Η νέα διάταξη σαφώς διαφοροποιείται ιδιαίτερα ως προς τον κρατούμενο δράστη και είναι προφανώς επιεικέστερη της προϊσχύσασας
Με την υπ’ αριθμ. 1818/2019 απόφαση του ο Άρειος Πάγος (Τμήμα ΣΤ Ποινικό) αναίρεσε μερικώς καταδικαστική απόφαση Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, παρέχοντας ερμηνεία σχετικά με τη διάταξη του άρθρου 84 παρ. 2 εδάφιο ε του νέου Ποινικού Κώδικα.
Σύμφωνα με τη εν λόγω διάταξη, ελαφρυντική περίσταση, με βάση την οποία μειώνεται η ποινή, θεωρείται ιδίως το ότι ο υπαίτιος συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του, ακόμα και κατά την κράτησή του.
Απόσπασμα της απόφασης
Ως ελαφρυντική περίσταση εθεωρείτο, μεταξύ άλλων, κατά το προισχύσαν δίκαιο, η προβλεπόμενη από την παρ. 2 του άρθρου 84 του ΠΚ, με στοιχείο ε”, δηλαδή ” το ότι ο υπαίτιος συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του”.
Για να αναγνωρισθεί δε η ελαφρυντική περίσταση της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη, είχε ως προϋπόθεση, κατά την κρατούσα νομολογία, ότι έπρεπε η συμπεριφορά αυτή να εκτείνεται σε μεγάλο διάστημα και μάλιστα υπό καθεστώς ελευθερίας του υπαιτίου, γιατί τότε μόνο η επιλογή του αντανακλά στη γνήσια ψυχική του στάση και παρέχει αυθεντική μαρτυρία για την ποιότητα του ήθους του και της κοινωνικής προδιαθέσεώς του, σε αντίθεση με τον ευρισκόμενο στη φυλακή, ο οποίος υπόκειται σε ιδιαίτερο καθεστώς, δηλαδή, στερήσεως της προσωπικής του ελευθερίας και υπακοής σε συγκεκριμένους κανόνες συμπεριφοράς επί πειθαρχική ποινή, και συνεπώς η συμπεριφορά του δεν είναι η ελεύθερη στην κοινωνία, στην οποία απέβλεψε ο νομοθέτης. Όμως, δεν μπορούσε να αποκλεισθεί η συνδρομή της ελαφρυντικής αυτής περιστάσεως στον ευρισκόμενο στη φυλακή κρατούμενο, από μόνο το γεγονός ότι αυτός κρατείται και ότι εξ αυτής της καταστάσεώς του, λόγω του πειθαναγκασμού του στους κανόνες λειτουργίας των σωφρονιστικών καταστημάτων, δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη η τυχόν βελτίωση της συμπεριφοράς του, η οποία (βελτίωση), κατά το διάστημα της κρατήσεώς του, προδήλως εκδηλώνεται μόνο με θετική συμπεριφορά.
Τούτο γιατί, σε διαφορετική περίπτωση και, πέραν των όποιων προνομίων που προβλέπει ο σωφρονιστικός Κώδικας και είναι ενδεχόμενο να τύχει ο κρατούμενος κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του, θα οδηγούσε όχι μόνο στην εξάλειψη, αλλά ενδεχομένως και στον περιορισμό της πιθανότητας βελτιώσεως του χαρακτήρα και της προσωπικότητας του καταδικασθέντος και ήδη κρατουμένου. Η παραδοχή δε της συνδρομής της ελαφρυντικής αυτής περιστάσεως του άρθρου 84 παρ. 2ε του Π.Κ, αναμφιβόλως τελούσε υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι η συμπεριφορά του εντός του σωφρονιστικού καταστήματος είναι προδήλως διακριτή της συνήθους συμπεριφοράς του κρατούμενου και η οποία συνέχεται με την εξαιρετική και οπωσδήποτε βελτίωση της συμπεριφοράς του. Η καλή, δηλαδή, συμπεριφορά δεν εννοείται ως παθητικά καλή διαγωγή ή ως μη κακή ή μόνον ως απουσία παραβατικότητας. Περιλαμβάνει και τη θετική δραστηριότητα του υπαιτίου, η οποία εκδηλώνεται αυτοβούλως και όχι ως αποτέλεσμα φόβου ή καταναγκασμού και οπωσδήποτε να υπάρχει βελτίωση της συμπεριφοράς του.
Συνεπώς, για το ορισμένο του άνω ισχυρισμού του δράστη είτε κρατουμένου είτε διαβιούντος υπό καθεστώς ελευθερίας δεν αρκούσε η επίκληση καλής και συνήθους συμπεριφοράς και δη εργασίας και ομαλής οικογενειακής ζωής και μόνον, αλλά έπρεπε να επικαλεσθεί ο κατηγορούμενος πραγματικά περιστατικά θετικά και δηλωτικά της αρμονικής κοινωνικής διαβιώσεώς του επί μακρό χρόνο μετά την τέλεση της πράξεως (ΑΠ 622/2019,571/2018,1815/2017).
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 2 παρ.1 του ισχύοντος ΠΚ (Ν.4619/2019), αν από την τέλεση της πράξης ως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν περισσότερες διατάξεις νόμων, εφαρμόζεται αυτή που στη συγκεκριμένη περίπτωση οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου.
Επίσης, από το συνδυασμό των άρθρων 511 εδάφιο τελευταίο και 514 εδάφιο τελευταίο του ισχύοντος ΚΠΔ (Ν.4620/2019), ο Άρειος Πάγος επί παραδεκτής αιτήσεως αναιρέσεως, σε κάθε περίπτωση, αυτεπαγγέλτως εφαρμόζει τον επιεικέστερο νόμο που ισχύει μετά τη δημοσίευση της προσβαλλομένης αποφάσεως. Σύμφωνα δε με το άρθρο 84 παρ 2 ε’του ισχύοντος από 1-7-2019 ΠΚ, ως ελαφρυντική περίσταση θεωρείται πλέον ότι ο υπαίτιος “συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του ακόμα και κατά την κράτησή του”.
Η εν λόγω διάταξη σαφώς διαφοροποιείται ιδιαίτερα ως προς τον κρατούμενο δράστη και είναι προφανώς επιεικέστερη της προϊσχύσασας. ‘
Όπως δε χαρακτηριστικά αναγράφεται στην αιτιολογική έκθεση (σελ. 6 και 22) του ισχύοντος ΠΚ “Η καλή συμπεριφορά του υπαιτίου για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του κρίνεται κατά και μετά την κράτησή του, ως δείγμα της αντικειμενικά αξιολογούμενης υποχρέωσής του να συμπεριφέρεται “καλά”, δηλαδή νόμιμα … Η καλή συμπεριφορά του καταδικασθέντος για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του αξιολογείται ελαφρυντικά “ακόμα και κατά την κράτησή του”. Τούτο, κατ’ αρχάς, επιβάλλεται από τον ειδικό προληπτικό σκοπό της ποινής κατά της ελευθερίας, αφού η καλή διαγωγή του κρατουμένου αποτελεί θετική ένδικη για την κοινωνική επανένταξή του και η επιεικέστερη μεταχείρισή του προωθεί τον σκοπό αυτό. Η σκέψη ότι ο κρατούμενος δεν είχε αντικειμενικά τις ευκαιρίες ή τα κίνητρα που παρέχει η ελεύθερη διαβίωση να συμπεριφερθεί διαφορετικά, παραβλέπει το γεγονός ότι οι συνθήκες διαβίωσης μέσα στη φυλακή είναι πολύ πιο δύσκολες από ό,τι έξω από αυτήν”.
Στην προκείμενη περίπτωση η προσβαλλόμενη απόφαση απέρριψε τον προβληθέντα από την αναιρεσείουσα αυτοτελή ισχυρισμό για αναγνώριση στο πρόσωπό της της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84§2 ε’ του ΠΚ με το ακόλουθο σκεπτικό: “Ο αυτοτελής αυτός ισχυρισμός πρέπει ν’απορριφθεί καθόσον δεν αποδείχθηκαν πραγματικά περιστατικά, θετικά και δηλωτικά της αρμονικής κοινωνικής διαβίωσης της κατηγορουμένης, μετά την εγκληματική της δράση (τέλεση των πράξεων της ηθικής αυτουργίας στην κατάρτιση πλαστού εγγράφου με σκοπό τον πορισμό οφέλους άνω των 73.000 ευρώ κατ’ εξακολούθηση και χρήση πλαστού εγγράφου, απόπειρας απάτης στο Δικαστήριο με σκοπό τον πορισμό οφέλους άνω των 73.000 ευρώ και ηθικής αυτουργίας σε ψευδή βεβαίωση σε βαθμό κακουργήματος) μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό στις 19-12-2011, κατά το οποίο διατελούσε σε καθεστώς ελευθερίας και το οποίο ήταν το μεγαλύτερο μετά την τέλεση των πράξεών της, από τα οποία (περιστατικά) να προκύπτει σαφής μεταστροφή του χαρακτήρα της και όχι μόνο το σύνηθες συμβαίνον για κάθε μέσο κοινωνικό άνθρωπο. Για δε το χρονικό διάστημα της φυλάκισής της από τις 19-12-2011 και εντεύθεν, ωσαύτως δεν αποδείχθηκαν περιστατικά που καταδεικνύουν εξαιρετική – βελτίωση της συμπεριφοράς της κατηγορουμένης, με την έννοια της θετικής δραστηριότητας αυτής, η οποία εκδηλώνεται αυτοβούλως και όχι ως αποτέλεσμα υπακοής σε συγκεκριμένους κανόνες συμπεριφοράς επί πειθαρχική ποινή ή φόβου ή καταναγκασμού.”.
Η αιτιολογία αυτή θεωρουμένη υπό το πρίσμα του εφαρμοστέου επιεικέστερου νόμου (ΠΚ 2), στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, ενόψει μάλιστα και των επικαλουμένων από την αναιρεσείουσα εγγράφων περί καλής διαγωγής της στο Κατάστημα Κράτησης ….., δηλαδή των από 4-2-2014 δύο υπηρεσιακών βεβαιώσεων της διεύθυνσης του ανωτέρω Καταστήματος (στις οποίες εκτίθενται ειδικότερα τα σχετικά περιστατικά) που περιέχονται στα πρακτικά της πρωτόδικης δίκης και ανεγνώσθησαν από την προσβαλλόμενη απόφαση.
Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος αναίρεσης και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς την απορριπτική διάταξή της για αναγνώριση της πιο πάνω ελαφρυντικής περίστασης, αναγκαίως δε και ως προς τη διάταξή της περί επιβολής ποινών και συνολικής ποινής.
Δείτε την απόφαση στο areiospagos.gr