Στο 7,5% εκτιμά η Εθνική Τράπεζα ότι θα διαμορφωθεί η ύφεση φέτος, σύμφωνα με έκθεση της Διεύθυνσης Μακροοικονομικής Ανάλυσης της τράπεζας, με αφορμή τη δημοσιοποίηση, την περασμένη εβδομάδα, των στοιχείων για το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου. Η εκτίμηση έρχεται μία ημέρα μετά την πρόβλεψη του ΟΟΣΑ για ρυθμό ύφεσης 8%-9,8%, η οποία επίσης είχε λάβει υπόψη της τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου. Η κυβέρνηση, στο πρόγραμμα σταθερότητας, προέβλεπε ύφεση 4,7%-8%.
Η έκθεση της Εθνικής επικαλείται στοιχεία όπως η κινητικότητα προς χώρους λιανικών πωλήσεων από την Google, καθώς και δείκτες οικονομικής συγκυρίας, για να υπολογίσει το ΑΕΠ του δεύτερου τριμήνου, το οποίο προβλέπει ότι θα υποχωρήσει κατά 15,1% σε ετήσια βάση ή κατά 13,5% σε τριμηνιαία βάση. Για το τρίτο τρίμηνο, εκτιμά ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 4,6% σε τριμηνιαία βάση και για το τέταρτο τρίμηνο προβλέπει επίσης ενίσχυση 9,6% σε τριμηνιαία βάση. Ετσι, προκύπτει μέσος προβλεπόμενος ετήσιος ρυθμός ύφεσης 7,5%.
Οι αναλυτές της τράπεζας (επικεφαλής οικονομολόγος Νίκος Μαγγίνας) σημειώνουν ότι «η συρρίκνωση του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο του 2020 ήταν ηπιότερη σε σύγκριση με τις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης, λόγω της δυναμικής που είχε αναπτύξει η δραστηριότητα το πρώτο δίμηνο του 2020». Επισημαίνουν, μάλιστα, ότι οι Ελληνες εξαγωγείς, σε συγκεκριμένους κλάδους βασικών αγαθών, όπως τα τρόφιμα και τα φάρμακα, «φαίνεται να εκμεταλλεύθηκαν τις ελλείψεις της διεθνούς προσφοράς, την τάση για αποθεματοποίηση βασικών αγαθών και τις καθυστερήσεις στην παγκόσμια ροή του εμπορίου και ενίσχυσαν τις εξαγωγές τους».
Σημειώνουν, επίσης, ότι τα πρώτα σημάδια μετά την άρση των περιορισμών είναι θετικά, σε επίπεδο κατανάλωσης, καθώς μάλιστα αυξήθηκε και η αποταμίευση την περίοδο του lockdown. «Από τα μέσα Μαΐου και το άνοιγμα ενός τμήματος του λιανικού εμπορίου εμφανίζονται σημάδια επιταχυνόμενης βελτίωσης», αναφέρει η έκθεση.
«Η κρίση», συνεχίζει η έκθεση, «φαίνεται να πλήττει δυσανάλογα κομβικούς τομείς, όπως το λιανικό εμπόριο, η εστίαση, η παροχή καταλύματος, οι μεταφορές, οι οποίοι συνδυαστικά αντιστοιχούν στο 18% της προστιθέμενης αξίας της οικονομίας το πρώτο τρίμηνο του 2020 και περισσότερο από 23% και 27% περίπου κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του έτους αντίστοιχα, ενώ αναλογούν και στο 40% της συνολικής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι συγκεκριμένοι τομείς συνεισέφεραν τα δύο τρίτα του ετήσιου ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2017-2019 και σχεδόν τα τρία τέταρτα των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν στην οικονομία την ίδια περίοδο».
Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι «οι εξελίξεις των επόμενων μηνών συνιστούν ένα κρίσιμο τεστ για την ανθεκτικότητα του αναπτυξιακού μείγματος της οικονομίας». Οπως εξηγούν, δεδομένου ότι η συρρίκνωση του τουρισμού είναι αναπόφευκτη, η αντίδραση της εγχώριας ζήτησης είναι κρίσιμη για τον προσδιορισμό του μεγέθους της ύφεσης.
Στην εκτίμηση για ύφεση 7,5% έχουν ενσωματωθεί εν μέρει μόνον οι επιπτώσεις από τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης, καθώς δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί η αντίδραση του ιδιωτικού τομέα σε αυτά, σε ένα περιβάλλον επιδείνωσης των συνθηκών εργασίας.