Άρθρο 57 Θέματα Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας
1. Στον ν. 1100/1980 (Α’ 295) επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:
α. Η περ. ι’ του άρθρου 2 αντικαθίσταται, προστίθενται περ. ιστ’ και ιζ’ και το άρθρο 2 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 2
Σκοποί
Σκοποί του Οικονομικού Επιστημονικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος είναι:
α) Η έρευνα και ανάλυση των οικονομικών θεμάτων προς ανάπτυξη της εν γένει οικονομικής σκέψεως εις την Ελλάδα και προς παροχή, οίκοθεν ή κατόπιν προσκλήσεως των αρμοδίων Αρχών, των Υπηρεσιών του Δημοσίου, Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και ετέρων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Δημοσίων Επιχειρήσεων και παντός ετέρου Οργανισμού, επιστημονικώς ηλεγμένων μελετών επί των διαφόρων οικονομικών προβλημάτων της Χώρας ή επί οποιουδήποτε θέματος αρμοδιότητάς του.
β) Η γνωμοδότηση για γενικά και ειδικά οικονομικά θέματα με δική του πρωτοβουλία ή εφόσον προσκληθεί από τον αρμόδιο Υπουργό και μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από αυτόν.
γ) Η επεξεργασία και η εισήγηση στις αρμόδιες κρατικές αρχές γενικών οικονομικών και ειδικών δημοσιονομικών λογιστικών ελεγκτικών κοστολογικών εμπορικών και λοιπών αρχών, σχεδίων και προτύπων, η εκλαΐκευση και διάδοσή τους καθώς και η συνεχής προσπάθεια να εφαρμοστούν και επικρατήσουν τα προσφορότερα από αυτά σε όλες τις εκδηλώσεις της οικονομικής δραστηριότητας.
δ) Η συμβολή στην εφαρμογή των μεθόδων και τρόπων για ορθολογική οργάνωση, διοίκηση και διαχείριση με σκοπό τη βελτίωση της αποδοτικότητας και την αύξηση της παραγωγικότητας των δημοσίων και ιδιωτικών οικονομικών μονάδων.
ε) Η γνωμοδότηση σε θέματα εκπαίδευσης στον οικονομικό τομέα με δική του πρωτοβουλία ή εφόσον τη ζητήσουν οι αρμόδιοι υπουργοί
στ) Η ανάπτυξη της επιστημονικής οικονομικής σκέψεως των μελών του Οικονομικού Επιστημονικού Επιμελητηρίου και των παραγόντων της οικονομικής ζωής της Χώρας, βάσει συγχρόνων επιστημονικών μεθόδων και αντιλήψεων, δια διαλέξεων, ομιλιών, περιοδικών, συγγραφών και άλλων πρόσφορων μέσων.
ζ) Η προάσπιση των επιστημονικών, επαγγελματικών, οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών συμφερόντων, η μέριμνα για την προαγωγή και την προστασία των επαγγελματικών συ μφερόντων των μελών του, καθώς και η τήρηση από τα εν λόγω πρόσωπα των κανόνων της δεοντολογίας και αξιοπρέπειας κατά την άσκηση του επαγγέλματός τους, με την επιβολή πειθαρχικών ή διοικητικών κυρώσεων σε περιπτώσεις παραβίασης αυτών.
η) Η χορήγηση στα μέλη του, όταν χρησιμοποιούν το πτυχίο τους για επαγγελματικούς λόγους, πιστοποιητικού για την επάρκειά τους στην άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας του οικονομολογικού επαγγέλματος.
θ) Η συμμετοχή σε διεθνείς οργανισμούς επιμελητηρίων και σε λοιπούς συναφείς οργανισμούς, η ανάπτυξη σχέσεων με αντίστοιχους οργανισμούς άλλων χωρών, η οργάνωση και η συμμετοχή σε συνέδρια, εκθέσεις και άλλες εκδηλώσεις για την προώθηση των σκοπών του.
ι) Η σύμπραξη με νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου σε τομείς αρμοδιότητάς του για την εκτέλεση έργων ή την παροχή υπηρεσιών.
ια) Η συνεργασία με τα επιστημονικά και επαγγελματικά σωματεία του κλάδου των οικονομικών επιστημονικών και η παροχή βοήθειας σε αυτά για την επίτευξη των σκοπών τους.
ιβ) Η έκδοση περιοδικών και συγγραμμάτων, η οργάνωση διαλέξεων, δημοσίων συζητήσεων και η λήψη κάθε μέτρου που συμβάλλει στη συνεχή επιμόρφωση και εκπαίδευση των μελών του και των μη μελών του, κατόχων επαγγελματικής ταυτότητας λογιστή φοροτεχνικού που χορηγείται από το Ο.Ε.Ε. Για την ανάπτυξη των παραπάνω το Ο.Ε.Ε. δύναται να εφαρμόσει νέες τεχνολογίες.
ιγ) Η υλοποίηση προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτόνομα ή σε συνεργασία με άλλους φορείς, δημόσιους ή ιδιωτικούς, σε τοπικό, εθνικό, ευρωπαϊκό ή διεθνές επίπεδο.
ιδ) Η παροχή διαρκούς εκπαίδευσης και επιμόρφωσης στα μέλη του και στους λογιστές φοροτεχνικούς.
ιε) Η προβολή της δραστηριότητας και των υπηρεσιών του με δημοσιεύσεις στα σύγχρονα μέσα μαζικής επικοινωνίας ή με άλλο πρόσφορο τρόπο.
ιστ) Η συνεργασία με Πανεπιστήμια για την υλοποίηση προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών των Πανεπιστημίων σχετικών με τις δραστηριότητες του οικονομολογικού επαγγέλματος.
ιζ) Η ίδρυση ή η συμμετοχή σε αστικές μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα εταιρείες, οι σκοποί των οποίων είναι συναφείς με τους σκοπούς του Ο.Ε.Ε. Το Ο.Ε.Ε. δύναται ειδικότερα να ιδρύει ή να συμμετέχει σε αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες, που θα παρέχουν υπηρεσίες εκπαίδευσης και επιμόρφωσης στα μέλη του Ο.Ε.Ε. ή/και σε τρίτα πρόσωπα, θα δραστηριοποιούνται σε τομείς ανάπτυξης εφαρμογών πληροφορικής και ψηφιακής τεχνολογίας και θα υλοποιούν προγράμματα χρηματοδοτούμενα από εθνικούς πόρους, την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από διεθνείς οργανισμούς. Η διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων των εταιρειών αυτών ασκείται αποκλειστικά από τους νόμιμους εκπροσώπους των εταίρων. Για τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης απαιτείται στην πλειοψηφία να περιλαμβάνεται και η ψήφος του εκπροσώπου του ΟΕΕ».
β. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 8 του άρθρου 9 αντικαθίσταται και η παρ. 8 διαμορφώνεται ως εξής:
«8. Τα μέλη της Κεντρικής Διοίκησης του Ο.Ε.Ε., οι Πρόεδροι και οι Γενικοί Γραμματείς των Τοπικών Διοικήσεων των Περιφερειακών Τμημάτων του Ο.Ε.Ε. εφόσον είναι υπάλληλοι του δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετήθηκε με το ν. 1256/1982 (Α’ 65), δικαιούνται άδειας απουσίας από την υπηρεσία τους χωρίς περικοπή αποδοχών, μέχρι έξι (6) ημέρες το μήνα, για να εκπληρώσουν τα καθήκοντα που απορρέουν από την ιδιότητά τους.
Ο Πρόεδρος του Ο.Ε.Ε., εφόσον είναι υπάλληλος του δημόσιου τομέα, πλην των μελών Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι., δύναται να πάρει άδεια απουσίας από την υπηρεσία του για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η θητεία του ή κατόπιν δηλώσεώς του να παραμείνει στην υπηρεσία του ασκώντας παράλληλα τα καθήκοντά του. Σε κάθε περίπτωση, διατηρεί όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από την υπαλληλική του ιδιότητα, εκτός από το δικαίωμα να λαμβάνει μισθό από την υπηρεσία του.»
γ. Οι παρ. 3 και 4 του άρθρου 10 αντικαθίστανται ως εξής:
«3. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται να επιβάλει ανάλογα με τη βαρύτητα του παραπτώματος τις ακόλουθες ποινές:
α) έγγραφη επίπληξη,
β) πρόστιμο έως τρεις χιλιάδες (3.000,00) ευρώ.
γ) προσωρινή διαγραφή του μέλους για χρονικό διάστημα μέχρι έξι (6) μηνών,
δ) οριστική διαγραφή του μέλους εφόσον έχει υποπέσει σε πειθαρχικό αδίκημα καθ’ υποτροπήν και έχει ήδη επιβληθεί πειθαρχική ποινή.
Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται στις περ. γ) και δ) να επιβάλει σωρευτικά και το πρόστιμο.
4. Τα ποσά των ποινών της παρ. 3 θεωρούνται έσοδα του ΟΕΕ και εισπράττονται κατά τη διαδικασία είσπραξης των δημοσίων εσόδων σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.».
δ. Το άρθρο 11 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 11
Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο – Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο
1. Για την εκδίκαση των πειθαρχικών παραπτωμάτων των μελών του Επιμελητηρίου συνιστώνται Πρωτοβάθμιο και Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο.
2. Τα Πειθαρχικά Συμβούλια απαρτίζονται από πέντε (5) αιρετά μέλη, τα οποία εκλέγονται από τη Συνέλευση των Αντιπροσώπων (ΣΤΑ) κατά την πρώτη μετά από τις εκλογές τακτική σύνοδό της.
3. Η θητεία των μελών των Πειθαρχικών Συμβουλίων είναι τετραετής. Υποψήφιοι για το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορούν να είναι όλα τα μέλη της Συνέλευσης των Αντιπροσώπων (ΣτΑ) και για το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο τα μέλη που είναι κάτοχοι των πτυχίων τους δέκα (10) τουλάχιστον έτη.
4. Οι αποφάσεις του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, με εξαίρεση αυτές που επιβάλλουν έγγραφη επίπληξη, υπόκεινται στο ένδικο μέσο της έφεσης που εκδικάζεται από το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο.
5. Οι Πρόεδροι των Πειθαρχικών Συμβουλίων εκλέγονται μεταξύ των μελών τους.
6. Καθήκοντα Γραμματέα στα Πειθαρχικά Συμβούλια εκτελεί ο Διευθυντής των Διοικητικών Υπηρεσιών του ΟΕΕ.
7. Με διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων κατόπιν εισήγησης της Κεντρικής Διοίκησης του ΟΕΕ, ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την εξαίρεση των μελών των Πειθαρχικών Συμβουλίων, την κλήση σε απολογία, την έγγραφη απολογία και την παράσταση των πειθαρχικώς διωκομένων ενώπιον των συμβουλίων αυτών, την εκδίκαση της πειθαρχικής υπόθεσης, καθώς και κάθε άλλο θέμα πειθαρχικής διαδικασίας.».
2. Στο π.δ. 326/1983 (Α’ 117) επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:
α. Στο τέλος του άρθρου 18 προστίθεται παρ. 7 ως εξής:
«7. Αν ο Πρόεδρος παραιτηθεί, εκλέγεται νέος Πρόεδρος σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 13.».
β. Οι παρ. 1 και 3 του άρθρου 19 αντικαθίστανται, προστίθεται παρ. 6 και το άρθρο 19 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 19
Καθήκοντα Αντιπροέδρου, Γενικού Γραμματέα και Ταμία
1. Ο Α’ Αντιπρόεδρος της Κεντρικής Διοίκησης αναπληρώνει τον Πρόεδρο σε όλα τα καθήκοντά του, όταν ο τελευταίος απουσιάζει ή κωλύεται. Τον Α’ Αντιπρόεδρο, ως προς την αναπλήρωση του Προέδρου, αναπληρώνουν κατά σειρά ο Β’ Αντιπρόεδρος, ο Γενικός Γραμματέας και ο μεγαλύτερος στην ηλικία σύμβουλος. Ο Πρόεδρος μπορεί να μεταβιβάζει αρμοδιότητες στον Α’ Αντιπρόεδρο και στον Β’ Αντιπρόεδρο με απόφασή του.
2. Ο Γενικός Γραμματέας της Κ.Δ. έχει την ευθύνη τήρησης των Πρακτικών του Διοικητικού Συμβουλίου και της έκδοσης αντιγράφων ή αποσπασμάτων ενημέρωσης του Δ.Σ. για την πρόοδο της υλοποίησης των αποφάσεων του, προετοιμασίας και πραγματοποίησης των συνοδών της Συνέλευσης των Αντιπροσώπων και τήρησης των Πρακτικών της. Έχει επίσης την ευθύνη τήρησης και ενημέρωσης του Μητρώου των Μελών του ΟΕΕ και των Πινάκων των Αντιπροσώπων και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και της έκδοσης αντιστοίχων βεβαιώσεων ή πιστοποιητικών. Το Γενικό Γραμματέα σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας αναπληρώνει ο μεγαλύτερος στην ηλικία σύμβουλος.
3. Ο Οικονομικός Επόπτης της ΚΔ έχει την ευθύνη έγκαιρης κατάρτισης σχεδίων του ετησίου Προϋπολογισμού και του Ετησίου Απολογισμού και της παρουσίασης σχετικών Προτάσεων στο Διοικητικό Συμβούλιο και στη Συνέλευση των Αντιπροσώπων, παρακολουθεί την υλοποίηση του Προϋπολογισμού και υπογράφει τα εντάλματα πληρωμών, ενημερώνει την ΚΔ για την οικονομική κατάσταση του Επιμελητηρίου και εισηγείται για κάθε σχετικό ζήτημα. Αν ο Οικονομικός Επόπτης απουσιάζει ή κωλύεται, η ΚΔ υποχρεούται να ορίσει προσωρινό αναπληρωτή του ή να εκλέξει νέο Οικονομικό Επόπτη.
4. Στον Α’ Αντιπρόεδρο, στον Β’ Αντιπρόεδρο, στον Γενικό Γραμματέα και στον Οικονομικό Επόπτη μπορούν να αναθέτονται με απόφαση του Δ.Σ. ειδικά καθήκοντα εποπτείας συγκεκριμένων τομέων δραστηριότητας του ΟΕΕ εκτός από τα καθήκοντα που προαναφέρονται.
5. Με τη διαδικασία της παρ. 6 του άρθρου 18 είναι δυνατή η αντικατάσταση και του Α’ Αντιπροέδρου, Β’ Αντιπροέδρου, Γενικού Γραμματέα και του Οικονομικού Επόπτη.
6. Αν παραιτηθεί ο Α’ ή ο Β’ Αντιπρόεδρος ή ο Γενικός Γραμματέας ή ο Οικονομικός Επόπτης για οποιονδήποτε λόγο, η αντικατάσταση του παραιτηθέντος γίνεται με την εκ νέου εκλογή του μέλους που παραιτήθηκε σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 13.».
3. Στο τέλος του άρθρου 10 του π.δ. 340/1998 (Α’ 228) προστίθενται παρ. 4, 5 και 6 ως εξής:
«4.Ο νόμιμος εκπρόσωπος του νομικού προσώπου παροχής λογιστικών και φοροτεχνικών υπηρεσιών υποχρεούται να υποβάλει στο Ο.Ε.Ε., εντός του πρώτου διμήνου κάθε έτους, υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (Α’ 75), στην οποία δηλώνει το πρόσωπο που είναι εξουσιοδοτημένο να υπογράφει για λογαριασμό του νομικού προσώπου πράξεις που ανάγονται στο αντικείμενο εργασιών του Λογιστή – Φοροτεχνικού, τη μορφή της εργασιακής σχέσης που τους συνδέει, καθώς και αλλαγές στα δηλωθέντα στοιχεία του νομικού προσώπου προς επικαιροποίηση αυτών.
5. Αν ο νόμιμος εκπρόσωπος δεν καταθέσει την υπεύθυνη δήλωση εντός του πρώτου διμήνου, το νομικό πρόσωπο δεν εντάσσεται στο Μητρώο των νομικών προσώπων παροχής λογιστικών και φοροτεχνικών υπηρεσιών του άρθρου 11. Η πρόσβαση στο συγκεκριμένο αρχείο επιτρέπεται με την κατάθεση της υπεύθυνης δήλωσης. Το Ο.Ε.Ε. ελέγχει το περιεχόμενο της εν λόγω δήλωσης, ενημερώνει αυτόματα το Μητρώο των νομικών προσώπων παροχής λογιστικών και φοροτεχνικών υπηρεσιών και εκδίδει ειδική πράξη για όσα νομικά πρόσωπα έχουν εκπέσει αυτοδίκαια λόγω μη τήρησης της διαδικασίας που προβλέπεται.
6. Αν ο νόμιμος εκπρόσωπος, καταδικαστεί αμετάκλητα για τα αδικήματα του άρθρου 14, ανακαλείται η βεβαίωση που έχει χορηγηθεί και το νομικό πρόσωπο παροχής λογιστικών -φοροτεχνικών υπηρεσιών διαγράφεται από το αντίστοιχο Μητρώο.».