Θέσεις μάχης παίρνουν τα στελέχη της ΕΚΤ καθώς επικρατεί διχογνωμία για το αν πρέπει να προχωρήσουν σε περαιτέρω στήριξη της οικονομίας για να αποφύγουν μια επιβράδυνση, ή να περιμένουν μέχρις ότου συγκεντρώσουν περισσότερες ενδείξεις.
Την περασμένη εβδομάδα ο Φάμπιο Πανέτα, μέλος του Δ.Σ. της Τράπεζας, μίλησε για έναν προληπτικό νέο γύρο στήριξης, δηλώνοντας πως «οι κίνδυνοι από μια υπερβολική στήριξη είναι σαφώς μικρότεροι από όσους θα αντιμετωπίσουμε αν αργήσουμε πολύ ή είμαστε υπερβολικά μετρημένοι». Η θέση του απηχεί την άποψη του Φίλιπ Λέιν, επικεφαλής των οικονομολόγων της ΕΚΤ, που ζήτησε να γίνουν περισσότερα, προκειμένου να επιταχυνθεί ο πληθωρισμός. Την περασμένη εβδομάδα τόνισε στο Twitter ότι χρειάζεται ακόμη «άφθονη» στήριξη.
Σε συνέντευξή του στο Bloomberg, ο Ιβ Μερς, που αποχωρεί από την ΕΚΤ τον Δεκέμβριο, υποστήριξε ότι έχει περιοριστεί ο κίνδυνος να πληγεί εκ νέου η οικονομία και ότι δεν διαπιστώνει καμία αρνητική εξέλιξη ούτε στην παραγωγή ούτε στις τιμές. Προσέθεσε, μάλιστα, ότι αν καταγραφεί θεαματική βελτίωση στην εικόνα της οικονομίας η νομισματική πολιτική πρέπει να κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση. «Υποβόσκει ένα είδος σύγκρουσης φατριών ανάμεσα σε όσους θέλουν μια προληπτική μέριμνα και όσους προτιμούν να αντιδράσουν όταν υπάρξει ανάγκη», σχολιάζει σχετικά ο Φρεντερίκ Ντουκροζέτ, στέλεχος της Pictet & Cie της Γενεύης, και υπογραμμίζει ότι «κάθε φορά που βρισκόμαστε σε γκρίζα ζώνη, ίσως θα βλέπουμε αυτή τη σύγκρουση να αναθερμαίνεται». Η διχογνωμία αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο, αλλά προοιωνίζεται ενδεχόμενες συγκρούσεις.
Οι θέσεις του Μερς μπορεί να βρουν υποστηρικτές στο Δ.Σ. όπως ο πρόεδρος της Bundesbank, Γενς Βάιντμαν, ο οποίος έχει προειδοποιήσει ότι η ανάπτυξη δεν πρέπει να βασισθεί στις αγορές ομολόγων αξίας 1,35 τρισ. ευρώ που προβλέπει το έκτακτο πρόγραμμα κατά της πανδημίας. Μπορεί επίσης να βρει υποστήριξη από τον Αυστριακό ομόλογό του Ρόμπερτ Χόλτζμαν.
Σε ό,τι αφορά την προσέγγισή της στην κρίση της πανδημίας, η ΕΚΤ εισέρχεται σε μια ιδιαίτερα επισφαλή φάση. Οι χρηματαγορές έχουν σταθεροποιηθεί και η οικονομία αναπτύσσεται. Η ανάκαμψη, όμως, είναι άνιση και ο πληθωρισμός εξακολουθεί να παραπαίει σε αρνητικό έδαφος. Αν διοχετευθεί στο σύστημα υπερβολικά μεγάλη ρευστότητα, υπάρχει ο κίνδυνος να αποσταθεροποιηθεί. Αν, όμως, δοθεί στην οικονομία πολύ λίγη στήριξη, η ανάκαμψη μπορεί να ανασταλεί. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι προβλέπουν πως το πρόγραμμα κατά της πανδημίας θα επεκταθεί εντός του έτους, ίσως τον Δεκέμβριο, όταν θα δημοσιευθούν οι προβλέψεις για την οικονομία. Οποιαδήποτε ένδειξη περί του αντιθέτου θα μπορούσε να θορυβήσει τους επενδυτές ότι επίκειται περιοριστική πολιτική.
«Είναι δύσκολο να λειτουργήσει κανείς σε ένα περιβάλλον γεμάτο αβεβαιότητες», σχολιάζει ο Πίετ Κρίστιανσεν, αναλυτής της Danske Bank, σύμφωνα με τον οποίο «το πρόβλημα με τις διαφωνίες και τους συμβιβασμούς είναι ότι δεν οδηγούν σε στιβαρή στάση απέναντι στην κρίση σε αντίθεση με τη στάση που διαμορφώνεται όταν υπάρχει ομοφωνία». Καθοριστική στην εξέλιξη της διαμάχης είναι η στάση της προέδρου της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, που ανέλαβε καθήκοντα πριν από 11 μήνες υποσχόμενη συναίνεση μετά τις διαφωνίες υπό τον προκάτοχό της Μάριο Ντράγκι.
Μέχρι στιγμής, η στάση της ήταν προσεκτική. Σε τηλεδιάσκεψή της με την Επιτροπή Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η κ. Λαγκάρντ τόνισε χθες πως «η υγειονομική κρίση θα εξακολουθήσει να πλήττει την οικονομική δραστηριότητα και να εγκυμονεί κινδύνους για την οικονομία». Προσέθεσε επίσης πως το Δ.Σ. της ΕΚΤ «είναι έτοιμο να προσαρμόσει όσα εργαλεία διαθέτει με όποιο τρόπο χρειάζεται». Τα άλλα δύο μέλη του Δ.Σ. είναι επίσης πολύ συγκρατημένα στις δημόσιες εμφανίσεις τους. Η Ιζαμπέλ Σνάμπελ δήλωσε ότι χρειάζονται περισσότερα στοιχεία απηχώντας τη θέση της κ. Λαγκάρντ. Τόσο η ίδια όσο και ο αντιπρόεδρος Λούις ντε Γκίντος έχουν τονίσει πως η ΕΚΤ μπορεί να δράσει και θα δράσει αν χρειαστεί. Οι οικονομικές εκτιμήσεις της ΕΚΤ, που σημειωτέον ελπίζει σε «ιατρική λύση» στην πανδημία στα μέσα του 2021, προβλέπουν τρία σενάρια.
Στις αρχές του μήνα, η ΕΚΤ ανέφερε ότι έως τώρα η ανάκαμψη συνάδει με το βασικό της σενάριο, το ήπιο, αλλά παραμένουν οι κίνδυνοι για την οικονομία.