Πολυμελές Πρωτοδικείο Ηλείας 11/2020 – Η αποδοχή της κληρονομίας που οφείλεται σε πλάνη κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις δικαιοπραξίες. Αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας λόγω πλάνης, απάτης ή απειλής. Μετά την τελεσιδικία της απόφασης που ακυρώνει την αποδοχή ο κληρονόμος πρέπει να προβεί νομότυπα και εμπρόθεσμα σε αποποίηση της κληρονομίας. Η αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας στρέφεται κατά του αμέσως έλκοντος έννομο κληρονομικό συμφέρον από την έκπτωση εκείνου που ακυρώσιμα αποδέχθηκε, στον οποίο θα επαχθεί η κληρονομία μετά την αποδοχή της αγωγής και την αποποίηση του τελευταίου καθώς επίσης και κατά του δανειστή της κληρονομίας. Το δικαίωμα για αποποίηση της κληρονομίας περιέρχεται στον κληρονόμο του κληρονόμου όπως ακριβώς υπήρχε στον αρχικό κληρονόμο.
(Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Τσουρούτη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ειρήνη Δασούκη, Πρωτοδίκη, Βασιλική Ρέππα, Πρωτοδίκη – Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Σοφία Καφήρα. Δικηγοροι: Κωνσταντίνος Λεϊμονής, Χρυσάνθη Τέλιου)
“(α) Κατά τα άρθρα 1847 παρ. 1 εδ. α΄ και 1850 εδ. β΄ του ΑΚ, ο κληρονόμος μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών, που αρχίζει από τότε που έμαθε την επαγωγή και τον λόγο της. Αν παρέλθει η προθεσμία, η κληρονομία θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή. Γνώση της επαγωγής, ως γεγονός της έναρξης της τετράμηνης προθεσμίας, νοείται η γνώση από τον κληρονόμο του θανάτου του κληρονομουμένου, γνώση δε του λόγου επαγωγής συνιστά η εκ διαθήκης ή κατά την εξ αδιαθέτου διαδοχή κλήση του κληρονόμου στην κληρονομία. Με την έννοια αυτή, όταν πρόκειται για διαδοχή εξ αδιαθέτου, οπότε ο δικαιολογητικός αυτής λόγος της συγγενικής σχέσης μεταξύ κληρονομουμένου και κληρονόμου είναι από την αρχή δεδομένος και γνωστός στον τελευταίο, η τετράμηνη προθεσμία προς αποποίηση αρχίζει από τότε που ο κληρονόμος έλαβε γνώση του χρόνου θανάτου του κληρονομούμενου συγγενούς του, εκτός συνδρομής μεταγενεστέρων της επαγωγής γεγονότων, με ενδεικτική αναφορά εκείνου της αποποίησης της κληρονομίας.
Στην περίπτωση αυτή της νομότυπης και εμπρόθεσμης αποποίησης της επαχθείσας στον κληρονόμο κληρονομίας, η προς τον αποποιηθέντα επαγωγή της κληρονομίας αναιρείται, ως μη γενόμενη, και κατά συνέπεια επάγεται σ’ εκείνον ο οποίος θα καλούνταν ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος αν ο αποποιηθείς δεν ζούσε κατά τον χρόνο επαγωγής της κληρονομίας του θανάτου του κληρονομουμένου, στον οποίο ανατρέχει η επαγωγή (άρθρο 1856 του ΑΚ). Η προθεσμία της αποποίησης της κληρονομίας δεν αρχίζει από τη γνώση του θανάτου του κληρονομουμένου, αλλά από τη γνώση της αποποίησης, του μεταγενέστερου δηλαδή αυτού γεγονότος με το οποίο συνδέεται η επαγωγή της κληρονομίας. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1857 του ΑΚ η αποδοχή της κληρονομίας που οφείλεται σε πλάνη κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις δικαιοπραξίες. Η πλάνη σχετικά με το ενεργητικό ή το παθητικό της κληρονομίας δεν θεωρείται ουσιώδης. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και σε αποδοχή που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας για αποποίηση.
Εξάλλου, κατά το άρθρο 1901 του ΑΚ ο κληρονόμος ευθύνεται και με τη δική του περιουσία για τα χρέη της κληρονομίας. Κατά τα άρθρα 140 και 141 του ΑΚ, αν κάποιος καταρτίζει δικαιοπραξία και η δήλωσή του δεν συμφωνεί από ουσιώδη πλάνη με τη βούλησή του, έχει δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας. Η πλάνη είναι ουσιώδης όταν αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την όλη δικαιοπραξία, ώστε αν το πρόσωπο γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δεν θα επιχειρούσε τη δικαιοπραξία. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η αποδοχή της κληρονομίας που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποίησης μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης, όταν η με τον τρόπο αυτό συναγόμενη κατά πλάσμα του νόμου αποδοχή δεν συμφωνεί με τη βούλησή του, όταν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε ο κληρονόμος αν γνώριζε την αληθινή κατάσταση ως προς το σημείο αυτό, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης.
Η εσφαλμένη δε γνώση ή άγνοια, που δημιουργεί τη μεταξύ βούλησης και δήλωσης διάσταση, η οποία όταν είναι ουσιώδης θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δήλωσης λόγω πλάνης, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των προαναφερόμενων νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομίας. Υπάρχει δε πλάνη περί το δίκαιο της αποδοχής της κληρονομίας και όταν ο κληρονόμος τελεί σε άγνοια που ανάγεται : α) στο σύστημα της κτήσης της κληρονομίας κατά τον ΑΚ, που επέρχεται αμέσως μετά τον θάνατο του κληρονομουμένου, οπότε η προθεσμία του άρθρου 1847 του ΑΚ δεν αρχίζει, γιατί η άγνοια αποκλείει τη γνώση της επαγωγής της κληρονομιάς και β) σε άγνοια μόνο της υπάρξεως της προθεσμίας του άρθρου 1847 του ΑΚ προς αποποίηση ή της κατά το άρθρο 1850 του ΑΚ νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης. Έτσι, ο κληρονόμος κατά την άνω διάταξη του άρθρου 1847 του ΑΚ μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, που αρχίζει από τότε που έμαθε την επαγωγή και τον λόγο της. Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι σε περίπτωση άπρακτης παρόδου της προθεσμίας αποποίησης δεν υπάρχει δήλωση βούλησης του κληρονόμου για την αποδοχή της κληρονομίας, ο νόμος όμως (άρθρο 1850 εδ. β’ ΑΚ), προς άρση της αβεβαιότητας ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου, αμαχήτως τεκμαίρει την αποδοχή.
Επομένως, δεν μπορεί να γίνει λόγος περί ελαττώματος της (μη ρητώς ή σιωπηρώς δηλωθείσας) βούλησης και συνακόλουθα ούτε ακύρωση είναι νοητή. Για την παράκαμψη των δογματικών αυτών αντιρρήσεων ο νόμος (άρθρο 1857 ΑΚ) ορίζει ευθέως ότι η ακύρωση λόγω πλάνης, απάτης ή απειλής χωρεί και επί πλασματικής αποδοχής.
Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 1857 ΑΚ, η αγωγή για την ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας λόγω πλάνης, απάτης ή απειλής παραγράφεται μετά από ένα εξάμηνο. Με βάση τη διάταξη του ανωτέρω άρθρου, κατ’ απόκλιση από τις γενικές διατάξεις, κατά τις οποίες το δικαίωμα ακύρωσης ακυρώσιμης δικαιοπραξίας αποσβήνεται μετά την πάροδο διετίας από τη δικαιοπραξία ή από την παρέλευση της πλάνης, απάτης ή απειλής, και, σε κάθε περίπτωση, μετά την πάροδο εικοσαετίας από τη δικαιοπραξία (AK 157), το δικαίωμα ακύρωσης της αποδοχής της κληρονομίας, καίτοι κατά τη φύση του διαπλαστικό, υποβάλλεται σε εξάμηνη παραγραφή. Ο χρόνος της παραγραφής αρχίζει από την επομένη ημέρα της αποδοχής, επί δε πλασματικής αποδοχής από την παρέλευση της προθεσμίας αποποίησης.
Αν όμως η πλάνη, η απάτη ή η απειλή εξακολουθήσουν και μετά την αποδοχή, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 157 εδ. β’ και γ’ του ΑΚ, το εξάμηνο αρχίζει από τότε που παρήλθε η κατάσταση αυτή και σε κάθε περίπτωση όταν περάσουν είκοσι χρόνια από την αποδοχή (ΑΠ 572/2016 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1534/2011 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1570/2010 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 287/2019 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ/κης 2120/2015 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 549/2011 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΑθ 3457/2013 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΠειρ3284/2018 ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»). Μετά την τελεσιδικία της απόφασης που ακυρώνει την αποδοχή, ο κληρονόμος πρέπει να προβεί νομότυπα και εμπρόθεσμα σε αποποίηση της κληρονομίας (ΠΠΑθ 3606/2017 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΠειρ 3284/2018 ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»).
(β) Η αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας στρέφεται, σύμφωνα με τη διασταλτική ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 155 του ΑΚ, κατά του αμέσως έλκοντος έννομο κληρονομικό συμφέρον από την έκπτωση εκείνου που ακυρώσιμα αποδέχθηκε, στον οποίο θα επαχθεί η κληρονομία μετά την αποδοχή της αγωγής και την αποποίηση του τελευταίου, καθώς επίσης και κατά του δανειστή της κληρονομίας (ΑΠ 572/2016 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 287/2019 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΑθ 3606/2017 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΑθ 3457/2013 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, βλ. όμως ΠΠΔρ1/2016 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, κατά την οποία εναγόμενοι στην αγωγή ακύρωσης της πλασματικής αποδοχής κληρονομίας είναι οι επόμενοι κληρονόμοι, όταν στην κληρονομία το ενεργητικό υπερτερεί από το παθητικό, όταν όμως το παθητικό της κληρονομίας υπερβαίνει το ενεργητικό ή όταν η κληρονομία αποτελείται μόνο από παθητικό, έννομο συμφέρον από την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής κληρονομίας έχει μόνο ο δανειστής, ο οποίος ενδιαφέρεται να παύσει το στάδιο της αβεβαιότητας και να καταστεί οριστική η κτήση, ώστε να εγείρει τις αξιώσεις του κατά της κληρονομίας).
(γ) Κατά τη διάταξη του άρθρου 1854 του ΑΚ, το δικαίωμα για αποποίηση της κληρονομίας μεταβαίνει στους κληρονόμους του κληρονόμου. Με την άνω διάταξη ορίζεται ότι το δικαίωμα αποποίησης, το οποίο είναι προσωποπαγές και μάλιστα αυστηρώς, καθώς είναι εν ζωή αμεταβίβαστο, είναι κληρονομητό, δηλαδή περιέρχεται στους κληρονόμους του κληρονόμου, αν ο τελευταίος απεβίωσε, χωρίς να έχει χάσει το δικαίωμα αποποίησης, υπό την έννοια ότι μόλις αυτοί κατέστησαν κληρονόμοι του κατά τη διάταξη του άρθρου 1846 του ΑΚ, έχουν δικαίωμα αποποίησης της επαχθείσας σ’ αυτούς κληρονομίας, χωρίς την ανάγκη προηγούμενης αποδοχής της επαχθείσας σε αυτούς δεύτερης κληρονομίας αυτού και χωρίς να έχει περάσει η προθεσμία αποποίησης. Για το έγκυρο της αποποίησης της πρώτης κληρονομίας πρέπει οι κληρονόμοι του κληρονόμου να αποκτήσουν οριστικά τη δεύτερη κληρονομία, γιατί αν αυτοί αποποιηθούν τη δεύτερη κληρονομία θεωρούνται ότι ουδέποτε έγιναν κληρονόμοι του κληρονόμου που έχει δικαίωμα αποποίησης. Έτσι ο κληρονόμος του κληρονόμου μπορεί να αποποιηθεί την πρώτη κληρονομία και να αποδεχθεί τη δεύτερη, όχι όμως και το αντίστροφο, δηλαδή να αποδεχτεί την πρώτη και να αποποιηθεί τη δεύτερη, γιατί η αποδοχή της πρώτης συνιστά ανάμιξη στη δεύτερη και επιφέρει την αποδοχή της. Το δικαίωμα αποποίησης περιέρχεται στον κληρονόμο του κληρονόμου, όπως ακριβώς υπήρχε στον αρχικό κληρονόμο (Βαθρακοκοίλης, ΕΡΝΟΜΑΚ, εκδ. 2009, τόμος ΣΤ, ημιτόμος Α, υπό το άρθρο 1854, παρ. 2, σελ. 615, βλ. σχετ. και ΕφΠειρ 73/2020, αδημ. στον νομικό τύπο).Πηγή: ΤΝΠ Ισοκράτης
(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών Βασίλη Γαλανόπουλου, εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).