Αντιμέτωπο με τον κίνδυνο να απολέσει κατά τη διάρκεια της φετινής χρονιάς έσοδα της τάξεως των 35 δισ. ευρώ βρίσκεται το ελληνικό επιχειρείν. Με την υποβολή των δηλώσεων ΦΠΑ του γ΄ τριμήνου –θα ολοκληρωθεί στο τέλος Οκτωβρίου από το σύνολο των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα– θα φανεί καθαρότερα η έκταση της ζημίας που θα έχει προκαλέσει η πανδημία.
Ωστόσο, οι ενδείξεις είναι ήδη αρνητικές. Για το πρώτο εξάμηνο υπάρχουν ήδη «απογραφικά» στοιχεία και αποκαλύπτουν μείωση εσόδων κατά 15%, ποσοστό που αντιστοιχεί σε απώλεια 22 δισ. ευρώ.
Στο τρίτο τρίμηνο –που είναι και το καλύτερο από πλευράς εσόδων, καθώς τζιράρονται περί τα 80 δισ. ευρώ, οριακά περισσότερα ακόμη και από το τέταρτο τρίμηνο, στο οποίο κυριαρχούν οι εορτές των Χριστουγέννων– οι απώλειες αναμένεται να ξεπεράσουν κατά πολύ τα 10 δισ. ευρώ. Μόνο οι κλάδοι της εστίασης, των καταλυμάτων, των πλωτών και των αεροπορικών μεταφορών ξεπέρασαν πέρυσι σε έσοδα τα 8,2 δισ. ευρώ. Για φέτος, εκπρόσωποι του κλάδου περιμένουν ότι η πτώση στην περίοδο Ιουλίου – Σεπτεμβρίου μπορεί να ξεπεράσει το 70%, εκτίμηση που, αν επιβεβαιωθεί, θα οδηγήσει σε απώλειες άνω των 6 δισ. ευρώ.
Φυσικά, οι απώλειες από την κατακόρυφη μείωση στον αριθμό των τουριστών δεν περιορίζονται μόνο στους συγκεκριμένους κλάδους. Διαχέονται ουσιαστικά σε όλους τους τομείς: από τον πρωτογενή τομέα και το λιανεμπόριο μέχρι τις πωλήσεις καυσίμων και τις τηλεπικοινωνίες.
Το κρίσιμο δ΄ τρίμηνο
Το μεγάλο στοίχημα πλέον είναι να συγκρατηθεί αισθητά η πτωτική τάση του τζίρου κατά τη διάρκεια του δ΄ και τελευταίου τριμήνου. Χρήμα θα πέσει στην αγορά, καθώς στο επόμενο διάστημα θα υλοποιηθούν όλα τα μέτρα που προγραμματίζει για φέτος η κυβέρνηση: δάνεια με ευνοϊκούς όρους μέσω επιδοτούμενων προγραμμάτων (ΤΕΠΙΧ ΙΙ κ.λπ.), επιστρεπτέα προκαταβολή, επιδοτήσεις για αποπληρωμή δανείων, άμεσες εισοδηματικές ενισχύσεις σε εργαζομένους, κίνητρα για ανακαινίσεις ακινήτων μέσω του «Εξοικονομώ», αναδρομικά συνταξιούχων κ.ά. Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν αυτά τα χρήματα θα γίνουν «τζίρος» ή αν θα διοχετευτούν για άλλους σκοπούς (π.χ. πληρωμή φορολογικών ή δανειακών υποχρεώσεων ή αποταμίευση λόγω ανασφάλειας για το μέλλον). Προς το παρόν, τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για την πορεία των καταθέσεων δείχνουν μια τάση τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις να «παίζουν άμυνα», αυξάνοντας τις αποταμιεύσεις τους επί πέντε συνεχόμενους μήνες. Μένει να φανεί τις επόμενες εβδομάδες αν αυτό είναι συγκυριακό (π.χ. αύξηση της ρευστότητας προκειμένου να πληρωθούν οι αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις του διαστήματος Αυγούστου – Δεκεμβρίου) ή αν αποτελεί επιλογή που θα επηρεάσει γενικότερα τον συνολικό τζίρο της φετινής χρονιάς.
Οι μεγαλύτερες απώλειες
Στο πρώτο εξάμηνο, τις μεγαλύτερες απώλειες –σε απόλυτα ποσά– έχουν υποστεί το χονδρικό εμπόριο (-3,3 δισ. ευρώ), η διύλιση πετρελαίου (-2,77 δισ. ευρώ), τα καταλύματα (-1,8 δισ. ευρώ), το λιανικό εμπόριο (-1,3 δισ. ευρώ), η διαχείριση ακίνητης περιουσίας (-1,3 δισ. ευρώ), ο κλάδος των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών (-1,2 δισ. ευρώ), η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος (-1 δισ. ευρώ) και οι υπηρεσίες εστίασης (-955 εκατ. ευρώ). Σε ποσοστιαία βάση, βέβαια, ξεχωρίζουν τα καταλύματα με απώλεια 84%, τα διυλιστήρια με αντίστοιχο ποσοστό, τα ταξιδιωτικά γραφεία με 77% και η διαχείριση ακίνητης περιουσίας με 77%.
Στο δεύτερο εξάμηνο, αρκετοί από τους κλάδους που προαναφέρθηκαν αναμένεται να εμφανίσουν σαφώς καλύτερη εικόνα, καθώς οι μεγάλες απώλειες πηγάζουν από το lockdown. Ωστόσο, για το δεύτερο εξάμηνο ο κατάλογος με τις απώλειες αναμένεται να φέρει στις πρώτες θέσεις τα καταλύματα, την εστίαση και τις μεταφορές. «Βαρόμετρο» θα αποτελέσει το χονδρικό και το λιανικό εμπόριο. Επίσης, υπάρχει έντονη ανησυχία για το κατά πόσον, εκτός από τις επιπτώσεις της πανδημίας, θα επηρεάσει τα έσοδα και ενδεχόμενη αύξηση των συναλλαγών χωρίς απόδειξη.
Στο οικονομικό επιτελείο περιμένουν με ιδιαίτερη αγωνία τα τελικά στοιχεία για το τρίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου – Σεπτεμβρίου. Σε αυτό το διάστημα πραγματοποιήθηκε πέρυσι τζίρος 82 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 4 δισ. ευρώ προήλθαν από τα καταλύματα και τα 2,3 δισ. από την εστίαση. Το τρίτο τρίμηνο είναι το καλύτερο ολόκληρης της χρονιάς για το χονδρικό εμπόριο και το δεύτερο καλύτερο για το λιανικό εμπόριο. Ειδικότερα, το χονδρικό εμπόριο τζιράρει περί τα 18,3 δισ. ευρώ στο γ΄ τρίμηνο (και άλλα 18 δισ. ευρώ στο δ΄ τρίμηνο), ενώ το λιανικό εμπόριο έχει έσοδα 11,5 δισ. ευρώ στο γ΄ τρίμηνο και 11,7 δισ. ευρώ στο δ΄ τρίμηνο.
Η πορεία των εσόδων των επιχειρήσεων μπορεί να επηρεάσει αρνητικά, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις και θετικά την πορεία του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Μείωση εσόδων αποτυπώνεται στις δηλώσεις ΦΠΑ όταν συρρικνώνονται τα έσοδα των εισαγωγικών επιχειρήσεων, στοιχείο που λειτουργεί θετικά για το ΑΕΠ. Αντιθέτως, η μείωση των εσόδων στις εξαγωγικές επιχειρήσεις, στα τουριστικά καταλύματα και στα εστιατόρια χτυπάει κατευθείαν στην ύφεση. Στο πρώτο εξάμηνο, έχει καταγραφεί μείωση του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο, κάτι που εν μέρει αναμένεται να καλύψει τις πολύ μεγάλες απώλειες στο ΑΕΠ από το «γκρέμισμα» του τουρισμού.