Οι ελληνικές τράπεζες επιστρέφουν στα δύσκολα για άλλη μια χρονιά, καθώς η πανδημία αναμένεται να καθυστερήσει την ανάκαμψη της κερδοφορίας κατά ένα έτος, αφήνοντας τον κλάδο με περισσότερες προκλήσεις σε ό,τι αφορά την κεφαλαιακή του θέση, όπως επισημαίνει η HSBC σε νέα της έκθεση, όπου ξεκινάει εκ νέου την κάλυψη των τεσσάρων συστημικών τραπεζών έπειτα από αρκετούς μήνες. Ωστόσο, όπως επισημαίνει, οι τρέχουσες αποτιμήσεις των μετοχών τους, μετά και τη «βουτιά» της τάξης του 60% που έχουν σημειώσει από τις αρχές του έτους, αντανακλούν ήδη αυτές τις προκλήσεις και έτσι εκτιμά πως υπάρχει αξία στις τράπεζες με ισχυρότερους ισολογισμούς, ενώ θεωρεί πως σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα ο κλάδος αποτελεί μία ελκυστική τοποθέτηση για τους επενδυτές καθώς δεν έχει ακόμη αποτιμηθεί η ανάκαμψη που θα ακολουθήσει στην κερδοφορία τους.
Προς το παρόν πάντως, μια σειρά από δύσκολα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές τράπεζες τα επόμενα δύο χρόνια θα βαρύνει την κερδοφορία και την αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων (ROTE).
Το πρώτο είναι η ίδια η πανδημία, η οποία θα αυξήσει τα προβληματικά δάνεια καθώς η οικονομία συρρικνώνεται. Σημειώνεται πως η HSBC προβλέπει συρρίκνωση 8,2% στην ελληνική οικονομία φέτος και 7% ανάκαμψη το επόμενο έτος. Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) ήταν ήδη στο 39% προ πανδημίας και η βρετανική τράπεζα περιμένει ότι θα αυξηθεί περαιτέρω.
Ενα δεύτερο πρόβλημα είναι ότι ορισμένες τράπεζες έχουν λίγα και χαμηλής ποιότητας κεφάλαια, που περιορίζουν την ικανότητά τους να λάβουν εμπροσθοβαρώς προβλέψεις. Το 2022, ωστόσο, τα πράγματα αναμένεται να βελτιωθούν, με το θέμα των προβλέψεων λόγω COVID-19 να αποτελεί παρελθόν και κάποιες συμφωνίες τιτλοποίησης, οι οποίες είναι δύσκολο να υλοποιηθούν στο τρέχον περιβάλλον, να έχουν ολοκληρωθεί. Αναμένεται επίσης να υπάρξουν ευνοϊκές συνθήκες όπως φθηνή χρηματοδότηση από την ΕΚΤ, συνεχιζόμενη αύξηση της πίστωσης, ανθεκτικά έσοδα από προμήθειες και φιλόδοξες προσπάθειες μείωσης του κόστους. Σε αυτό το περιβάλλον των έκτακτων συνθηκών που έχει δημιουργήσει η πανδημία, η HSBC συστήνει στους επενδυτές μία επιλεκτική προσέγγιση και έτσι εκτιμά πως πρέπει να κοιτάξουν προς τις ελληνικές τράπεζες που έχουν: α) ισχυρό «μαξιλάρι» κεφαλαίων, το οποίο και περιορίζει τους κινδύνους απομείωσης του ενεργητικού, και β) καλύτερο «μαξιλάρι» προβλέψεων και έχουν προχωρήσει με τα σχέδια μείωσης του κινδύνου στον ισολογισμό, κάτι το οποίο θα οδηγήσει σε ταχύτερη ανάκαμψη των δεικτών αποδοτικότητας. Με αυτά τα κριτήρια, η βρετανική τράπεζα συστήνει «αγορά» για τις Eurobank και Εθνική και δίνει σύσταση «διακράτησης» σε Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς.
Πάντως, όπως επισημαίνει η HSBC, προς το παρόν δεν υπάρχει κίνδυνος νέας ανακεφαλαιοποίησης στον κλάδο, ενώ θετικά είναι τα μηνύματα και από το μέτωπο της ρευστότητας. Οι καταθέσεις αυξάνονται, οι δείκτες δανείων προς καταθέσεις είναι αρκετά κάτω του 100%, ενώ η περιορισμένη εξάρτηση των ελληνικών τραπεζών στην εξωτερική χρηματοδότηση αφήνει περιθώρια να επωφεληθούν από τα χαμηλά επιτόκια στην αγορά (π.χ. το κόστος των TLTROs είναι στο -1%). Η HSBC εκτιμά πως μέρος αυτής της ρευστότητας μπορεί να επενδυθεί σε ελληνικά ομόλογα, στηρίζοντας έτσι τα μεγέθη τους. Τέλος, εκτιμά πως το μεγαλύτερο μέρος των τιτλοποιήσεων που ήταν να υλοποιηθούν φέτος θα καθυστερήσει έως το α΄ εξάμηνο του 2021, ενώ η δημιουργία των NPEs λόγω πανδημίας θα κρατήσει σε υψηλά επίπεδα το κόστος κινδύνου (CoR). Ετσι, το 2020 και το 2021 η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών θα παραμείνει σε πολύ αδύναμα επίπεδα (εκτός από αυτήν της Eurobank όπου ο δείκτης ROTE θα διατηρηθεί στο 4%-5%), προτού ανακάμψει σταδιακά το 2022-2023, όταν ο αντίκτυπος της πανδημίας θα έχει εξαλειφθεί πλήρως.