Οι τράπεζες των ΗΠΑ και της Ευρώπης προετοιμάζονται για ένα σαρωτικό κύμα αδυναμίας αποπληρωμής των χρεών από επιχειρήσεις, οι οποίες επλήγησαν από την πανδημία. Ωστόσο, οι φόβοι τους ίσως και να μην πραγματοποιηθούν, διότι οι επιχειρήσεις έχουν βοηθηθεί από τον φθηνό δανεισμό και τα κρατικά προγράμματα στήριξης.
Τα διευθυντικά στελέχη, από τον διευθύνοντα σύμβουλο της JPMorgan, Τζέιμι Ντίμον, μέχρι τον επικεφαλής του τραπεζικού ομίλου Lloyds, Αντόνιο Χόρτα-Οσόριο, προσπαθούν να αυξήσουν τις προβλέψεις τους ώστε να προστατευθούν από τις χρεοκοπίες των επιχειρήσεων που επλήγησαν από το lockdown. Σύμφωνα με στοιχεία από 14 μεγάλες τράπεζες της Ευρώπης και των ΗΠΑ με συνολικό χαρτοφυλάκιο δανείων 3,6 τρισ. δολάρια, οι προβλέψεις ανέρχονται στα 70 δισ. δολάρια ή άλλως στο 2% της συνολικής αξίας των δανείων που έχουν καταγεγραμμένα στους ισολογισμούς τους.
Ισως να μην ακούγεται αρκετά μεγάλο ποσό ώστε να αρκέσει για μια μεγάλη ύφεση. Δεδομένου ότι οι οικονομίες σε ολόκληρο τον κόσμο διολίσθησαν σε βαθιά ύφεση το δεύτερο τρίμηνο, πολύ περισσότερο από το 2% των δανειοληπτών θα αδυνατεί να αποπληρώσει τα δάνειά του. Παρ’ όλα αυτά, οι τράπεζες ανακτούν συνήθως το μεγαλύτερο μέρος της αξίας των επισφαλών δανείων. Οσον αφορά τα δάνεια σε επιχειρήσεις με τουλάχιστον 50 εκατομμύρια ευρώ σε πωλήσεις, κατά μέσον όρο αποπληρώνεται το 76% του κεφαλαίου, σύμφωνα με σχετική έρευνα της Global Credit Data.
Οι μικρότερες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν συνήθως μεγαλύτερα προβλήματα. Αλλά ακόμη και εάν επιστραφεί το 70% του κεφαλαίου, τότε το ποσοστό αδυναμίας αποπληρωμής θα ανέλθει στο 6,6% του χαρτοφυλακίου δανείων χάρη στα τρέχοντα αποθεματικά των τραπεζών.
Η πραγματική εικόνα ίσως είναι πολύ πιο αισιόδοξη. Ο παγκόσμιος ρυθμός αδυναμίας αποπληρωμής επιχειρηματικών δανείων σε επιχειρήσεις επενδυτικής και χαμηλότερης βαθμίδας ανήλθε μόλις στο 4,2% κατά την περίοδο της ύφεσης του 2009, σύμφωνα με στοιχεία της S&P. Το 2010 το ποσοστό αυτό υποχώρησε ξανά στο 1,2%. Παράλληλα, οι δανειολήπτες δέχονται πολύ μεγαλύτερη βοήθεια σε αυτή την κρίση σε σχέση με την προηγούμενη. Οι κυβερνήσεις διοχετεύουν στήριξη μέσω εγγύησης δανείων και προγραμμάτων ενίσχυσης. Ταυτόχρονα, οι κεντρικές τράπεζες έχουν μειώσει ακόμη περισσότερο τα επιτόκια δανεισμού, με αποτέλεσμα να συρρικνώνεται το κόστος της εξυπηρέτησης του χρέους.
Συνεπώς, τα υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη, όπως ο Ντίμον, ο Χόρτα-Οσόριο και οι συνάδελφοί τους, ενδέχεται να εξέλθουν από την κρίση σε καλή κατάσταση. Εάν οι επιχειρήσεις αδυνατούν να αποπληρώσουν το 4,2% των δανείων και οι τράπεζες ανακτήσουν το 70% των κεφαλαίων, τότε οι συνολικές απώλειες θα ανέλθουν στα 45 δισ. ευρώ και επιπλέον 25 δισ. δολάρια θα παραμείνουν αναξιοποίητα στα αποθεματικά τους. Βέβαια, ενδέχεται να εκμεταλλευθούν τις προβλέψεις για άλλα προβλήματα, ίσως για τις πιστωτικές κάρτες, ή για ένα σαρωτικό δεύτερο κύμα της πανδημίας. Παρ’ όλα αυτά, μετά το πέρας της κρίσης οι μέτοχοι ίσως βρεθούν προ ευχάριστων εκπλήξεων.