Επεκτείνεται κατά ένα χρόνο η μεταβατική περίοδος για τους συνταξιούχους που είχαν αναλάβει εργασία πριν την ισχύ του νόμου Κατρούγκαλου (13-5-2016), και οι οποίοι δεν έχουν υποστεί μείωση στη σύνταξή τους, επειδή υπάγονταν στο προηγούμενο καθεστώς.
Με τον νόμο Βρούτση είχε προβλεφθεί ότι θα κοπεί η σύνταξη τους από 1.3.2021και μέχρι τότε θα εξακολουθήσουν να λαμβάνουν σύνταξη χωρίς την νέα περικοπή. Με την σημερινή τροπολογία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών ορίζεται επέκταση της μεταβατικής περιόδου για ένα ακόμη έτος μέχρι 1.3.2022. Σύμφωνα με την αιτιολογική η πρόβλεψη για σταδιακή υπαγωγή στο νέο νομοθετικό πλαίσιο ήταν απαραίτητη, προκειμένου να μην διαταραχθεί ο οικονομικός προγραμματισμός τόσο του ιδίου του συνταξιούχου όσο και της οικογένειάς του, γι’ αυτό και θεσπίστηκε μεταβατική περίοδος ενός έτους για την ένταξη των ως άνω συνταξιούχων στον γενικό κανόνα του άρθρου 20 του ν. 4387/2016 (Α’ 85).
Παράλληλα για συνταξιούχους, οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α., αναστέλλεται πλήρως η καταβολή των κύριων και επικουρικών συντάξεων εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το 61o έτος της ηλικίας τους έως και τις 28.2.2021 και το 62ο έτος από την 1η.3.2022 και εφεξής.
Οι συνταξιούχοι του Ε.Φ.Κ.Α. – πρώην Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.) που παρέχουν εκπαιδευτικό έργο στη Δημόσια Ναυτική Εκπαίδευση από την 01.01.2017 και μέχρι το πέρας της τρέχουσας ακαδημαϊκής περιόδου, ήτοι στις 31.08.2020, υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου από 01.09.2020.
Επίσης οι συνταξιούχοι του Ε.Φ.Κ.Α. – πρώην Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.) που παρέχουν εκπαιδευτικό έργο στη Δημόσια Ναυτική Εκπαίδευση από την 01.01.2017 και μέχρι το πέρας της τρέχουσας ακαδημαϊκής περιόδου, ήτοι στις 31.08.2020, υπάγονται στις διατάξεις της περικοπής των συντάξεων από 01.09.2020.
Παράλληλα θεσπίζεται όριο απαλλαγής των συνταξιούχων που ασκούν δραστηριότητα υπακτέα στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ από την υποχρέωση καταβολής εισφορών, προκειμένου να αποφευχθεί η δυσανάλογη επιβάρυνση στο εισόδημα τους και να στηριχθεί η αγροτική δραστηριότητα σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο εξαιτίας των συνεχιζόμενων συνεπειών της υγειονομικής κρίσης στην οικονομία. Με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ότι οι συνταξιούχοι πρώην φορέων κύριας ασφάλισης ή του Δημοσίου που είχαν αναλάβει ή αναλαμβάνουν δραστηριότητα, για την οποία υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, καταβάλλουν την ασφαλιστική εισφορά του άρθρου 40 του ν. 4387/2016 (Α’ 85), εφόσον το ετήσιο εισόδημα τους από τη δραστηριότητα αυτή υπερβαίνει το ποσό των 10.000 ευρώ. Η θέσπιση του συγκεκριμένου ορίου είναι αναγκαία για να μην επιβαρυνθούν με την υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών του άρθρου 40 του ν. 4387/2016 (Α’ 85), συνταξιούχοι, οι οποίοι αποκομίζουν πολύ χαμηλό εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα και συνήθως καλύπτουν ατομικές-οικογενειακές ανάγκες από την άσκηση αυτής. Επιπλέον, η θέσπιση του εισοδηματικού ορίου των 10.000 ευρώ ετησίως, εναρμονίζεται με την περ. η της παρ. 4 του άρθρου 20 του ν. 4387/2016 (Α’ 85), σύμφωνα με την οποία δεν μειώνεται το ποσό της σύνταξης των συνταξιούχων άλλων φορέων και του Δημοσίου, εφόσον το ετήσιο εισόδημά τους από απασχόληση στον αγροτικό τομέα ως αγροτών, μελισσοκόμων, κτηνοτρόφων, πτηνοτρόφων και αλιέων δεν υπερβαίνει το ποσό των 10.000 ευρώ.
Η πρόβλεψη της δυνατότητας απαλλαγής από την υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικής εισφορών υπέρ του πρώην ΟΓΑ για τους συνταξιούχους με ετήσιο εισόδημα έως 10.000 ευρώ από την άσκηση της αγροτικής δραστηριότητας ισχύει από 1.6.2020 και έχει ως αποτέλεσμα να μην υφίσταται δυνατότητα αξιοποίησης του χρόνου απασχόλησής τους και προσαύξησης της σύνταξής τους κατά την οικεία πρόβλεψη της παρ. 5 του άρθρου 20 του ν. 4387/2016 (Α’ 85), εφόσον δεν καταβάλλουν τις εισφορές του άρθρου 40 του ν. 4387/2016 (Α’ 85), λόγω ετήσιου εισοδήματος μέχρι 10.000 ευρώ.