Μεταφορά εμβάσματος από την Ελλάδα στο εξωτερικό από φυσικό πρόσωπο που διαμένει στο εξωτερικό και το οποίο είχε ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα που πωλήθηκε – Προσαύξηση περιουσίας κατ’ άρθρο 48 παρ. 3 του ν. 2238/1994 (Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος) και φορολόγηση του ποσού αυτού ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθέρων επαγγελμάτων.
6922/2019 ΔΠΑ, 14ο Τμήμα
Στην υπόθεση αυτή, η προσφεύγουσα, φυσικό πρόσωπο που διέμενε, κατά τον κρίσιμο χρόνο (2011), στο Ηνωμένο Βασίλειο και πολιτογραφήθηκε (το έτος 2012) ως Βρετανή πολίτης, έχοντας ως μοναδικό δεσμό με την Ελλάδα ένα ακίνητο ιδιοκτησίας της στην Αττική, το οποίο και επωλήθη το 2011 σε διαφορετική τιμή από το αναφερόμενο στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τίμημα, μετέφερε το ίδιο έτος (2011) τρία εμβάσματα (ποσού 560.000 ευρώ) από την Ελλάδα στη Μεγάλη Βρετανία.
Η φορολογική αρχή, κατόπιν ελέγχου, δέχτηκε ότι για την πώληση του ακινήτου καταβλήθηκαν στην προσφεύγουσα 487.500 ευρώ μέσω τραπεζικών επιταγών και πίστωσης από δάνειο που έλαβε από τον αγοραστή στην Ελλάδα, ενώ δεν αναγνώρισε τμήμα του πραγματικού τμήματος (72.500 ευρώ), το οποίο, όπως υποστήριξε η προσφεύγουσα, της είχε καταβληθεί σε μετρητά από τον αγοραστή. Περαιτέρω, η διαφορά αυτή του τιμήματος (72.500 ευρώ), θεωρήθηκε από τη φορολογική αρχή ως προσαύξηση περιουσίας της προσφεύγουσας, κατά το οικονομικό έτος 2012 (χρήση 2011) και φορολογήθηκε, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 15 του ν. 3888/2010, ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθέρων επαγγελμάτων του άρθρου 48 του ν. 2238/1994 (Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος), διότι δεν μπορούσε να υπαχθεί σε κάποια από της κατηγορίες Α΄ έως Ζ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ίδιου νόμου.
Ωστόσο, όπως έκρινε το Δικαστήριο, στην υπόθεση αυτή δεν τεκμηριώνεται επαρκώς, στο πλαίσιο έμμεσης απόδειξης, η ύπαρξη μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος της προσφεύγουσας, καθόσον δεν αρκεί η εκ μέρους της φορολογικής Διοίκησης διαπίστωση της ύπαρξης του αμφισβητούμενου ποσού σε τραπεζικό λογαριασμό της προσφεύγουσας.
Επομένως, εν προκειμένω, δεν προσδίδεται από τη φορολογική αρχή στέρεη πραγματική βάση στο συμπέρασμα ότι η πηγή ή αιτία του επίμαχου ποσού ανάγεται στην άσκηση της οικονομικής δραστηριότητας της προσφεύγουσας ως ελεύθερου επαγγελματία και, ως εκ τούτου, το επίμαχο ποσό των 72.500,00 ευρώ δεν συνιστά, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, προσαύξηση περιουσίας της προσφεύγουσας προερχόμενη από άγνωστη πηγή ή αιτία, αλλά, με βάση τα ως άνω πραγματικά περιστατικά και ενόψει της χρονικής συγκυρίας κατάθεσης του προαναφερομένου ποσού, μη δηλωθέν τίμημα μεταβίβασης ακινήτου, το οποίο, μάλιστα, φορολογήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, με φόρο υπεραξίας.
Διάφορο, όπως έκρινε το Δικαστήριο, είναι το ζήτημα ότι η, κατά τα άνω, μη δήλωση του παραπάνω ποσού, συνιστά τυχόν έτερη παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας και γεννά άλλη φορολογική υποχρέωση (βλ. ΣτΕ 884/2016 επταμ., σκ. 8).