ΑΠΟΦΑΣΗ
Kaman κατά Τουρκίας της 04.06.2020 (αριθ. 29798/18)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Προσφυγή στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας και εξάντληση των εσωτερικών ενδίκων μέσων.
Κράτηση της προσφεύγουσας από τις 29.12.2017 έως τις 25.10.2019, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016.
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι ο κανόνας σχετικά με την εξάντληση των εσωτερικών ένδικων μέσων ήταν απαραίτητο κομμάτι του μηχανισμού της Σύμβασης. Τα κράτη δεν υποχρεούνται να απαντήσουν ενώπιον διεθνούς οργανισμού για τις πράξεις τους πριν επιλύσουν τα ζητήματα αυτά μέσω των δικών τους νομικών συστημάτων.
Τέλος, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι, όπως είχε προηγουμένως κρίνει στη νομολογία του, το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου δύναται να παρέχει την κατάλληλη αποκατάσταση για καταγγελίες βάσει των άρθρων 2 και 3 της Σύμβασης. Απαράδεκτη προσφυγή.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 3
Άρθρο 5
Άρθρο 6
Άρθρο 13
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Η προσφεύγουσα Halime Kaman, είναι υπήκοος Τουρκίας που γεννήθηκε το 1984 και ζει στην Κωνσταντινούπολη. Το βράδυ της 15-16 Ιουλίου 2016 πραγματοποιήθηκε απόπειρα πραξικοπήματος, με επικεφαλής μια ομάδα που ανήκε στις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις και κατηγορούνται ότι συνδέονται με την παράνομη οργάνωση FETÖ / PDY (Gülenist τρομοκρατική οργάνωση / παράλληλη κρατική δομή). Κατά τη διάρκεια της νύχτας, περισσότερα από 240 άτομα, κυρίως πολίτες, έχασαν τη ζωή τους από τους αντάρτες και αρκετές χιλιάδες άλλοι τραυματίστηκαν.
Κατηγορήθηκε ότι είχε δεσμούς με τον οργανισμό FETÖ / PDY, η προσφεύγουσα συνελήφθη στις 29 Δεκεμβρίου 2017 και τέθηκε υπό κράτηση. Όσον αφορά τους λόγους της κράτησής της, το Ποινικό Δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης αναφέρθηκε σε μια εφαρμογή στον υπολογιστή της που χρησιμοποιείται από μέλη του οργανισμού για κρυπτογραφημένες συνομιλίες πριν από την απόπειρα πραξικοπήματος. Η εφαρμογή που χρησιμοποίησε η προσφεύγουσα και η αλληλογραφία της ερευνήθηκαν. Το δικαστήριο ανέφερε ότι υπήρχε ισχυρή υποψία ότι η προσφεύγουσα είχε διαπράξει το αδίκημα συνδρομής και συνέργειας με τον εν λόγω οργανισμό.
Η προσφεύγουσα έχει δύο παιδιά, τα οποία κατά την επίδικη περίοδο ήταν ηλικίας ενός μηνός και τεσσάρων ετών. Αυτά τοποθετήθηκαν μαζί της στο κέντρο κράτησης γυναικών στο Bakırköy, το οποίο είχε εγκαταστάσεις για παιδιά.
Σε απόφαση της 04.05.2018, το Κακουργιοδικείο της Κωνσταντινούπολης που εξέτασε την υπόθεση παρέτεινε την κράτησή της, επικαλούμενο τον κίνδυνο καταστροφής αποδεικτικών στοιχείων σε περίπτωση που αφεθεί ελεύθερη.
Η προσφεύγουσα υπέβαλε πολλά αιτήματα για απελευθέρωση, τα οποία απορρίφθηκαν. Στις 12.06.2018 υπέβαλε ατομική προσφυγή στο Συνταγματικό Δικαστήριο με αίτημα έκδοσης προσωρινού μέτρου. Στις 27.06.2018, με βάση τις πληροφορίες που παρέσχε το Υπουργείο Δικαιοσύνης, το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα για προσωρινά μέτρα, λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υφίστατο απειλή για τη ζωή ή την κατάσταση της υγείας της ή του μωρού της. Η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου και η ποινική υπόθεση εναντίον της εκκρεμεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου της Κωνσταντινούπολης.
Στις 25.10.2019 η προσφεύγουσα αποφυλακίσθηκε.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 3
Η προσφεύγουσα ισχυρίστηκε κυρίως ότι οι συνθήκες κράτησης ήταν ακατάλληλες για το μωρό και επικαλέστηκε τα άρθρα 2 και 3 της ΕΣΔΑ. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η καταγγελία πρέπει να εξεταστεί μόνο βάσει του άρθρου 3.
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι η προσφεύγουσα είχε ασκήσει συνταγματική προσφυγή για το επίδικο θέμα στο Συνταγματικό Δικαστήριο στις 12 Ιουνίου 2018 και ότι είχε ζητήσει επίσης από το δικαστήριο να εκδώσει προσωρινό μέτρο. Στις 27 Ιουνίου 2018, υπό το φως των πληροφοριών που παρέχονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και το σωφρονιστικό ίδρυμα το Συνταγματικό Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα προσωρινού μέτρου με την αιτιολογία ότι οι συνθήκες κράτησης δεν είχαν θέσει σε κίνδυνο τη ζωή ή την υγεία της προσφεύγουσας ή του μωρού της. Έτσι, το Δικαστήριο σημείωσε ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο εξέτασε γρήγορα την υπόθεση και το αίτημα προσωρινού μέτρου. Η υπόθεση εκκρεμούσε ενώπιον αυτού του δικαστηρίου.
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι η υποχρέωση εξάντλησης των εγχώριων ένδικων μέσων ήταν απαραίτητο μέρος του μηχανισμού της Σύμβασης. Τα κράτη δεν υποχρεούνται να απαντήσουν ενώπιον ενός διεθνούς οργανισμού για πράξεις τους πριν να έχουν την ευκαιρία να επιλύσουν τα ζητήματα αυτά μέσω των νομικών τους συστημάτων (απόφαση Hasan Uzun κατά Τουρκίας, 30.04.2013).
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι είχε προηγουμένως κρίνει ότι το δικαίωμα της προσφυγής ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου δύναται να παρέχει την κατάλληλη επανόρθωση για καταγγελίες βάσει των άρθρων 2 και 3 της Σύμβασης (Kaya κ.α. κατά Τουρκίας, 20.03. 2018). Το Δικαστήριο σημείωσε επίσης ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο είχε, σε άλλες περιπτώσεις, διατάξει προσωρινά μέτρα υπέρ εκείνων που το ζητούσαν, όσον αφορά τη συμβατότητα της κατάστασής τους με τις συνθήκες κράτησής τους.
Τέλος, το Δικαστήριο επισήμανε ότι, εν προκειμένω, η προσφεύγουσα αποφυλακίστηκε στις 25.10.2019. Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η καταγγελία έπρεπε να απορριφθεί για μη εξάντληση των εγχώριων ένδικων μέσων.
Άρθρα 5, 6, 8 και 13
Η προσφεύγουσα κατήγγειλε ότι είχε υποστεί εξευτελιστική μεταχείριση για την κράτησή της. Υποστήριξε ότι το μέτρο δεν βασίστηκε σε επαρκείς λόγους. Επιπλέον παραπονέθηκε για παραβίαση του δικαιώματός της να τεκμαίρεται αθώα και έλλειψη νομικής συνδρομής ενώ βρίσκονταν υπό κράτηση.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η προσφεύγουσα παρέπεμψε τις καταγγελίες της στο Συνταγματικό Δικαστήριο στο πλαίσιο της προαναφερθείσας εκκρεμούς υπόθεσης. Ακολούθως αποφασίστηκε ότι αυτό το μέρος της προσφυγής ήταν πρόωρο και έπρεπε να κηρυχθεί απαράδεκτο. Η προσφεύγουσα θα ήταν ελεύθερη να επαναφέρει την υπόθεσή της ενώπιον του Δικαστηρίου, εάν εξακολουθούσε να θεωρείται θύμα παραβίασης της Σύμβασης μετά τις διαδικασίες που κίνησε η ίδια, ή εάν η διάρκεια της διαδικασίας ήταν τόσο υπερβολική που είχε ως αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί ως θύμα.
Όσον αφορά την καταγγελία σχετικά με την έλλειψη ανεξαρτησίας και αμεροληψίας των δικαστικών αρχών, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι η προσφεύγουσα δεν είχε υποβάλει αυτήν την καταγγελία στην συνταγματική της προσφυγή ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου και έτσι την κήρυξε απαράδεκτη για μη εξάντληση των εσωτερικών ένδικων μέσων.
Τέλος, το Δικαστήριο έκρινε ότι η καταγγελία ότι η προσφεύγουσα δεν είχε καμία πρόσβαση σε εγχώρια ένδικα μέσα μέσω των οποίων θα εξετάζονταν οι ουσιαστικές καταγγελίες καταγγελιών που περιέχονται στην προσφυγή της, ήταν προδήλως αβάσιμη και έπρεπε να κηρυχθεί απαράδεκτη.
Το Δικαστήριο, με πλειοψηφία, κήρυξε την προσφυγή απαράδεκτη.