Της Νένας Μαλλιάρα
Με ένα νέο νομοσχέδιο, αυτό για το ξέπλυμα χρήματος, η κυβέρνηση έρχεται να θωρακίσει περαιτέρω το χρηματοπιστωτικό σύστημα και να επιληφθεί, για πρώτη φορά, της λειτουργίας και του μη χρηματοπιστωτικού τομέα, όπως αυτός αναπτύσσεται με “όχημα” τα κρυπτοστοιχεία.
Το νομοσχέδιο για το ξέπλυμα χρήματος αναμένεται, ενδεχομένως και σήμερα, να τεθεί σε διαβούλευση, με επιδίωξη να ψηφιστεί μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου. Εισάγει ένα αυστηρό νομικό πλαίσιο για το ξέπλυμα χρήματος και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, ενσωματώνοντας την 5η κοινοτική Οδηγία (2018/843 ΕΕ) που έχει τεθεί σε ισχύ από την αρχή του έτους.
Βασικός άξονας της 5ης Οδηγίας και του νομοσχεδίου για το ξέπλυμα χρήματος είναι η υλοποίηση του Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων που έχει ως στόχο τη διαφάνεια των εταιρικών δομών και την αποτροπή κατάχρησής τους για σκοπούς ξεπλύματος χρήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Διασφαλίζεται, έτσι, ο έλεγχος των πολιτικώς εκτεθειμένων προσώπων, καθώς η Οδηγία υποχρεώνει τα κράτη-μέλη να συντάξουν λίστες με τα πρόσωπα που κατέχουν δημόσιες θέσεις, ώστε να διευκολύνεται ο αποτελεσματικός έλεγχός τους.
Το νομοσχέδιο ενσωματώνει επίσης το ζητούμενο της εποπτείας και ρύθμισης της αγοράς των κρυπτονομισμάτων (για την ακρίβεια, κρυπτοστοιχείων), καθώς προβλέπεται ότι το εικονικό νόμισμα, όπως οι πλατφόρμες ανταλλαγής bitcoin και οι φορείς παροχής πορτοφολιού θα υποχρεούνται να ελέγχουν ποιοι είναι οι πελάτες τους, θέτοντας τέρμα στην ανωνυμία των συναλλαγών.
Το νομοσχέδιο για το ξέπλυμα χρήματος έρχεται σε μία χρονική στιγμή που δύο θέματα βρίσκονται στην κορυφή της ατζέντας της γερμανικής προεδρίας της ΕΕ.
Πρόκειται, καταρχάς, για την ενίσχυση των εποπτικών Αρχών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπου υπάρχει έντονη κινητικότητα για το ποιος φορέας θα έχει την αρμοδιότητα εποπτείας για το ξέπλυμα χρήματος. Τον ρόλο αυτό φαίνεται να “διεκδικούν” η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (European Banking Authority, EBA), ο SSM, αλλά και μία νέα ανεξάρτητη Αρχή που θα δημιουργηθεί για το ξέπλυμα χρήματος. Την τρίτη επιλογή στηρίζει η ελληνική πλευρά.
Το δεύτερο θέμα που αποτελεί επίσης προτεραιότητα για τη γερμανική προεδρία είναι η ρύθμιση και η εποπτεία της αγοράς των κρυπτοστοιχείων (στην πράξη, δεν είναι ακραιφνώς νομίσματα ώστε να εποπτεύονται από Κεντρική Τράπεζα, ούτε αμιγώς assets για να εμπίπτουν στην εποπτεία Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς).
Ακόμη αυστηρότερο καθεστώς για το ξέπλυμα χρήματος θα φέρει η 6η Οδηγία
Η Ελλάδα βρίσκεται ψηλά (στην 8η θέση) στην κλίμακα αξιολόγησης της FATF (Financial Action Task Force) σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Ο ρόλος δε που φιλοδοξεί να διαδραματίσει το Υπουργείο Οικονομικών στις συζητήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, ενόψει και της έλευσης της 6ης Οδηγίας, θα είναι ιδιαίτερα ενεργός. Και αυτό διότι εκτιμάται πως αν δεν θωρακιστεί πλήρως η αγορά και για το ξέπλυμα χρήματος, τότε θα είναι ανεπαρκείς οι μεταρρυθμίσεις που ψηφίστηκαν πρόσφατα για τη θεσμική θωράκιση της Επιτροπής Kεφαλαιαγοράς, τον εκσυγχρονισμό του νομικού πλαισίου εταιρικής διακυβέρνησης και την αποτελεσματικότερη παρακολούθηση της λειτουργίας της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Σημειώνεται ότι το νομικό πλαίσιο για το ξέπλυμα χρήματος και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας θα γίνει ακόμη πιο αυστηρό, καθώς στις 3 Δεκεμβρίου του 2020, θα πρέπει να ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο και η 6η κοινοτική Οδηγία (2018/1673 ΕΕ). Με αυτήν δημιουργείται “ενιαία λίστα αξιόποινων πράξεων” και εισάγονται στη νομοθεσία 22 αδικήματα που πρέπει να ποινικοποιούνται. Η “βοήθεια”, η “συνέργεια”, η “προσπάθεια” και η “υποκίνηση” στο ξέπλυμα χρήματος ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, θα θεωρούνται αδικήματα. Επιπλέον, η 6η Οδηγία:
– Θα επεκτείνει την ποινική ευθύνη σε νομικά πρόσωπα, καθώς και σε άτομα με ορισμένες θέσεις (ευθύνης, λήψης αποφάσεων, άτομα με εξουσία ελέγχου κ.λπ.)
– Θα εισαγάγει αυστηρότερες ποινές
– Θα άρει τα εμπόδια για τη διασυνοριακή δικαστική και αστυνομική συνεργασία
– Θα ευθυγραμμίσει τους κανόνες της ΕΕ με διεθνείς υποχρεώσεις.