Δικαστήριο ΕΕ: Συντρέχει ευθύνη του αερομεταφορέα λόγω αμέλειας του προσωπικού του ξενοδοχείου;
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με τη δημοσιευθείσα στις 4-09-2020 απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) αποφάνθηκε ότι η υποχρέωση που υπέχει ο αερομεταφορέας, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 [κανονισμός για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης], να προσφέρει δωρεάν διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο στους επιβάτες στους οποίους αναφέρεται η διάταξη αυτή δεν συνεπάγεται ότι ο εν λόγω αερομεταφορέας υποχρεούται να μεριμνήσει o ίδιος για τις λεπτομέρειες της διαμονής αυτής καθεαυτήν.
Επιπλέον, σύμφωνα με το ΔΕΕ, αερομεταφορέας ο οποίος, σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό, προσέφερε διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο σε επιβάτη ματαιωθείσας πτήσεως δεν είναι δυνατόν να υποχρεωθεί, βάσει του κανονισμού αυτού και μόνον, να αποζημιώσει τον επιβάτη αυτόν για βλάβες προκληθείσες από πταίσμα του προσωπικού του ξενοδοχείου.
Ιστορικό της υποθέσεως
Στο πλαίσιο οργανωμένου ταξιδίου, η ON είχε κράτηση για πτήση από τη Μαγιόρκα (Ισπανία) στη Βιέννη (Αυστρία), η οποία επρόκειτο να πραγματοποιηθεί από την NIKI Luftfahrt. Κατόπιν ματαίωσης της πτήσης αυτής, η εν λόγω κράτηση τροποποιήθηκε και η αναχώρηση από τη Μαγιόρκα προγραμματίστηκε για το βράδυ της επομένης. Λόγω της ματαίωσης αυτής, η NIKI Luftfahrt προσέφερε στην ΟΝ δωρεάν διανυκτέρευση σε τοπικό ξενοδοχείο.
Κατά τη διάρκεια της διαμονής της στο ξενοδοχείο αυτό, η ON, η οποία χρησιμοποιεί αναπηρικό αμαξίδιο, έπεσε και τραυματίστηκε σοβαρά όταν οι εμπρόσθιοι τροχοί του αναπηρικού αμαξιδίου της σφηνώθηκαν σε εγκάρσιο κανάλι απορροής υδάτων του οδοστρώματος.
Η ΟΝ άσκησε αγωγή ενώπιον του Landesgericht Korneubourg (πρωτοδικείου Korneubourg, Αυστρία) με αίτημα να υποχρεωθεί η NM να της καταβάλει αποζημίωση για τη βλάβη που υπέστη. Στο πλαίσιο αυτό, υποστήριξε ότι το ατύχημα συνέβη εντός του προμνησθέντος ξενοδοχείου και ότι το προσωπικό του υπεύθυνου για τη λειτουργία του ξενοδοχείου αυτού είχε επιδείξει αμελή συμπεριφορά, καθότι δεν είχε αφαιρέσει το εν λόγω εγκάρσιο κανάλι απορροής υδάτων ούτε είχε λάβει μέτρα ασφαλείας για αυτό.
Με απόφαση της 21ης Νοεμβρίου 2018, το ανωτέρω δικαστήριο απέρριψε την αγωγή με το σκεπτικό ότι ο αερομεταφορέας υποχρεούνταν μόνο να παράσχει κατάλυμα, δεδομένου ότι ο κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 δεν προβλέπει καμία ευθύνη για τις ζημίες που προκαλούνται λόγω ενδεχόμενης αμέλειας του προσωπικού του ξενοδοχείου στο οποίο προσφέρεται διανυκτέρευση βάσει του κανονισμού αυτού.
Κατά της ως άνω απόφασης, η ΟΝ άσκησε έφεση ενώπιον του Oberlandesgericht Wien (εφετείου Βιέννης, Αυστρία), το οποίο, με διάταξη της 14ης Φεβρουαρίου 2019, εξαφάνισε την ανωτέρω απόφαση. Κατά το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο το οποίο εφαρμόζεται εκ παραλλήλου με τον κανονισμό (ΕΚ) 261/2004 δυνάμει του άρθρου 12 του τελευταίου, ο αερομεταφορέας ευθύνεται για την αμελή συμπεριφορά του προσωπικού του ξενοδοχείου στο οποίο ανέθεσε να εκπληρώσει τις παροχές που αυτός οφείλει βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004. Ως εκ τούτου, το Oberlandesgericht Wien (εφετείο Βιέννης) παρέπεμψε την υπόθεση ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου προκειμένου να εξετασθούν οι ακριβείς περιστάσεις του κρίσιμου στην υπόθεση της κύριας δίκης ατυχήματος.
Ακολούθως, η NM άσκησε αναίρεση ενώπιον του Oberster Gerichtshof (Ανωτάτου Δικαστηρίου, Αυστρία), ζητώντας να αναγνωριστεί ότι η NIKI Luftfahrt είχε εκπληρώσει την υποχρέωση που υπέχει βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004, καθόσον παρέσχε δωρεάν διανυκτέρευση στην ON, δεδομένου ότι ο αερομεταφορέας δεν υποχρεούται ειδικότερα να ελέγξει, επιπροσθέτως, τις εγκαταστάσεις του ξενοδοχείου που προτείνει προκειμένου να αποφύγει τη στοιχειοθέτηση ευθύνης του.
Κατά το αιτούν δικαστήριο, πρώτον, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η μη τήρηση της υποχρέωσης παροχής καταλύματος συνεπάγεται για τον επιβάτη δικαίωμα αποζημίωσης, στηριζόμενο απευθείας στον κανονισμό (ΕΚ) 261/2004, όσον αφορά τα ποσά που αποδεικνύονται απαραίτητα, κατάλληλα και εύλογα προκειμένου να αναπληρωθεί η παράλειψη του αερομεταφορέα να παράσχει φροντίδα στον εν λόγω επιβάτη (αποφάσεις του Δικαστηρίου Sousa Rodríguez κ.λπ., C‑83/10, EU:C:2011:652, σκέψη 44, καθώς και McDonagh, C‑12/11, EU:C:2013:43, σκέψη 51). Δεν αποκλείεται, όμως, το Δικαστήριο να εξομοιώσει την πλημμελή εκπλήρωση της ως άνω υποχρέωσης με μη εκπλήρωσή της και να αναγνωρίσει επίσης, στην περίπτωση αυτή, δικαίωμα αποζημίωσης στηριζόμενο ευθέως στον κανονισμό (ΕΚ) 261/2004, έστω και αν, κατά το αιτούν δικαστήριο, σε περίπτωση πλημμελούς εκπλήρωσης της ίδιας αυτής υποχρέωσης, θα πρόκειται για αποκατάσταση ζημίας διά της καταβολής αποζημίωσης το ύψος της οποίας υπερβαίνει το κόστος της διαμονής και η οποία, σύμφωνα με την οικονομία του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004, θα μπορούσε επομένως να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 12 του κανονισμού αυτού.
Δεύτερον, το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι ο αερομεταφορέας θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί υπεύθυνος για τη συμπεριφορά του προσωπικού του ξενοδοχείου όπου παρέχεται κατάλυμα βάσει του άρθρου 1313a του γενικού αστικού κώδικα, υπό την προϋπόθεση πάντως ότι το προσωπικό αυτό ενήργησε στο πλαίσιο της εκπλήρωσης υποχρέωσης την οποία υπέχει ο αερομεταφορέας αυτός. Προς τούτο, είναι πρωταρχικής σημασίας να καθοριστεί η φύση της υποχρέωσης που υπέχει ο εν λόγω μεταφορέας βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004. Εάν η υποχρέωση αυτή έχει την έννοια ότι ο αερομεταφορέας οφείλει απλώς και μόνο να προσφέρει διανυκτέρευση στο ξενοδοχείο και να καταβάλει τα σχετικά έξοδα, τότε ο αερομεταφορέας ευθύνεται μόνο για την επιλογή του ξενοδοχείου και όχι για τη συμπεριφορά του προσωπικού του τελευταίου.
Αντιθέτως, η διάταξη αυτή θα μπορούσε επίσης να τύχει διασταλτικής ερμηνείας, υπό την έννοια ότι ο αερομεταφορέας ευθύνεται για τη διαμονή αυτήν καθεαυτήν. Υπό τις συνθήκες αυτές, κατά το αυστριακό δίκαιο, ο αερομεταφορέας ευθύνεται για την αμέλεια του προσωπικού του ξενοδοχείου όπου παρέχεται κατάλυμα, οπότε οφείλει να αποδείξει τη μη συνδρομή πταίσματος σε περίπτωση αντικειμενικής πλημμελούς συμπεριφοράς εκ μέρους του προσωπικού εντός του ξενοδοχείου.
Κατά την άποψη του αιτούντος δικαστηρίου, μολονότι, βεβαίως, το γράμμα του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 απαιτεί μόνον την «προσφορά» διανυκτέρευσης σε ξενοδοχείο, ο σκοπός περί εξασφάλισης υψηλού επιπέδου προστασίας του επιβατικού κοινού, ο οποίος υπενθυμίζεται στην αιτιολογική σκέψη 1 του κανονισμού αυτού, συνηγορεί υπέρ μιας πιο διασταλτικής ερμηνείας της υποχρέωσης παροχής καταλύματος, υπό την έννοια ιδίως ότι ο επιβάτης έχει επομένως τη δυνατότητα να εναγάγει τον αερομεταφορέα προς αποκατάσταση της βλάβης που υπέστη εντός του ξενοδοχείου αυτού. Στην περίπτωση αυτή, ο αερομεταφορέας αυτός δεν φέρει δυσανάλογη ευθύνη, στο μέτρο που θα μπορούσε να στραφεί κατά του υπευθύνου για τη λειτουργία του ξενοδοχείου αυτού σύμφωνα με τη μεταξύ τους σύμβαση. Δεδομένου ότι η υποχρέωση παροχής στον επιβάτη καταλύματος σε ξενοδοχείο πρέπει να εκπληρώνεται μόνο σε περίπτωση πλημμελούς συμπεριφοράς εκ μέρους του αερομεταφορέα, θα ήταν φυσικό να φέρει ο αερομεταφορέας και όχι ο επιβάτης τον κίνδυνο να εναχθεί ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους άλλου από εκείνο της έδρας του.
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Oberster Gerichtshof (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο δύο προδικαστικά ερωτήματα όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004. Συγκεκριμένα, το πρώτο ερώτημα αφορά, κατ’ ουσίαν, τις συνέπειες που ενδέχεται να επιφέρει ο κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 σε περίπτωση πλημμελούς εκπλήρωσης της υποχρέωσης παροχής φροντίδας που υπέχει ο αερομεταφορέας βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού αυτού, ενώ το δεύτερο ερώτημα έχει ως αντικείμενο τον καθορισμό του περιεχομένου της υποχρέωσης αυτής.
Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφασή του αυτή, το Δικαστήριο επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 ενισχύει την ερμηνεία κατά την οποία οι αερομεταφορείς δεν υποχρεούνται να διεκπεραιώσουν στη πράξη οι ίδιοι την παροχή καταλύματος.
Κατά το Δικαστήριο, η εν λόγω ερμηνεία επιρρωννύεται από τον σκοπό που επιδιώκει ο κανονισμός (ΕΚ) 261/2004, ο οποίος, σύμφωνα με τις αιτιολογικές σκέψεις 1 και 13, αποσκοπεί στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του επιβατικού κοινού, τούτο δε διασφαλίζοντας ιδίως στους επιβάτες των οποίων η πτήση ματαιώνεται κατάλληλη φροντίδα κατά την αναμονή τους για επόμενη πτήση. Προς τούτο, ο κανονισμός αυτός προβλέπει υπέρ των εν λόγω επιβατών μέτρα τυποποιημένης και άμεσης αποκαταστάσεως της ζημίας, όπως, ενδεχομένως, την προσφορά δωρεάν διανυκτέρευσης σε ξενοδοχείο που προβλέπεται στο άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του εν λόγω κανονισμού, τα δε μέτρα αυτά έχουν σκοπό να καλύψουν επί τόπου τις άμεσες ανάγκες των επιβατών, ανεξαρτήτως της αιτίας της ματαίωσης της επίμαχης πτήσης.
Επομένως, σύμφωνα με το Δικαστήριο, λαμβανομένου υπόψη του ανωτέρω σκοπού, δεν χωρεί ερμηνεία του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 υπό την έννοια ότι ο ίδιος ο αερομεταφορέας οφείλει, με δική του ευθύνη, να φροντίσει για τις λεπτομέρειες της διαμονής των οικείων επιβατών, δεδομένου ότι οι αναγκαίες ενέργειες για την παροχή της φροντίδας αυτής υπερβαίνουν το πλαίσιο του τυποποιημένου και αμέσου συστήματος παροχής βοήθειας επί τόπου, το οποίο ο νομοθέτης της Ένωσης θέλησε να καθιερώσει υπέρ των επιβατών.
Επιπλέον, το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι η ερμηνεία, κατά την οποία οι αερομεταφορείς δεν υποχρεούνται να διεκπεραιώσουν στη πράξη οι ίδιοι την παροχή καταλύματος, δεν καθιστά κενή περιεχομένου την υποχρέωση που επιβάλλεται στον αερομεταφορέα με την παράγραφο 3 του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004, να αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή, κατά την εφαρμογή του άρθρου αυτού, στις ανάγκες, μεταξύ άλλων, των προσώπων μειωμένης κινητικότητας. Πράγματι, ο αερομεταφορέας, ακόμη και αν δεν οφείλει να φροντίσει o ίδιος για τις λεπτομέρειες διαμονής στο ξενοδοχείο των επιβατών των οποίων η πτήση ματαιώθηκε, πρέπει εντούτοις να τους παρέχει κατάλληλη φροντίδα, όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 13 του εν λόγω κανονισμού, πράγμα που συνεπάγεται ότι πρέπει να επιλέξει με προσοχή το ξενοδοχείο, αφού βεβαιωθεί ότι αυτό είναι κατάλληλο να ανταποκριθεί στις εύλογες προσδοκίες ποιότητας και ασφάλειας και, όσον αφορά πρόσωπα μειωμένης κινητικότητας, όπως η ΟΝ, ότι το εν λόγω ξενοδοχείο έχει τέτοια υποδομή ώστε να μπορεί να τους προσφέρει διαμονή υπό καλές συνθήκες, ενημερώνοντας, ενδεχομένως, το ίδιο το ξενοδοχείο για την κατάσταση μειωμένης κινητικότητας των οικείων επιβατών.
Εξ αυτών, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 έχει την έννοια ότι η υποχρέωση που υπέχει ο αερομεταφορέας, βάσει της διάταξης αυτής, να προσφέρει δωρεάν διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο στους επιβάτες στους οποίους αναφέρεται η διάταξη αυτή δεν συνεπάγεται ότι ο εν λόγω αερομεταφορέας υποχρεούται να μεριμνήσει o ίδιος για τις λεπτομέρειες της διαμονής αυτής καθεαυτήν.
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το δικαίωμα αποζημίωσης του οποίου απολαύουν οι επιβάτες σε περίπτωση που ο αερομεταφορέας παραβεί την υποχρέωση παροχής φροντίδας που προβλέπεται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 αφορά αποκλειστικά την επιστροφή των ποσών τα οποία, λαμβανομένων υπόψη των συγκεκριμένων περιστάσεων κάθε περίπτωσης, αποδεικνύονται απαραίτητα, κατάλληλα και εύλογα προκειμένου να αναπληρωθεί η παράλειψη του αερομεταφορέα να παράσχει την εν λόγω φροντίδα.
Ως εκ τούτου, το δικαίωμα επιστροφής των εν λόγω ποσών εντάσσεται πλήρως στη λογική του συστήματος τυποποιημένων και άμεσων μέτρων αποκατάστασης που καθιερώνει ο εν λόγω κανονισμός υπέρ των επιβατών, καθόσον τα ποσά αυτά χρησιμεύουν για την αντιστάθμιση των δαπανών στις οποίες υποβάλλονται οι επιβάτες αυτοί προκειμένου να λάβουν τις ίδιες τυποποιημένες και άμεσες παροχές με εκείνες που θα έπρεπε να τους προσφέρει ο αερομεταφορέας, χωρίς να απαιτείται προς τούτο η κατά περίπτωση εκτίμηση της συγκεκριμένης κατάστασης κάθε επιβάτη.
Αντιθέτως, η αποκατάσταση ατομικής βλάβης που προκλήθηκε από πταίσμα του προσωπικού του ξενοδοχείου που επελέγη από τον αερομεταφορέα για τους σκοπούς της διανυκτέρευσης που προβλέπει το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 θα απαιτούσε οπωσδήποτε εκτίμηση κατά περίπτωση της έκτασης της εν λόγω βλάβης και θα υπερέβαινε το πλαίσιο των τυποποιημένων και άμεσων μέτρων αποκαταστάσεως που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ) 261/2004.
Συνεπώς, το Δικαστήριο κατέληξε ότι ο κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 έχει την έννοια ότι αερομεταφορέας ο οποίος, σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού αυτού, προσέφερε διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο σε επιβάτη ματαιωθείσας πτήσεως δεν είναι δυνατόν να υποχρεωθεί, βάσει του κανονισμού αυτού και μόνον, να αποζημιώσει τον επιβάτη αυτόν για βλάβες προκληθείσες από πταίσμα του προσωπικού του ξενοδοχείου.
Γίνεται υπόμνηση ότι η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να υποβάλουν στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.
Το πλήρες κείμενο της αποφάσεως είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA