ΑΠΟΦΑΣΗ
Vujnović κατά Κροατίας της 11.06.2020 (αριθ. προσφ. 32349/16)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Δικαίωμα στη ζωή, ασφάλεια δικαίου και πρόσβαση σε δικαστήριο.
Αστική διαδικασία αποζημίωσης μετά το θάνατο των γονέων του προσφεύγοντος κατά τη διάρκεια στρατιωτικής επιχείρησης από τον κροατικό στρατό το 1993. Η αγωγή του προσφεύγοντος τελικά απορρίφθηκε λόγω παραγραφής.
Ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο ήταν ασυνεπές κατά την απόφασή του σχετικά με την αποζημίωση για το θάνατο των μελών της οικογένειας, καθώς σε προηγούμενες αποφάσεις του δεν είχε την ίδια προσέγγιση για τον υπολογισμό της προθεσμίας παραγραφής, και ότι ο τρόπος με τον οποίο αυτή είχε υπολογιστεί του είχε στερήσει την πρόσβαση σε δικαστήριο.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι υποθέσεις τις οποίες επικαλέστηκε ο προσφεύγων ως παραδείγματα ασυνέπειας και έλλειψης ασφάλειας δικαίου, αφορούσαν εξαφανίσεις που δεν είχαν εξιχνιαστεί ποτέ, ενώ γνώριζε ότι οι γονείς του είχαν σκοτωθεί στην επιχείρηση του 1993 αρκετά χρόνια πριν καταθέσει την αγωγή του για αποζημίωση.
Οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που επικαλέστηκε ο προσφεύγων βασίστηκαν σε διαφορετικά γεγονότα από την υπόθεση των γονιών του και δεν υπήρξε αντιφατική νομολογία.
Επιπλέον, ο τρόπος με τον οποίο υπολογίστηκε η προθεσμία παραγραφής στην υπόθεσή του, δηλαδή από το 2001, όταν το κατηγορητήριο του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την Πρώην Γιουγκοσλαβία («το ICTY») εναντίον Κροάτη στρατηγού είχε περιλάβει τους γονείς του μεταξύ των θυμάτων της επιχείρησης και είχε γνωστοποιηθεί ευρέως , δεν ισοδυναμούσε με δυσανάλογο περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης σε δικαστήριο. Οι κατηγορίες εναντίον των Κροατών στρατηγών έχουν αναφερθεί πολλαπλά στα ΜΜΕ, ωστόσο ο προσφεύγων δεν είχε επικοινωνήσει με τις αρχές για πληροφορίες σχετικά με την τύχη των γονιών του έως το 2008, όποτε και άσκησε αγωγή αποζημίωσης. Ούτε είχε κινήσει διαδικασία με σκοπό να ανακηρυχθούν οι γονείς του νεκροί έως το 2011, περίπου 18 χρόνια μετά την εξαφάνισή τους.
Μη παραβίαση του δικαιώματος στη ζωή (άρθρο 2) και του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη (άρθρο 6).
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 2
Άρθρο 6
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων Dušan Vujnović είναι Κροάτης υπήκοος ο οποίος γεννήθηκε το 1963 και ζει στο Ζάγκρεμπ. Οι γονείς του σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου το 1993 όταν ο κροατικός στρατός διεξήγαγε στρατιωτική επιχείρηση για να ανακτήσει τον έλεγχο από τις σερβικές δυνάμεις σε έδαφος γνωστό ως «Medak Pocket».
Αρκετά χρόνια αργότερα διεξήχθησαν έρευνες για το ρόλο των Κροατών στρατηγών στη στρατιωτική επιχείρηση Medak Pocket κατά τη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκαν 51 άτομα. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY) παρέπεμψε σε δίκη αρκετούς στρατηγούς και τις υποθέσεις στις κροατικές αρχές για δίωξη.
Συγκεκριμένα, ένας Κροάτης στρατηγός, R.A., κατηγορήθηκε το 2001 από το ICTY και στη συνέχεια το 2006 από τις Κροατικές αρχές για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και παραβιάσεις των νόμων και των εθίμων του πολέμου κατά τη διάρκεια της επιχείρησης «Operation Pocket-93», ιδίως για την αποτυχία αποτροπής της σφαγής αμάχων Σέρβικης εθνικότητας. Και στα δύο κατηγορητήρια αναγράφονταν οι γονείς των προσφευγόντων μεταξύ των θυμάτων. Τα δικαστήρια της Κροατίας αθώωσαν τον Κροάτη στρατηγό το 2008, απόφαση η οποία κατέστη αμετάκλητη το 2009.
Το 2008 ο προσφεύγων άσκησε αστική αγωγή κατά του Κράτους ζητώντας αποζημίωση για τη δολοφονία των γονιών του από Κροάτες στρατιώτες. Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι ο προσφεύγων είχε αντικειμενική δυνατότητα να λάβει γνώση για το θάνατο των γονιών του το 2001, όταν το κατηγορητήριο του ICTY εναντίον του στρατηγού R.A. είχε αναφέρει τους γονείς του ως θύματα και έτσι η πενταετής προθεσμία παραγραφής ξεκινούσε από τότε. Δεδομένου ότι είχε ασκήσει την αγωγή του το 2008, η αξίωσή του ήταν παραγεγραμμένη.
Το 2011 ο προσφεύγων προσέφυγε ενώπιον των δικαστηρίων για να κηρυχθούν οι γονείς του νεκροί και τα δικαστήρια εξέδωσαν σχετικές αποφάσεις που έγιναν αμετάκλητες το 2012 και το 2013.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 2 (διαδικαστικό σκέλος του δικαιώματος στη ζωή)
Η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι παρόλο που το γραφείο του εισαγγελέα συνέχισε να ερευνά τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά την Επιχείρηση Pocket-93 μετά την αθώωση του στρατηγού R.A. το 2008, οι γονείς του προσφεύγοντος δεν χαρακτηρίστηκαν θύματα ποινικού αδικήματος. Εξάλλου, παρά τη μήνυση που υπέβαλαν τρία άτομα (όχι ο προσφεύγων) τον Σεπτέμβριο του 2015, μέχρι σήμερα δεν ήρθαν στο φως νέες πληροφορίες που θα αναιρούσαν ένα τέτοιο συμπέρασμα.
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι θα μπορούσαν να αναμένονται οι προσφεύγοντες των οποίων οι στενοί συγγενείς σκοτώθηκαν να επιδείξουν τη δέουσα επιμέλεια και αναλάβουν την πρωτοβουλία στο μέτρο που είναι απαραίτητο για να λάβουν πληροφορίες σχετικά με τη πρόοδο που σημειώθηκε στη σχετική έρευνα.
Ωστόσο, ο προσφεύγων δεν είχε επιχειρήσει να ζητήσει πληροφορίες κατά την ποινική διαδικασία εναντίον του στρατηγού R.A. η οποία είχε ολοκληρωθεί ήδη από τον Νοέμβριο του 2009, παρά μόνο ενώπιον του Δικαστηρίου με προσφυγή του τον Ιούνιο του 2016, πολύ αργότερα από την προθεσμία των έξι μηνών για την υποβολή της.
Συνεπώς, το Δικαστήριο απέρριψε την καταγγελία του προσφεύγοντος σχετικά με την αναποτελεσματικότητα της έρευνας αναφορικά με το θάνατο των γονιών του ως απαράδεκτη, καθώς ήταν εκπρόθεσμη.
Άρθρο 6 § 1
Νομική Βεβαιότητα
Ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι η νόμιμη προθεσμία παραγραφής για την υποβολή αστικής αξίωσης αποζημίωσης στην υπόθεσή του θα έπρεπε να είχε υπολογιστεί από την ημερομηνία κατά την οποία οι αποφάσεις με τις οποίες χαρακτηρίζονταν οι γονείς του νεκροί είχε καταστεί αμετάκλητες, όπως σε πολλές άλλες υποθέσεις που αποφάσισε το Ανώτατο Δικαστήριο σχετικά με αποζημίωση για το θάνατο των μελών της οικογένειας.
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι είχε προηγουμένως αποδεχτεί ότι η απόδοση δύο διαφορικών αποφάσεων σε δύο διαφορετικές υποθέσεις δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι δημιουργεί αντιφατική νομολογία εφόσον αφορούσαν διαφορετικά γεγονότα.
Σημείωσε ότι ο προσφεύγων είχε στηριχθεί σε αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου σχετικά με την εξαφάνιση μελών οικογένειας των προσφευγόντων των οποίων η τύχη παρέμεινε άγνωστη, ενώ ήταν γνωστό τι είχε συμβεί στους γονείς του προσφεύγοντος. Πληροφορίες ότι είχαν δολοφονηθεί τον Σεπτέμβριο του 1993 έγιναν γνωστές πριν ο προσφεύγων ασκήσει αγωγή για αποζημίωση (το 2008) και σίγουρα πριν ζητήσει να κηρυχθούν νεκροί (το 2011).
Οι υποθέσεις τις οποίες επικαλέστηκε ο προσφεύγων είχαν συνεπώς διαφορετικά πραγματικά περιστατικά από την υπόθεση που αφορούσε τους γονείς του. Το γεγονός ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν είχαν υπολογίσει τη νόμιμη προθεσμία παραγραφής για να υποβάλει την αστική αξίωση αποζημίωσης από την ημερομηνία κατά την οποία οι αποφάσεις οι οποίες χαρακτήριζαν τους γονείς του νεκρούς είχαν καταστεί αμετάκλητες, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι δημιουργεί αντιφατική νομολογία και δεν υπήρξε παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου. Κατά συνέπεια δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 § 1.
Πρόσβαση σε δικαστήριο
Ο προσφεύγων υποστήριξε ότι ο υπολογισμός της νόμιμης προθεσμίας για την υποβολή της αγωγής του από το 2001, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο θεώρησε ότι είχε αντικειμενική δυνατότητα να λάβει γνώση της τύχης των γονέων του, του είχε στερήσει την πρόσβαση σε δικαστήριο.
Πρώτον, το Δικαστήριο δεν θεώρησε παράλογο ότι σε περιπτώσεις όπου δεν μπορούσε να αποδειχθεί η ακριβής ημέρα κατά την οποία οι προσφεύγοντες πληροφορήθηκαν το θάνατο των μελών της οικογένειάς τους, τα εγχώρια δικαστήρια βασίστηκαν στο χρόνο κατά τον οποίο είχαν αντικειμενική ευκαιρία να το πληροφορηθούν.
Επιπλέον, σημείωσε ότι οι κατηγορίες που κατατέθηκαν εναντίον στρατηγών του Κροατικού στρατού ενώπιον του ICTY για εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο Medak Pocket τον Σεπτέμβριο του 1993 καλύφθηκαν ευρέως από τα ΜΜΕ στην Κροατία. Ο προσφεύγων ως γιος ατόμων που είχαν εξαφανιστεί κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής επιχείρησης του 1993, δεν θα μπορούσε να αγνοεί αυτές τις δημοσιεύσεις. Ούτε ήταν παράλογο να περιμένει κανείς ότι θα έπρεπε να επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια και να απευθυνθεί στις κροατικές αρχές για πληροφορίες.
Ωστόσο, δεν είχε επικοινωνήσει με την αστυνομία ή τον εισαγγελέα σχετικά με τη τύχη των γονέων του, πέρα από την υποβολή αγωγής αποζημίωσης. Ούτε είχε κινήσει διαδικασία με σκοπό να κηρυχθούν νεκροί έως το 2011, περίπου 18 χρόνια μετά την εξαφάνισή τους.
Εάν είχε απευθυνθεί στις κρατικές αρχές για πληροφορίες σχετικά με την τύχη των γονιών του μετά τον Νοέμβριο του 2001, όταν το κατηγορητήριο ICTY είχε διαμορφωθεί εναντίον του στρατηγού R.A., θα μπορούσε να πληροφορηθεί ότι είχαν δολοφονηθεί από Κροάτες στρατιώτες και ως εκ τούτου θα μπορούσε να είχε λάβει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε να ζητήσει αποζημίωση από το κράτος.
Συνεπώς, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο τρόπος με τον οποίο το Ανώτατο Δικαστήριο είχε υπολογίσει την νόμιμη προθεσμία παραγραφής για να υποβάλει ο προσφεύγων την αξίωσή του για αποζημίωση, δεν συνιστούσε δυσανάλογο περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης στο δικαστήριο.
Συνεπώς, δεν υπήρξε καμία παραβίαση της δίκαιης δίκης υπό την ειδικότερη έκφανσή της της πρόσβασης σε δικαστήριο (άρθρο 6 § 1 της Σύμβασης).
Μειοψηφούσες απόψεις
Οι δικαστές Ksenija Turković, Aleš Pejchal και Jovan Ilievski εξέφρασαν κοινή αντίθετη γνώμη.
Η γνώμη αυτή επισυνάπτεται στην απόφαση.