Παράνομη έκρινε το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ) την απόφαση του περασμένου Ιουνίου από το Δ.Σ. του ΔΟΑΤΑΠ (Διεπιστημονικός Οργανισμός Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης), ο οποίος είναι αρμόδιος για την αναγνώριση τίτλων σπουδών της αλλοδαπής παρέχοντας ισοτιμία με τα ελληνικά ιδρύματα.
Με την απόφασή του αυτή είχε προχωρήσει στην επικαιροποίηση του πλαισίου αναγνώρισης αλλοδαπών τίτλων σπουδών που αποκτήθηκαν με σπουδές εξ αποστάσεως. Ωστόσο, στη γνωμοδότησή του, το ΝΣΚ βάζει στον «πάγο» την απόφαση, κρίνοντας πως ο Οργανισμός δεν διαθέτει καμία δικαιοδοσία για να προχωρήσει σε αλλαγή των όρων αναγνώρισης, όπου μεταξύ άλλων ορίζονταν δια ζώσης γραπτές εξετάσεις και διαφοροποίηση των προβλέψεων για αναγνώριση ισοτιμίας με τα ελληνικά ΑΕΙ.
«Επειδή η εν λόγω «επικαιροποίηση» (στην πραγματικότητα τροποποίηση) του πλαισίου αναγνώρισης των τίτλων αλλοδαπών Πανεπιστημίων που παρέχουν σπουδές εξ αποστάσεως, έχει προκαλέσει ποικίλες αρνητικές αντιδράσεις, τόσο από τα ανωτέρω πανεπιστημιακά ιδρύματα, όσο και από τους σπουδαστές που ήδη φοιτούν σε αυτά, η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ υπέβαλε στο Γραφείο Νομικού Συμβούλου του ΝΣΚ το παρόν ερώτημα, το οποίο έχει δύο σκέλη: α) υφίστατο αρμοδιότητα του ΔΟΑΤΑΠ να εκδώσει το ανωτέρω Πρακτικό με το περιεχόμενο αυτό, και, σε καταφατική περίπτωση, βάσεις ποιας εξουσιοδοτικής διάταξης νόμου εκδόθηκε αυτό; β) Αν κριθεί ότι υφίστατο η αρμοδιότητα αυτή, το περιεχόμενο του Πρακτικού αυτού δύναται να καταλαμβάνει και τους Έλληνες πολίτες που ήδη φοιτούν σε προγράμματα σπουδών ιδρυμάτων της αλλοδαπής, σύμφωνα με την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προς τη Διοίκηση;» αναφέρει το ΝΣΚ.
«Η δυνατότητα της αναγνώρισης σπουδών εξ αποστάσεως δίδεται έστω και εξαιρετικώς και υπό προϋποθέσεις από τον ίδιο το ν. 3328/2005, εντός των ορίων δε που αυτός διαγράφει θα πρέπει να εξελιχθεί η διαδικασία αναγνώρισης από τον ΔΟΑΤΑΠ. Περαιτέρω η ίδια διάταξη δεν περιέχει κάποια εξουσιοδότηση σχετική με το ζήτημα αυτό, επομένως θα πρέπει να θεωρηθεί ότι η νομοθετική ρύθμιση είναι πλήρης εξαντλώντας το θέμα που ρυθμίζει» προσθέτει.
Από τις ίδιες διατάξεις –όπως υπογραμμίζεται – «συνάγεται ότι τα αρμόδια όργανα του ΔΟΑΤΑΠ (είτε πρόκειται για Ολομέλεια του Δ.Σ., είτε πρόκειται για Τμήματα ή τον Πρόεδρο αυτού) αποφαίνονται επί της ακαδημαϊκής αναγνώρισης τίτλων σπουδών που απονέμονται από ομοταγή εκπαιδευτικά ιδρύματα πανεπιστημιακής (και τεχνολογικής) κατεύθυνσης της αλλοδαπής, με την έκδοση διοικητικών πράξεων ατομικού, αποκλειστικώς, χαρακτήρα, οι οποίες εκδίδονται πάντοτε επί αιτήσεως συγκεκριμένου προσώπου προς αναγνώριση του κατεχόμενου απ’ αυτόν τίτλου σπουδών και οι έννομες συνέπειές τους εξαντλούνται στο πρόσωπο που υπέβαλε την αίτηση αναγνώρισης».
Για το λόγο αυτό, στη γνωμοδότηση του το ΝΣΚ είναι κατηγορηματικό για το πρακτικό απόφασης του ΔΟΑΤΑΠ. «Είναι διττώς παράνομο επειδή α) έχει εκδοθεί κατά παράβαση του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος (χωρίς νομοθετική εξουσιοδότηση) και β) είναι αντίθετο κατά το περιεχόμενό του προς το άρθρο 16 παρ. 1 του Συντάγματος. Τα συμπεράσματα αυτά ενισχύονται και από την σταθερή νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά την οποία ο ΔΟΑΤΑΠ στερείται οιασδήποτε κανονιστικής αρμοδιότητας αφού από καμία διάταξη νόμου πηγάζει η εξουσία αυτή. Επομένως, το ως άνω πρακτικό του Δ.Σ. του ΔΟΑΤΑΠ δεν υφίσταται στον νομικό κόσμο, δεν παράγει ουδέν έννομο αποτέλεσμα και η διοίκηση του Οργανισμού οφείλει άμεσα να το ανακαλέσει, η ανάκληση δε αυτή πρέπει να ανατρέχει στο χρονικό σημείο της έκδοσής του» καταλήγε