AΠ 899/2019 (ποιν). «Κατά το άρθρο 515 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠοινΔ, με αίτηση ενός από τους διαδίκους ή του εισαγγελέα μπορεί το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, σε ιδιαίτερα εξαιρετικές περιπτώσεις, να αναβάλει για μία μόνο φορά τη συζήτηση σε ρητή δικάσιμο.
Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 513 παρ. 1 εδ. γ’ ΚΠοινΔ, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κλητεύει τον αναιρεσείοντα και τους υπόλοιπους διαδίκους στο ακροατήριο του δικαστηρίου του Αρείου Πάγου με κλήση που επιδίδεται, σύμφωνα με τα άρθρα 155-161 ΚΠοινΔ και μέσα στην προθεσμία του άρθρου 166 ΚΠοινΔ, ενώ, κατά την παρ. 3 του ίδιου άρθρου, οι διάδικοι παρίστανται στη συζήτηση με συνήγορο.
Σε περίπτωση δε που η επίδοση στον αναιρεσείοντα γίνει με θυροκόλληση, επιδίδεται αντίγραφο του εγγράφου στον τυχόν διορισμένο αντίκλητο (άρθρο 155 παρ. 2 εδ. β’ και δ’ του ΚΠοινΔ), οπότε τα αποτελέσματα αρχίζουν από την επίδοση στον αντίκλητο. Επίσης, κατά το άρθρο 514 εδ. α’ του ίδιου Κώδικα, αν ο αναιρεσείων δεν εμφανιστεί κατά τη συζήτηση, η αίτησή του απορρίπτεται.
Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, αν ο αναιρεσείων δεν εμφανιστεί με συνήγορο ή δεν εκπροσωπηθεί από νόμιμα διορισμένο συνήγορο κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου, μολονότι κλητεύθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, η αίτηση αναίρεσης απορρίπτεται και αυτός καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, κατά το άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠοινΔ.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, κατά την εκφώνηση της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης κατά της 496/2018 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Σύρου στη σημερινή δικάσιμο (3-4-2019), εμφανίστηκε στο ακροατήριο ο δικηγόρος Αθηνών….και ζήτησε την αναβολή της συζήτησης της ένδικης αίτησης, διότι, όπως δήλωσε, ο αναιρεσείων, Ι. Σ., βρίσκεται σε οικονομική αδυναμία να πληρώσει το παράβολο παράστασης.
Το αίτημα, όμως, αυτό είναι απορριπτέο, ως αβάσιμο, διότι η επικαλούμενη οικονομική δυσχέρεια δεν συνιστά, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ιδιαίτερα εξαιρετική περίπτωση, που να δικαιολογεί την αναβολή, ενόψει και του γεγονότος, ότι ο αναιρεσείων είχε τη δυνατότητα, στην περίπτωση αυτή, να κάνει χρήση της παρεχόμενης από το Ν. 3226/2004 ευχέρειας για παροχή νομικής βοήθειας σε πολίτες χαμηλού εισοδήματος, τηρώντας εγκαίρως την προβλεπόμενη σχετική διαδικασία διορισμού συνηγόρου χωρίς την καταβολή από μέρους του αμοιβής. Μετά την απόρριψη του αιτήματος αναβολής, ο ανωτέρω συνήγορος αποχώρησε, όπως προκύπτει από τα ίδια ως άνω πρακτικά συνεδρίασης.
Συνεπώς, εφόσον ο αναιρεσείων δεν παρέστη προσηκόντως στο ακροατήριο, ως μη εκπροσωπηθείς από συνήγορο, όπως επιβάλλεται κατά τα εκτεθέντα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, ενώ, από τα με ημερομηνία 12-3-2019 δύο αποδεικτικά επίδοσης, που συντάχθηκαν αρμοδίως από την Επιμελήτρια της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου Α. Σ., προκύπτει, ότι επιδόθηκε στον αναιρεσείοντα με θυροκόλληση στην κατοικία του, καθώς και στον διορισμένο απ’ αυτόν, ως αντίκλητο δικηγόρο, …, νομίμως και εμπροθέσμως, κατά τα άρθρα 155 παρ. 2 εδ. β’, δ’ και 166 του ΚΠοινΔ, η υπ’ αριθ. 380/12-3-2019 κλήση της Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για να παραστεί δια συνηγόρου στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (3-4-2019), προκειμένου να υποστηρίξει την υπό κρίση αίτησή του για αναίρεση της προμνημονευόμενης απόφασης, με την οποία αυτός καταδικάστηκε, σε δεύτερο βαθμό, για παράβαση του άρθρου 28 Ν. 3996/2011 (εργατική νομοθεσία), κατ’ εξακολούθηση και κατά συρροή, σε συνολική ποινή φυλάκισης είκοσι ενός (21) μηνών και δεκαπέντε (15) ημερών, ανασταλείσα επί τριετία, πρέπει, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η εν λόγω αίτηση να απορριφθεί και να επιβληθούν σε βάρος του αναιρεσείοντος τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ)». (areiospagos.gr)