Του Δημήτρη Κατσαγάνη
Στο “κάδρο” των σχεδιαζόμενων, για το 2021, μειώσεων των μηνιαίων-τρεχουσών εισφορών έχουν μπει και οι εισφορές των 1,5 εκατ. ελευθέρων επαγγελματιών και αυταπασχολούμενων και όχι μόνο των μισθωτών και εργοδοτών.
Αυτό αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές του Capital.gr στο υπουργείο Εργασίας, διευκρινίζοντας πως η εξεταζόμενη μείωση των μηνιαίων ασφαλιστικών κρατήσεων εργοδοτών και μισθωτών για τον επόμενο χρόνο (στα πλαίσια της υλοποίησης της κυβερνητικής δέσμευσης περί μείωσης του μη μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων κατά 5 μονάδες έως το 2023) είναι πιθανό να “περάσει” και στο πεδίο των κρατήσεων τις οποίες καταβάλλουν κάθε μήνα υπέρ των Ταμείων (για τη δική τους, αυτασφάλιση), οδηγώντας σε μείωση των τελευταίων κατά τουλάχιστον 2,2%.
Συγκεκριμένα, εκείνο το σενάριο το οποίο έχει πέσει στο τραπέζι των διαβουλεύσεων μεταξύ αρμοδίων παραγόντων του υπ. Εργασίας είναι να μειωθούν οι υφιστάμενες δύο κλάσεις των εισφορών υγείας, πέφτοντας στα 50 οι κατώτατες εισφορές υγείας (αντί για τα 55 ευρώ που ‘ναι από 1η Ιανουαρίου 2020) και στα 60 ευρώ (αντί για τα 66 ευρώ που ’ναι από 1η Ιανουαρίου 2020), χωρίς να αποκλείεται να θεσπισθεί μία και μόνη κλάση εισφορών υγείας για τους επαγγελματίας, στα 50 ευρώ ή και ακόμα παρακάτω π.χ. 35-40 ευρώ. Υπενθυμίζεται, εξάλλου, πως οι εισφορές των αυταπασχολούμενων της υπαίθρου, δηλαδή των αγροτών του τέως ΟΓΑ ανέρχονται μεταξύ 32 ευρώ (1η κατώτατη κλάση) και 38 ευρώ (2η κλάση).
Συνολική μείωση
Μία τέτοια μείωση στις εισφορές υγείας (π.χ. από τα 55 στα 50 ευρώ), θα μείωνε το σύνολο των μηνιαίων κατώτατων εισφορών (κύριας ασφάλισης, υγείας, ανεργίας) από τα 220 ευρώ στα οποία ανέρχονται σήμερα στα 215 ή αλλιώς σε μείωση 2,2%, ενώ μία μείωση στο επίπεδο των αγροτικών εισφορών υγείας, θα έφερνε μείωση στο συνολικό πακέτο εισφορών των επαγγελματιών ύψους έως 7%-8%, κατεβάζοντας τις κατώτατες εισφορές στα 203 ευρώ.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, στο τραπέζι βρίσκεται σενάριο για ακόμα μεγαλύτερη μείωση στις εισφορές των επαγγελματιών (μέσω μείωσης των εισφορών υγείας), καθώς εξετάζεται μεγαλύτερη (από 2,2%) μείωση και στις εισφορές υγείας των μισθωτών, ιδίως εκείνων που έχουν μικτές αποδοχές πάνω από 700 ευρώ, είτε μέσω μίας αποφασιστικής μείωσης των ανώτατων ασφαλιστέων αποδοχών αναφορικά με τις κρατήσεις υπέρ ΕΟΠΥΥ, είτε μέσω της θέσπισης μίας ενιαίας κλάσης εισφορών υγείας (όπως ισχύει από την 1η Ιανουαρίου για τους επαγγελματίες) και για τους μισθωτούς. Η κλάση αυτή δεν μπορεί να είναι πάνω από τα 50 ευρώ, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, καθώς το ποσό αντιστοιχεί στα μετά κορονο-κρίση δεδομένα των μέσων μικτών αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα. Από αυτήν την άποψη, τονίζεται, πως μία τέτοια σταθερή κλάση εισφορών υγείας μισθωτών δεν θα μπορούσε να είναι υψηλότερη των 50 ευρώ (ή και ακόμα παρακάτω π.χ. στα 40 ή 35 ευρώ), προκειμένου να μη θίξει και τους μερικώς απασχολούμενους, οδηγώντας κατά μέσο όρο σε μείωση 3,5% -4% το σύνολο των εισφορών (κύριας, επικουρικής σύνταξης, υγείας, ανεργίας), δηλαδή στο 36,6% – 36,1%, υλοποιώντας (σε συνδυασμό με την ισχύουσα από την 1η Ιουνίου 2020 μείωση 0,9%) έτσι την κυβερνητική δέσμευση.
Σ’ αυτήν την περίπτωση, θα συμπαρασυρόταν ακόμα παρακάτω (δηλαδή κάτω από τα 50 ευρώ και συγκεκριμένα, στα 40 ή 35 ευρώ, δηλαδή κοντά στο ύψος των αγροτικών εισφορών υγείας) οι εισφορές υγείας των επαγγελματιών, μαζί και το συνολικό “πακέτο” των κρατήσεών τους υπέρ των Ταμείων. Παράλληλα, εξετάζεται μία μείωση των εισφορών υγείας επί των συντάξεων (π.χ. από το 6% στο 5%).
Την ίδια ώρα, δεν αποκλείεται ένας συνδυασμός μειώσεων, όπως π.χ. να υπάρξει μία μείωση 1% -1,5% στις εισφορές υπέρ του ΟΑΕΔ και μία μείωση των εισφορών υγείας μέσω μίας ελάφρυνσης στα υφιστάμενα ασφάλιστρα υγείας των επαγγελματιών (π.χ. από τα 55 στα 50 ή γύρω στα 40 ευρώ).
Το δημοσιονομικό κόστος
Κρίσιμο “μέτωπο” σε σχέση με τις τελικές κυβερνητικές αποφάσεις είναι το δημοσιονομικό κόστος.
Εκτιμάται ότι κάθε μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των μισθωτών -εργοδοτών κατά 1 μονάδα κοστίζει 300 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο αυτές οι προβολές, τονίζουν αρμόδια στελέχη των Ταμείων, ίσχυαν με βάση τα προ της κορονο-κρίσης δεδομένα της αγοράς εργασίας.
Με μειωμένα κατά 25% τα έσοδα από εισφορές εργοδοτών στο 7μηνο του 2020 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019, μία μείωση των εισφορών όχι μόνο θα κόστιζε λιγότερο, αλλά θα μπορούσε να αποτελέσει κίνητρο για μία πιο συνεπή καταβολή των εισφορών και έτσι σταδιακά σε αύξηση των εσόδων των Ταμείων. Επίσης, μία μείωση των σταθερών ασφαλίστρων υγείας των επαγγελματιών θα μπορούσε να αυξήσει τη δραματικά μειωμένη εισπραξιμότητα των εισφορών τους. Εξάλλου, βάσει υφιστάμενης νομοθεσίας το κράτος υποχρεούται να καταβάλλει ετησίως το 0,6% του ΑΕΠ ως επιχορήγηση στον ΕΟΠΥΥ. Με τα δεδομένα του 2019, το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε 900 εκατ. ευρώ, ενώ με τα διαμορφούμενα δεδομένα του 2020 αντιστοιχεί σε 800 εκατ. ευρώ.
Ο συνδυασμός μίας αύξησης της κρατικής επιχορήγησης και της εισπραξιμότητας των εισφορών –ιδίως– από πλευράς επαγγελματιών θα μπορούσε να κλείσει την ενδεχόμενη “τρύπα” που θα δημιουργούσε στον ΕΟΠΥΥ μία αλλαγή στο “καθεστώς” των εισφορών σαν και εκείνη που σχεδιάζεται.
https://www.capital.gr/oikonomia/3476030/pos-tha-meiothoun-to-2021-oi-eisfores-ton-epaggelmation