ΑΠΟΦΑΣΗ
Gubasheva και Ferzauli κατά Ρωσίας της 05.05.2020 (αριθ. προσφ.38433/17)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων και ευθύνη του κράτους. Η πρώτη προσφεύγουσα ενεργώντας ατομικά και για λογαριασμό της δεύτερης προσφεύγουσας ανήλικης κόρης της, διεκδίκησε δικαστικά την διαμονή της ανήλικης κόρης της μετά τον χωρισμό από τον σύζυγο της, ο οποίος την είχε απαγάγει. Τα εγχώρια δικαστήρια αποφάσισαν η ανήλικη να διαμένει με την κόρη της. Όμως η απόφαση για τη διαμονή της ανήλικης δεν μπόρεσε να εκτελεστεί για 4,5 χρόνια.
Το Στρασβούργο επισημαίνει ότι η μη εκτέλεση της δικαστικής απόφασης για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα διατάραξε την οικογενειακή ζωή των προσφευγουσών με δυσμενείς συνέπειες στη ψυχική υγεία του παιδιού.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι οι ρωσικές αρχές παρέλειψαν να λάβουν, χωρίς καθυστέρηση, όλα τα μέτρα που θα μπορούσαν εύλογα να αναμένονται προκειμένου να εκτελεστεί η απόφαση, παρόλο που είχε ανευρεθεί ο πατέρας και δεν ήταν αγνώστου διαμονής.
Το Στρασβούργο έκρινε ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα των προσφευγουσών στην οικογενειακή τους ζωή και επιδίκασε ποσό 12.500 ευρώ για ηθική βλάβη.
ΣΧΟΛΙΟ – ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ
Πολύ χρήσιμη η απόφαση του Δικαστηρίου του Στρασβούργου για την ευθύνη του κράτους στην εκτέλεση αστικών αποφάσεων και δη αυτών που αφορούν τη διαμονή των ανηλίκων παιδιών. Επισημαίνεται ιδιαίτερα ότι η αμέλεια και αναποτελεσματικότητα των δικαστικών επιμελητών χρεώνεται στο κράτος που υποχρεούται να βρει λύσεις για την εκτέλεση των αποφάσεων και μάλιστα εντός ευλόγου χρόνου.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγουσες Asya Gubasheva και η Ramina Ferzauli, είναι Ρωσίδες υπήκοοι που γεννήθηκαν το 1989 και 2012 αντίστοιχα και ζουν στις Δημοκρατίες Τσετσενίας και Ingushetia (Ρωσία) αντίστοιχα. Είναι μητέρα και κόρη.
Η υπόθεση αφορά την αδυναμία των αρχών να εκτελέσουν δικαστική απόφαση δυνάμει της οποίας η δεύτερη προσφεύγουσα έπρεπε να κατοικήσει με την πρώτη προσφεύγουσα, την μητέρα της.
Η πρώτη προσφεύγουσα χώρισε από τον σύζυγο της R.F. το 2012. Η δεύτερη προσφεύγουσα συνέχισε να ζει με την μητέρα της μέχρι τον Αύγουστο του 2014, όταν ο R.F. την απήγαγε. Τον Φεβρουάριο του 2015 η πρώτη προσφεύγουσα επέτυχε την έκδοση δικαστικής απόφασης από το περιφερειακό δικαστήριο Sunzhenskiy της Δημοκρατίας της Ingushetia ότι η κόρη της και δεύτερη προσφεύγουσα πρέπει να ζει και να κατοικεί μαζί της.
Η Υπηρεσία Επιμελητών της Περιφέρειας Sunzhenskiy άρχισε τις διαδικασίες εκτέλεσης τον Αύγουστο του ίδιου έτους.
Στη συνέχεια, η διαδικασία εκτέλεσης πέρασε από την υπηρεσία των δικαστικών επιμελητών της Ingushetia στη Δημοκρατία της Τσετσενίας καθώς προσπάθησαν να εντοπίσουν τον R.F. όπου ζούσε, ωστόσο δεν κατάφεραν να τον εντοπίσουν. Τον Αύγουστο του 2016 ένας δικαστικός επιμελητής τον βρήκε στο χώρο εργασίας του, όπου ο R.F. δήλωσε ότι εργάζεται για την Δημοκρατία της Ingushetia και ζει στην Τσετσενική Δημοκρατία, και ότι δεν σκόπευε να επιστρέψει το παιδί.
Στον R.F. επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο 1.000 ρωσικά ρούβλια (περίπου 15 ευρώ) το Απρίλιο 2016 για παραβίαση δικαστικής απόφασης που καθόριζε τον τόπο διαμονής του παιδιού. Το Νοέμβριο του 2016 το περιφερειακό δικαστήριο έκρινε ότι οι ενέργειες της υπηρεσίας επιμελητών της επαρχίας Sunzhenskiy ήταν προφανώς ανεπαρκείς στην εκτέλεση της δικαστικής απόφασης που είχε εκδοθεί και διέταξε την υπηρεσία να αποκαταστήσει τις παραβιάσεις που είχαν γίνει.
Η απόφαση διαμονής του παιδιού στην οικία της πρώτης προσφεύγουσας δεν έχει ακόμη εκτελεστεί.
Βασιζόμενη στο άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής), η πρώτη προσφεύγουσα για τον εαυτό της ατομικά και για λογαριασμό της δεύτερης προσφεύγουσας ως ασκούσα τη γονική της μέριμνα άσκησε προσφυγή στο ΕΔΔΑ, ότι οι αρχές δεν κατάφεραν να εκτελεστεί δικαστική απόφαση για αλλαγή κατοικίας της κόρης της. Υπέβαλλε επίσης καταγγελία βάσει του άρθρου 13 (δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής) για λογαριασμό αμφοτέρων σχετικά με την καταγγελία τους σύμφωνα με το άρθρο 8.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το Δικαστήριο επισήμανε αρχικά ότι δεν αμφισβητήθηκε μεταξύ των διαδίκων ότι η σχέση μεταξύ των προσφευγουσών αποτελούσε «οικογενειακή ζωή» για τους σκοπούς του άρθρου 8 της Σύμβασης. Το Δικαστήριο σημείωσε επίσης ότι η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Sunzhenskiy της Δημοκρατίας της Ingushetia, της 09.02.2015, δυνάμει της οποίας δόθηκε στην πρώτη προσφεύγουσα το δικαίωμα διαμονής με την ανήλικη κόρη της (δεύτερη προσφεύγουσα), τότε ηλικίας δύο ετών και οκτώ μηνών, παρέμεινε ανεκτέλεστη για τουλάχιστον 4,5 χρόνια. Κατά συνέπεια, έπρεπε να καθοριστεί αν, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπόθεσης, οι εθνικές αρχές έλαβαν όλα τα απαραίτητα μέτρα που θα μπορούσαν εύλογα να αναμένονται από αυτές για να διευκολύνουν την εκτέλεση της παραπάνω απόφασης.
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι η απόφαση της 09.02.2015 τέθηκε σε ισχύ στις 09.06.2015 και ότι στις 05.08.2015 ο δικαστικός επιμελητής Y. από την υπηρεσία των επιμελητών της επαρχίας Sunzhenskiy στην Δημοκρατία της Ingushetia, ξεκίνησε διαδικασίες εκτέλεσης.
Το Δικαστήριο παρατήρησε επίσης ότι μεταξύ 05.08.2015 και 27.02.2017 ο φάκελος εκτέλεσης μεταφέρθηκε τρεις φορές από την Υπηρεσία των Επιμελητών της Δημοκρατίας της Ingushetia, στην Υπηρεσία των Επιμελητών της Τσετσενικής Δημοκρατίας και αντίθετα. Αυτό οφείλεται στην αποτυχία των εγχώριων αρχών να εξακριβώσουν εάν ο R.F. διέμενε στη Δημοκρατία της Ingushetia ή της Τσετσενίας και, κατά συνέπεια, να καθορίσουν ποια υπηρεσία δικαστικών επιμελητών ήταν κατά τόπο αρμόδια να προχωρήσει στη διαδικασία εκτέλεσης.
Το Δικαστήριο επισήμανε επίσης ότι παρά το γεγονός ότι ο τόπος εργασίας του RF, είχε εντοπιστεί και εξακριβωθεί στη Δημοκρατία της Ingushetia και το γεγονός ότι η δεύτερη προσφεύγουσα πήγαινε σε νηπιαγωγείο της ίδιας Δημοκρατίας, η Υπηρεσία των Επιμελητών συνέχισε να μεταφέρει τη διαδικασία εκτέλεσης στην Υπηρεσία των Επιμελητών της Τσετσενικής Δημοκρατίας. Επιπλέον, το γεγονός ότι εξακριβώθηκε ο τόπος διαμονής της δεύτερης προσφεύγουσας, θα επέτρεπε στους δικαστικούς επιμελητές να λάβουν άμεσα μέτρα προκειμένου να την παραδώσουν στην πρώτη προσφεύγουσα. Ωστόσο, δεν ελήφθησαν τέτοια μέτρα από τους δικαστικούς επιμελητές.
Επιπλέον, παρά την εκπεφρασμένη άρνηση του R.F. να συμμορφωθεί με την απόφαση της 09.02.2015, επιβλήθηκε μόνο ένα διοικητικό πρόστιμο, ύψους 15 ευρώ περίπου, στις 11.04.2016.
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι στις 22.11.2016 το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε την αδράνεια της υπηρεσίας επιμελητών της επαρχίας Sunzhenskiy ως παράνομη και σημείωσε ότι οι ενέργειες των δικαστικών επιμελητών για την εκτέλεση της απόφασης της 09.02.2015 ήταν προφανώς ανεπαρκείς, ότι οι προσπάθειες που έγιναν από αυτούς ήταν περιορισμένες και τυπικού χαρακτήρα, και ότι οι μακρές περίοδοι αδράνειας είχαν αποδοθεί στους δικαστικούς επιμελητές. Ωστόσο, παρά τις οδηγίες του Επαρχιακού Δικαστηρίου προς τους δικαστικούς επιμελητές να διορθώνουν τις ελλείψεις στη διαδικασία εκτέλεσης, δεν υπάρχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο που να υποδηλώνει ότι αυτό πράγματι έγινε.
Το Δικαστήριο παρατήρησε με σοβαρή ανησυχία ότι η απόφαση της 09.02.2015 για τον καθορισμό του τόπου διαμονής της δεύτερης προσφεύγουσας σε αυτή της μητέρας της (πρώτης προσφεύγουσας) παραμένει ανεκτέλεστη, περισσότερο από 4,5 χρόνια μετά την έκδοσή της. Αυτή η υπερβολική περίοδος αντιπροσωπεύει ένα πολύ μεγάλο μέρος της ζωής του παιδιού, με όλες τις συνέπειες που μπορεί να έχει για τη σωματική και ψυχική του ευημερία. Υπονομεύει περαιτέρω τη σχέση μεταξύ των προσφευγουσών και συνεπώς θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την οικογενειακή τους ζωή.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, και χωρίς να παραβλέψουμε τις δυσκολίες που δημιουργεί η άρνηση του πατέρα του παιδιού να συμμορφωθεί, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ρωσικές αρχές παρέλειψαν να λάβουν, χωρίς καθυστέρηση, όλα τα μέτρα που θα μπορούσαν εύλογα να αναμένονται από αυτές προκειμένου να εκτελεστεί η απόφαση της 09.02.2015 και, κατά συνέπεια, παραβίασαν το δικαίωμα των προσφευγουσών να σέβονται την οικογενειακή τους ζωή, όπως κατοχυρώνεται από το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ.
Το ΕΔΔΑ έκρινε ομόφωνα ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 8 της Σύμβασης.
Έχοντας υπόψη τη διαπίστωσή του σχετικά με το άρθρο 8 της Σύμβασης, το Δικαστήριο εκτίμησε ότι δεν ήταν απαραίτητο να εξεταστεί αν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 13 στην παρούσα υπόθεση.
Δίκαιη ικανοποίηση
Το Δικαστήριο επιδίκασε στην πρώτη προσφεύγουσα ποσό 12.500 ευρώ για ηθική βλάβη και το ποσό των 3.155 ευρώ για έξοδα και δαπάνες. Για την δεύτερη προσφεύγουσα έκρινε ότι η διαπίστωση της παραβίασης αποτελεί από μόνη της επαρκή ικανοποίηση για οποιαδήποτε ηθική βλάβη υπέστη (επιμέλεια echrcaselaw.com).