Απόρριψη της αγωγής αποζημίωσης για αστική ευθύνη του Δημοσίου
Αγωγή αποζημίωσης, κατ’ άρθρο 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. σε συνδυασμό με τα άρθρα 929, 932 και 57 – 59 του Α.Κ..
Επικίνδυνος τραυματισμός αστυνομικού που έλαβε χώρα κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του ως ειδικού φρουρού της Μονάδας «ΔΙ.ΑΣ.» της Ελληνικής Αστυνομίας από πυρά πυροβόλου όπλου δραστών υπό καταδίωξη
ΔΠΑ 13721/2019, 28ο Τμήμα
10. Επειδή, όπως έγινε δεκτό στην έβδομη σκέψη και προκύπτει από τις απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες του R/T Κέντρου ΔΙ.ΑΣ. και του Β΄R/T Κέντρου Διεύθυνσης Άμεσης Δράσης Αττικής, αμέσως μετά τον εντοπισμό του οχήματος των δραστών από την Ομάδα ΔΙ.ΑΣ. …, το Β΄R/T Κέντρο Διεύθυνσης Άμεσης Δράσης Αττικής έδωσε εντολή στα πλησιέστερα περιπολικά να συνδράμουν στην καταδίωξη του οχήματος αυτού, ενώ, περί ώρα 18:45, ο σταθμός Α. (περιπολικό της Άμεσης Δράσης) βρισκόταν ήδη πίσω από τις Ομάδες ΔΙ.ΑΣ., κινούμενος επί της Λεωφόρου …. Εξάλλου, όπως εκτέθηκε στην όγδοη σκέψη, ο ίδιος ο ενάγων συνομολογεί ότι ένα περιπολικό συνέδραμε στην καταδίωξη.
Περαιτέρω, από τις ίδιες ως άνω απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες, σε συνδυασμό με την από .. έκθεση ένορκης εξέτασης του μάρτυρα .., εκφωνητή του R/T Κέντρου ΔΙ.ΑΣ., συνάγεται ότι το σχέδιο δράσης που υπήρχε συνίστατο στην ακινητοποίηση του οχήματος, όταν αυτό θα εξερχόταν του .. (περιοχής), πλην όμως η υλοποίηση του σχεδίου αυτού δεν κατέστη δυνατή, εξαιτίας της αιφνιδιαστικής δράσης και επίθεσης των κακοποιών, που σταμάτησαν απότομα, αναμένοντας τους αστυνομικούς, αμέσως μόλις έστριψαν στην οδό …..
Επομένως, με βάση τα ανωτέρω, υπήρχε, κατ’ αρχήν, σχέδιο επιχείρησης, δηλαδή ακινητοποίησης του οχήματος των δραστών σε κάποιο ενδεδειγμένο χρονικό σημείο και τόπο, με χρησιμοποίηση μάλιστα όχι μόνο των Ομάδων ΔΙ.ΑΣ., αλλά και των περιπολικών της Άμεσης Δράσης. Τούτο ενισχύεται και από το γεγονός ότι οι οδηγίες που δόθηκαν στις Ομάδες ΔΙ.ΑΣ. ήταν να μην κάνουν χρήση ηχητικών και φωτεινών σημάτων, να ακολουθούν το όχημα των δραστών διακριτικά και από απόσταση και να λάβουν μέτρα αυτοπροστασίας.
Συνεπώς, ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι η όλη επιχείρηση έλαβε χώρα χωρίς σχέδιο και οργάνωση, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος.
Περαιτέρω, ομοίως απορριπτέος, ως αβάσιμος, είναι και ο συναφής ισχυρισμός του ενάγοντος ότι οι Ομάδες ΔΙ.ΑΣ., παρότι αδυνατούν να ακινητοποιήσουν καταδιωκόμενο όχημα, ως εκ της μειονεκτικής θέσης τους πάνω σε μοτοσικλέτες και της συνεπεία αυτής φυσικής έκθεσής τους σε κινδύνους, κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν το περιστατικό μόνες τους, χωρίς καμία συνδρομή από άλλες υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ. (Ε.Κ.Α.Μ., Ε.Υ.Τ., περιπολικά, ελικόπτερο). Τούτο, διότι, όπως ήδη εκτέθηκε, οι σταθμοί της Άμεσης Δράσης έλαβαν άμεσα εντολή να συγκλίνουν στην καταδίωξη, συνδράμοντας τις Ομάδες ΔΙ.ΑΣ., πρακτική η οποία, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, είναι συνηθισμένη και πρόσφορη για την επίτευξη του σκοπού της ακινητοποίησης καταδιωκόμενου οχήματος και της σύλληψης δραστών.
Εξάλλου, ως προς τους ειδικότερους ισχυρισμούς του ενάγοντος, κατά τους οποίους θα έπρεπε τα περιπολικά να προπορεύονται των Ομάδων ΔΙ.ΑΣ., λειτουργώντας ως ασπίδα για αυτές, ή να χρησιμοποιηθούν για το στήσιμο ενέδρας στους δράστες, εκτιμάται ότι, ενόψει των συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών, δηλαδή του εντοπισμού των δραστών πρώτα από τις Ομάδες ΔΙ.ΑΣ., της πορείας που ακολούθησαν οι δράστες σε οδούς με αυξημένη κυκλοφορία (Λεωφόρος …, … Οδός) και του ελάχιστου χρόνου που μεσολάβησε από τον εντοπισμό του οχήματος των δραστών στις 18:36 έως την ένοπλη επίθεση (18:47), αφενός δεν ήταν εφικτό να προπορευτούν τα περιπολικά, αφετέρου δεν υπήρχε πρόσφορο έδαφος ούτε χρόνος για στήσιμο ενέδρας, η οποία, άλλωστε, όπως εκτέθηκε στην πέμπτη σκέψη, έχει κυρίως προληπτικό χαρακτήρα και διατάσσεται όταν συντρέχουν ειδικές συνθήκες ασφάλειας ή υπάρχουν λόγοι άσκησης εντονότερης και συντονισμένης αστυνόμευσης ή όταν παρίσταται ανάγκη διενέργειας ειδικών ελέγχων (άρθρο 78 του π.δ/τος 141/1991).
Επιπλέον, ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι η επιχείρηση απέτυχε και ο ίδιος τραυματίστηκε επειδή δεν κατέστη δυνατή η διαφύλαξη της μυστικότητας της εν λόγω επιχείρησης, πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως ως αναπόδεικτος. Τούτο, διότι, κατ’ αρχάς, η – αορίστως, πάντως, αναφερόμενη στο δικόγραφο της αγωγής – κατάθεση «υψηλόβαθμου στελέχους της Ελληνικής Αστυνομίας» κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών δεν αρκεί για να αποδείξει την προβαλλόμενη από τον ενάγοντα διαρροή πληροφοριών από το εσωτερικό της Αστυνομίας ως προς την εκτυλισσόμενη καταδίωξη τόσο προς τους δράστες όσο και προς διάφορα τηλεοπτικά συνεργεία.
Επιπρόσθετα, όπως ήδη εκτέθηκε στην έβδομη σκέψη και προκύπτει από τις απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες τόσο του R/T Κέντρου ΔΙ.ΑΣ. όσο και του Β΄R/T Κέντρου Διεύθυνσης Άμεσης Δράσης Αττικής, και τα δύο αυτά Κέντρα έδωσαν την εντολή προσέγγισης του οχήματος των δραστών με διακριτικότητα, χωρίς τη χρήση σημάτων Β και Γ, και, επομένως, δεν «προδόθηκε» η επιχείρηση λόγω αναντιστοιχίας των εντολών μεταξύ των δύο αυτών Κέντρων, όπως αντίθετα υποστηρίζει ο ενάγων.
Εξάλλου, όπως ομοίως έγινε δεκτό στην έβδομη σκέψη, το Β΄R/T Κέντρο Διεύθυνσης Άμεσης Δράσης Αττικής έδωσε το πρώτον εντολή για χρήση σειρήνας και φάρου περί ώρα 18:47, όταν οι δράστες είχαν ήδη αντιληφθεί την παρακολούθηση και είχαν σταματήσει στη συμβολή των οδών .. και …., αναμένοντας τους αστυνομικούς.
Περαιτέρω, αναπόδεικτος και, συνεπώς, απορριπτέος, τυγχάνει και ο ειδικότερος ισχυρισμός του ενάγοντος ότι οι Ομάδες ΔΙ.ΑΣ., λόγω του αριθμού τους, είχαν ήδη γίνει αντιληπτές από τους δράστες πριν αυτοί εξέλθουν από τη Λεωφόρο ….. Τούτο, διότι, η προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα προς απόδειξη του ισχυρισμού αυτού … ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα …, συνοδηγού στην έτερη μοτοσικλέτα της Ομάδας ΔΙ.ΑΣ. του Τομέα .., σύμφωνα με την οποία η παρακολούθηση είχε ήδη γίνει αντιληπτή από τους δράστες πριν από το φανάρι στην Οδό …, αφού αυτοί σταμάτησαν στο σημείο εκείνο, μετρώντας τις αντιδράσεις των αστυνομικών, αφενός δεν επιβεβαιώνεται από τη ληφθείσα στα πλαίσια της Ε.Δ.Ε. και περιλαμβανόμενη στο διοικητικό φάκελο από … έκθεση ένορκης διοικητικής εξέτασης του μάρτυρα …., οδηγού της ως άνω μοτοσικλέτας, ο οποίος δεν αναφέρει τίποτα σχετικά, αφετέρου κλονίζεται από την ομοίως ληφθείσα στα πλαίσια της ίδιας Ε.Δ.Ε. και περιλαμβανόμενη στο διοικητικό φάκελο έκθεση ένορκης διοικητικής εξέτασης του ίδιου του ……… ως μάρτυρα, στην οποία επίσης δε γίνεται καμία σχετική αναφορά.
Ακολούθως, όσον αφορά στον αγωγικό ισχυρισμό περί πλημμελούς διαχείρισης της επιχείρησης, λόγω μετάδοσης από τον εκφωνητή του R/T Κέντρου ΔΙ.ΑΣ. λανθασμένης πληροφορίας ως προς την πορεία των δραστών (στροφή προς …… αντί προς ……….), επισημαίνεται ότι οι Ομάδες ΔΙ.ΑΣ., μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, τελούσες σε διατεταγμένη υπηρεσία και έχοντας άμεση αντίληψη της κατάστασης, λόγω της οπτικής τους επαφής με το όχημα των δραστών, το οποίο ακολουθούσαν, έστριψαν ορθά, ως όφειλαν, στην οδό ……. Επομένως, το σφάλμα αυτό δε μπορεί να θεωρηθεί ότι συνδέεται αιτιωδώς με το ζημιογόνο αποτέλεσμα του τραυματισμού του ενάγοντος.
Εξάλλου, ο συναφώς προβαλλόμενος ισχυρισμός ότι η αποτυχία της επιχείρησης και, συνακόλουθα, ο τραυματισμός του ενάγοντος οφείλονται στην απειρία και στην ανεπάρκεια του επικεφαλής του Κέντρου Επιχειρήσεων, ενός αρχιφύλακα 25 ετών που αντικατέστησε τον Αξιωματικό Υπηρεσίας, πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως ως αβάσιμος. Τούτο, διότι, όπως προκύπτει από τα περιλαμβανόμενα στο διοικητικό φάκελο … και …. έγγραφα της Μονάδας ΔΙ.ΑΣ. και του .. Τμήματος του Κέντρου Επιχειρήσεων της Διεύθυνσης Άμεσης Δράσης Αττικής της Γ.Α.Δ.Α. αντίστοιχα και επιβεβαιώνεται από την από … έκθεση ένορκης διοικητικής εξέτασης του μάρτυρα …, εκφωνητή του R/T Κέντρου ΔΙ.ΑΣ., απόσπασμα της οποίας παρατέθηκε στην όγδοη σκέψη, την ημέρα εκείνη και από 13:00 έως 19:00, επόπτης – συντονιστής του τελευταίου αυτού Κέντρου ήταν ο …, Αστυνόμος Α΄, ενώ την ίδια ημέρα, από 13:00 έως 21:00, στο Κέντρο Άμεσης Δράσης εκτέλεσαν υπηρεσία, μεταξύ άλλων, ο …., Αστυνόμος Β΄, ως Προϊστάμενος Αλλαγής, και ο …., Υπαστυνόμος Α΄, ως Αξιωματικός Υπηρεσίας. Επομένως, δεδομένης της ιεραρχίας στην ΕΛ.ΑΣ. και ενόψει του βαθμού των ανωτέρω αστυνομικών, δε μπορεί να θεωρηθεί ότι αυτοί στερούνταν της απαιτούμενης πείρας για τη διαχείριση της επίμαχης επιχείρησης. Το ίδιο, δε, ισχύει και για τον προαναφερόμενο εκφωνητή του R/T Κέντρου ΔΙ.ΑΣ., ο οποίος έφερε το βαθμό του Αρχιφύλακα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 65 του π.δ/τος 141/1991. Εξάλλου, ο ενάγων δεν προσκομίζει κανένα έγγραφο στοιχείο για να αποδείξει την προβαλλόμενη από μέρους του αντικατάσταση του Αξιωματικού Υπηρεσίας.
Περαιτέρω, ως προς την πλημμελή εκπαίδευση των Ομάδων ΔΙ.ΑΣ. και, συνεπώς, και του ίδιου του ενάγοντος, η οποία ευθύνεται, κατ’ αυτόν, για την ψυχολογική ανετοιμότητά του να αντιμετωπίσει τους δράστες, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό του, σημειώνεται ότι, ακόμα και αν ήθελε υποτεθεί ότι η εν λόγω εκπαίδευση δεν ήταν πλήρης, πάντως, η πλημμέλεια αυτή δε μπορεί να θεωρηθεί ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, συνετέλεσε αιτιωδώς στον τραυματισμό του ενάγοντος. Τούτο, διότι, όπως έγινε δεκτό στην έβδομη σκέψη, ο ενάγων, όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με τους δράστες, αντέδρασε άμεσα τόσο στη θέα τους, ακινητοποιώντας τη μοτοσικλέτα του δίπλα από ένα φορτηγό για κάλυψη, όσο και στα πυρά τους, τραβώντας το όπλο του κατά την πτώση του στο έδαφος. Από τη στάση του, δε, αυτή προκύπτει ότι είχε την απαιτούμενη ετοιμότητα να ανταπεξέλθει στην κατάσταση, αφού πρώτα αναζήτησε κάλυψη και στη συνέχεια προσπάθησε να ανταποδώσει τα πυρά αμυνόμενος.
Τέλος, ομοίως απορριπτέοι τυγχάνουν και οι ισχυρισμοί του ενάγοντος περί πλημμελούς εξοπλισμού των Ομάδων ΔΙ.ΑΣ. Τούτο, διότι, κατ’ αρχάς, ο ενάγων δεν προσκομίζει κανένα έγγραφο στοιχείο, από το οποίο να αποδεικνύεται η μη συντήρηση, η απόσυρση ή η κακή κατάσταση των μοτοσικλετών των Ομάδων αυτών εν γένει ούτε, όμως, ειδικότερα, της μοτοσικλέτας που ο ίδιος οδηγούσε την ημέρα του συμβάντος.
Εξάλλου, απορριπτέος τυγχάνει και ο σχετικός ισχυρισμός του ότι η συγκεκριμένη μοτοσικλέτα, τύπου Honda Transalp, ήταν άλλη από εκείνη που συνήθως οδηγούσε (Kawasaki Versus), με συνέπεια να μη μπορεί να τη χειριστεί καλά, να αργήσει να την ακινητοποιήσει και να δεχθεί τα πυρά των δραστών. Τούτο, διότι, μόνη η προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα … ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα …. δεν αρκεί για την απόδειξη τυχόν ανικανότητας ή αδυναμίας χειρισμού της μοτοσικλέτας από τον ενάγοντα, δεδομένου ότι ο εν λόγω μάρτυρας, την μέρα αυτή, ήταν συνοδηγός στην έτερη μοτοσικλέτα της Ομάδας ΔΙ.ΑΣ. του Τομέα … και όχι στη μοτοσικλέτα του ενάγοντος και, συνεπώς, δε μπορούσε να έχει άμεση αντίληψη των κινήσεων και της οδήγησης του τελευταίου.
Σε κάθε περίπτωση, δε, ακόμα και αν ήθελε υποτεθεί ότι στην πράξη συνηθίζεται οι οδηγοί των Ομάδων ΔΙ.ΑΣ. να οδηγούν συγκεκριμένο ο καθένας τύπο μοτοσικλέτας, πάντως, η μη εφαρμογή της εν λόγω πρακτικής στην προκείμενη περίπτωση, πέραν του ότι δεν αποδεικνύεται από κανένα έγγραφο στοιχείο, δε θα μπορούσε να στοιχειοθετήσει παράνομη παράλειψη από πλευράς των οργάνων του εναγόμενου, συνιστάμενη σε παραβίαση τυχόν ιδιαίτερων καθηκόντων και υποχρεώσεων που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία.
Τέλος, όπως έγινε δεκτό στην έβδομη σκέψη, ο ενάγων, πριν από την ανάληψη της υπηρεσίας του …, εξετάστηκε, μεταξύ άλλων, από τον αρμόδιο προς τούτο Αλλαγάρχη, ο οποίος διαπίστωσε ότι αυτός έφερε τον προβλεπόμενο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 και 7 παρ. 2 του π.δ/τος 45/2008, εξοπλισμό. Ενόψει τούτου και λαμβανομένου, περαιτέρω, υπόψη ότι με βάση τις διατάξεις του ίδιου ως άνω νομοθετήματος, και ιδίως το άρθρο 4 αυτού, δεν προβλέπεται η χορήγηση ειδικών αλεξίσφαιρων γιλέκων, κατάλληλων για προστασία από βλήματα τυφεκίου τύπου Kalashnikov, για γενική αστυνομική χρήση, όπως προβλέπεται π.χ. για το προσωπικό των Υποδιευθύνσεων Μέτρων Τάξης και Αποκατάστασης Τάξης και των Διμοιριών Υποστήριξης Αστυνομικών Διευθύνσεων, ανάλογα με τις κατά περίπτωση συνθήκες, η χορήγηση στολής κατασκευασμένης από βραδύκαυστο ή αντιπυρικό υλικό, πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμοι, όλοι οι αντίθετοι ισχυρισμοί του ενάγοντος περί ακαταλληλότητας του αλεξίσφαιρου γιλέκου που έφερε.
Επομένως, κατόπιν τούτων, δε στοιχειοθετείται παράνομη πράξη ή παράλειψη των οργάνων του εναγόμενου και, για το λόγο αυτό, η κρινόμενη αγωγή είναι απορριπτέα, ως νόμω αβάσιμη.