Εξετάζονται τρία σενάρια, ανάλογα με τη μετάδοση του ιού, τον χρόνο ανοίγματος των συνόρων και την εξέλιξη της καταναλωτικής και κοινωνικής συμπεριφοράς
Έκθεση με τις εκτιμήσεις της για τις οικονομικές επιπτώσεις του COVID-19 ανά κλάδο της ελληνικής οικονομίας, με βάση τρία πιθανά σενάρια, παρουσιάζει η ΕΥ Ελλάδος.
Η έκθεση βασίζεται σε ανάλυση δημοσιοποιημένων στοιχείων, που ολοκληρώθηκε στις 25 Μαΐου, και εξετάζει τον πιθανό αντίκτυπο της πανδημίας σε όρους Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ / Gross Value Added – GVA) και απασχόλησης, σε επιμέρους τομείς οικονομικής δραστηριότητας της χώρας. Την εκπόνηση και τη σύνταξη της έκθεσης πραγματοποίησε η ομάδα Οικονομικών Συμβουλευτικών Υπηρεσιών του Τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων και Υποστήριξης Συναλλαγών της EY Ελλάδος.
Η έκθεση εξετάζει τρία διαφορετικά σενάρια – αισιόδοξο, απαισιόδοξο και σενάριο βάσης – με βάση διαφορετικές παραδοχές ως προς την εξάπλωση της πανδημίας, τον ρυθμό άρσης των περιοριστικών μέτρων, τις αλλαγές στην κοινωνική και καταναλωτική συμπεριφορά του πληθυσμού, και άλλους παράγοντες, και προχωρά σε εκτιμήσεις για τον οικονομικό αντίκτυπο σε 21 κλάδους της οικονομίας, σύμφωνα με τη στατιστική ταξινόμηση οικονομικών δραστηριοτήτων NACE rev.2, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Το μοντέλο πρόβλεψης της EY ακολουθεί μία “bottom-up” μεθοδολογία και βασίζεται σε ευρήματα που προκύπτουν από δευτερογενή έρευνα (επιπτώσεις ανά κλάδο κατά τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο, προγραμματισμένα κυβερνητικά πακέτα στήριξης, εκτιμήσεις από ειδικούς και αξιωματούχους, καθώς και πρότερα δεδομένα επιδόσεων των κλάδων), και υπολογίζοντας τη συνεισφορά του εκάστοτε κλάδου στην οικονομική δραστηριότητα της χώρας, καταλήγει σε τρεις διαφορετικές εκδοχές για τις επιπτώσεις στο σύνολο της οικονομίας.
Σύμφωνα με το σενάριο βάσης, η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 9,5% το 2020 σε όρους ΑΠΑ, σε σύγκριση με το 2019, ενώ η απασχόληση θα υποχωρήσει κατά 4,1%. Το σενάριο αυτό, το οποίο σύμφωνα με την έκθεση συγκεντρώνει πιθανότητες 60%, προϋποθέτει ότι ο δείκτης μετάδοσης του ιού “R”, θα διαμορφωθεί στα επίπεδα του R=1, η κατανάλωση θα επανέλθει μεσοπρόθεσμα, οι επενδύσεις θα συρρικνωθούν, τα σύνορα θα ανοίξουν μερικώς τον Ιούλιο, ενώ η κοινωνική συμπεριφορά των Ελλήνων θα εξακολουθήσει να επηρεάζεται από την πανδημία, με λιγότερες μετακινήσεις για ταξίδια και αυξημένη τηλεργασία.
Το αισιόδοξο σενάριο, το οποίο συγκεντρώνει πιθανότητες 20%, βασίζεται στην παραδοχή δείκτη R μικρότερου της μονάδας (R<1), γεγονός που θα επιτρέψει την ταχεία ανάκτηση των απωλειών της κατανάλωσης και των επενδύσεων, που καταγράφηκαν κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020, το άνοιγμα των συνόρων τον Ιούνιο και την επιστροφή στις προ-κορωνοϊού κοινωνικές συμπεριφορές. Σύμφωνα με το σενάριο αυτό, η μείωση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας θα περιοριστεί στο 7,1% και της απασχόλησης στο 3,1%.
Τέλος, το απαισιόδοξο σενάριο, το οποίο, επίσης, συγκεντρώνει πιθανότητες 20%, βασίζεται στην υπόθεση δείκτη R μεγαλύτερου της μονάδας (R>1), που θα οδηγήσει σε δεύτερο κύμα της πανδημίας, και, κατ’ επέκταση, σε εξαιρετικά αργή ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας και πλήρη άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών στις αρχές του 2021. Σύμφωνα με τη δυσμενή αυτή εκτίμηση, η μείωση σε όρους ΑΠΑ θα φθάσει το 12,5%, ενώ η απασχόληση θα συρρικνωθεί κατά 5,4%.
Και στα τρία σενάρια, η ύφεση κορυφώνεται κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020, με μέγιστη συρρίκνωση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας κατά 17% (σενάριο βάσης), 15% (αισιόδοξο σενάριο) και 19% (απαισιόδοξο σενάριο) ανά εκτίμηση, με την απασχόληση να συρρικνώνεται κατά 6,9%, 5,8% και 8,8% αντίστοιχα, ενώ επιστροφή στα απόλυτα μεγέθη που καταγράφηκαν στο τέλος του 2019, δεν αναμένεται πριν το τελευταίο τρίμηνο του 2021.
Ο οικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας διαφοροποιείται σημαντικά ανά τομέα οικονομικής δραστηριότητας. Έτσι, στο βασικό σενάριο, κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020, όπου και καταγράφεται κορύφωση στις απώλειες σε όρους Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας, στη μεταποίηση προβλέπεται μείωση της τάξης του 26%, στις επαγγελματικές υπηρεσίες 21% και στις μεταφορές και την αποθήκευση 49%. Αντίστοιχα, στο απαισιόδοξο σενάριο, η μεταποίηση καταγράφει απώλειες της τάξης του 27% σε ΑΠΑ, οι επαγγελματικές υπηρεσίες 22% και οι μεταφορές και η αποθήκευση περί το 52%.
Στον κρίσιμο τομέα του τουρισμού, η έκθεση εκτιμά, ανά σενάριο, ότι η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία θα καταγράψει ανώτατες απώλειες μέσα στο 2020, έως 49% (σενάριο βάσης), 41% (αισιόδοξο σενάριο) και 53% (απαισιόδοξο σενάριο) αντίστοιχα.
Σε σύγκριση με την οικονομική κρίση της περιόδου 2009-2016, οι τομείς της μεταποίησης, των υπηρεσιών παροχής καταλύματος και υπηρεσιών εστίασης, της αγροτικής παραγωγής, καθώς και του real estate, αναμένεται να πληγούν βαρύτερα εξαιτίας της πανδημίας, ενώ, αντίθετα, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, το εμπόριο, η υγεία, η εκπαίδευση και η δημόσια διοίκηση αναμένεται να επηρεασθούν συγκριτικά λιγότερο. Συνολικά, η έκθεση εκτιμά ότι οι απώλειες της οικονομίας εξαιτίας της πανδημίας, σε όρους Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας, και για τα τρία σενάρια, θα κυμανθούν μεταξύ 29% και 38% των συνολικών απωλειών που καταγράφηκαν την περίοδο της οικονομικής κρίσης 2009-2016.
Η έκθεση περιλαμβάνει, επίσης, μια επισκόπηση των οικονομικών μέτρων για τη στήριξη των πληττόμενων κλάδων και την επανεκκίνηση της οικονομίας, τα οποία ανακοίνωσε η Κυβέρνηση. Η έκθεση αποτιμά τα άμεσα μέτρα στήριξης σε 6,8 δις ευρώ ή 3,5% του ΑΕΠ, εκ των οποίων το 49% αφορά τους εργαζόμενους και το 51% τις επιχειρήσεις. Οι κρατικές εγγυήσεις αποτιμώνται σε 5,3 δις ευρώ, ή 2,7% του ΑΕΠ, ενώ σημειώνεται ότι πρόσθετα μέτρα ύψους 7,2 δις ευρώ βρίσκονται υπό μελέτη. Στα ανωτέρω μέτρα, αναμένεται να προστεθούν 32 δις ευρώ από το ταμείο ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τα 22,5 δις να εκταμιεύονται σε περίοδο τεσσάρων ετών.