Εγκύκλιος για την άσκηση ποινικών διώξεων από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών
Με εγκύκλιό της η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου παρέχει διευκρινίσεις αναφορικά με την άσκηση ποινικής δίωξης από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο 11/2020, την οποία υπογράφει ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, κ. Βασίλειος Πλιώτας:
Με το άρθρο 27 του ΚΠΔ που κυρώθηκε με τον ν. 4620/2019 και υπό τον τίτλο «Άσκηση της ποινικής δίωξης και ανεξαρτησία της αρχής που την ασκεί», ορίζονται: «1. Την ποινική δίωξη την ασκεί στο όνομα της Πολιτείας ο εισαγγελέας των πλημμελειοδικών. Στα Πρωτοδικεία Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης και Πατρών ο εισαγγελέας εφετών ορίζει, ειδικά για την άσκηση της ποινικής δίωξης κατά ανηλίκων, έναν εισαγγελέα πρωτοδικών και τον αναπληρωτή του. 2. Τα πρόσωπα που σύμφωνα με την παρ. 1 ασκούν την ποινική δίωξη είναι, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και με την επιφύλαξη των σχετικών διατάξεων του Οργανισμού των Δικαστηρίων και των άρθρων 333, 334 και 335 του Κώδικα, ανεξάρτητα από κάθε άλλη αρχή, καθώς και από τα δικαστήρια όπου υπηρετούν. 3. Κατηγορούσα αρχή είναι ο εισαγγελέας κάθε δικαστηρίου».
Στα κύρια χαρακτηριστικά του ισχύοντα νέου ΚΠΔ, συγκαταλέγονται η ισοστάθμιση των αναγκών προστασίας της κοινωνίας και του ατόμου, η διατήρηση του αυτεπάγγελτου της ποινικής δίωξης στο μεγαλύτερο όγκο των αδικημάτων, η διασφάλιση του δικαιώματος της ακρόασης των διαδίκων και των λοιπών δικαιωμάτων τους κατά τη διεξαγωγή της ποινικής δίκης, η ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων αλλά και η αναγνώριση των ορίων της ηθικής απόδειξης, χωρίς σε σχέση με την ενδιαφέρουσα ποινική δίωξη να απομακρύνονται οι νέες ρυθμίσεις ριζικά από τις ανάλογες του προϊσχύσαντος ΚΠΔ.
Και με τον ισχύοντα ΚΠΔ θεμελιώδης κανόνας του ποινικοδικονομικού μας συστήματος που ρητά καθιερώνεται στην προρηθείσα διάταξη, είναι η μονοπωλιακή άσκηση της ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών, με τις ελάχιστες, ακόλουθες εξαιρέσεις:
Α) Η ποινική δίωξη των προσώπων που υπάγονται στα στρατιωτικά δικαστήρια διατάσσεται από τους εισαγγελείς των στρατοδικείων (άρθρα 200 παρ. 1, 213 παρ.1 και 214 β’ και γ’ Σ.Π.Κ (ν. 2287/1995), σε συνδυασμό με το άρθρο 27 παρ.1 εδ. α’ ΚΠΔ).
Β) Αν ανακύπτει περίπτωση ποινικής ευθύνης προσώπου από αυτά που ορίζονται στο άρθρο 1 παρ.1 περ. α’ έως και στ’ και ια’ του ν. 3213/2003, για τις αξιόποινες πράξεις που προβλέπονται στα άρθρα 6 έως 8 του ίδιου νόμου, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 62, 85 και 86 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος, του Κανονισμού της Βουλής και του νόμου για την ποινική ευθύνη των υπουργών, η ποινική δίωξη ασκείται από τον αρμόδιο εισαγγελέα εφετών (άρθρο 10 παρ. 1 του ν. 3213/2003).
Γ) Η ποινική δίωξη εναντίον του Προέδρου της Δημοκρατίας ή αυτών που διατελούν ή διατέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης και των Υφυπουργών κινείται από τη Βουλή (άρθρα 49 παρ, 2 και 86 παρ. 1 και 2 Συντ. σε συνδ. με τον 3126/2003), Κάμπτεται δε ο κανόνας αυτός και στην περίπτωση του άρθρου 28 ΚΠΔ που προβλέπει ότι η ποινική δίωξη, υπό τις προϋποθέσεις της διάταξης, κινείται από το ίδιο το δικαστήριο των Εφετών.
Με την παράγραφο δε 2 ιδίου άρθρου 27 ΚΠΔ αναγνωρίζεται η πλήρης ανεξαρτησία της εισαγγελικής αρχής να διώξει κάθε αδίκημα, οποιοσδήποτε και αν είναι ο δράστης.
Περαιτέρω, με το άρθρο 37 ΚΠΔ καθιερώνεται, όταν δεν απαιτείται έγκληση ή αίτηση, η αρχή της αυτεπάγγελτης της ποινικής δίωξης, η οποία μη υποκείμενη σε τύπο, κινείται είτε κατόπιν μηνύσεως ή αναφοράς είτε κατόπιν οποιασδήποτε άλλης πληροφορίας για διάπραξη αξιόποινης πράξης.
Ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών, ως φρουρός του νόμου και φύλακας του δικαίου, έχει θεμελιώδες έργο την καθαρά δικαιοδοτικού χαρακτήρα θεμελιώδους σημασίας ενέργεια της άσκησης της ποινικής δίωξης, χωρίς να αναμένει οποιαδήποτε τυχόν παραγγελία ή υπόδειξη από τους ιεραρχικά προϊσταμένους του, ενεργεί δε ως αντικειμενική αρχή και μεριμνά κατά νόμο, εξ ονόματος της πολιτείας, για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.
Ισχύουν και γι’ αυτόν η αρχή της αυτεπάγγελτης αναζήτησης της αλήθειας, η διασφάλιση του δικαιώματος της ακρόασης των διαδίκων και η ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων, ενώ ήδη σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 4 ΚΠΔ ο εισαγγελέας έχει υποχρέωση να υποβάλλει πάντοτε, προφορικά ή γραπτά, προτάσεις αιτιολογημένες και αιτήσεις ειδικές και δεν μπορεί να αφεθεί στην κρίση του δικαστηρίου ή του ανακριτή.
Συμπορεύονται δε όλα αυτά και με την αποστολή του εισαγγελέα, που είναι, ευρύτερα, η τήρηση της νομιμότητας, η προστασία του πολίτη και η διαφύλαξη των κανόνων της δημόσιας τάξης (άρθρο 24 ν. 1756/1988).
Συνακολούθως, ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών παρεμβαίνει όταν συντρέχει νόμιμη περίπτωση, χωρίς καμία αδράνεια και διαχειρίζεται τη διαδικασία της ποινικής δίωξης ανεπηρέαστα και αποκλειστικά κατά την έμφρονα αυτού κρίση, με προσεκτική πάντα στάθμιση των στοιχείων κάθε περίπτωσης και βεβαίως εντός των πλαισίων του νόμου.
Δείτε αναλυτικά την εγκύκλιο στο eisap.gr