Υπό πολλές προϋποθέσεις λέει ναι στην επεξεργασία δεδομένων εικόνας ή και ήχου από κάμερες που βρίσκονται σε δημόσιους χώρους καθώς και όσων δεδομένων συλλέγονται μέσω drones( πάντα από δημόσιους χώρους), η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Της Αννας Κανδύλη
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει μεταξύ άλλων στην υπ΄ αριθμ. 3/2020 γνωμοδότησή της : «Η πρόβλεψη περί του επιτρεπτού της εστίασης (zoom) της εικόνας για τη διαπίστωση πράξεων που εµπίπτουν στους επιδιωκόµενους σκοπούς αφορά µια ειδικότερη και αυτοτελή κατηγορία υποκειµένων των δεδοµένων, καθώς τίθεται πλέον στο στόχαστρο συγκεκριµένο πρόσωπο, προκειµένου να διαπιστωθεί η τέλεση πράξεων που εµπίπτουν στους επιδιωκόµενους σκοπούς. Όταν η εστίαση και η στόχευση συγκεκριµένου προσώπου ή αντικειµένου (π.χ. οχήµατος) που δύναται να οδηγήσει σε ταυτοποίηση αποσκοπεί στη διακρίβωση εγκληµάτων, τότε η πράξη της επεξεργασίας δια της εστίασης της κάµερας φέρει χαρακτηριστικά ποινικοδικονοµικής ανακριτικής πράξης µε όσα συνεπάγεται σε επίπεδο εφαρµογής της οικείας νοµοθεσίας, περιλαµβανοµένων των απαιτούµενων σχετικών εγγυήσεων ελέγχου και επίβλεψης. Σε αυτό το πλαίσιο διαπιστώνεται η απουσία νοµοθετικής πρόβλεψης ορισµού ενός εκπροσώπου ανεξάρτητης και αµερόληπτης διοικητικής αρχής ή δικαστικού/εισαγγελικού λειτουργού που θα αποφασίζει εκ των προτέρων ή θα ελέγχει ή θα επιβλέπει την διαδικασία εστίασης καθώς και τις µεταγενέστερες εξαρτηµένες πράξεις επεξεργασίας (π.χ. επιλογής) του συναφούς υλικού».
Επισημαίνει δε ότι «η παντελής απουσία κριτηρίων προσδιορισµού της έννοιας του «υπόπτου» ή των «δικαιολογηµένων υπονοιών» τέλεσης µελλοντικού εγκλήµατος στην εξεταζόµενη διάταξη αντιπαραβαλλόµενη προς τις περιπτώσεις π.χ. του Π.?. 141/1991, δηµιουργεί τον κίνδυνο χαρακτηρισµού ως υπόπτου κάθε προσώπου που εισέρχεται στο πεδίο λήψης και καταγραφής των συστηµάτων επιτήρησης µε βάση µια υποκειµενική και αδιευκρίνιστη πιθανολογική κρίση της αρµόδιας δηµόσιας αρχής, η οποία καθιστά αδύνατο τον συναφή έλεγχο νοµιµότητας αυτής, περιλαµβανοµένης της αδυναµίας ελέγχου της τήρησης της αρχής της αναλογικότητάς».
Ειδικά σε σχέση µε τις µη σταθερές κάµερες, η Αρχή αναφέρει ότι «οι συνέπειες της λειτουργίας των οποίων είναι δυσχερέστερο να προσδιοριστούν σε σχέση µε τις σταθερές, η διενέργεια µελέτης εκτίµησης αντικτύπου αναφορικά µε τη λειτουργία τους οφείλει να διενεργείται όχι µόνο πριν τη λειτουργία τους, αλλά και πριν την προµήθειά τους, ώστε να είναι σύµφωνη µε τις αρχές της προστασίας των δεδοµένων από τον σχεδιασµό κι εξ ορισµού».
Όπως παρατηρεί η Αρχή, από το επίμαχο διάταγμα «προκύπτει ότι δηµιουργείται µια ακόµη κατηγορία υποκειµένων των δεδοµένων που αφορά τον ύποπτο µελλοντικής τέλεσης εγκληµάτων σε αντιδιαστολή προς την κατηγορία και την έννοια του υπόπτου της ποινικής δίκης». Κατά την Αρχή τα δεδομένα που καταγράφονται μπορούν να τηρούνται για 15 ημέρες ενώ ως προς την κατ’ ανώτατο χρονικό όριο διατήρηση επί δεκαετία των δεδοµένων του υπόπτου τέλεσης µελλοντικού εγκλήµατος επισημαίνει ότι «ούτε η εν λόγω πρόβλεψη ανταποκρίνεται σε αντικειµενικά κριτήρια που να αποδεικνύουν την αναγκαιότητα χρονικής διατήρησης των δεδοµένων για τέτοια µεγάλη διάρκεια».