Της Νένας Μαλλιάρα
Με ένα νέο “εργαλείο” άμεσης χρηματοδότησης ενισχύεται το φάσμα μέτρων για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (που έχουν έως 250 εργαζόμενους). Το “εργαλείο” αυτό θα κινείται πέραν των δανείων, των επιδοτήσεων, των επιχορηγήσεων και των κρατικών εγγυήσεων, με άμεση στήριξη στο μετοχικό τους κεφάλαιο.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του “Κεφαλαίου”, πρόκειται για τη δυνατότητα απευθείας συμμετοχής ευρωπαϊκών οργανισμών, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, στο μετοχικό κεφάλαιο μικρομεσαίων επιχειρήσεων, έτσι ώστε πρώτα απ’ όλα να μην επιβαρυνθούν από κεφάλαια δανειακής προέλευσης που θα τις επιβαρύνουν περισσότερο, και κατά δεύτερο να μπορούν μέσω του ισχυρού μετόχου να προετοιμάζονται για την επόμενη μέρα που θα διαμορφώσει, πανευρωπαϊκά για το επιχειρηματικό τοπίο, η κρίση του κορονοϊού. Η κίνηση αυτή βρίσκεται ήδη σε φάση ωρίμανσης διαδικασιών από την ΕΤΕπ –κατόπιν εντολής των ευρωπαϊκών θεσμών– και των συναρμόδιων ελληνικών υπουργείων.
Η νέα μορφή equityparticipation για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχει παράλληλα το “βλέμμα” και στην προστασία του τραπεζικού τομέα, επιδιώκοντας να αποτρέψει την περαιτέρω διόγκωση του δανεισμού και την πιθανή δημιουργία νέων “κόκκινων” δανείων.
Το νέο εργαλείο
Ο προβληματισμός για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων κατά τρόπο που να μην επιβαρυνθούν με πρόσθετο δανεισμό, αυξάνοντας και τον κίνδυνο επισφαλειών για τις τράπεζες, είναι κοινός σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Για τον λόγο αυτό, η δυνατότητα απευθείας μετοχικής συμμετοχής στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ανά την Ευρώπη, δρομολογείται, μέσα στις επόμενες δύο-τρεις εβδομάδες, μέσω των τεχνικών διαδικασιών στις αρμόδιες ευρωπαϊκές υπηρεσίες σε συνεργασία με την Αθήνα και τις άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Οι διαπραγματεύσεις για τη δημιουργία του “Ταμείου Μετοχικής Συμμετοχής” θα έρθουν να προστεθούν και να ενταχθούν στις εν εξελίξει διαδικασίες που αφορούν το “Ταμείο Ανάκαμψης” το οποίο, μέσω του κοινοτικού προϋπολογισμού, θα παρέχει χρηματοδοτήσεις προς τα κράτη-μέλη, δάνεια και επιδοτήσεις. Σε όλες τις διαπραγματεύσεις που πρόκειται να διεξαχθούν, η ελληνική κυβέρνηση έχει ήδη σχέδιο προτάσεων που αφορούν καινοτόμες χρηματοδοτικές λύσεις για να στηριχθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Το σκεπτικό του εργαλείου αυτού, ή αλλιώς “Ταμείου Μετοχικής Συμμετοχής”, βασίζεται στη διαπίστωση ότι οι εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις της Ε.Ε. έχουν ανάγκη από κεφάλαια και όχι από νέες πιστώσεις, δηλαδή δάνεια που επιβαρύνουν την καθαρή τους θέση. Η “θύελλα” της κρίσης του κορονοϊού δημιουργεί τεράστιες ανάγκες ρευστότητας για τις επιχειρήσεις, αλλά το ζητούμενο είναι το πρόβλημα ρευστότητας να μην εξελιχθεί σε πρόβλημα φερεγγυότητας, πράγμα που θα συμβεί εάν οι επιχειρήσεις επιβαρυνθούν με νέο δανεισμό, τον οποίο δεν θα είναι σε θέση να αποπληρώσουν.
Παράλληλα, καθώς η αντιμετώπιση της κρίσης του κορονοϊού έχει οδηγήσει σε άρση των κανόνων ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων, είναι απολύτως αναγκαίο να “αιμοδοτηθούν” συμμετρικά οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε όλα τα κράτη-μέλη και να μην καλλιεργηθεί αθέμιτος ανταγωνισμός εις βάρος των ασθενέστερων οικονομιών.
Στο ίδιο μήκος κύματος, στόχος είναι να επιτευχθεί ο ουσιαστικός διαμοιρασμός του ρίσκου των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που αποτελούν τον στυλοβάτη της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Το συγκεκριμένο σημείο είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς ο ευρωπαϊκός οργανισμός που θα χορηγεί κεφάλαια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις μέσω της απόκτησης συμμετοχής στο μετοχικό τους κεφάλαιο, θα επωμίζεται ως μέτοχος τόσο τα κέρδη, όσο και τις ζημίες τους.
Οι αρχικές πληρωμές για την απόκτηση των μετοχών σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν θα δίνουν δικαίωμα αποπληρωμής τους στον μέτοχο (π.χ. Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων). Αυτός θα απορροφά τον κίνδυνο τόσο της αρχικής επένδυσης, όσο και μελλοντικών ζημιών της επιχείρησης. Αντιστοίχως, θα έχει μερίδιο στα κέρδη, ενώ θα εισάγει στην επιχείρηση και νέα πρότυπα εταιρικής διακυβέρνησης, συμβάλλοντας, έτσι, στην αναγκαία αναδιάρθρωση που διαφορετικά δεν θα πραγματοποιούσαν οι επιχειρήσεις.
Με έναν μηχανισμό που θα μειώνει τη δανειακή έκθεση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και θα απορροφά τους κινδύνους, επιχειρείται να ενισχυθεί τόσο η σταθερότητα του επιχειρηματικού ιστού στα επιμέρους κράτη-μέλη, όσο και η χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Παράλληλα, θα εξυγιανθεί το επιχειρηματικό τοπίο, καθαρίζοντας τον ανταγωνισμό από επιχειρήσεις-ζόμπικαι αναδεικνύοντας τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που θα αποτελέσουν τους ηγέτες στο νέο επιχειρηματικό περιβάλλον στη μετά COVID-19 εποχή.
Όλα τα παραπάνω έχουν άμεση εφαρμογή και είναι ιδιαίτερα κρίσιμα για τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Θα συμβάλλουν επίσης στον ουσιαστικό μετασχηματισμό της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας, αλλάζοντας το χρεοκοπημένο μοντέλο της “δανειακής πελατείας” της τελευταίας 30ετίας και εστιάζοντας στις εξαγωγικές και καινοτόμες επιχειρήσεις που θα είναι ικανές να προσελκύσουν επενδυτές.
Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα είναι από τους πλέον “ώριμους” ενδιάμεσους φορείς από τους οποίους αναμένεται ότι θα περάσει η μεγαλύτερη ροή πόρων στην κατεύθυνση αυτή. Παράλληλα η παρέμβαση αυτή σχεδιάζεται να ενισχυθεί με την παροχή σημαντικών φορολογικών κινήτρων. Σημειώνεται παράλληλα ότι μέσα στον Μάιο πρόκειται να ξεκινήσει μέσω της Αναπτυξιακής Τράπεζας και το πρόγραμμα δανεισμού επιχειρήσεων, με κρατική εγγύηση στο 80% του ποσού του δανείου.
Πανδημία και μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Η απευθείας ένεση κεφαλαίων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, χωρίς αυτή να έχει τη μορφή νέου δανεισμού, καθίσταται αναγκαία μετά τις δραματικές επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα που αναμένεται να αφήσει πίσω της η πανδημική κρίση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Προχθές, η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε ότι αντιμετωπίζουμε μια οικονομική συρρίκνωση χωρίς προηγούμενο στην πρόσφατη ιστορία και προειδοποίησε ότι στην υποχώρηση του ΑΕΠ κατά 3,8% το α’ τρίμηνο, αποτυπώνεται μόνο η αρχή της κρίσης. Όπως είπε, οι αναλυτές της ΕΚΤ κάνουν λόγο για πτώση του ΑΕΠ μεταξύ 5% και 12% φέτος, για να ακολουθήσει ανάκαμψη το 2021 και ομαλοποίηση των συνθηκών τα επόμενα χρόνια.
Η Ελλάδα αναμένει επίσης βαθιά ύφεση, ίσως και μέχρι 10% φέτος, με την επανεκκίνηση της οικονομίας να είναι ένα άκρως απαιτητικό και δύσκολο στοίχημα, καθώς θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης, την πιθανότητα επανάληψής της και την ταχύτητα εύρεσης της κατάλληλης θεραπείας για την αντιμετώπιση του κορονοϊού.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις βιώνουν ήδη τη χειρότερη κρίση από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το κλείσιμό τους για ενάμιση-δύο μήνες έχει φέρει τρομερά προβλήματα και η επανεκκίνηση της οικονομίας θα είναι προβληματική. Από τις 750.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι 400.000 αφορούν αυτοαπασχολούμενους και οι 150.000-200.000 απασχολούν μέχρι 9 εργαζόμενους, ενώ υπάρχουν κλάδοι (π.χ. ψυχαγωγία, θεάματα, εστίαση κ.ά.) που –παρά τα μέτρα στήριξης– δεν θα ανοίξουν καθόλου (αυτό εκτιμάται ότι θα πράξει το 30% των επιχειρήσεων της εστίασης). Η κατάσταση στον τουρισμό, ο οποίος επηρεάζει το 25%-30% των εσόδων και της απασχόλησης για τη χώρα, αναμένεται ακόμη χειρότερη, αφού η φετινή χρονιά θεωρείται χαμένη.
Υπό τις συνθήκες αυτές, είναι κρίσιμο να βρεθούν χρηματοδοτικά εργαλεία που θα είναι το “αποτελεσματικό φάρμακο” για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ισχυρή άμυνα έναντι της επιμόλυνσης του τραπεζικού τομέα με νέα γενιά “κόκκινων” δανείων. Οι τραπεζίτες εκτιμούν ότι με τα υφιστάμενα δεδομένα (και με την ευχή να μην υπάρξει επανάληψη του lockdown στην οικονομία από νέα έξαρση του κορονοϊού), τα νέα “κόκκινα” δάνεια που αναμένεται να δημιουργηθούν θα μπορούσαν να φτάσουν και τα 7-10 δισ. ευρώ. Πρόκειται για ποσοστό 10%-15% του υφιστάμενου αποθέματος NPLs, με τα 3/4 των νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων να εκτιμάται ότι θα προέλθουν από δάνεια που είναι ήδη σε ρύθμιση και το υπόλοιπο 1/4 από δάνεια μέχρι στιγμής ενήμερα.