«Ο καιρός που οι πολίτες αυτού του τόπου μπορούσαν να αφήνουν τις πόρτες τους ανοικτές χωρίς να νιώθουν κίνδυνο για την ασφάλεια τους, έχει δυστυχώς παρέλθει ανεπιστρεπτί», αναφέρει σε σημερινή απόφασή του το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας, με την οποία επέβαλε σωρευτικές ποινές φυλάκισης 10 και 4 χρόνων σε κατηγορούμενο που παραδέχθηκε ενοχή στα αδικήματα απόπειρας φόνου και διάρρηξης κατά την διάρκεια της νύχτας.
Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως αναφέρεται σε ανακοίνωσή του Κακουργιοδικείου, «στις 27/3/2020 γύρω στις 20:40, σε ορεινό χωρίο της επαρχίας Λευκωσίας, ο 27 ετών κατηγορούμενος που κατάγεται από την Ινδία και εργαζόταν ως εργάτης σε φάρμα της περιοχής, παραβίασε το συρόμενο αλουμινένιο παράθυρο του υπνοδωματίου της κατοικίας της 79 ετών παραπονούμενης και ενώ αυτή κοιμόταν στο κρεβάτι της, επιχείρησε να την δολοφονήσει, αφού κάθισε πάνω της, κλείνοντας της το στόμα και σφίγγοντας τον λαιμό της».
«Η παραπονούμενη που δεν μπορούσε να αναπνεύσει», προστίθεται στην ανακοίνωση, «κατάφερε την τελευταία στιγμή να απελευθερωθεί, κτυπώντας τον κατηγορούμενο στο κεφάλι με το τηλεχειριστήριο που κρατούσε. Μόλις απελευθερώθηκε το στόμα της, άρχισε να φωνάζει και τότε ο κατηγορούμενος πανικοβλημένος πήδηξε και βγήκε από το παράθυρο του υπνοδωματίου της».
Οι εξετάσεις της Αστυνομίας, συνεχίζει η ανακοίνωση, «οδήγησαν στην σύλληψη του κατηγορουμένου που είναι γείτονας της παραπονούμενης, τον οποίο αναγνώρισε η παραπονούμενη ως το πρόσωπο που εισήλθε στο δωμάτιο της και επιχείρησε να την δολοφονήσει».
«Στο κρεβάτι της παραπονούμενης, εντοπίστηκε επίσης από την Αστυνομία ένα μαχαίρι με πράσινη χειρολαβή, το οποίο δεν της ανήκει. Στο εν λόγω μαχαίρι εντοπίστηκε γενετικό υλικό του κατηγορουμένου. Γενετικό υλικό του κατηγορουμένου βρέθηκε και στο αλουμινένιο παράθυρο εσωτερικά του υπνοδωματίου της παραπονουμένης».
Το Κακουργιοδικείο, αναφέρει η ανακοίνωση, τονίζοντας την σοβαρότητα των αδικημάτων κατά της περιουσίας αλλά και της ζωής που είναι το ύψιστο αγαθό που προστατεύται από τον Νόμο, ανέφερε μεταξύ άλλων και τα εξής: «Πέραν της εν γένει σοβαρότητας των αδικημάτων, επισημαίνουμε ακόμη μία σημαντική παράμετρο που θα πρέπει κατά την κρίση μας να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Αφορά το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών που πλήττεται από την έξαρση διάπραξης αδικημάτων διάρρηξης και ληστείας και στα πλαίσια αυτά, αδικημάτων κατά της ζωής όπως αυτά της παρούσας».
«Δυστυχώς, η διάπραξη σοβαρών αδικημάτων κατά της περιουσίας αλλά και της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας αθώων πολιτών, βρίσκονται τα τελευταία χρόνια σε έξαρση. Τούτο το διαπιστώνουμε όχι μόνο από τις επισημάνσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου αλλά και από τις δικές μας προσωπικές εμπειρίες με την καθημερινή και επαναλαμβανόμενη ενασχόληση μας με τέτοιου είδους υποθέσεις.Ο καιρός που οι πολίτες αυτού του τόπου μπορούσαν να αφήνουν τις πόρτες τους ανοικτές χωρίς να νιώθουν κίνδυνο για την ασφάλεια τους, έχει δυστυχώς παρέλθει ανεπιστρεπτί», σημειώνεται.
Το Κακουργιοδικείο αναφέρει στην απόφασή του ότι «θα ανέμενε δε κανείς ότι μακριά από τα αστικά κέντρα σε ένα μικρό ορεινό χωριό όπου συνέβησαν τα γεγονότα της παρούσας, θα εξακολουθούσαν οι πολίτες να νιώθουν τέτοια ασφάλεια. Κάτι που αποδείχθηκε όμως ότι δεν ισχύει».
«Οι επισημάνσεις αυτές καθιστούν κατά την κρίση μας, επιτακτική την ανάγκη επιβολής αυστηρής ποινής ώστε αυτή να επενεργήσει αποτρεπτικά. Λέχθηκε επίσης ότι η σοβαρότητα της πρώτης κατηγορίας της απόπειρας φόνου προκύπτει επίσης και από την φύση του αδικήματος αφού αυτό στρέφεται κατά της ανθρώπινης ζωής, που είναι το πολυτιμότερο αγαθό και το οποίο τυγχάνει πρωταρχικής προστασίας από τον Νόμο», προσθέτει.
Το Κακουργιοδικείο, αναφέρει η ανακοίνωση, « έλαβε υπόψη για σκοπούς μετριασμού της ποινής, το λευκό ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου και τις προσωπικές και οικογενειακές του συνθήκες. Ως σημαντικός ελαφρυντικός παράγοντας στην μείωση της ποινής λήφθηκε υπόψη η παραδοχή του κατηγορουμένου στο Δικαστήριο. Δεν διέφυγε της προσοχής ότι ο κατηγορούμενος αναγνωρίστηκε από την παραπονούμενη και επίσης η επιστημονική μαρτυρία που εντοπίστηκε στην σκηνή, τον συνδέει άμεσα με την διάπραξη των αδικημάτων».
Υπό τις περιστάσεις, προσθέτει, «η παραδοχή του δεν έχει την μετριαστική δυναμική που θα είχε αν εξέλειπαν τα πιο πάνω στοιχεία».
Επιπλέον, συνεχίζει, «η παραδοχή δικαιολογεί έκπτωση στην ποινή αφού με αυτόν τον τρόπο δεν υποχρεώνονται τα θύματα να βιώσουν ξανά τις τραυματικές εμπειρίες τους».
Το Κακουργιοδικείο, σταθμίζοντας την σοβαρότητα των αδικημάτων, με τους προαναφερθέντες μετριαστικούς παράγοντες και ιδιαίτερα την παραδοχή του κατηγορουμένου ενώπιον του Δικαστηρίου και αφού έλαβε υπόψη κάθε άλλο σχετικό παράγοντα, επέβαλε στον κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης 10 ετών στην 1η κατηγορία για το αδίκημα της απόπειρας φόνου και ποινή φυλάκισης 4 ετών στην 2η κατηγορία για το αδίκημα της διάρρηξης κατά την διάρκεια της νύχτας.
Όλες οι πιο πάνω ποινές διατάχθηκε να συντρέχουν. «Οι ποινές φυλάκισης να αρχίζουν από σήμερα αλλά η περίοδος να μειωθεί κατά το διάστημα που ο κατηγορούμενος τελεί σε προφυλάκιση για σκοπούς της παρούσας, δηλαδή από 18/5/20», καταλήγει η ανακοίνωση.