατό του. Κατά συνέπεια, η κακή κατάσταση της υγείας του εκλιπόντος αποτέλεσε το υπόβαθρο των αιτιακών παραγόντων, οι οποίοι οδήγησαν στο θάνατο του συγγενούς των εναγόντων και οι οποίοι εκδηλώθηκαν λόγω της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού του εναγομένου, δεν δύναται όμως να διακόψει τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς αυτής και του γεγονότος του θανάτου του συγγενούς των εναγόντων, αφού δεν θα ήταν σε θέση να προκαλέσει αυτό (το γεγονός του θανάτου) αυτοδύναμα κατά το χρονικό σημείο κατά το οποίο επήλθε αυτό. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε ως αποδειχθέντα τα ίδια ως άνω πραγματικά περιστατικά και απέρριψε κατ’ ουσίαν την επικουρικώς προβληθείσα από το εναγόμενο και την παρεμπιπτόντως εναγομένη ενώπιόν του ένσταση συνυπαιτιότητας της πρώτης και της τρίτης των κυρίως εναγόντων στο επελθόν αποτέλεσμα της αιμορραγίας και του θανάτου του συγγενούς τους, δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη του αποδεικτικά μέσα που προσκομίσθηκαν, ούτε και έσφαλε σχετικά με την εκτίμηση των αποδείξεων. Ως εκ τούτου, οι ενιαίως εξεταζόμενοι και τα αντίθετα υποστηρίζοντες δεύτερος, τρίτος, τέταρτος, πέμπτος και έκτος λόγοι των κρινομένων εφέσεων, που κατατείνουν στην κακή εκτίμηση των αποδείξεων, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά τον χρόνο του θανάτου του Πασχάλη Μυρόβαλη, στην οικογένεια αυτού περιλαμβάνονταν, εκτός από την πρώτη ενάγουσα, σύζυγό του, η δεύτερη και η τρίτη των εναγουσών, κόρες του, καθώς και ο ανήλικος εγγονός του, γιος της τρίτης και του τετάρτου των εναγόντων (ΑΠ 652/2014, ΑΠ 222/2014, ΑΠ 382/2013 δημ. ΝΟΜΟΣ). Μεταξύ του εκλιπόντος και των ανωτέρω προσώπων, πέραν της ύπαρξης στενών συγγενικών δεσμών, είχαν αναπτυχθεί αμοιβαία συναισθήματα αγάπης, στοργής και εκτίμησης και είχαν σφυρηλατηθεί σταθερές διαπροσωπικές σχέσεις, οι οποίες εκδηλώνονταν και εμπράκτως τόσο από την πλευρά του εκλιπόντος όσο και από την πλευρά των μελών της οικογένειάς του, με πράξεις υλικής και ηθικής συμπαράστασης του μεν προς τους δε και αντίστροφα. Ο απροσδόκητος θάνατός του σε συνδυασμό προς τους ψυχικούς δεσμούς που είχαν αναπτύξει μαζί του, είχε ως συνέπεια να βιώσουν όλοι οι ενάγοντες έντονα συναισθήματα θλίψης και στενοχώριας λόγω της απώλειας του οικείου τους προσώπου. Υπέστησαν, επομένως, ψυχική οδύνη εξαιτίας της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς των προστηθέντων του εναγομένου, η οποία οδήγησε στον θάνατο του συγγενούς τους, για την ανακούφιση της οποίας πρέπει να τους επιδικαστεί χρηματική ικανοποίηση. Ειδικά σε ό,τι αφορά τον ανήλικο εγγονό του εκλιπόντος …. του … , ο οποίος έχει γεννηθεί την 16-7-2008, το Δικαστήριο κρίνει ότι αυτός κατά τον χρόνο θανάτου του παππού του είχε αναπτύξει την αναγκαία συναισθηματική ωριμότητα, ώστε να αντιληφθεί τις συνέπειες από την απώλεια του παππού του και να βιώσει ψυχικό πόνο εξαιτίας της. Εξάλλου, ενόψει της ηλικίας του αποβιώσαντος, της εν γένει κατάστασης της υγείας του εξαιτίας της οποίας το προσδόκιμο επιβίωσής του εμφανιζόταν περιορισμένο, των συνθηκών τέλεσης της παράνομης συμπεριφοράς των προστηθέντων του εναγομένου και του είδους και του βαθμού της υπαιτιότητάς τους, της ηλικίας, του φύλου και του βαθμού συγγένειας καθενός από τα ανωτέρω πρόσωπα με τον εκλιπόντα, των συνεπειών του θανάτου του τελευταίου στην οικογενειακή ζωή και την ψυχική υγεία τους, και της κοινωνικής, επαγγελματικής και οικονομικής κατάστασης των μερών (βλ. σχ. ΑΠ 975/2014, ΑΠ 179/2014 δημ. ΝΟΜΟΣ), πρέπει να καθοριστεί το ύψος της ποσό των 10.000 ευρώ για την τρίτη ενάγουσα και δ) στο ποσό των 5.000 ευρώ για τον ανήλικο γιο της τρίτης και του τετάρτου των εναγόντων. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε τα ίδια και επιδίκασε τα παραπάνω χρηματικά ποσά, ορθά ερμήνευσε τον νόμο και σωστά εκτίμησε τις αποδείξεις και συνεπώς αβάσιμος και απορριπτέος είναι και ο έβδομος λόγος των εφέσεων, με τον οποίο οι εκκαλούντες ζητούν να μην επιδικαστεί ή να επιδικαστεί μικρότερο ποσό από το επιδικασθέν με την εκκαλουμένη απόφαση στους εφεσίβλητους ενάγοντες-καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση ως χρηματική ικανοποίηση αυτών λόγω ψυχικής οδύνης. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το εναγόμενο παρεμπιπτόντως ενάγον κατάρτισε με την παρεμπιπτόντως εναγομένη και προσθέτως παρεμβαίνουσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία την με αριθμό συμβολαίου 2224034225/8-4-2015 σύμβαση ασφάλισης. Με βάση τη σύμβαση αυτή, όπως το περιεχόμενό της συμπληρώθηκε με την με αριθμό 2223021500/9-4-2015 πρόσθετη πράξη, η παρεμπιπτόντως εναγομένη ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία ανέλαβε την υποχρέωση να καλύψει την αστική ευθύνη του εναγομένου-παρεμπιπτόντως ενάγοντος, μεταξύ άλλων, και για την περίπτωση πρόκλησης θανάτου ασθενούς από την παροχή ιατρικών υπηρεσιών από μέλη του ιατρικού προσωπικού τουΓενικού Νοσοκομείου του τελευταίου, κατά το χρονικό διάστημα από 28-2- 2015 έως 28-2-2016. Ειδικότερα, με βάση τους σχετικούς όρους της σύμβασης η ασφαλιστική ευθύνη της παρεμπιπτόντως εναγομένης ανερχόταν μέχρι του ποσού των 100.000 ευρώ και μέχρι του ποσού των 200.000 ευρώ σε περίπτωση συμμετοχής περισσότερων ιατρών και κάλυπτε τόσο τα χρηματικά ποσά τα οποία θα καταβάλλονταν ως χρηματική ικανοποίηση στους οικείους του αποβιώσαντος πλέον των νομίμων τόκων, όσο και τα δικαστικά έξοδα, στα οπο1α θα καταδικαζόταν το αντισυμβαλλόμενό της. Με τον όγδοο λόγο της έφεσής της η παρεμπιπτόντως εναγομένη ασφαλιστική εταιρία παραπονείται ότι κακώς δεν έγινε πρωτοδίκως δεκτή η ένστασή της περί περιορισμού της ευθύνης της στο ποσό των 100.000 ευρώ, στο οποίο, κατά το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, περιορίζεται ανά ζημιογόνο γεγονός με εμπλεκόμενο έναν ιατρό η ευθύνη της και στο οποίο (ποσό) συναθροίζονται οι τόκοι και τα δικαστικά έξοδα. Ο λόγος αυτός της έφεσης προβάλλεται αλυσιτελώς καθόσον, το ποσό που επιδικάσθηκε πρωτοδίκως στους κυρίως ενάγοντες αλλά και στο παρεμπιπτόντως ενάγον δεν υπερβαίνει μαζί με τους τόκους και με τα δικαστικά έξοδα το όριο των 100.000 ευρώ. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι συνεκδικαζόμενες εφέσεις του εναγομένου και της παρεμπιπτόντως εναγομένης, αντίστοιχα, πρέπει να απορριφθούν στο σύνολό τους ως ουσιαστικά αβάσιμες. Ακόμη, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή των κατατεθέντων για την άσκησή τους παραβόλων στο αρμόδιο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικασθούν, αντίστοιχα, οι εκκαλούντες των εφέσεων αυτών, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εφεσιβλήτων της κάθε έφεσης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό:
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις υπ’ αριθμ. καταθ. 18219/3141/8-8-2018 και 18260/3146/9-8-2018 εφέσεις κατά της υπ’ αριθμ. 7872/2018 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.
Δέχεται τυπικά τις εφέσεις.
Απορρίπτει κατ’ ουσίαν την υπ’ αριθμ. κατάθεσης 18219/3141 /8-8- 2018 έφεση του εναγομένου της κύριας αγωγής.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου που κατέθεσε το εκκαλούν της ως άνω έφεσης, ποσού εκατόν πενήντα ευρώ (150,00), στο Δημόσιο Ταμείο.
Καταδικάζει το εκκαλούν της ως άνω έφεσης στη δικαστική δαπάνη των εφεσιβλήτων αυτής, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, την οποία καθορίζει σε οκτακόσια ευρώ (800,00).
Απορρίπτει κατ’ ουσίαν την υπ’ αριθμ. κατάθεσης 18260/3146/9-8- 2018 έφεση της παρεμπιπτόντως εναγομένης.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου που κατέθεσε η εκκαλούσα της ως άνω έφεσης, ποσού εκατόν πενήντα ευρώ (150,00), στο Δημόσιο Ταμείο.
Καταδικάζει την εκκαλούσα της ως άνω έφεσης στη δικαστική δαπάνη των εφεσιβλήτων αυτής, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, την οποία καθορίζει σε οκτακόσια ευρώ (800,00).
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 6-3-2020 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του, στις 16-4-2020, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, με παρούσα τη Γραμματέα.