ΑΠΟΦΑΣΗ
Kirinčić κ.α. κατά Κροατίας (αριθ. προσφ. 31386/17) και Marić κατά Κροατίας της 30.07.2020 (αρ. προσφ. 9849/15)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εύλογη διάρκεια της δίκης και αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα για επιτάχυνση της διαδικασίας.
Οι προσφεύγοντες είχαν προσφύγει στη δικαιοσύνη για καταβολή αποζημίωσης λόγω αναγκαστικής απαλλοτρίωσης στην πρώτη προσφυγή και για αποζημίωση από αστική ευθύνη του δημοσίου στη δεύτερη. Η συνολική διαδικασία σε τρεις βαθμούς δικαιοδοσίας, διήρκεσε 15 χρόνια και 2 μήνες και 10 χρόνια αντιστοίχως στην κάθε περίπτωση.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε και στις δύο περιπτώσεις ότι η διάρκεια των διαδικασιών ήταν σαφώς υπερβολική και δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί από εξαιρετικές περιστάσεις. Έκρινε ότι η διαδικασία δεν εκπλήρωσε την απαίτηση του «εύλογου χρόνου» και είχε παραβιάσει το δικαίωμα δίκαιης δίκης (άρθρο 6 § 1).
Επίσης το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι και στις δύο περιπτώσεις οι προσφεύγοντες δεν διέθεταν αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα για επιτάχυνση των διαδικασιών ή για αποζημίωση λόγω της υπερβολικής διάρκειας της διαδικασίας. Συνεπώς το ΕΔΔΑ έκρινε ότι υπήρχε παραβίαση του άρθρου 13 της Σύμβασης και επιδίκασε ποσό 9.000 ευρώ και 1.250 ευρώ αντίστοιχα στους προσφεύγοντες για ηθική τους βλάβη.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 6§1
Άρθρο 13
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Kirinčić κ.α. κατά Κροατίας
Οι προσφεύγοντες ήταν οι Smiljka Kirinčić, Branka Ivančić και Smiljan Kirinčić. Είναι Κροάτες υπήκοοι που γεννήθηκαν το 1932, 1952 και 1956 και ζουν στο Dobrinj και Rijeka (στην Κροατία).
Μεταξύ Μαΐου 2000 και Μαΐου 2015 οι προσφεύγοντες, εκπροσωπούμενοι από τον τρίτο προσφεύγοντα άσκησαν αγωγή τη ρύθμιση απαλλοτριωθείσας ιδιοκτησίας τους. Εκδόθηκε υπέρ τους πρωτόδικη απόφαση σε αστικές διαδικασίες τον Οκτώβριο του 2002, η οποία κατέστη τελεσίδικη τον Δεκέμβριο του 2006. Τον Φεβρουάριο του 2007 ένας από τους εναγόμενους άσκησε αναίρεση, την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε τον Μάιο του 2015.
Τον Νοέμβριο του 2014, οι προσφεύγοντες υπέβαλαν αίτημα για προστασία του δικαιώματος ακρόασης εντός εύλογου χρονικού διαστήματος ενώπιον του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ένα ένδικο μέσο βάσει του νόμου περί δικαστηρίων του 2013 σχεδιασμένο για να επιταχύνει τις διαδικασίες. Τον Μάιο του 2015 ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκρινε το αίτημα βάσιμο και διέταξε να εκδοθεί απόφαση επί της αναίρεσης εντός έξι μηνών. Ωστόσο, είχε εκδοθεί ήδη απόφαση δύο ημέρες νωρίτερα, η οποία επιδόθηκε στους προσφεύγοντες τον Οκτώβριο του 2015.
Οι προσφεύγοντες υπέβαλαν συνταγματική καταγγελία σχετικά με τη διάρκεια της διαδικασίας τον Ιανουάριο του 2015. Το Συνταγματικό Δικαστήριο απέρριψε την καταγγελία τον Οκτώβριο του 2016. Διαπίστωσε ότι ο χρόνος που έπρεπε να ληφθεί υπόψη από την έκδοση της απόφασης από τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου το Μάιο του 2015 για την εκτέλεση της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου σχετικά με την αναίρεση των προσφευγόντων τον Οκτώβριο του 2015, ήταν λίγο παραπάνω από πέντε μήνες. Το δικαίωμά τους σε ακρόαση εντός εύλογου χρόνου επομένως δεν είχε παραβιαστεί.
Marić κατά Κροατίας
Η προσφεύγουσα Mirjana Marić, είναι υπήκοος Κροατίας η οποία γεννήθηκε το 1951 και ζει στο Ζάγκρεμπ. Τον Οκτώβριο του 2007, η προσφεύγουσα κίνησε τη διαδικασία αποζημίωσης κατά του Δήμου του Ζάγκρεμπ, όπως νόμιμα εκπροσωπείται μετά από τροχαίο ατύχημα που προκλήθηκε σε παγωμένο δρόμο ο οποίος δεν είχε αλατιστεί. Το Εφετείο του Ζάγκρεμπ εξέδωσε τελεσίδικη απόφαση τον Μάρτιο του 2017, επιδικάζοντας αποζημίωση για ηθική βλάβη, η οποία της επιδόθηκε τον Μάιο του 2017.
Η προσφεύγουσα, βασιζόμενη στον νόμο περί δικαστηρίων του 2005, υπέβαλε αίτηση για την προστασία του δικαιώματος ακρόασης εντός εύλογου χρόνου τον Ιούνιο του 2010, η οποία τελικά απορρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο τον Οκτώβριο του 2011.
Υπέβαλε συνταγματική καταγγελία για υπερβολική διάρκεια των διαδικασιών τον Ιανουάριο του 2014, υποστηρίζοντας ότι η αποκατάσταση που παρέχεται από έναν νέο νόμο, τον νόμο περί δικαστηρίων του 2013, δεν ήταν αποτελεσματική.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο απέρριψε την καταγγελία της για αποτυχία χρήσης άλλων μέσων για υπερβολική διάρκεια των διαδικασιών, ιδίως εκείνα που προβλέπονται στο νόμο περί δικαστηρίων του 2013. Δεν μπορούσε να αξιολογήσει την καταγγελία της αυθαίρετα και οι αμφιβολίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα του ένδικου μέσου δεν σήμαιναν ότι δεν έπρεπε να δοκιμάσει άλλα μέσα.
Βασιζόμενοι στο άρθρο 6 § 1 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη εντός εύλογου χρονικού διαστήματος) οι καταγγέλλοντες κατήγγειλαν την υπερβολική διάρκεια της διαδικασίας στις υποθέσεις τους και, σύμφωνα με το άρθρο 13 (δικαίωμα σε αποτελεσματικό ένδικο μέσο) της έλλειψης αποτελεσματικών εγχώριων διορθωτικών μέτρων για τις καταγγελίες τους.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 6 § 1
Kirinčić κ.α. κατά Κροατίας
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η διαδικασία συνολικά διήρκεσε 15 έτη και πέντε μήνες σε τρεις βαθμούς δικαιοδοσίας. Αυτό ήταν σαφώς υπερβολικό και μπορούσε να δικαιολογηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες ωστόσο δεν ίσχυαν σε αυτή την περίπτωση. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η διαδικασία δεν εκπλήρωσε την απαίτηση του «εύλογου χρόνου» και είχε παραβιάσει το άρθρο 6 § 1.
Marić κατά Κροατίας
Δυνατότητα παραδοχής
Η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι η καταγγελία της προσφεύγουσας δεν ήταν παραδεκτή καθώς δεν είχε πλήρως εξαντλήσει τα εσωτερικά ένδικα μέσα, ιδίως τη διαδικασία βάσει του νόμου περί δικαστηρίων του 2013. Η προσφεύγουσα ανέφερε ότι η καταγγελία ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου ήταν η μόνη αποτελεσματική λύση στην περίπτωσή της.
Το Δικαστήριο έκρινε για πρώτη φορά ότι η περίοδος που πρέπει να ληφθεί υπόψη ήταν μόλις τέσσερα χρόνια, ξεκινώντας απ΄ όταν ο νόμος περί δικαστηρίων του 2013 τέθηκε σε ισχύ έως ότου εκδόθηκε η τελική απόφαση.
Παρατήρησε ότι ο νόμος περί δικαστηρίων του 2013 προέβλεπε διαδικασία δύο ενδίκων βοηθημάτων για διαδικασία που διήρκησε υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα: πρώτον, ήταν δυνατόν να ληφθεί απόφαση από τον Πρόεδρο του δικαστηρίου που ασχολήθηκε με την υπόθεση σχετικά με την επιτάχυνση της διαδικασίας, η οποία θα μπορούσε να προβλέψει προθεσμία έξι μηνών. Δεύτερον, ήταν πιθανή η επιδίκαση αποζημίωσης για παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.
Στην απόφασή του Novak κατά της Κροατίας, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι το πρώτο βήμα της διαδικασίας, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί αποτελεσματικό, καθώς θα μπορούσε μόνο να αποτρέψει περαιτέρω παραβιάσεις του δικαιώματος ακρόασης εντός εύλογου χρονικού διαστήματος όταν είχε ήδη συμβεί μια τέτοια παραβίαση. Από την άλλη πλευρά, είχε κρίνει στην υπόθεση αυτή, ότι η δευτερεύουσα, αντισταθμιστική, θεραπεία μπορούσε να ήταν αποτελεσματική.
Ωστόσο, η δευτερεύουσα θεραπεία είχε περιορισμούς: θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μόνο όταν είχε υπάρξει καταγγελία βάση του πρώτου ένδικου βοηθήματος και μάλιστα να είχε γίνει δεκτή και ο δικαστής που εξέτασε την υπόθεση να μην εξέδιδε απόφαση εντός της προθεσμίας.
Το ερώτημα λοιπόν ήταν αν οι προσφεύγοντες έπρεπε να χρησιμοποιήσουν το πρώτο σκέλος του ένδικου βοηθήματος: το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν το έκαναν. Η διαθεσιμότητα του δεύτερου ένδικου βοηθήματος ήταν περιορισμένη σε τέτοιο βαθμό που απάλλασσε τους προσφεύγοντες από τη χρήση του πρώτου ένδικου βοηθήματος.
Το Δικαστήριο θεώρησε κατανοητό ότι η προσφεύγουσα δεν είχε χρησιμοποιήσει το αμιγώς επιταχυντικό ένδικο βοήθημα καθώς αυτό θα υπερέβαινε τα καθήκοντα των προσφευγόντων βάσει των κανόνων παραδεκτού της Σύμβασης. Από την άλλη πλευρά, όποιος είχε χρησιμοποιήσει το πρώτο μέσο της διαδικασίας έπρεπε να χρησιμοποιήσει και το δεύτερο μέσο ώστε να έχει εξαντλήσει τα εγχώρια ένδικα μέσα για τους σκοπούς του παραδεκτού, εάν ο δικαστής που εξέταζε την υπόθεση δεν είχε τηρήσει την προθεσμία για την έκδοση απόφασης.
Επί της ουσίας
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η κυβέρνηση δεν είχε προβάλει κανένα επιχείρημα που να δικαιολογεί τη διάρκεια της διαδικασίας στην υπόθεση της προσφεύγουσας και διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 § 1 της ΕΣΔΑ.
Άρθρο 13
Kirinčić κ.α. κατά Κροατίας
Οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι δεν είχαν λάβει ποτέ καμία αποζημίωση για την μακρόχρονη διαδικασία, η οποία διήρκεσε περισσότερο από 15 χρόνια. Η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι διορθωτικά μέτρα ήταν διαθέσιμα σε αυτούς.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι τον Μάιο του 2015 ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου είχε δεχθεί την αίτησή τους για ένδικο μέσο επιτάχυνσης της διαδικασίας στην υπόθεσή τους και διέταξε την έκδοση απόφασης εντός έξι μηνών. Ωστόσο, η απόφαση είχε ήδη εκδοθεί δύο ημέρες νωρίτερα.
Δεδομένου ότι η διαδικασία διήρκεσε 15 χρόνια, το ένδικο μέσο μπορούσε να θεωρηθεί αποτελεσματικό μόνο εάν είχε συνοδευτεί από αντισταθμιστικό μέσο. Ωστόσο, η αποζημίωση δεν ήταν εφικτή καθώς δεν είχε εξαντληθεί η προθεσμία για έκδοση απόφασης εντός εύλογου χρόνου. Το ένδικο βοήθημα για επιτάχυνση της διαδικασίας βάσει του νόμου περί δικαστηρίων του 2013 δεν ήταν επομένως αποτελεσματική λύση για τη καταγγελία των προσφευγόντων σχετικά με τη διάρκεια της διαδικασίας.
Το Δικαστήριο εξέτασε στη συνέχεια εάν η καταγγελία στο Συνταγματικό Δικαστήριο ήταν αποτελεσματική. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι τον Δεκέμβριο του 2014 το Συνταγματικό Δικαστήριο είχε αποφασίσει ότι οι καταγγελίες για τη διάρκεια της διαδικασίας θα μπορούσαν να εγερθούν ενώπιον του, εάν είχαν χρησιμοποιηθεί πρώτα τα άλλα ένδικα μέσα.
Το Δικαστήριο επισήμανε, ωστόσο, ότι στην περίπτωση των προσφευγόντων το Συνταγματικό Δικαστήριο δεν είχε λάβει υπόψη τη συνολική διάρκεια της διαδικασίας, που ήταν μεγαλύτερη από 15 χρόνια, αλλά είχε εξετάσει μόνο τη περίοδο περίπου 5 μηνών μεταξύ της έγκρισης του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου του αιτήματός τους για ένδικο βοήθημα της επιτάχυνσης της διαδικασίας και της έκδοσης της αμετάκλητης απόφασης στην αστική τους υπόθεση.
Επανέλαβε ότι ένα ένδικο βοήθημα για την άσκηση καταγγελίας σχετικά με τη διάρκεια της διαδικασίας θα μπορούσε να θεωρείται αποτελεσματικό εάν μπορούσε να καλύψει όλα τα στάδια της διαδικασίας και τη συνολική τους διάρκεια. Επομένως, διαπίστωσε ότι η καταγγελία βάσει του άρθρου 63 του Συνταγματικού Δικαστηρίου δεν αποτελούσε αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα για τους προσφεύγοντες.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου στην υπόθεση των προσφευγόντων αντικατόπτριζε μια πρακτική που υπήρχε μεταξύ Δεκεμβρίου 2014 και Μαΐου 2018, η οποία είχε αλλάξει τον Μάρτιο 2019, όταν το Συνταγματικό Δικαστήριο είχε αρχίσει να λαμβάνει συνεκτικά υπόψη του τη συνολική διάρκεια της διαδικασίας. Δεδομένου ότι οι αποφάσεις δημοσιεύθηκαν τον Απρίλιο και Μάιο 2019, το Δικαστήριο έκρινε ότι η νέα πρακτική έπρεπε να έχει εφαρμοστεί από τον Νοέμβριο του 2019.
Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μεταξύ Ιανουαρίου 2015 και μέσων Μαΐου 2019 η συνταγματική καταγγελία δεν αποτελούσε αποτελεσματική λύση για καταγγελίες σχετικά με τη διάρκεια των διαδικασιών σε περιπτώσεις όπου ένα από τα ένδικα βοηθήματα είχε ασκηθεί. Ωστόσο, ήταν αποτελεσματικό εάν είχε απορριφθεί ένα τέτοιο ένδικο βοήθημα.
Επομένως, οι προσφεύγοντες δεν είχαν αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα για να διαμαρτυρηθούν για την υπερβολική διάρκεια στην υπόθεσή τους και υπήρξε παραβίαση του άρθρου 13.
Marić κατά Κροατίας
Το Δικαστήριο σημείωσε τα πορίσματά του στην υπόθεση της προσφεύγουσας σε σχέση με το άρθρο 6 παρ. 1 και ότι είχε απορρίψει τις αντιρρήσεις της κυβέρνησης για μη εξάντληση των εγχώριων ένδικων μέσων, καθώς δεν χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει τα διαθέσιμα μέσα βάσει των νόμων περί δικαστηρίων του 2013.
Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε επίσης παραβίαση του άρθρου 13 στην περίπτωσή της.
Άρθρο 41 (δίκαιη ικανοποίηση)
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Κροατία έπρεπε να καταβάλλει στον καθένα από τους προσφεύγοντες στην υπόθεση Kirinčić κ.α. κατά Κροατίας 9.000 ευρώ για ηθική βλάβη και για την προσφεύγουσα στη δεύτερη υπόθεση 1.250 ευρώ για ηθική βλάβη και 2.500 ευρώ για έξοδα και δαπάνες (επιμέλεια echrcaselaw.com).