Πτώση της τάξεως του 41,2% κατέγραψε η εισροή ξένων κεφαλαίων στη χώρα για την απόκτηση ακινήτων κατά τη διάρκεια του φετινού πρώτου τριμήνου. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει η Τράπεζα της Ελλάδος, τα συνολικά κεφάλαια διαμορφώθηκαν φέτος σε 230,7 εκατ. ευρώ, όταν κατά το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους, το αντίστοιχο ποσό είχε ανέλθει σε 392,7 εκατ. ευρώ.
Οπως όλα δείχνουν, το 2020 αναμένεται να σηματοδοτήσει την επιστροφή της αγοράς ακινήτων σε προηγούμενα χρόνια, όταν οι ξένες άμεσες επενδύσεις για την απόκτηση ακινήτων δεν ξεπερνούσαν τα 500-600 εκατ. ευρώ. Αλλωστε, κατά το δεύτερο τρίμηνο, αναμένεται να καταγραφεί ακόμα μεγαλύτερη πτώση του όγκου των εισροών ξένων κεφαλαίων, με τους επαγγελματίες της αγοράς, να μην προσδοκούν ανάκαμψη των συναλλαγών (επομένως και των εισροών) πριν το τέταρτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
Σημειώνεται ότι σε πρόσφατη τοποθέτησή του για την αγορά ακινήτων, στο πλαίσιο της Prodexpo North, ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Θ. Μητράκος, σημείωσε ότι με βάση και τα προσωρινά στοιχεία του Απριλίου, συνολικά κατά το πρώτο τετράμηνο του 2020, οι άμεσες ξένες επενδύσεις σε ακίνητα έχουν υποχωρήσει κατά 50% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019. «Σήμερα η ζήτηση από το εξωτερικό, στην οποία κυρίως στηρίχθηκε η ανάκαμψη της προηγούμενης διετίας στην αγορά, είναι ανύπαρκτη. Τα πρώτα στοιχεία που έχουμε συλλέξει δείχνουν ότι τόσο οι τιμές πώλησης όσο και τα ενοίκια δέχονται πιέσεις, κάτι που αναμένεται να ενταθεί κατά τη διάρκεια του δεύτερου εξαμήνου του έτους», ανέφερε ο κ. Μητράκος.
Υπενθυμίζεται ότι το 2019 αποτέλεσε έτος-ρεκόρ για τις αγορές ακινήτων από ξένους, καθώς δαπανήθηκαν σχεδόν 1,5 δισ. ευρώ, έναντι 1,12 δισ. ευρώ το 2018, που ήταν επίσης ιστορικά υψηλό ποσό σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Ηταν τέτοια η δυναμική που είχε αναπτύξει η ελληνική αγορά ακινήτων, ώστε οι επενδύσεις αυτές έφτασαν να αποτελούν το 35% του συνόλου. Ακόμα και φέτος, που ουσιαστικά απουσίασαν οι αγοραστές από την Κίνα λόγω του ξεσπάσματος της πανδημίας, εισέρευσαν στην Ελλάδα 231 εκατ. ευρώ, μέγεθος που παραμένει υψηλότερο σε σχέση με όλα τα αντίστοιχα τρίμηνα των προηγούμενων ετών, εκτός βέβαια από το περυσινό. Για παράδειγμα, κατά το πρώτο τρίμηνο του 2018, το σχετικό ποσό δεν είχε ξεπεράσει τα 171 εκατ. ευρώ, ενώ το 2017 ήταν μόλις 67 εκατ. ευρώ.