Αναλογικό μέτρο η διατήρηση δεδομένων, όπως φωτογραφία, δακτυλικά αποτυπώματα και τατουάζ, προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία αναγνώρισης του δράστη στο μέλλον
Με μία ενδιαφέρουσα απόφασή του (P.Ν. κατά Γερμανίας) το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε ότι η συλλογή και διατήρηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως φωτογραφία, δακτυλικά αποτυπώματα και τατουάζ, προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία αναγνώρισης του δράστη αξιόποινων πράξεων στο μέλλον, δεν παραβιάζει το άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, ο προσφεύγων, P.N., είναι Γερμανός υπήκοος που γεννήθηκε και ζει στη Δρέσδη (Γερμανία).
Η υπόθεση αφορούσε σε μία αστυνομική εντολή που δόθηκε για τη συλλογή πληροφοριών που αφορούσαν στην ταυτοποίησή του, όπως φωτογραφίες του προσώπου και του σώματός του, συμπεριλαμβανομένων πιθανών τατουάζ, καθώς και αποτυπώματα από δάκτυλα και παλάμες.
Τον Αύγουστο του 2011, η αστυνομία της Δρέσδης, βασιζόμενη στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, διέταξε τη συγκέντρωση των στοιχείων αναγνώρισης του P.N. στο πλαίαιο ποινικής διαδικασίας που είχε κινηθεί εναντίον του για αποδοχή και διάθεση αγαθών που είχαν κλαπεί.
Ο P.N. είχε ποινικό μητρώο και κατά την άποψη της αστυνομίας τα μέτρα ταυτοποίησης θα βοηθήσουν στη διερεύνηση τυχόν μελλοντικών αδικημάτων.
Ο προσφεύγων άσκησε αίτηση κατά της απόφασης, αλλά τον Μάιο του 2012 η αστυνομία της Δρέσδης την απέρριψε, ενώ τον Μάρτιο του 2015, το Διοικητικό Δικαστήριο της Δρέσδης απέρριψε μια νέα αίτηση του P.N.
Τον Μάιο του 2017 το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας αρνήθηκε να εξετάσει την προσφυγή του P.N. με τον ίδιο να προσφεύγει στο ΕΔΔΑ υποστηρίζοντας πως η εντολή της αστυνομίας να συλλέξει και να διατηρήσει τις πληροφορίες αυτές παραβίασε το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Με την απόφασή του το ΕΔΔΑ έκρινε ότι δεν υπήρξε τέτοια παραβίαση, καθώς το μέτρο της συλλογής και διατήρησης δεδομένων είχε πετύχει μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στο δημόσιο συμφέρον και την προστασία των δικαιωμάτων του προσφεύγοντος και ως εκ τούτου θεωρήθηκε πως εμπίπτει στο περιθώριο εκτίμησης του κράτους (εν προκειμένω Γερμανίας).
Συγκεκριμένα, το ΕΔΔΑ επεσήμανε, μεταξύ άλλων, ότι τα δικαστήρια της Γερμανίας διενήργησαν εξατομικευμένη εκτίμηση του κατά πόσον ήταν πιθανό ο P.N. να καταστεί υπότροπος στο μέλλον.
Παρόλο που δεν είχε κριθεί ένοχος για ιδιαίτερα σοβαρό αδίκημα, είχε καταδικαστεί επανειλημμένα και ορισμένα από τα αδικήματά του ήταν αρκετά σοβαρά για να του επιβληθεί ποινή φυλάκισης.
Επιπλέον, είχαν διεξαχθεί επανειλημμένα ποινικές έρευνες εναντίον του προεφύγοντος, συμπεριλαμβανομένων αυτών στα χρόνια που προηγήθηκαν της εντολής συλλογής δεδομένων αναγνώρισης.
Για την εκτίμηση της αναλογικότητας του μέτρου, ήταν σημαντικό πως η συλλογή και διατήρηση των εν λόγω δεδομένων αναγνώρισης στη συγκεκριμένη περίπτωση αποτελούσε λιγότερο παρεμβατική μέθοδο από τη συλλογή δειγμάτων από κύτταρα ή τη διατήρηση προφίλ DNA, τα οποία περιλαμβάνουν πολύ πιο ευαίσθητες πληροφορίες.
Συνολικά, το Δικαστήριο έκρινε πως η σχετικά περιορισμένη διάρκεια της διατήρησης των εν λόγω δεδομένων (πέντε έτη), το περιορισμένο αποτέλεσμα που είχε η διατήρηση των δεδομένων σε μια εσωτερική αστυνομική βάση στην καθημερινή ζωή του προσφεύγοντος και η παρουσία διαδικαστικών διασφαλίσεων, κατέστησαν το επίμαχο μέτρο ως μία αναλογική παρέμβαση στο δικαίωμα του προσφεύγοντος για σεβασμός της ιδιωτικής του ζωής.
Η απόφαση είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του ΕΔΔΑ.