Δικαστήριο ΕΕ: Μία τέτοια αγωγή αποζημίωσης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού Βρυξέλλες Ι, υπό τον όρο ότι οι εργασίες των εν λόγω εταιριών δεν εμπίπτουν στην έννοια του iure imperii
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με την εκδοθείσα στις 7-05-2020 απόφασή του στην υπόθεση Rina (C-641/18), η οποία αφορά προδικαστική παραπομπή που υπέβαλε το Tribunale di Genova (πρωτοδικείο Γένοβας, Ιταλία), το Πρώτο Τμήμα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) αποφαίνεται ότι τα θύματα του ναυαγίου ενός πλοίου υπό παναμαϊκή σημαία μπορούν να ασκήσουν ενώπιον των ιταλικών δικαστηρίων αγωγή αποζημιώσεως κατά των ιταλικών οργανισμών που κατέταξαν και πιστοποίησαν το πλοίο αυτό. Οι δε οργανισμοί αυτοί θα μπορούσαν να επικαλεστούν ετεροδικία μόνο στο μέτρο που οι δραστηριότητές τους θα αποτελούσαν έκφραση της δημόσιας εξουσίας του κράτους του Παναμά.
Ειδικότερα, το Δικαστήριο έκρινε, πρώτον, ότι αγωγή αποζημιώσεως, στρεφόμενη κατά νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου που ασκούν δραστηριότητα κατάταξης και πιστοποίησης πλοίων για λογαριασμό και κατ’ εξουσιοδότηση τρίτου κράτους, εμπίπτει στις «αστικές και εμπορικές υποθέσεις», κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, (ή αλλιώς, κανονισμός Βρυξέλλες Ι) και, κατά συνέπεια, στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού, εφόσον η ως άνω δραστηριότητα δεν ασκείται βάσει προνομίων δημόσιας εξουσίας, υπό την έννοια του δικαίου της Ένωσης.
Δεύτερον, το Δικαστήριο επισήμανε ότι η περί ετεροδικίας αρχή του εθιμικού διεθνούς δικαίου δεν εμποδίζει την άσκηση, από το επιληφθέν εθνικό δικαστήριο, της προβλεπόμενης από τον εν λόγω κανονισμό διεθνούς δικαιοδοσίας σε διαφορά σχετική με τέτοια αγωγή, σε περίπτωση που το ως άνω δικαστήριο διαπιστώνει ότι οι οργανισμοί αυτοί δεν άσκησαν προνόμια δημόσιας εξουσίας, κατά την έννοια του διεθνούς δικαίου.
Ιστορικό της υπόθεσης
Το 2006, το πλοίο Al Salam Boccaccio’98, υπό σημαία της Δημοκρατίας του Παναμά, ναυάγησε στην Ερυθρά Θάλασσα με περισσότερα από 1.000 θύματα. Συγγενείς των θυμάτων και επιζήσαντες επιβάτες ενήγαγαν ενώπιον του Tribunale di Genova (πρωτοδικείου Γένοβας, Ιταλία) τη Rina SpA και την Ente Registro Italiano Navale, δηλαδή τις εταιρίες οι οποίες είχαν πραγματοποιήσει τις εργασίες κατάταξης και πιστοποίησης του ναυαγήσαντος πλοίου και των οποίων η εταιρική έδρα ευρίσκεται στη Γένοβα. Οι ενάγοντες αξίωναν αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση, αντιστοίχως, για περιουσιακή ζημία καθώς και για ηθική βλάβη και ψυχική οδύνη, λόγω πιθανής αστικής ευθύνης των εταιριών Rina, υποστηρίζοντας ότι οι εν λόγω εργασίες συνδέονταν αιτιωδώς με το ναυάγιο. Οι εταιρίες Rina προέβαλαν έλλειψη διεθνούς δικαιοδοσίας του επιληφθέντος δικαστηρίου επικαλούμενες την αρχή της ετεροδικίας, καθόσον οι εργασίες κατάταξης και πιστοποίησης που εξετέλεσαν πραγματοποιήθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση της Δημοκρατίας του Παναμά και, κατά συνέπεια, συνιστούν εκδήλωση των κυριαρχικών προνομίων του εξουσιοδοτήσαντος κράτους. Το επιληφθέν δικαστήριο, διερωτώμενο σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία των ιταλικών δικαστηρίων, υπέβαλε προδικαστικό ερώτημα.
Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφαση του αυτή, το Δικαστήριο, πρώτον, εξέτασε την ερμηνεία του όρου «αστικές και εμπορικές υποθέσεις», κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Ι, σε σχέση με τις δραστηριότητες κατάταξης και πιστοποίησης πλοίων που άσκησαν οι εταιρίες Rina κατ’ εξουσιοδότηση και για λογαριασμό της Δημοκρατίας του Παναμά, προκειμένου να διαπιστώσει αν τα ιταλικά δικαστήρια έχουν διεθνή δικαιοδοσία δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού1. Το Δικαστήριο υπενθύμισε καταρχάς ότι, καίτοι ορισμένες διαφορές μεταξύ δημόσιας αρχής και ιδιώτη μπορεί να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού Βρυξέλλες Ι όταν το ένδικο βοήθημα αφορά πράξεις τελούμενες χωρίς χρήση δημόσιας εξουσίας (iure gestionis), δεν ισχύει το ίδιο όταν η δημόσια αρχή ενεργεί στο πλαίσιο της ασκήσεως δημόσιας εξουσίας (iure imperii). Συναφώς, το Δικαστήριο επισήμανε ότι δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι ορισμένες δραστηριότητες ασκήθηκαν κατόπιν εξουσιοδοτήσεως από κράτος: ειδικότερα, το γεγονός και μόνον ότι ορισμένες εξουσίες ανατίθενται με πράξη δημόσιας εξουσίας δεν συνεπάγεται ότι οι εξουσίες αυτές ασκούνται iure imperii. Το ίδιο ισχύει για το γεγονός ότι οι επίμαχες εργασίες πραγματοποιήθηκαν για λογαριασμό και προς το συμφέρον της Δημοκρατίας του Παναμά, δεδομένου ότι το γεγονός της ασκήσεως δραστηριότητας για λογαριασμό του κράτους δεν συνεπάγεται πάντοτε την άσκηση δημόσιας εξουσίας. Εξάλλου, το γεγονός ότι ορισμένες δραστηριότητες έχουν δημόσιο σκοπό δεν συνιστά, αυτό καθαυτό, επαρκές στοιχείο ώστε να χαρακτηριστούν οι δραστηριότητες αυτές ως πραγματοποιούμενες iure imperii. Το Δικαστήριο τόνισε συνεπώς ότι, προκειμένου να κριθεί αν οι επίμαχες στην κύρια δίκη εργασίες πραγματοποιήθηκαν κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας, το κρίσιμο κριτήριο είναι η άσκηση εξουσιών υπέρμετρων σε σύγκριση με τους εφαρμοζόμενους στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών κανόνες.
Συναφώς, το Δικαστήριο επισήμανε ότι οι πραγματοποιηθείσες από τις εταιρίες Rina εργασίες κατάταξης και πιστοποίησης συνίσταντο απλώς στη εξακρίβωση του ότι το υπό εξέταση πλοίο πληρούσε τις απαιτήσεις που προβλέπονταν από τις εφαρμοστέες νομοθετικές διατάξεις και, εφόσον πληρούσε τις απαιτήσεις αυτές, στην έκδοση των αντιστοίχων πιστοποιητικών. Η ερμηνεία και η επιλογή των εφαρμοστέων τεχνικών απαιτήσεων εναπέκειντο αποκλειστικώς στις αρχές της Δημοκρατίας του Παναμά. Ασφαλώς, ο έλεγχος του πλοίου από νηογνώμονα μπορεί, ενδεχομένως, να οδηγήσει στην ανάκληση του πιστοποιητικού λόγω μη συμμορφώσεως του πλοίου προς τις απαιτήσεις αυτές. Εντούτοις, μια τέτοια ανάκληση δεν απορρέει από την εξουσία λήψεως αποφάσεων των νηογνωμόνων, οι οποίοι ενεργούν εντός ενός εκ των προτέρων καθορισμένου κανονιστικού πλαισίου. Το γεγονός ότι, κατόπιν της ανάκλησης ενός πιστοποιητικού, ένα πλοίο δεν μπορεί πλέον να πλεύσει οφείλεται στην κύρωση η οποία επιβάλλεται από τον νόμο. Επομένως, το Δικαστήριο έκρινε ότι, υπό την επιφύλαξη των εξακριβώσεων στις οποίες οφείλει να προβεί το αιτούν δικαστήριο, οι πραγματοποιηθείσες από τις εταιρίες Rina εργασίες κατάταξης και πιστοποίησης δεν μπορούν να θεωρηθούν πραγματοποιηθείσες κατά την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας υπό την έννοια του δικαίου της Ένωσης.
Δεύτερον, το Δικαστήριο εξέτασε την τυχόν επιρροή, σε σχέση με τη δυνατότητα εφαρμογής του κανονισμού Βρυξέλλες Ι, της ένστασης που αντλείται από την περί ετεροδικίας αρχή του εθιμικού διεθνούς δικαίου. Το Δικαστήριο επισήμανε ότι έχει κρίνει ότι, κατά την τρέχουσα διεθνή πρακτική, το προνόμιο της ετεροδικίας των κρατών δεν έχει απόλυτη αξία, αλλά αναγνωρίζεται γενικώς όταν η διαφορά αφορά πράξεις εθνικής κυριαρχίας τελούμενες iure imperii. Αντιθέτως, η ετεροδικία μπορεί να αποκλειστεί αν το ένδικο βοήθημα αφορά πράξεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στην άσκηση δημόσιας εξουσίας. Δεν αναγνωρίζεται γενικώς ετεροδικία σε οργανισμούς ιδιωτικού δικαίου, όπως οι εταιρίες Rina, όσον αφορά τις εργασίες κατάταξης και πιστοποίησης των πλοίων, όταν οι εργασίες αυτές δεν έχουν πραγματοποιηθεί iure imperii κατά την έννοια του διεθνούς δικαίου. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω αρχή δεν εμποδίζει την εφαρμογή του κανονισμού Βρυξέλλες Ι σε διαφορά όπως αυτή της κύριας δίκης, σε περίπτωση που το επιληφθέν δικαστήριο διαπιστώνει ότι οι επίμαχοι οργανισμοί κατάταξης και πιστοποίησης δεν άσκησαν προνόμια δημόσιας εξουσίας, κατά την έννοια του διεθνούς δικαίου.
Γίνεται υπόμνηση ότι η προδικαστική παραπομπή παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, να υποβάλουν στο Δικαστήριο ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, κατά τον ίδιο τρόπο, τα άλλα εθνικά δικαστήρια που επιλαμβάνονται παρόμοιου προβλήματος.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA
- 1.Δυνάμει της διατάξεως αυτής, τα πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους στο έδαφος κράτους μέλους ενάγονται, καταρχήν, ενώπιον των δικαστηρίων αυτού του κράτους μέλους, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους.