ΑΠΟΦΑΣΗ
Dimo Dimov κ.α. κατά Βουλγαρίας της 07.07.2020 ( αριθ. προσφ. 30044/10)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Νομιμότητα προσωρινής κράτησης, αιτιολογία απόφασης και δικαίωμα πραγματικής προσφυγής.
Οι προσφεύγοντες συνελήφθησαν και κρατήθηκαν προσωρινά, κατηγορούμενοι για το αδίκημα της εκβίασης.
Υπέβαλαν πολλά αιτήματα αποφυλάκισης τα οποία απορρίπτονταν χωρίς αιτιολογία και αποφυλακίστηκαν μόνο όταν εξαντλήθηκε το μέγιστο προβλεπόμενο χρονικό όριο της προσωρινής κράτησης.
Το ΕΔΔΑ έκρινε για τον τέταρτο προσφεύγοντα ότι δύο αποφάσεις που ελήφθησαν από το Εφετείο, δεν αιτιολόγησαν την νομιμότητα και αναγκαιότητα της συνεχιζόμενης προσωρινής κράτησης. Η απουσία σχετικής αιτιολογίας είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της έκτασης της εποπτείας που ασκούν τα δικαστήρια σχετικά την νομιμότητα της προσωρινής κράτησης και την αποτελεσματικότητα της. Παραβίαση του άρθρου 5§4 για έλλειψη αιτιολογίας,
Αντιστοίχως το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι το αίτημα του 4ου προσφεύγοντος για αποφυλάκιση εξετάστηκε μετά από αρκετές ημέρες και ότι τα εγχώρια Δικαστήρια επέβαλαν προσωρινή κράτηση για τη μέγιστη περίοδο που προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία , και αυτό χωρίς να αιτιολογηθεί η ανάγκη για αυτό το μέτρο. Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι οι διωκτικές αρχές είναι υπεύθυνες για την ταχεία εκδίκαση τέτοιων αιτημάτων και ότι η απαγόρευση στον 4ο προσφεύγοντα για άσκηση νέων αιτημάτων αποφυλάκισης ήταν αβάσιμη.
Παραβίαση του άρθρου 5§4 λόγω καθυστέρησης στην εκδίκαση του αιτήματος, και απαγόρευσης άσκησης νέας προσφυγής για αποφυλάκιση.
Τέλος το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι στην εγχώρια νομοθεσία δεν προβλέπονταν ένδικο βοήθημα για αποζημίωση εναντίον του Δημοσίου σε περίπτωση διαπίστωσης παραβίασης δυνάμει του άρθρου 5§4 της Σύμβασης. Συνεπώς έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 5§5 της ΕΣΔΑ.
Το Στρασβούργο επιδίκασε ποσό 5.000 ευρώ για ηθική βλάβη.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 5§4,
Άρθρο 5§5
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγοντες Dimo Mitev Dimov, Kostadin Donchev Donchev, Nacho Ivanov Yanakiev και ο Rumen Bonchev Boyukliev, είναι τέσσερις Βούλγαροι υπήκοοι οι οποίοι γεννήθηκαν το 1976, το 1981, το 1979 και 1969 αντίστοιχα και ζουν στο Stara Zagora. Την εν λόγω περίοδο οι τρεις πρώτοι προσφεύγοντες ήταν αστυνομικοί υπηρετούντες στο αστυνομικό τμήμα Stara Zagora. Ο τέταρτος προσφεύγων είναι επιχειρηματίας στην ίδια πόλη. Η υπόθεση αφορούσε την προσωρινή κράτηση των προσφευγόντων και τις αποφάσεις των δικαστηρίων σχετικά με τη νομιμότητα αυτής της κράτησης.
Στις 9 Νοεμβρίου 2009, οι τέσσερις προσφεύγοντες τέθηκαν υπό έρευνα για εγκληματική οργάνωση, για τρεις κατηγορίες εκβίασης και για παραποίηση αποδεικτικών στοιχείων ποινικών δικογραφιών. Συγκεκριμένα, κατηγορήθηκαν ότι εκβίασαν, υπό τη χρήση απειλής, αρκετούς ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων στη Stara Zagora προκειμένου να συνάψουν σύμβαση με εταιρεία ασφαλείας που εδρεύει στην ίδια πόλη.
Στις 16 Νοεμβρίου 2009, το Περιφερειακό Δικαστήριο της Stara Zagora αποφάσισε να θέσει όλους τους προσφεύγοντες σε προσωρινή κράτηση. Το Εφετείο Plovdiv επικύρωσε την απόφαση του περιφερειακού δικαστηρίου. Τον Ιανουάριο του 2010, οι τέσσερις προσφεύγοντες υπέβαλαν αιτήματα για αποφυλάκιση μέσω του Γραφείου του Εισαγγελέα της Σόφιας.
Την 1η Φεβρουαρίου 2010, το περιφερειακό δικαστήριο Stara Zagora απέρριψε τα αιτήματα των τεσσάρων προσφευγόντων. Στις 9 Φεβρουαρίου 2010, το Εφετείο του Plovdiv απέρριψε την έφεση των προσφευγόντων κατά της απόφασης της 1ης Φεβρουαρίου 2010. Οι τέσσερις προσφεύγοντες υπέβαλαν περαιτέρω αιτήσεις για αποφυλάκιση.
Με απόφαση της 12ης Απριλίου 2010, το περιφερειακό δικαστήριο Stara Zagora απέρριψε τα αιτήματα των προσφευγόντων. Το δικαστήριο θεώρησε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που υπήρχαν στο φάκελο της υπόθεσης παρείχαν επαρκείς λόγους για εύλογες υποψίες κατά των τεσσάρων προσφευγόντων.
Στις 20 Απριλίου 2010, το Εφετείο του Plovdiv εξέτασε και απέρριψε την έφεση που άσκησαν οι προσφεύγοντες κατά της απόφασης της 12ης Απριλίου 2010.
Στις 20 Ιουλίου 2010, το Περιφερειακό Δικαστήριο του Plovdiv απέρριψε τα νέα αιτήματα για αποφυλάκιση των προσφευγόντων. Το Εφετείο Plovdiv απέρριψε έφεση των προσφευγόντων κατά της απόφασης του περιφερειακού δικαστηρίου του Plovdiv. Στις 16 Νοεμβρίου 2010, ο τρίτος προσφεύγων αποφυλακίστηκε με δικαστική απόφαση της 15ης Νοεμβρίου 2010. Στις 17 Νοεμβρίου 2010, αποφυλακίστηκαν επίσης οι πρώτος, δεύτερος και τέταρτος προσφεύγοντες μετά από εντολή του εισαγγελέα, με την αιτιολογία ότι η μέγιστη περίοδος προσωρινής κράτησης που επέτρεπε ο νόμος είχε παρέλθει.
Η υπόθεση εξετάστηκε στη συνέχεια από τα δικαστήρια. Μετά από αρκετές αναβολές κατά τις οποίες η υπόθεση παραπέμφθηκε πίσω στον εισαγγελέα για περαιτέρω έρευνα, στις 8 Αυγούστου 2014 το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο ολοκλήρωσε την ποινική διαδικασία κατά των προσφευγόντων.
Βασιζόμενοι ιδίως στο άρθρο 5 § 4 (δικαίωμα σε ταχεία απόφαση σχετικά με τη νομιμότητα της κράτησης) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ανέφεραν ότι δεν υπήρξε αποτελεσματική προσφυγή από τα εθνικά δικαστήρια σχετικά με την νομιμότητα και αναγκαιότητα της κράτησής τους και τα αιτήματα τους για αποφυλάκιση δεν είχαν εξεταστεί εγκαίρως. Βασιζόμενοι στο άρθρο 5 § 5 (δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια) της Σύμβασης, κατήγγειλαν επίσης ότι δεν είχαν δικαίωμα αποζημίωσης για τις εικαζόμενες παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 5 § 4
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι, σύμφωνα με το άρθρο 5 § 4 της Σύμβασης, κάθε πρόσωπο που συλλαμβάνεται ή κρατείται έχει το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστή να εξετάσει την τήρηση των διαδικαστικών και ουσιαστικών προϋποθέσεων που απαιτούνται για την «νομιμότητα», υπό την έννοια του άρθρου 5 § 1 της Σύμβασης, της στέρησης της ελευθερίας του. Όσον αφορά την ουσία της προσφυγής που προβλέπεται στο άρθρο 5 παρ. 4, το αρμόδιο δικαστήριο πρέπει να επαληθεύσει τόσο τη συμμόρφωση με τους διαδικαστικούς κανόνες του εσωτερικού δικαίου όσο και το εύλογο των υποψιών που οδήγησαν στη σύλληψη. Όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, το Δικαστήριο σημείωσε ότι, κατά την προκαταρκτική έρευνα κατά του τέταρτου προσφεύγοντος, ελέγχθηκε τέσσερις φορές η νομιμότητα και η αναγκαιότητα του μέτρου της προσωρινής κράτησης και της διατήρησης αυτής από τα δικαστήρια, τα οποία έχουν εκδώσει 8 αποφάσεις σχετικά. Σημείωσε επίσης ότι, ενώ οι περισσότερες από αυτές τις αποφάσεις περιέχουν επιχειρήματα σχετικά με την ύπαρξη εύλογων λόγων υποψίας εναντίον του προσφεύγοντος για τα εγκλήματα στα οποία κατηγορήθηκε, οι αποφάσεις που ελήφθησαν από το Εφετείο στις 20.4 και 27.07.2010 δεν έχουν αντιμετωπίσει αυτό το ζήτημα. Η ύπαρξη τέτοιων υποψιών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη νομιμότητα της συνεχιζόμενης κράτησης. Το Δικαστήριο έχει ήδη επισημάνει με την ευκαιρία άλλων παρόμοιων υποθέσεων κατά της Βουλγαρίας ότι η απουσία σχετικής αιτιολογίας έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της έκτασης της εποπτείας που ασκούν τα δικαστήρια σχετικά με τη νομιμότητα της προσωρινής κράτησης και της αποτελεσματικότητά της σύμφωνα με το άρθρο 5 § 4 της Σύμβασης. Δεν βλέπει κανένα λόγο να καταλήξει σε διαφορετικό συμπέρασμα στην παρούσα υπόθεση.
Αυτά τα επιχειρήματα αρκούσαν για να καταλήξει το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 5 § 4 της Σύμβασης για τον τέταρτο προσφεύγοντα για αυτόν τον λόγο.
Όσον αφορά την ταχεία εκδίκαση των αιτημάτων των προσφευγόντων
Το Δικαστήριο παρατήρησε εξαρχής ότι οι αποφάσεις της 1ης Φεβρουαρίου και της 12ης Απριλίου 2010 αποτέλεσαν αντικείμενο προσφυγών, η ταχύτητα των οποίων που εξετάστηκαν από τα δικαστήρια δεν αμφισβητήθηκε από τον προσφεύγοντα. Εξέτασε συνεπώς μόνο εάν τα αρχικά αιτήματα του προσφεύγοντος εξετάστηκαν εγκαίρως.
Με βάση τα έγγραφα και τις πληροφορίες που προσκόμισαν οι προσφεύγοντες και η κυβέρνηση, το Δικαστήριο εκτίμησε ότι έχουν αποδειχθεί τα ακόλουθα γεγονότα σχετικά με τις αιτήσεις αποφυλάκισης τον Ιανουάριο και τον Μάρτιο του 2010.
Το αίτημα αποφυλάκισης του τέταρτου προσφεύγοντος εξετάστηκε και απορρίφθηκε μαζί με τα αιτήματα αποφυλάκισης των άλλων τριών προσφευγόντων στις 12.04.2010. Επομένως, το αίτημα του τέταρτου προσφεύγοντος εξετάστηκε μετά από 25 ημέρες.
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι το ζήτημα αν πληρούται η απαίτηση «σύντομης προειδοποίησης» πρέπει να εξεταστεί υπό το φως των περιστάσεων κάθε υπόθεσης, ιδίως της πολυπλοκότητάς της, τυχόν ιδιαιτερότητες της εσωτερικής διαδικασίας καθώς και τη συμπεριφορά του διαδίκου κατά τη διάρκεια αυτής. Για παράδειγμα, θεώρησε ότι περίοδοι 17 ή 23 ημερών για ένα επίπεδο δικαιοδοσίας δεν ήταν συμβατές με το άρθρο 5 § 4 της Σύμβασης.
Όσον αφορά το αίτημα που υπέβαλε ο τέταρτος προσφεύγων στις 18.03.2010, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι οι αρχές επέλεξαν να συνδυάσουν την εξέτασή του με τα αιτήματα των τριών άλλων προσφευγόντων λόγω συναφείας γιατί συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν στην ίδια ποινική διαδικασία. Ωστόσο, η μεταφορά του αιτήματος του τέταρτου προσφεύγοντος μεταξύ του Εισαγγελέα της Σόφιας, το οποίο το έλαβε, και του Περιφερειακού Δικαστηρίου της Στάρα Ζαγόρα, το οποίο ήταν αρμόδιο να το εξετάσει, διήρκεσε 19 ημέρες. Ακόμη και λαμβάνοντας υπόψη την απόσταση μεταξύ των δύο πόλεων, που είναι περίπου 230 χιλιόμετρα, και την ανάγκη αποστολής του φακέλου έρευνας στο περιφερειακό δικαστήριο για να του επιτρέψει να εξετάσει αποτελεσματικά το αίτημα του προσφεύγοντος, το Δικαστήριο εκτίμησε ότι αυτή η καθυστέρηση ήταν υπερβολική και οφείλεται εξ ολοκλήρου στις ποινικές διωκτικές αρχές. Για το σκοπό αυτό, υπενθύμισε ότι εναπόκειται στο κράτος να εφαρμόσει τις καταλληλότερες εσωτερικές διαδικασίες για να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου 5 παρ. 4 της Σύμβασης.
Ως εκ τούτου, διαπιστώθηκε παραβίαση του άρθρου 5 § 4 της Σύμβασης για αυτό τον προσφεύγοντα.
Όσον αφορά την απαγόρευση άσκησης έφεσης
Το άρθρο 5 § 4 της Σύμβασης εγγυάται το δικαίωμα επανεξέτασης της προσωρινής κράτησης σε σύντομα διαστήματα.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η βουλγαρική νομοθεσία δεν προέβλεπε αυτόματη επανεξέταση της νομιμότητας και της αναγκαιότητας της κράτησης, με πρωτοβουλία των κρατουμένων. Στην παρούσα υπόθεση, όταν το περιφερειακό δικαστήριο αποφάσισε να επιβάλει τον εν λόγω περιορισμό, ο τέταρτος προσφεύγων είχε ήδη κρατηθεί για 5 μήνες, είχε προηγουμένως υποβάλει μόνο μία αίτηση για αποφυλάκιση και το νέο αίτημά του δεν είχε ελεγχθεί πριν από αρκετές ημέρες. Το Δικαστήριο θεώρησε ότι όλα αυτά είναι στοιχεία που φαίνεται να δείχνουν την απουσία κατάχρησης του δικαιώματος προσφυγής για αποφυλάκιση από τον προσφεύγοντα.
Πρέπει να επισημανθεί ότι το περιφερειακό δικαστήριο επέλεξε να επιβάλει απαγόρευση για νέα αίτηση αποφυλάκισης για τη μέγιστη περίοδο (δύο μηνών) που προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, και αυτό χωρίς να αιτιολογηθεί η ανάγκη για αυτό το μέτρο ή την επιλεγμένη περίοδο εφαρμογής. Ελλείψει αιτιολογίας, και λαμβάνοντας υπόψη τις άλλες σχετικές περιστάσεις της υπόθεσης, το Δικαστήριο θεώρησε ότι το μέτρο αυτό ήταν αβάσιμο.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο έκρινε ότι η απαγόρευση, που επιβλήθηκε στον τέταρτο προσφεύγοντα στις 12 Απριλίου 2010, για την υποβολή νέων αιτημάτων αποφυλάκισης για δύο μήνες ισοδυναμούσε με παραβίαση του δικαιώματός του να ζητήσει την εξέταση της κράτησής του σε σύντομα διαστήματα, που εγγυάται το άρθρο 5 παρ. 4 της ΕΣΔΑ.
Άρθρο 5§5 της Σύμβασης
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι τηρείται το άρθρο 5 § 5 της Σύμβασης, καθώς μπορεί να ζητηθεί αποζημίωση για τη στέρηση της ελευθερίας που πραγματοποιείται υπό συνθήκες αντίθετες με τις παραγράφους 1, 2, 3 ή 4 του ίδιου άρθρου.
Ο τέταρτος προσφεύγων άσκησε αγωγή αποζημίωσης για αστική ευθύνη του δημοσίου. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, έλαβε αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη λόγω της υπερβολικής διάρκειας της προσωρινής κράτησής του. Ωστόσο, αυτή η διαδικασία δεν οδήγησε στην αναγνώριση της παραβίασης των δικαιωμάτων του που κατοχυρώνονται από το άρθρο 5 § 4 της Σύμβασης ούτε σε αποζημίωση για αυτήν την παραβίαση, καθώς τα δικαστήρια δεν εξέτασαν ρητά ή σιωπηρά, συμμόρφωση με αυτές τις συγκεκριμένες διαδικαστικές εγγυήσεις .
Από την άλλη πλευρά, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι, από τις 15.12.2012, το άρθρο 2, παρά. 1, σημείο 2 του νόμου περί ευθύνης του δημοσίου για αποζημίωση επιτρέπει σε κάθε ενδιαφερόμενο μέρος να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης και να επικαλεστεί άμεσα παραβίαση του άρθρου 5 § 4 της Σύμβασης. Από το ίδιο το κείμενο αυτής της διάταξης φαίνεται ότι μια τέτοια ενέργεια θα μπορούσε να οδηγήσει σε διαπίστωση παραβίασης του άρθρου 5 § 4 και στην επιδίκαση χρηματικής αποζημίωσης. Όπως έχει ήδη επισημάνει το Δικαστήριο στην απόφασή του και στην ανάλυσή του για το παραδεκτό της παρούσας προσφυγής, αυτή η νέα αγωγή ασκήθηκε στο εσωτερικό δίκαιο δύο χρόνια μετά τη λήξη της κράτησης του τέταρτου προσφεύγοντος όμως ο νόμος δεν προβλέπει αναδρομική εφαρμογή. Επομένως, αυτό το ένδικο μέσο δεν είχε εύλογες πιθανότητες επιτυχίας στην περίπτωσή του.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε απουσία προσφυγής που θα μπορούσε να επιτρέψει στον τέταρτο προσφεύγοντα να λάβει αποζημίωση για τις παραβιάσεις του άρθρου 5 § 4 της Σύμβασης πριν από την παρούσα απόφαση.
Επομένως, δεν αποδείχθηκε ότι ο τέταρτος προσφεύγων μπορούσε να επωφεληθεί, πριν από την απόφαση του Δικαστηρίου, δικαιώματος αποζημίωσης ή ότι θα μπορούσε να κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος μετά την έκδοση της απόφασης, για παραβίαση του άρθρου 5§4 της Σύμβασης.
Παραβίαση του άρθρου 5 § 4 – λόγω έλλειψης αποτελεσματικού ελέγχου από τα εθνικά δικαστήρια της νομιμότητας και αναγκαιότητας της κράτησης του κ. Boyukliev, επειδή ένα από τα αιτήματά του για αποφυλάκιση τον Μάρτιο 2010 δεν είχε εξεταστεί εγκαίρως και επειδή δεν του είχε επιτραπεί να υποβάλει περαιτέρω αιτήσεις για αποφυλάκιση για περίοδο δύο μηνών.
Παραβίαση του άρθρου 5 § 5 σε σχέση με τον κ. Boyukliev
Δίκαιη ικανοποίηση: Το ΕΔΔΑ επιδίκασε ποσό 5.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.955,65 ευρώ για έξοδα και δαπάνες στον κ. Boyukliev (επιμέλεια echrcaselaw.com).