Το ύψος της εγγύησης ανά δάνειο και χαρτοφυλάκιο, η ανάγκη πρόσθετων εξασφαλίσεων και οι υπερβολές των τραπεζών. Γιατί ζητούν ευχέρεια περιορισμένων απολύσεων οι μεγάλες επιχειρήσεις. Πώς θα αποφευχθεί το cross default.
Σημαντικά εκκρεμή ζητήματα καλούνται να επιλύσουν κυβέρνηση και τράπεζες το επόμενο 10ήμερο, προκειμένου να υλοποιηθεί η αναθεωρημένη πρόβλεψη ότι το πλαίσιο παροχής δανείων με κρατική εγγύηση, για τις πληγείσες από την πανδημία της Covid-19 επιχειρήσεις, θα είναι έτοιμο στις 15 με 20 Μαΐου.
Όπως είναι γνωστό, το Ταμείο Εγγυοδοσίας της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας θα δεσμεύσει κεφάλαια 2 δισ. ευρώ, τα οποία θα αποτελέσουν τις εγγυήσεις του κυοφορούμενου μηχανισμού. Η εγγύηση θα καλύπτει το 80% της ονομαστικής αξίας κάθε δανείου. Από την άλλη, όμως, προβλέπεται ότι θα λειτουργεί ως κεφάλαιο πρώτων απωλειών (first loss) για το 40% του συνολικού χαρτοφυλακίου της δράσης, ανά τράπεζα.
Αυτό σημαίνει ότι με το ποσό των εγγυήσεων στα 2 δισ. ευρώ, τα δάνεια που μπορούν να χορηγήσουν οι τράπεζες στις πληγείσες επιχειρήσεις θα ανέλθουν ως το ποσό των 6,2 δισ. ευρώ. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση κάνει λόγο για χορηγήσεις δανείων 7 δισ. ευρώ από τη δράση, είτε οφείλεται σε πίεση αλλαγής των παραμέτρων (π.χ. ύψος του first loss) είτε σε επικοινωνιακούς λόγους.
Προς το παρόν δεν έχει διευκρινισθεί, αρμοδίως, η περίμετρος της δράσης. Ποιες, δηλαδή, από τις πληγείσες επιχειρήσεις θα μπορούν να λάβουν κεφάλαιο κίνησης με κρατική εγγύηση. Η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν (DG Comp) έχει ορίσει πως δικαιούχοι όλων των δράσεων κρατικής στήριξης (κρατικές εγγυήσεις, δάνεια μειωμένης εξασφάλισης, επιδότηση επιτοκίου κ.ά.) πρέπει να είναι μη προβληματικές επιχειρήσεις στις 31/12/2019.
Παρότι ο παραπάνω διευρυμένος ορισμός περιλαμβάνει και όσες είχαν ρυθμίσει και εξυπηρετούσαν δάνεια προ πανδημίας, ενέχει τον εξής κίνδυνο: να αποκλειστούν από την περίμετρο εταιρείες με υψηλή σχέση καθαρού δανεισμού προς EBITDA ή ισχνά ίδια σε σχέση με τα ξένα κεφάλαια.
Η αγορά αναμένει διευρυμένα κριτήρια ως προς τους παραπάνω δείκτες, καθώς στην Ελλάδα, μετά τη δεκαετή κρίση, χιλιάδες μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις είχαν, προ πανδημίας, καθαρό δανεισμό που ξεπερνούσε τις 6 φορές τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA), όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος ήταν αισθητά χαμηλότερα.
Το υπό κατάρτιση πλαίσιο θα δίνει τη δυνατότητα στις πληγείσες επιχειρήσεις να αιτούνται κεφαλαίου κίνησης που αντιστοιχεί στο 25% του τζίρου τους, κατά τη χρήση 2019. Έναντι της κρατικής εγγύησης, αναλαμβάνουν την υποχρέωση να μην απολύσουν κανέναν εργαζόμενο, κατά την περίοδο ως την αποπληρωμή του δανείου.
Γιατί ζητούν ευχέρεια περιορισμένων απολύσεων οι μεγάλες επιχειρήσεις
Υπουργείο και τράπεζες δεν έχουν ξεκαθαρίσει τι θα συμβεί με τις μεγάλες επιχειρήσεις, που δικαιούνται υψηλό κεφάλαιο κίνησης από το πρόγραμμα αλλά θα πάρουν μόνο μέρος του.
Αν μια εταιρεία «τζίραρε» 200 εκατ. ευρώ το 2019 και πληροί τα κριτήρια, δικαιούται δανείου με κρατική εγγύηση έως 50 εκατ. ευρώ. Αφενός, όμως, οι δυνατότητες του προγράμματος έχουν συγκεκριμένα όρια για χορηγήσεις σε μεγάλες επιχειρήσεις, αφετέρου, οι τράπεζες δεν θέλουν να πάρουν τόσο μεγάλο ρίσκο, ανά εκδότη στα βιβλία τους, καθώς απαγορεύονται κοινοπρακτικά σχήματα.
Υπό το παραπάνω πρίσμα, θεωρείται δεδομένο ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις θα πάρουν μέρος μόνο του κεφαλαίου κίνησης, που δικαιούνται, βάσει του τζίρου της τελευταίας, προ πανδημίας, χρήσης. Εφόσον συμβεί αυτό, ζητούν να προσαρμοστεί αντίστοιχα το πακέτο των αναλαμβανόμενων υποχρεώσεων. Ζητούν, δηλαδή, να μπορούν να προχωρούν σε περιορισμένες απολύσεις, προκειμένου να προσαρμόσουν το κόστος τους στο νέο περιβάλλον μειωμένων πωλήσεων. «Δεν γίνεται να πάρουμε το 20% του ποσού που δικαιούμαστε και να αναλάβουμε την υποχρέωση μη απόλυσης για το σύνολο του προσωπικού ως την εξόφληση του δανείου», αναφέρει διευθύνων σύμβουλος εισηγμένης εταιρείας.
Μύλος με τις εξασφαλίσεις
Το θέμα στο οποίο κυριολεκτικά επικρατεί σύγχυση έχει να κάνει με τις πρόσθετες εξασφαλίσεις. Ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης αποκάλυψε την περασμένη Τρίτη, σε εκδήλωση της ΕΑΕΕ, ότι οι τράπεζες δεσμεύτηκαν στη σύσκεψη υπό τον πρωθυπουργό να μη ζητούν πρόσθετες εξασφαλίσεις, λόγω των κρατικών εγγυήσεων. Το γεγονός ότι η Τράπεζα της Ελλάδος αναγνώρισε την εγγύηση της Αναπτυξιακής Τράπεζας ως ισοδύναμη με αυτή της Ελληνικής Δημοκρατίας ενισχύει, σύμφωνα με τον υπουργό, τη βαρύτητά της και μειώνει την ανάγκη πρόσθετων εξασφαλίσεων. Με την παραπάνω κίνηση, το ύψος του δανείου που καλύπτεται από την εγγύηση θα έχει μηδενική στάθμιση (zero weight) στο ενεργητικό της τράπεζας.
Οι εγγυήσεις, όμως, καλύπτουν ως το 32% του χαρτοφυλακίου δανείων, που θα δώσει η κάθε τράπεζα στο πλαίσιο της δράσης. Ως εκ τούτου, οι τράπεζες θα πρέπει να είναι αρκετά προσεκτικές στον κίνδυνο που θα αναλάβουν και εκτείνεται στο 68% των δανείων της δράσης, ζητώντας, όπου υπάρχουν περιθώρια, πρόσθετες εξασφαλίσεις, ώστε να μην αυξηθεί σημαντικά το spread.
Οι επιχειρήσεις, από την πλευρά τους, στις προκαταρκτικές συζητήσεις που διεξάγουν με τις τράπεζες διαπιστώνουν υπερβολικές απαιτήσεις για εκχώρηση εξασφαλίσεων, οι οποίες υποδηλώνουν απροθυμία δανεισμού. Για παράδειγμα, τράπεζα απάντησε σε κρούση εταιρείας με καθαρό δανεισμό προς EBITDA, προ πανδημίας, χαμηλότερο του 3 ότι θέλει εξασφαλίσεις που να ξεπερνούν το 100% (!) της ονομαστικής αξίας του δανείου.
Να μην ενεργοποιείται cross default
Ιδιαίτερα σημαντικό για επιχειρήσεις και τράπεζες είναι το θέμα του cross default, που προέβλεπε το προσχέδιο. Αν δεν τροποποιηθεί, θα καθίστανται άμεσα απαιτητές όλες οι δανειακές υποχρεώσεις επιχείρησης, η οποία σταματά να εξυπηρετεί δάνειο με κρατική εγγύηση, εξέλιξη που σύμφωνα με στελέχη της αγοράς μειώνει την ελκυστικότητα της δράσης.
Για να αποφευχθεί η παραπάνω ρήτρα, οι τράπεζες έχουν προτείνει μια άλλη φόρμουλα, που εδράζεται στη λογική του συνεργαζόμενου δανειολήπτη. Επιπρόσθετα, οι τράπεζες έχουν προτείνει η εγγύηση να πληρώνεται με την κατάπτωσή της και όχι εφόσον ολοκληρωθούν όλες οι διαδικασίες ανάκτησης.
Τέλος, αναμένεται να εξαιρεθούν από την καταβολή χαρτοσήμου οι δανειακές συμβάσεις με κρατική εγγύηση.