Τροπολογία του Υπ.Οικονομικών κατατέθηκε στο νομοσχέδιο “Πλαίσιο χορήγησης μικροχρηματοδοτήσεων, ρυθμίσεις χρηματοπιστωτικού τομέα και άλλες διατάξεις”
Με το άρθρο 2 της τροπολογίας :
Παρέχονται κίνητρα, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα, στις οντότητες που επιλέγουν, κατόπιν υποβολής σχετικής δήλωσης προς την ΑΑΔΕ, αποκλειστικά την ηλεκτρονική τιμολόγηση μέσω Παρόχου για την έκδοση και λήψη, ή μόνο τη λήψη, παραστατικών πωλήσεων για τα φορολογικά έτη, που αρχίζουν από την 1η. 1.2020 μέχρι και το φορολογικό έτος 2022, ως ακολούθως:
Περιορίζεται κατά δύο (2) έτη ή ένα (1) έτος, κατά περίπτωση, η προβλεπόμενη πενταετία, εντός της οποίας η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί σε έκδοση πράξης διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου.
Αποσβένεται πλήρως στο έτος πραγματοποίησής της προσαυξημένη κατά ποσοστό 100% η δαπάνη για την αρχική προμήθεια τεχνικού εξοπλισμού και λογισμικού που απαιτείται για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής τιμολόγησης.
Προσαυξάνεται κατά ποσοστό 100% η δαπάνη για την παραγωγή, διαβίβαση και ηλεκτρονική αρχειοθέτηση ηλεκτρονικών τιμολογίων για το πρώτο έτος έκδοσης των παραστατικών πώλησης μέσω ηλεκτρονικής τιμολόγησης, που αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα.
Ορίζεται σε σαράντα πέντε (45) ημέρες η προθεσμία σχετικά με τα αιτήματα επιστροφής φόρου, τα οποία αφορούν το φορολογικό έτος ή τα φορολογικά έτη, για τα οποία οι εκδότες επιλέγουν και εφαρμόζουν αποκλειστικά την ηλεκτρονική τιμολόγηση.
Αναλυτικά με τις προτεινόμενες διατάξεις επιδιώκεται, στο πλαίσιο των δράσεων για την προώθηση της ηλεκτρονικής τιμολόγησης, η παροχή σειράς κινήτρων στις οντότητες που επιλέγουν την ηλεκτρονική τιμολόγηση μέσω της χρήσης των υπηρεσιών παροχών ηλεκτρονικής έκδοσης στοιχείων, ως αποκλειστικού τρόπου έκδοσης των παραστατικών πωλήσεών τους, αλλά και στις οντότητες-λήπτριες των αγαθών ή των υπηρεσιών που αποδέχονται τη δυνατότητα ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω οποιουδήποτε Παρόχου για τα φορολογικά έτη μέχρι και το έτος 2022.
Ειδικότερα, τόσο για τις οντότητες-εκδότες όσο και για τις οντότητες-λήπτριες, μειώνεται ο χρόνος παραγραφής του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης να εκδώσει πράξη προσδιορισμού φόρου για τα έτη που επιλέγεται κατόπιν δήλωσης και εφαρμόζεται αποκλειστικά η ηλεκτρονική τιμολόγηση ή γίνεται αποδεκτή η τιμολόγηση ηλεκτρονικά μέσω Παρόχου, κατά περίπτωση (από πέντε σε τρία για τον εκδότη και σε τέσσερα για τον λήπτη). Επιπλέον, για τις οντότητες-εκδότες:
α) μειώνεται ο χρόνος, εντός του οποίου η φορολογική διοίκηση εξετάζει τα αιτήματα επιστροφής από ενενήντα σε σαράντα πέντε ημέρες,
β) παρέχεται αυξημένη απόσβεση της αρχικής δαπάνης για τεχνικό εξοπλισμό και λογισμικό, που απαιτείται για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής τιμολόγησης, ως αντιστάθμισμα του κόστους χρήσης της ηλεκτρονικής τιμολόγησης, και γ) παρέχεται υπερέκπτωση κατά ποσοστό 100% της αξίας των δαπανών για τη λήψη υπηρεσιών Παρόχου που η οντότητα εκπίπτει σύμφωνα με την ίσχύουσα νομοθεσία.
Περαιτέρω, προβλέπεται η μη χορήγηση ή και η άρση αυτών, εφόσον σε βάρος των οντοτήτων που τυγχάνουν των ευεργετημάτων, διαπιστώνονται παραβάσεις, οι οποίες συνιστούν εγκλήματα φοροδιαφυγής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66 του ν. 4174/2013 (Α’170) με τις προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτές.
Η επιλογή δηλώνεται στη Φορολογική Διοίκηση από το προηγούμενο έτος για το επόμενο ή επόμενα έτη, στα οποία αφορά και ισχύει μέχριτην ανάκληση της σχετικής δήλωσης. Τέλος, ειδική πρόνοια λαμβάνεται για την παροχή των εν λόγω ευεργετημάτων για το φορολογικό έτος 2020, σε συνδυασμό και με την έναρξη ισχύος της υποχρέωσης διαβίβασης των παραστατικών στην ψηφιακή πλατφόρμα «myDATA» της ΑΑΔΕ.
Η σχετική διάταξη
Άρθρο 2
Φορολογικά κίνητρα για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής τιμολόγησης
Στο ν. 4172/2013 (Α’ 167) προστίθεται νέο άρθρο 71 ΣΤ, ως εξής:
«Άρθρο 71 ΣΤ
Κίνητρα για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής τιμολόγησης
«1. Εφόσον επιλεγεί η χρήση των Υπηρεσιών Παρόχου Ηλεκτρονικής Έκδοσης Στοιχείων για την έκδοση, διαβίβαση και λήψη παραστατικών πώλησης των οντοτήτων σε διαρθρωμένη ηλεκτρονική μορφή (ηλεκτρονική τιμολόγηση μέσω Παρόχου), η επιλογή αυτή δηλώνεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση και αποτελεί τον μόνο τρόπο έκδοσης, διαβίβασης και αρχειοθέτησης των παραστατικών πώλησης της οντότητας για το σύνολο της ασκούμενης δραστηριότητάς της. Η επιλογή και η δήλωση της ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω Παρόχου μπορεί να ανακληθεί και αποκλείει την έκδοση τιμολογίων σε έντυπη μορφή για όσο χρονικό διάστημα ισχύει. Η επιλογή ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω Παρόχου για την έκδοση παραστατικών πωλήσεων από μια οντότητα συνεπάγεται υποχρεωτικά τη χρήση της ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω Παρόχου για τη λήψη των παραστατικών πώλησης στα οποία η οντότητα ορίζεται ως λήπτρια από εκδότη/προμηθευτή της, ο οποίος έχει επιλέξει επίσης την ηλεκτρονική τιμολόγηση μέσω Παρόχου.
2. Για τις οντότητες που επιλέγουν την ηλεκτρονική τιμολόγηση μέσω Παρόχου και υπό την προϋπόθεση ότι την εφαρμόζουν αποκλειστικά για την έκδοση των παραστατικών πωλήσεων κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους ή των φορολογικών ετών για τα οποία έχει γίνει η επιλογή αυτή, προβλέπονται κατά περίπτωση τα εξής:
α) Η προθεσμία εντός της οποίας η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί σε έκδοση πράξης διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 36 του ν. 4174/2013 (Α’170), περιορίζεται κατά δύο (2) έτη και ακολούθως βάσει αυτής υπολογίζονται OL προθεσμίες των παρ. 2 και 3 του ίδιου ως άνω άρθρου.
β) Η δαπάνη για την αρχική προμήθεια τεχνικού εξοπλισμού και λογισμικού που απαιτείται για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής τιμολόγησης, αποσβένεται για σκοπούς του παρόντος Κώδικα πλήρως στο έτος πραγματοποίησής της, προσαυξημένη κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
γ) Η δαπάνη για την παραγωγή, διαβίβαση και ηλεκτρονική αρχειοθέτηση ηλεκτρονικών τιμολογίων για το πρώτο έτος έκδοσης των παραστατικών πώλησης μέσω ηλεκτρονικής τιμολόγησης που αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα με το άρθρο 22 του παρόντος Κώδικα, προσαυξάνεται κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
δ) Η προθεσμία του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 42 του ν. 4174/2013 σχετικά με τα αιτήματα επιστροφής φόρου, τα οποία αφορούν το φορολογικό έτος ή τα φορολογικά έτη, για τα οποία οι εκδότες επιλέγουν και εφαρμόζουν αποκλειστικά την ηλεκτρονική τιμολόγηση, ορίζεται σε σαράντα πέντε (45) ημέρες. Η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου ισχύει και για τον υπολογισμό καταβολής τόκου στον φορολογούμενο, ο οποίος έχει αχρεωστήτως καταβάλλει φόρο, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013.
3. Οντότητες που επιλέγουν την ηλεκτρονική τιμολόγηση μέσω Παρόχου ως τρόπο έκδοσης, διαβίβασης και αρχειοθέτησης των παραστατικών πωλήσεών τους, δεν απαιτείται να προβούν σε ξεχωριστή δήλωση ως προς τη λήψη, καθώς θεωρείται ότι έχουν επιλέξει ταυτόχρονα τη χρήση της ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω Παρόχου, ως αποδεκτό τρόπο λήψης των παραστατικών πώλησης.
Για τις οντότητες-λήπτριες των αγαθών ή των υπηρεσιών, οι οποίες επιλέγουν και δηλώνουν στη Φορολογική Διοίκηση τη χρήση ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω οποιουδήποτε Παρόχου μόνο κατά το μέρος που αποδέχονται τα σχετικά παραστατικά, η προθεσμία εντός της οποίας η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί σε έκδοση πράξης διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου για το έτος ή τα έτη που επιλέγουν και εφαρμόζουν αποκλειστικά την ηλεκτρονική τιμολόγηση, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 36 του ν. 4174/2013 περιορίζεται κατά ένα (1) έτος και ακολούθως βάσει αυτής υπολογίζονται OL προθεσμίες των παρ. 2 και 3 του ίδιου ως άνω άρθρου.
4. Τα κίνητρα των παρ. 2 και 3 παρέχονται στις οντότητες που θα επιλέξουν την ηλεκτρονική τιμολόγηση μέσω Παρόχου για τα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουάριου 2020 και μετά και χορηγούνται από το πρώτο έτος, στο οποίο εφαρμόζεται η ηλεκτρονική τιμολόγηση, μέχρι και το φορολογικό έτος 2022.
5. Η επιλογή της αποκλειστικής χρήσης της ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω Παρόχου από τους εκδότες και της αποδοχής της τιμολόγησης ηλεκτρονικά μέσω οποιουδήποτε Παρόχου από τους λήπτες γίνεται με δήλωση της οντότητας με ηλεκτρονικό τρόπο στη Φορολογική Διοίκηση και ισχύει για τα παραστατικά πωλήσεων που εκδίδονται ή λαμβάνονται, κατά περίπτωση, εντός του φορολογικού έτους ή των φορολογικών ετών, που αφορά η δήλωση.
6. Τα κίνητρα των παρ. 2 και 3 παρέχονται για κάθε φορολογικό έτος, καθώς και, εξαιρουμένων των περ. β’ και γ’ της παρ. 2, για τα επόμενα φορολογικά έτη, εφόσον OL σχετικές επιλογές δηλωθούν μέχρι το τέλος του προηγούμενου φορολογικού έτους από αυτό ή αυτά τα φορολογικά έτη που περιλαμβάνονται στη δήλωση. Ειδικά για τις οντότητες που δηλώνουν για πρώτη φορά έναρξη εργασιών, εφόσον η δήλωση υποβληθεί κατά τον χρόνο υποβολής της δήλωσης έναρξης εργασιών, τα κίνητρα των παρ. 2 και 3 του παρόντος παρέχονται από το πρώτο φορολογικό έτος λειτουργίας τους, υπό την προϋπόθεση ότι η οντότητα δεν ανακαλεί τη δήλωση επιλογής τιμολόγησης εντός του επομένου φορολογικού έτους.
7. Κατ’ εξαίρεση, τα κίνητρα των παρ. 2 και 3 του παρόντος παρέχονται στις οντότητες για το φορολογικό έτος 2020, εφόσον σωρευτικά:
α) η σχετική επιλογή δηλωθεί εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος της υποχρέωσης διαβίβασης των παραστατικών στην ψηφιακή πλατφόρμα myDATA της Φορολογικής Διοίκησης,
β) η ηλεκτρονική τιμολόγηση εφαρμόζεται ως αποκλειστικός τρόπος έκδοσης και λήψης των παραστατικών πωλήσεων ή ως αποδεκτός τρόπος λήψης, για ολόκληρο το διάστημα από την ημερομηνία υποβολής δήλωσης με βάση την περ. α’ και έως τη συμπλήρωση του φορολογικού έτους για την οντότητα, η οποία προβαίνει στη σχετική δήλωση με βάση την περ. α’,
γ) τα δεδομένα των παραστατικών που έχουν εκδοθεί ή ληφθεί με διαφορετικό τρόπο ως την ημερομηνία της περ. α’ διαβιβάζονται στη Φορολογική Διοίκηση εντός των προθεσμιών που ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία και σύμφωνα με τα οριζόμενα σε αυτή και
δ) η οντότητα δεν ανακαλέσει τη δήλωση επιλογής τιμολόγησης εντός του επομένου φορολογικού έτους.
8. Σε περίπτωση ανάκλησης της δήλωσης, τα ευεργετήματα των παρ. 2 και 3 αίρονται, αρχής γενομένης από το φορολογικό έτος υποβολής της δήλωσης ανάκλησης και εφεξής.
9. Τα ευεργετήματα της περ. α’ της παρ. 2 και της παρ. 2 δεν χορηγούνται ή αίρονται, εφόσον διαπιστώνεται, κατόπιν οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου, ότι η οντότητα κατά το έτος χορήγησης του ευεργετήματος ή οποτεδήποτε κατά τα προηγούμενα πέντε (5) έτη πριν από αυτό, έχει διαπράξει παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 4174/2013, η οποία υπερβαίνει τα όρια της παρ. 3 του ίδιου άρθρου, ή εφόσον η οντότητα έχει υποπέσει σε οποιαδήποτε παράβαση που περιγράφεται στην παρ. 5 του ίδιου άρθρου του ν. 4174/2013, εφόσον, στην περίπτωση αυτή, η αξία των στοιχείων που συνιστούν την παράβαση υπερβαίνει συνολικά το όριο των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ.
10. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας, οι Πάροχοι τηρούν τα αναγκαία αρχεία για τα στοιχεία που εκδίδουν και διαβιβάζουν στη Φορολογική Διοίκηση κάθε αναγκαία πληροφορία για τον έλεγχο της πλήρωσης των προϋποθέσεων για τη χορήγηση των κινήτρων της παρούσης, κατά περίπτωση, τόσο από τους εκδότες των ηλεκτρονικών παραστατικών πωλήσεων όσο και από τους λήπτες αυτών.
11. Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται η διαδικασία και ο τρόπος υποβολής των δηλώσεων της αποκλειστικής χρήσης της ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω Παρόχου και της αποδοχής της ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω Παρόχου, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης εφαρμογής των εν λόγω υποχρεώσεων για την εφαρμογή του παρόντος. Με όμοια απόφαση μπορεί να τροποποιείται το χρονικό διάστημα της περ. α’ της παρ. 7.».