Οι αλλαγές που εντοπίζονται στην πρώτη θερινή σεζόν της πανδημίας.
Μέχρι πριν μερικούς μήνες, αν έκανε κανείς μια γύρα στις ιστοσελίδες αγοραπωλησιών και ενοικιάσεων σπιτιών, θα έβλεπε πως οι τιμές αγγίζουν τα επίπεδα του εξωφρενικού.
Και μπορεί αυτό να μην έχει αλλάξει ακόμα δραματικά – ακόμα θα βρει κανείς σε περιοχές όπως Καλλιθέα, Νέο Κόσμο και Πετράλωνα σπίτια 25-30 τ.μ. με ενοίκιο 350 ευρώ – αλλά έχουν τεθεί σε κίνηση διαδικασίες που θα αργήσουν να φανούν. Αλλά θα φανούν και μάλιστα ως το τέλος του 2020.
Αυτές οι διαδικασίες έχουν αρχίσει να μειώνουν τόσο υπερβολικά ποσά και βλέπουμε πως μέχρι τον Ιούνιο υπήρξε μια οριζόντια κάθοδος σε πολλές περιοχές της Αθήνας και της υπόλοιπης Ελλάδας. Ειδικά οι περιοχές του Θησείου, των Πετραλώνων, το Γκύζη, τα Πατήσια και η Κυψέλη προσεγγίσουν μια κάποια «φυσιολογικότητα» ως προς το ύψος των ενοικίων.
Στο Θησείο για παράδειγμα, από 12 ευρώ το τ.μ. που ήταν η ζήτηση ενοικιαστών τον Φεβρουάριο, έχουμε πτώση 2,3 ευρώ, με την τιμή να πέφτει στα 9,7 ανά τ.μ. Η αντίστοιχη πτώση στην Άνω Κυψέλη είναι από τα 8,4 στα 5,9 ευρώ. Στο Κουκάκι που είναι από τις πιο hot περιοχές και γεμάτη σε οικίες βραχύχρονης μίσθωσης, η μέση τιμή ζήτησης ενοικίου είναι στα 8,92 από τα 10,3 που βρισκόταν τον Φεβρουάριο.
Την ίδια στιγμή, ο χάρτης των αγοραπωλησιών βρίσκεται υπό διαρκή διαμόρφωση, καθώς υπάρχουν αναπροσαρμογές στις απαιτήσεις των πωλητών και στην οικονομική ευχέρεια των υποψήφιων αγοραστών. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Βήματος, έχουν εντοπιστεί περιπτώσεις όπου η αρχική συμφωνία στα 150.000 ευρώ άλλαξε κατόπιν κορωνοϊού, μετά από αίτημα του αγοραστή, και τελικά η τιμή πώλησης έπεσε στα 125.000.
Σε επίπεδο ενοικίασης, αναμενόμενα κοσμογονικές αλλαγές παρουσιάζονται στα σπίτια που βρίσκονται στην πλατφόρμα της Airbnb. Σε παλιότερο άρθρο μας αναφερόταν πως πλέον αρκετοί είναι αυτοί που «πάγωσαν» την διάθεση των οικημάτων τους περιμένοντας να δουν που θα κάτσει η μπίλια, ενώ πολλοί περισσότεροι είναι αυτοί που υπό τον φόβο να χάσουν ένα σεβαστό εισόδημα, προχώρησαν σε επέκταση του χρονικού ορίου ενοικίασης ανά πελάτη.
Έτσι, ένα σπίτι που μπορεί να νοικιαζόταν για 750 ευρώ τα 5-6 βράδια, τώρα νοικιάζεται για 10 ημέρες, ενώ σε πιο ακριβές περιπτώσεις, η τιμή της μιας εβδομάδας αντιστοιχεί τώρα στην τιμή του ενός μήνα, με ορισμένους ιδιοκτήτες να διαθέτουν τα σπίτια τους για διαστήματα ακόμα και 3 ή 6 μηνών.
Κι αυτοί οι αριθμοί δεν αφορούν μόνο στην Ελλάδα, μα σε παγκόσμιο επίπεδο. Σε κάποιες δε αγορές, η Airbnb υφίσταται ένα τρομερό πισωγύρισμα σε εποχές 2008, τότε που ξεκινούσε δηλαδή, με τα ξενοδοχεία να έχουν την ευκαιρία τους για αντεπίθεση, βασιζόμενα στην γενικότερη αίσθηση πως είναι αυτά που μπορούν να εξασφαλίσουν ένα υγιειονομικά άρτιο περιβάλλον σε όλους τους χώρους τους.
Είναι χαρακτηριστικό πως στο Κεμπέκ του Καναδά απαγορεύτηκαν οι βραχυχρόνιες μισθώσεις για το διάστημα της καραντίνας, όπως το ίδιο συνέβη ουσιαστικά και σε αρκετές πολιτείες των ΗΠΑ, όπως το Μέιν και η Πενσυλβάνια. Αυτές οι απαγορεύσεις οδήγησαν κάποιους σε παράνομη βραχύχρονη μίσθωση ή, κυρίως, σε αναζήτηση εναλλακτικών διαύλων επικοινωνίας, όπου η ενοικίαση έφευγε από το πλαίσιο του short-term και πήγαινε στο long-term.
Εν μέσω αυτών των δεδομένων, η Airbnb επέλεξε να προκαλέσει ένα «χτύπημα» στο ίδιο της το πρεστίζ ζητώντας από ανθρώπους που είχαν μόλις ολοκληρώσει τη διαμονή τους σε κάποιο οίκημα, να προσφέρουν μια οικονομική εισφορά επιπλέον στον ιδιοκτήτη που πλήττεται από την πανδημία.
Ως απάντηση σε αυτό, πολλοί ιδιοκτήτες ζήτησαν από την πλατφόρμα να τους στηρίξει και κατέφυγαν στη δημιουργία δικής τους ιστοσελίδας όπου πλασάρουν το οίκημά τους και καταργούν τον μεσάζοντα που λέγεται Airbnb.
Για πολλούς αναλυτές αυτό που συμβαίνει τώρα είναι η μοναδική ευκαιρία ξενοδοχείων και άλλων μονάδων φιλοξενίας να ανακάμψουν έναντι της Airbnb, η οποία ενέκρινε κεφάλαιο 250 εκατομμυρίων προς ενίσχυση των ιδιοκτητών που είδαν να ακυρώνονται οι κρατήσεις στα σπίτια τους.
Μέσα σε όλα τα παραπάνω, ως προς την Ελλάδα, έχουμε και την επάνοδο επενδυτών από το εξωτερικό που αναζητούν να αγοράσουν σπίτια με αυξημένο συντελεστή κέρδους στις περιοχές-φιλέτα των νησιών και της ηπειρωτικής χώρας.