Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνέστησε σήμερα στα κράτη μέλη να μη χορηγούν χρηματοδοτική στήριξη σε επιχειρήσεις που έχουν δεσμούς με χώρες που περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας.
Οι περιορισμοί θα πρέπει επίσης να εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις που έχουν καταδικαστεί για σοβαρά οικονομικά εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, της οικονομικής απάτης, της διαφθοράς, της μη καταβολής φόρων και υποχρεώσεων κοινωνικής ασφάλισης.
Στόχος της σημερινής σύστασης είναι να παράσχει καθοδήγηση στα κράτη μέλη σχετικά με τον τρόπο καθορισμού προϋποθέσεων για τη χρηματοδοτική στήριξη που αποτρέπουν την κατάχρηση δημόσιων κονδυλίων και να ενισχύσει τις διασφαλίσεις κατά των καταχρηστικών φορολογικών πρακτικών σε ολόκληρη την ΕΕ, σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ. Μέσω του συντονισμού των περιορισμών στη χρηματοδοτική στήριξη, τα κράτη μέλη θα αποτρέπουν επίσης αναντιστοιχίες και στρεβλώσεις εντός της ενιαίας αγοράς.
Η εκτελεστική αντιπρόεδρος, Μαργκρέιτε Βέστεϊγιερ, αρμόδια για την πολιτική ανταγωνισμού, δήλωσε: «Βρισκόμαστε σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση, όπου χορηγούνται σε επιχειρήσεις εξαιρετικού ύψους κρατικές ενισχύσεις στο πλαίσιο της έξαρσης του κορονοϊού. Ειδικά σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι αποδεκτό οι επιχειρήσεις που επωφελούνται από δημόσια στήριξη να ακολουθούν πρακτικές φοροαποφυγής με τη συμμετοχή φορολογικών παραδείσων. Αυτό θα συνιστούσε κατάχρηση των προϋπολογισμών των κρατών μελών και της ΕΕ, εις βάρος των φορολογουμένων και των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Από κοινού με τα κράτη μέλη, θέλουμε να εξασφαλίσουμε ότι αυτό δεν θα συμβαίνει».
Ο Πάολο Τζεντιλόνι, επίτροπος Οικονομίας, δήλωσε: «Η δικαιοσύνη και η αλληλεγγύη βρίσκονται στον πυρήνα των προσπαθειών της ΕΕ για ανάκαμψη. Η κρίση αυτή μας αφορά όλους και ο καθένας πρέπει να πληρώσει το μερίδιο φόρου που του αναλογεί, ώστε να μπορέσουμε να στηρίξουμε και να μην υπονομεύσουμε τις συλλογικές προσπάθειες που καταβάλλουμε για την ανάκαμψη. Αυτοί που εσκεμμένα παρακάμπτουν τους φορολογικούς κανόνες ή εμπλέκονται σε εγκληματική δραστηριότητα δεν θα πρέπει να επωφελούνται από τα συστήματα που προσπαθούν να καταστρατηγήσουν. Πρέπει να προστατεύσουμε τους δημόσιους πόρους μας, ώστε να μπορούν πραγματικά να στηρίξουν τους έντιμους φορολογούμενους σε ολόκληρη την ΕΕ.»
Εναπόκειται στα κράτη μέλη να αποφασίσουν εάν επιθυμούν να χορηγήσουν χρηματοδοτική στήριξη και να καταρτίσουν μέτρα σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, και τους στόχους της πολιτικής τους. Η έξαρση του κορονοϊού έχει απαιτήσει άνευ προηγουμένου προσπάθειες τόσο σε εθνικό όσο και σε ενωσιακό επίπεδο για τη στήριξη των οικονομιών των κρατών μελών και τη διευκόλυνση της ανάκαμψής τους. Οι προσπάθειες αυτές περιλαμβάνουν σημαντική χρηματοδοτική στήριξη για την παροχή ρευστότητας και κεφαλαίων σε επιχειρήσεις, τη διάσωση θέσεων εργασίας, τη διασφάλιση των αλυσίδων εφοδιασμού και τη διευκόλυνση της έρευνας και ανάπτυξης. Στο πλαίσιο αυτό, αρκετά κράτη μέλη έχουν εκφράσει τη βούλησή τους να θεσπίσουν κανόνες, οι οποίοι θα περιορίζουν την πρόσβαση σε τέτοιου είδους στήριξη επιχειρήσεων που ακολουθούν πρακτικές φοροαποφυγής με τη συμμετοχή φορολογικών παραδείσων ή έχουν καταδικαστεί για οικονομικά εγκλήματα, και έχουν ζητήσει καθοδήγηση από την Επιτροπή σχετικά με τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης αυτού του προβλήματος.
Η σημερινή σύσταση αποσκοπεί στην παροχή ενός υποδείγματος στα κράτη μέλη, σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ, για τον τρόπο αποτροπής της χρησιμοποίησης της δημόσιας στήριξης για σκοπούς φορολογικής απάτης, φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής ή νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις που έχουν δεσμούς με περιοχές δικαιοδοσίας εγγεγραμμένες στον ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας (π.χ. εάν μια εταιρεία έχει τη φορολογική κατοικία της σε μια τέτοια δικαιοδοσία) δεν θα πρέπει να λαμβάνουν δημόσια στήριξη. Εάν τα κράτη μέλη αποφασίσουν να θεσπίσουν σχετικές διατάξεις στην εθνική τους νομοθεσία, η Επιτροπή προτείνει ορισμένες προϋποθέσεις από τις οποίες θα πρέπει να εξαρτάται η παροχή χρηματοδοτικής στήριξης. Ο ενωσιακός κατάλογος μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας αποτελεί την καλύτερη βάση για την εφαρμογή των εν λόγω περιορισμών, καθώς θα επιτρέπει σε όλα τα κράτη μέλη να ενεργούν με συνέπεια και να αποφεύγουν μεμονωμένα μέτρα που ενδέχεται να παραβιάζουν τη νομοθεσία της ΕΕ. Η χρήση του καταλόγου αυτού για την εφαρμογή των περιορισμών θα δημιουργήσει επίσης μεγαλύτερη σαφήνεια και ασφάλεια δικαίου για τις επιχειρήσεις.
Ταυτόχρονα, η Επιτροπή είναι έτοιμη να συζητήσει με τα κράτη μέλη τα συγκεκριμένα σχέδιά τους για να διασφαλιστεί ότι η χορήγηση κρατικής ενίσχυσης, ιδίως υπό μορφή ανακεφαλαιοποιήσεων, θα περιορίζεται στις επιχειρήσεις που καταβάλλουν το μερίδιο φόρων που τους αναλογεί.
Η Επιτροπή συνιστά επίσης εξαιρέσεις από τους εν λόγω περιορισμούς — οι οποίες πρέπει να εφαρμόζονται υπό αυστηρές προϋποθέσεις — προκειμένου να προστατεύονται οι έντιμοι φορολογούμενοι. Μια επιχείρηση, ακόμη και αν έχει δεσμούς με περιοχές δικαιοδοσίας εγγεγραμμένες στον ενωσιακό κατάλογο των μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας, θα πρέπει να μπορεί και πάλι να έχει πρόσβαση σε χρηματοδοτική στήριξη σε ορισμένες περιπτώσεις. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί, για παράδειγμα, εάν μπορεί να αποδείξει ότι έχει καταβάλει επαρκή φόρο στο κράτος μέλος για δεδομένο χρονικό διάστημα (π.χ. την τελευταία τριετία) ή εάν έχει πραγματική οικονομική παρουσία στη χώρα που περιλαμβάνεται στον κατάλογο. Συνιστάται στα κράτη μέλη να θεσπίσουν κατάλληλες κυρώσεις για να αποθαρρύνουν τους αιτούντες από την παροχή ψευδών ή ανακριβών πληροφοριών.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να συμφωνήσουν σε εύλογες απαιτήσεις, βάσει των οποίων οι επιχειρήσεις θα αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει δεσμός με περιοχή δικαιοδοσίας που περιλαμβάνεται στον ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας. Η σύσταση προτείνει αρχές που θα βοηθήσουν τα κράτη μέλη στον τομέα αυτό.
Τέλος, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν την Επιτροπή για τα μέτρα που θα εφαρμόσουν ώστε να συμμορφωθούν με τη σημερινή σύσταση, σύμφωνα με τις αρχές της ΕΕ για τη χρηστή διακυβέρνηση. Η Επιτροπή θα δημοσιεύσει έκθεση σχετικά με τις επιπτώσεις της παρούσας σύστασης εντός τριών ετών.