Εργαζόμενη σε επισιτιστική επιχείρηση υπέβαλε καταγγελία στο ΣΕΠΕ, διαμαρτυρόμενη επειδή, μόλις ενημέρωσε τον εργοδότη της ότι βρίσκεται σε κατάσταση εγκυμοσύνης, ο τελευταίος κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας της. Στο πλαίσιο της θεσμικής συνεργασίας μεταξύ των δύο φορέων, το ΣΕΠΕ ενημέρωσε τον Συνήγορο για την υπόθεση και ορίστηκε να πραγματοποιηθεί συνάντηση στα γραφεία του ΣΕΠΕ, προκειμένου να εξεταστεί και να καταβληθεί προσπάθεια ώστε να επιλυθεί η εργατική διαφορά.
Κατά τη διενέργεια της συζήτησης της εργατικής διαφοράς δεν προσήλθε εκπρόσωπος της επιχείρησης. Πραγματοποιήθηκε, ωστόσο, εκτενής συζήτηση μεταξύ της προσφεύγουσας, της επιθεωρήτριας εργασίας και της εκπροσώπου του Συνηγόρου του Πολίτη, σχετικά με τον άτυπο τρόπο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας. Κατόπιν, πραγματοποιήθηκε τηλεφωνική επικοινωνία με την εργοδοτική πλευρά στην οποία επισημάνθηκαν οι ειδικές προστατευτικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας για τις εγκύους εργαζόμενες, ενώ ζητήθηκε να κατατεθεί υπόμνημα με τις θέσεις της εταιρείας σχετικά με την απόλυση της εργαζόμενης.
Στο κατατεθέν υπόμνημα η εργοδότρια ισχυρίστηκε ότι η σύμβαση εργασίας της προσφεύγουσας δεν καταγγέλθηκε, αλλά της είχε ζητηθεί να προσκομίσει την αναρρωτική άδεια που είχε λάβει, καθώς, σύμφωνα με την εταιρεία, εκείνη είχε λείψει αδικαιολόγητα. Στο υπόμνημα, η επιχείρηση δεσμεύθηκε ότι θα τηρήσει απαρέγκλιτα τη νομοθεσία που αφορά την προστασία της εγκύου και κάλεσε την εργαζόμενη να επιστρέψει στην εργασία της.
Ο Συνήγορος του Πολίτη παρακολούθησε την εξέλιξη της εργασιακής σχέσης της προσφεύγουσας και ενημερώθηκε από την ίδια ότι η εργασιακή σχέση συνεχίστηκε ομαλά, χωρίς προβλήματα.